Μετάβαση στο περιεχόμενο

Recommended Posts

  • Απαντήσεις 306
  • Created
  • Τελευταία απάντηση

Top Posters In This Topic

Δημοσιεύτηκε

ΣτΕ 1828/2008

[Παραχώρηση εδαφικής λωρίδας στην κοινή χρήση από ιδιώτη

για να καταστεί οικοδομήσιμο το ακίνητο - Τυφλά ακίνητα]

 

Πρόεδρος: Κ. Μενουδάκος

Εισηγητής: Όλγα Παπαδοπούλου

Δικηγόροι: Λ. Αποσκίτης, Αθ. Αλεφάντου, Κ. Φαγωγένης.

 

 

Οι διατάξεις που ορίζουν προϋποθέσεις και διαδικασία για την παραχώρηση από ιδιώτες εδαφικών λωρίδων και τη θέση τους σε κοινή χρήση, προκειμένου να καταστούν οικοδομήσιμα ακίνητα στερούμενα προσώπου, είναι ανίσχυρες ως αντισυνταγματικές, ειδικότερα επειδή παρέχουν τη δυνατότητα δημιουργίας κοινόχρηστων χώρων, αποσπασματικά και κατά τρόπο μη ορθολογικό, με πρωτοβουλία ιδιωτών και πριν από την έγκριση πολεοδομικής μελέτης. ΄Ετσι παραβιάζονται οι επιταγές που απορρέουν από το άρθρο 24 του Συντάγματος.

 

Βασικές σκέψεις

 

6. Επειδή, σύμφωνα με την. παρ. 2 του άρθρου 24 του Συντάγματος, «η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης».

7. Επειδή, το ν.δ. της 17.7-16.8.1923 (Α΄ 228) ορίζει, στο άρθρο 1 ότι, «1. Πάσα πόλις και κώμη του Κράτους δέον να διαρρυθμίζηται και ν' αναπτύσσηται βάσει ορισμένου εγκεκριμένου κατά τας διατάξεις του παρόντος... σχεδίου, εξασφαλίζοντος την θεραπείαν των προβλεπομένων αυτής αναγκών κατά τους υπό της υγιεινής, της ασφαλείας, της οικονομίας και της αισθητικής επιβαλλόμενους όρους. 2. Της εγκρίσεως του σχεδίου συστάσεως νέας πόλεως, κώμης ή συνοικισμού οιουδήποτε δέον να προηγείται εξακρίβωσις και αναγνώρισις της ανάγκης της τοιαύτης συστάσεως ...», στο άρθρο 2 ότι, «1. Τα ... σχέδια καθορίζουσιν αναλόγως των προβλεπομένων αναγκών, πλην των άλλων : (α) Τας οδούς και πλατείας, τους κοινοχρήστους κήπους, πρασιάς και άλση και εν γένει τους προς κοινωφελείς σκοπούς αναγκαιούντας κοινοχρήστους χώρους, (β) Τα προς ανέγερσιν δημοσίων, δημοτικών και θρησκευτικών κτηρίων και τα προς εκτέλεσιν ... ετέρων κοινής ωφελείας έργων αναγκαιούντα οικόπεδα και (γ) Τους οικοδομήσιμους χώρους και εν γένει την χρησιμοποίησιν εκάστης θέσεως προς ωρισμένον κοινωνικόν σκοπόν ...», στο δε άρθρο 9 ότι. «1. Επιτρέπεται δια λόγους υγιεινής, ασφαλείας, γενικής της πόλεως οικονομίας και αισθητικής η επιβολή οιωνδήποτε όρων κατά τας εν γένει εργασίας δομήσεως και περιορισμών επί των οικοπέδων και των επ' αυτών ανεγειρομένων ... οικοδομών είτε εν ταις πόλεσι, κώμαις κ.λπ. είτε εκτός τούτων. 2. Οι κατά τα ανωτέρω όροι και περιορισμοί καθορίζονται δια β. δ/των ... κανονιζόντων ... 1) τα ελάχιστα επιτρεπόμενα όρια της επιφανείας και των διαστάσεων των εντός του εγκεκριμένου σχεδίου περιλαμβανομένων οικοπέδων, 2) το μέγιστον και το ελάχιστον επιτρεπόμενον ύψος των οικοδομών, 3) τον αριθμόν των ορόφων και τας ελαχίστας τούτων διαστάσεις ... 4) το μέγιστον της υπό οικοδομών δυναμένης να καλυφθεί επιφανείας εκάστου οικοπέδου, 5) τον συντελεστήν δομήσεως, 6) την θέσιν των οικοδομών ... εν σχέσει προς το εγκεκριμένον σχέδιον ρυμοτομίας προς το οικόπεδον εφ’ ου κείνται αύται και προς αλλήλας, 7) τας εν γένει δουλείας φωτισμού και αερισμού ... 8-) τους εντός των ιδιοκτησιών κοινούς ελευθέρους χώρους ... 9) τα ελάχιστα όρια του μεγέθους των οικοδομών ... 10) τας επιβαλλομένας εις εκάστην οικοδομήν ... εγκαταστάσεις ... 11) τους εις εκάστην περίπτωσιν τηρητέους δια λόγους υγιεινής και αισθητικής όρους ... 12) τον τρόπον κατασκευής και συντηρήσεως των ιδιωτικών πρασιών και κήπων ... και 13) εν γένει τους όρους και περιορισμούς υφ' ους να εκτελήται οιασδήποτε φύσεως εργασία δομήσεως» (βλ. ήδη άρθρα 152, 153 και 160 του κυρωθέντος με το π.δ. της 14/27.7.1999 «Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας» [Κ.Β.Π.Ν.], Δ' 580). Περαιτέρω, στο άρθρο 20 του αυτού ν.δ/τος ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Δεν επιτρέπεται οιαδήποτε μεταβίβασις της κυριότητος μέρους ή του όλου γηπέδου, εφ' ου ο ιδιοκτήτης εσχημάτισεν ή ανεγνώρισε σχηματισθέντος τυχόν άνευ της θελήσεως του κοινοχρήστους χώρους (ιδιωτικός οδούς και πλατείας κτλ) ή δεν εσχημάτισεν ουδ'ανεγνώρισε μεν τοιούτους, αλλ' επιδιώκει τον σχηματισμόν ή την αναγνώρισίν των δια της τοιαύτης μεταβιβάσεως. Εν τη εννοία του σχηματισμού κοινοχρήστων χώρων περιλαμβάνεται ο καθ' οιονδήποτε τρόπον ιδιωτική πρωτοβουλία ή συμφωνία γινόμενος περιορισμός ή παραίτησις δικαιωμάτων επί των ειρημένων γηπέδων επί τω τέλει αμέσου ή εμμέσου σχηματισμού των εν λόγω χώρων. Πάσα μεταβίβασις της κυριότητος, γινομένη παρά τας ανωτέρω διατάξεις, είναι αυτοδικαίως άκυρος. Η περί ακυρότητος διάταξις αύτη ισχύει και αν ακόμη δεν εγένετο εν επισήμω τινί πράξει σαφής μνεία περί του σχηματισμού των ειρημένων κοινοχρήστων χώρων, αλλ' εμμέσως προκύπτη εκ των γενομένων μεταβιβάσεων ότι αύται εγένοντο επί τω τέλει του τοιούτου σχηματισμού και εν γένει της εφαρμογής ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας. 2. Δια τα εντός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων, κωμών κ.τ. γήπεδα επιτρέπεται, εις ωρισμένας προϋποθέσεις και όρους, η παρέκκλισις από των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου μέχρις οιουδήποτε βαθμού. Τα της παρεκκλίσεως και των προϋποθέσεων και όρων αυτής κανονίζονται δια β.δ/των, εκδιδομένων ... εφ' άπαξ δι’ εκάστην πόλιν, κώμην κ.λπ. ή δι' έκαστον αυτών τμήμα ή και δι' εκάστην ειδικήν περίπτωσιν. 3. Αι διατάξεις της ανωτέρω παρ. 1 δεν ισχύουσι προκειμένου περί καλλιεργούμενων γηπέδων, κειμένων εκτός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων, κωμών κ.λπ., εφ' ων σχηματίζονται ιδιωτικαί οδοί προς μεταφοράν των προϊόντων, εφ' όσον εκ των πραγμάτων προκύπτει ότι ο σχηματισμός αυτών την μεταφοράν ταύτην μόνον σκοπεί, ουχί δε την εφαρμογήν ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας και την βάσει τούτου κατάτμησιν των γηπέδων εις μικρά τμήματα. Επίσης δεν ισχύουσιν αι διατάξεις της αυτής παρ. 1: α) δια πάσαν περαιτέρω μεταβίβασιν της κυριότητος γηπέδων, ων μετεβιβάσθη ήδη αύτη παρά τας διατάξεις της εν λόγω παραγράφου προ της ισχύος του παρόντος άρθρου, εφ' όσον δεν επέρχεται αύξησις της επιφανείας των προ της ισχύος του άρθρου τούτου σχηματισθέντων ιδιωτική πρωτοβουλία κοινοχρήστων χώρων, και β) ως προς τα εντός των εγκεκριμένων σχεδίων των πόλεων κ.λπ. γήπεδα, εφ' ων εσχηματίσθησαν ιδιωτική πρωτοβουλία, προ της ισχύος του παρόντος άρθρου, κοινόχρηστοι χώροι (ιδιωτικαί οδοί κ.λπ.), εφ’ όσον η κυριότης τμημάτων των εν λόγω γηπέδων μετεβιβάσθη ήδη προ της ισχύος του άρθρου τούτου, μετά δε την ισχύν αυτού ουδεμία αύξησις των αρχικώς σχηματισθέντων κοινόχρηστων χώρων έλαβε χώραν. 4. Αρμόδιος όπως αποφανθή δια την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εάν η μεταβίβασις της κυριότητος επί γηπέδων εγένετο επί τω σκοπώ σχηματισμού επ' αυτών κοινοχρήστων χώρων και εν γένει της εφαρμογής ιδιωτικού σχεδίου ρυμοτομίας ή προς απλήν μεταφοράν προϊόντων, εάν επήλθεν ή ου αύξησις της εκτάσεως των κοινοχρήστων τούτων χώρων και οποία η θέσις και έκτασις αυτών και ειδικώτερον πότε υφίσταται περίπτωσις εφαρμογής των εξαιρέσεων ... της προηγουμένης παραγράφου, είναι ο επί της Συγκοινωνίας Υπουργός [ήδη ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων] ... 5. Αι διατάξεις του άρθρου τούτου τεθήσονται εν ισχύ δια β.δ/τος» (βλ. άρθρο 411 του Κ.Β.Π.Ν.). Με το β.δ. της 4/16.1.1924 (Α' 8-) τέθηκαν σε ισχύ οι διατάξεις του ως άνω άρθρου 20, ενώ με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1448/1950 (Α' 153) ορίσθηκαν τα εξής: «Η αληθής έννοια και ερμηνεία των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 των άρθρων 16 και 20 του από 17.7-16.8.1923 ν.δ. ... είναι ότι η εκ τούτων οριζόμενη ακυρότης των κατά παράβασιν αυτών γινομένων μεταβιβάσεων είναι απόλυτος, πάντως δε αίρεται αύτη εξ υπαρχής αφ' ης προτάσει του οικείου Δήμου ή Κοινότητος μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Οικισμού και Ανοικοδομήσεως επεκταθή το σχέδιον της πόλεως κατά την περίπτωσιν του άρθρου 16 ή εγκριθώσιν οι σχηματισθέντες ή αναγνωρισθέντες ως σχηματισθέντες ή επιδιωχθέντες όπως σχηματισθώσιν κοινόχρηστοι χώροι κατά την περίπτωσιν του άρθρου 20, είτε συμφώνως προς την γενομένην πρόβλεψιν αυτών, είτε άλλως ή δια της εγκρίσεως σχεδίου ή επεκτάσεως του σχεδίου εις την περιοχήν εις ην κείνται ή δια της μεμονωμένης εγκρίσεως αυτών, εάν κείνται εντός των πολεοδομικών σχεδίων ως έχουν ή κατά διάφορον διάταξιν ή και υπό όρους» (βλ. άρθρο 412 του Κ.Β.Π.Ν.).

8. Επειδή, με τις προεκτεθείσες διατάξεις του άρθρου 20 του ν.δ. της 17.7/16.8.1923, οι οποίες αποσκοπούν στην εξασφάλιση του αναγκαίου κρατικού ελέγχου επί του πολεοδομικού σχεδιασμού και της δομήσεως εν γένει, και, ειδικότερα, στην παρεμπόδιση της δημιουργίας ιδιωτικών σχεδίων ρυμοτομίας, απαγορεύθηκε, κατ' αρχήν, από τη θέση τους σε ισχύ και εφεξής, η καθ' οιονδήποτε τρόπο δημιουργία οδών ή άλλων κοινοχρήστων χώρων από ιδιώτες (βλ. ΣΕ 966/2006, 2521/2000,1352/1991).

9. Επειδή, εξ άλλου, στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1337/1983 (Α΄ 33) ορίζεται ότι επιτρέπεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, «α) η επέκταση εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, καθώς και οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, β) η ένταξη σε πολεοδομικό σχέδιο και η επέκταση οικισμών μεταγενεστέρων του 1923, που στερούνται εγκεκριμένου σχεδίου, γ) η ένταξη σε πολεοδομικό σχέδιο περιοχών για την εξυπηρέτηση άλλων χρήσεων πλην της κατοικίας» (βλ. άρθρο 37 του Κ.Β.Π.Ν.), ενώ το άρθρο 6 του αυτού νόμου ρυθμίζει το περιεχόμενο της πολεοδομικής μελέτης (βλ. άρθρο 43 του Κ.Β.Π.Ν.). Ειδικότερα, ορίζεται ότι η πολεοδομική μελέτη αποτελείται από πολεοδομικό σχέδιο, που συντάσσεται βάσει οριζοντιογραφικού και υψομετρικού τοπογραφικού και κτηματογραφικού διαγράμματος, πολεοδομικό κανονισμό και έκθεση αιτιολογούσα τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, περιέχει δε, μεταξύ άλλων, α) την οριστικοποίηση των ορίων των προς πολεοδόμηση περιοχών, β) τις χρήσεις γης και τους σχετικούς περιορισμούς ή απαγορεύσεις, γ) τα διαγράμματα δικτύων υποδομής, δ) τους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους, ε) τους οικοδομήσιμους χώρους, στ) τα συστήματα, τους όρους και περιορισμούς δομήσεως, καθώς άλλες ρυθμίσεις επιβαλλόμενες από πολεοδομικούς λόγους. Τέλος, στην παρ. 5 του άρθρου 42 του ν. 1337/1983 (Α' 33), όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 17 του ν. 1512/1985 (Α' 4), ορίζονται τα εξής : «Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, ορίζονται οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες με τις οποίες μπορεί να εγκρίνεται η πολεοδόμηση και επέκταση οικισμών με πληθυσμό μέχρι 2.000 κατοίκους, να καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και περιορισμοί δόμησης και τα ποσοστά εισφοράς σε γη και σε χρήμα, τα οποία μπορεί να αποκλίνουν από τα ποσοστά που προβλέπονται στα άρθρα 8 και 9 του νόμου αυτού. Επίσης με π.δ., που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος, ορίζεται ο τρόπος καθορισμού των ορίων και των όρων δόμησης των οικισμών πληθυσμού μέχρι 2.000 κατοίκους, προβλέπονται τα στοιχεία εκτίμησης κατά τον καθορισμό των ορίων, η διαδικασία που τηρείται για τον καθορισμό αυτών, κατηγορίες οικισμών καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια ...» (βλ. άρθρο 80 του Κ.Β.Π.Ν.).

10. Επειδή, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων του ν. 1337/1983, ερμηνευομένων ενόψει και των ορισμών του άρθρου 24 παρ. 2 του Συντάγματος, με τα προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 5 του άρθρου 42 του προαναφερθέντος νόμου, θεσπίζονται, κανονιστικώς, αφενός ο τρόπος και οι προϋποθέσεις καθορισμού των ορίων των οικισμών με πληθυσμό μέχρι 2.000 κατοίκους, κατατάξεώς τους σε κατηγορίες και πολεοδομήσεώς τους, με την έγκριση πολεοδομικής μελέτης, και αφετέρου οι γενικοί όροι δομήσεως των οικισμών αυτών. Με την πολεοδομική δε μελέτη κάθε οικισμού καθορίζονται ειδικότερα, ενόψει των χαρακτηριστικών του, οι όροι δομήσεως του συγκεκριμένου οικισμού, όπως τα ελάχιστα όρια εμβαδού και διαστάσεων των ακινήτων, το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος των οικοδομών, ο αριθμός των ορόφων, το μέγιστο ποσοστό καλύψεως, ο συντελεστής δομήσεως, η θέση των οικοδομών εν σχέσει προς τις ρυμοτομικές γραμμές και εν γένει άλλοι όροι και περιορισμοί δομήσεως (πρβλ. άρθρο 9 του ν.δ. της 17.7-16.8.1923). Η ανωτέρω εξουσιοδοτική διάταξη, όμως, δεν επιτρέπει αποκλίσεις από τους κανόνες, οι οποίοι απορρέουν από τη συνταγματική επιταγή για ορθολογικό πολεοδομικό σχεδιασμό και κατά τους οποίους ο καθορισμός των κοινοχρήστων χώρων σε κάθε οικιστική περιοχή αποτελεί αντικείμενο της οικείας πολεοδομικής μελέτης, που πρέπει να καταρτίζεται κατ' εκτίμηση των αναγκών της περιοχής, δυνάμει πολεοδομικών κριτηρίων. Δεν δύναται δε, κατ' αρχήν, ο σχεδιασμός των οικοδομήσιμων και κοινόχρηστων χώρων να ρυμουλκείται από πραγματικές καταστάσεις, οι οποίες δημιουργούνται με πρωτοβουλία ιδιωτών προς εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων, όπως η κατάτμηση ακινήτων, με σκοπό τη μεταβίβαση και την ανοικοδόμησήτους. Κατ’ ακολουθίαν, με τα γενικά διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει της προαναφερθείσης εξουσιοδοτικής διατάξεως του ν. 1337/1983, ερμηνευομένης ενόψει και των ορισμών του άρθρου 24 παρ. 2 του Συντάγματος, δεν επιτρέπεται να παρέχεται η δυνατότητα δημιουργίας νέων κοινοχρήστων χώρων στους εν λόγω οικισμούς, κατά τρόπο αποσπασματικό και μη ορθολογικό, πριν από την έγκριση της οικείας πολεοδομικής μελέτης, και δη κατ' απόκλιση των οριζομένων στο ανωτέρω παρατιθέμενο άρθρο 20 του ν.δ. της 17.7-16.8. 1923, προκειμένου να καταστούν οικοδομήσιμα ακίνητα ή τμήματα ακινήτων ευρισκόμενα εντός των ορίων του οικισμού και μη έχοντα πρόσωπο σε νομίμως προϋφιστάμενο κοινόχρηστο χώρο.

11. Επειδή, κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 42 παρ. 5 του ν. 1337/1983, εκδόθηκαν το π.δ. της 24.4-3.5.1985 «Τρόπος καθορισμού ορίων οικισμών της χώρας μέχρι 2.000 κατοίκους, κατηγορίες αυτών και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησης τους» (Δ' 181) και το π.δ. της 20-30.8.1985 «Πολεοδόμηση και επέκταση οικισμών της χώρας μέχρι 2.000 κατοίκους ...» (Δ΄ 414). Στο άρθρο 6 του π.δ. της 24.4-3.5.1985, όπως αρχικώς ίσχυε, ορίσθηκαν, υπό τον τίτλο «Γραμμή δόμησης», τα εξής: «1. Κάθε γήπεδο για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να έχει πρόσωπο σε διαμορφωμένο κοινόχρηστο χώρο ή σε δίοδο προσπέλασης. Εάν δεν έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να παραχωρηθεί στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα με πράξη δωρεάς, έκταση στη συγκεκριμένη θέση, για τη δημιουργία κοινόχρηστου χώρου που να συνδέεται με το υφιστάμενο σε κοινή χρήση δίκτυο κυκλοφορίας του οικισμού συνολικού πλάτους τουλάχιστον 4 μ. και μέχρι 6 μ. κατά μήκος των ορίων των γηπέδων. Η πιο πάνω παραχωρούμενη έκταση από της μεταγραφής της πράξης δωρεάς θεωρείται κοινόχρηστη. 2. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου τα γήπεδα του άρθρου 5 παρ. 1 περίπτωση β αυτού του π.δ/τος [πρόκειται για τα εντός των ορίων των οικισμών γήπεδα, τα οποία, κατά παρέκκλιση των ορίων αρτιότητας που θεσπίζονται στην περ. α της παρ. 1 του άρθρου 5, θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, που προβλέπονται στη διάταξη αυτή, ακόμη και εάν έχουν μικρότερο εμβαδόν] είναι οικοδομήσιμα, έστω και αν δεν έχουν πρόσωπο σε διαμορφωμένο κοινόχρηστο χώρο. 3. Το κτήριο μπορεί να τοποθετηθεί... 4. ... 5. ... 6. Οι παραπάνω διατάξεις δεν ισχύουν στις περιπτώσεις που εμπίπτουν σε τμήματα με εγκεκριμένο σχέδιο». Με το άρθρο 1 παρ. 3 του π.δ. της 14-23.2.1987 (Δ' 133), η παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. της 24.4-3.5.1985 αντικαταστάθηκε, ως εξής : «(α) Κάθε οικόπεδο για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο ή σε χώρο που έχει τεθεί σε κοινή χρήση. Εάν δεν έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο ή σε χώρο που έχει τεθεί σε κοινή χρήση, για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να τεθεί σε κοινή χρήση με συμβολαιογραφική πράξη έκταση στη συγκεκριμένη θέση για τη δημιουργία κοινόχρηστου χώρου συνολικού πλάτους τουλάχιστον 4 μ. και μέχρι 6 μ. κατά μήκος των ορίων του οικοπέδου, που να συνδέει το οικόπεδο με το υφιστάμενο σε κοινή χρήση δίκτυο κυκλοφορίας του οικισμού, (β) Κατ' εξαίρεση δύναται με απόφαση του Νομάρχη, ύστερα από γνώμη του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος του Νομού σε οικισμούς τουριστικούς, παραλιακούς και μεγάλους περιαστικούς, που δεν είναι παραδοσιακοί ή αξιόλογοι ή σε τμήματα αυτών να καθορίζεται ότι: Άρτια οικόπεδα για να είναι οικοδομήσιμα πρέπει να έχουν πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο πλάτους δύο [2] μέτρων μέχρι τον άξονα αυτού στα τμήματα του που εφάπτονται των οικοπέδων. Όπου το πλάτος αυτό υπολείπεται των δύο μέτρων, πρέπει με συμβολαιογραφική πράξη να τεθεί σε κοινή χρήση λωρίδα οικοπέδου τόση, ώστε να επιτυγχάνεται πλάτος τουλάχιστον δύο μέτρα από το πρόσωπο του εναπομένοντος τμήματος του οικοπέδου μέχρι τον άξονα του κοινόχρηστου χώρου. Τα οικόπεδα που απομένουν κατά τα παραπάνω εξακολουθούν να θεωρούνται κατ' εξαίρεση άρτια. Των παραπάνω ρυθμίσεων εξαιρούνται τα τμήματα του οικοπέδου που καταλαμβάνονται από οικοδομές, (γ) Επιτρέπεται σε άρτια και οικοδομήσιμα οικόπεδα αύξηση της δομήσιμης επιφάνειας τους, εφόσον: Τμήμα του οικοπέδου αφήνεται ως ενιαία έκταση κατά μήκος της πρόσοψης του οικοπέδου και παραχωρείται στην Κοινότητα χωρίς αποζημίωση από τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου για τη δημιουργία κοινόχρηστου χώρου. Το τμήμα του οικοπέδου που παραχωρείται πρέπει να είναι κατάλληλο για διαμόρφωση κοινόχρηστων χώρων και να μην υπερβαίνει τα 1.000 τ.μ. Η παραχώρηση του οικοπέδου εγκρίνεται με απόφαση του οικείου Νομάρχη που εκδίδεται μετά από γνώμη του κοινοτικού συμβουλίου και του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος του Νομού, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η παραχώρηση γίνεται με συμβολαιογραφική πράξη νόμιμα μεταγραμμένη και συντάσσεται μετά την έκδοση της απόφασης του Νομάρχη. Η συμβολαιογραφική πράξη αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για την έκδοση της οικοδομικής άδειας ανέγερσης οικοδομής με αυξημένη δόμηση στο εναπομένον μετά την παραχώρηση οικόπεδο, που θεωρείται με τις διαστάσεις που προκύπτουν μετά την ως άνω παραχώρηση, έστω και αν είναι μικρότερες από αυτές που ορίζονται με την απόφαση του Νομάρχη κατά οικισμό και περιοχή οικισμού. Η παραχώρηση του οικοπέδου για κοινόχρηστο χώρο συνεπάγεται αύξηση της δομήσιμης επιφάνειας του, ως εξής ...». Το άρθρο 6 αντικαταστάθηκε στη συνέχεια εκ νέου, με το άρθρο 1 παρ. 3 του π.δ. της 25.4-16.5.1989 (Δ' 293), ως εξής : «1. Κάθε οικόπεδο για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο ή σε χώρο που έχει τεθεί σε κοινή χρήση. Ο παραπάνω χώρος πρέπει να έχει πλάτος τουλάχιστον 4 μέτρα και να εφάπτεται καθ' όλο το μήκος της μιας πλευράς των ορίων του οικοπέδου. Όπου το πλάτος αυτό υπολείπεται των 4 μέτρων, για να είναι το οικόπεδο οικοδομήσιμο, πρέπει με συμβολαιογραφική πράξη, της οποίας αντίγραφο κοινοποιείται με απόδειξη στον οικείο Ο.Τ.Α., να τεθεί σε κοινή χρήση λωρίδα οικοπέδου τόση, ώστε από το πρόσωπο του εναπομένοντος οικοπέδου μέχρι τον άξονα του κοινόχρηστου χώρου να επιτυγχάνεται πλάτος τουλάχιστον 2 μέτρων. Της παραπάνω ρύθμισης εξαιρούνται τα τμήματα του οικοπέδου που καταλαμβάνονται από οικοδομές. Σε χαρακτηρισμένους παραδοσιακούς οικισμούς τα οικόπεδα που βρίσκονται μέσα στο συνεκτικό τμήμα του οικισμού και εφόσον υπάρχει διαμορφωμένος παραδοσιακός ιστός είναι οικοδομήσιμα, όταν έχουν πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο οποιουδήποτε πλάτους. 2. (α) Υφιστάμενο οικόπεδο κατά την ισχύ του παρόντος που δεν έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο ή σε χώρο που έχει τεθεί σε κοινή χρήση, για να είναι οικοδομήσιμο πρέπει να τεθεί από τον ιδιοκτήτη σε κοινή χρήση, με συμβολαιογραφική πράξη, αντίγραφο της οποίας κοινοποιείται με απόδειξη στον οικείο Ο.Τ.Α., λωρίδα οικοπέδου πλάτους τουλάχιστον 4 μέτρων, που να εφάπτεται καθ' όλο το μήκος της μιας πλευράς των ορίων του οικοπέδου, για τη δημιουργία κοινοχρήστου χώρου. Ο χώρος αυτός που τίθεται σε κοινή χρήση πρέπει να συνδέει τα οικόπεδα με το υφιστάμενο σε κοινή χρήση δίκτυο κυκλοφορίας του οικισμού. Για την εξασφάλιση της σύνδεσης αυτής είναι δυνατόν να γίνεται παραχώρηση σε κοινή χρήση έκτασης που ανήκει σε γειτονικές ιδιοκτησίες είτε απευθείας από τους κυρίους αυτών είτε κατόπιν μεταβίβασης στον ενδιαφερόμενο ιδιοκτήτη του οικοπέδου που στερείται τη σύνδεση, (β) Οι διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης α ισχύουν και για οικόπεδα που δημιουργούνται από κατάτμηση, με την προϋπόθεση ότι το πρόσωπο αυτών επί του κοινοχρήστου χώρου ή του χώρου που έχει τεθεί σε κοινή χρήση να είναι δώδεκα [12] μέτρα τουλάχιστον, (γ) Προϋπόθεση για την πραγματοποίηση της παραχώρησης της λωρίδας του οικοπέδου σε κοινή χρήση στις περιπτώσεις α και β, όταν το συνολικό μήκος της υπερβαίνει τα 50 μέτρα, είναι η έγκρισή της από την αρμόδια για τη χορήγηση της οικοδομικής άδειας αρχή, η οποία κρίνει αν η θέση αυτής της έκτασης εξασφαλίζει τη δυνατότητα μελλοντικής ενσωμάτωσής της στο δίκτυο κυκλοφορίας του οικισμού. Για την έγκριση, ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει τοπογραφικό διάγραμμα σε κατάλληλη κλίμακα, ώστε να φαίνεται η σύνδεση με τον υφιστάμενο κοινόχρηστο χώρο καθώς και το γειτονικό δίκτυο κυκλοφορίας του οικισμού. Η αρμόδια αρχή, πριν από την έγκριση δύναται να ζητήσει τη γνώμη του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος του οικείου Νομού; 3. Με απόφαση Νομάρχη, ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας για την έκδοση της οικοδομικής άδειας αρχής και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος του Νομού, είναι δυνατόν να ορίζεται για την εφαρμογή των προηγουμένων παραγράφων 1 και 2, πλάτος κοινόχρηστου χώρου μεγαλύτερο από τέσσερα [4] μέτρα και έως οκτώ [8] μέτρα, εφόσον αυτό επιβάλλεται για λόγους κυκλοφοριακούς, περιβαλλοντικούς ή πολεοδομικούς. 4. Επιτρέπεται σε άρτια και οικοδομήσιμα οικόπεδα αύξηση της δομήσιμης επιφανείας τους, εφόσον τμήμα του οικοπέδου αφήνεται ως ενιαία έκταση κατά μήκος της πρόσοψης του οικοπέδου και παραχωρείται στην κοινότητα χωρίς αποζημίωση από τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου για δημιουργία κοινόχρηστου χώρου. Η αύξηση της δομήσιμης επιφάνειας υπολογίζεται σε ποσοστό 30% της επιφάνειας του παραχωρούμενου τμήματος του οικοπέδου και προστίθεται στην συνολική δομήσιμη επιφάνεια που αντιστοιχεί στο οικόπεδο πριν από την αφαίρεση του παραχωρούμενου τμήματος του ... Το τμήμα του οικοπέδου που παραχωρείται πρέπει να είναι κατάλληλο για διαμόρφωση κοινόχρηστων χώρων. Η παραχώρηση του τμήματος οικοπέδου εγκρίνεται με απόφαση του οικείου Νομάρχη, που εκδίδεται μετά από γνώμη του κοινοτικού συμβουλίου και του Συμβουλίου Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος του Νομού, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η παραχώρηση γίνεται με συμβολαιογραφική πράξη, η οποία συντάσσεται και μεταγράφεται μετά την έκδοση της απόφασης του Νομάρχη, η οποία και μνημονεύεται στη συμβολαιογραφική πράξη. Η συμβολαιογραφική πράξη αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για την έκδοση της άδειας ανέγερσης οικοδομής με αυξημένη δόμηση στο εναπομένον μετά την παραχώρηση οικόπεδο. 5. Το εναπομένον μετά την παραχώρηση κατά τις διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εξακολουθεί να θεωρείται άρτιο και οικοδομήσιμο όπως απομένει μετά την Παραχώρηση. 6. ... 7. ... 8. ... 9. Οι παραπάνω διατάξεις του άρθρου αυτού δεν ισχύουν στις περιπτώσεις που εμπίπτουν σε τμήματα με εγκεκριμένο σχέδιο» (βλ. άρθρο 86 του Κ.Β.Π.Ν.). Εξ άλλου, με το π.δ. της 20-30.8.1985 (Δ' 414), όπως ακολούθως τροποποιήθηκε με το π.δ. της 14-23.2.1987, ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την πολεοδόμηση και την επέκταση των οικισμών με πληθυσμό μέχρι 2.000 κατοίκους. Ειδικότερα, ορίζεται ότι για την πολεοδόμηση ή επέκταση οικισμού συντάσσεται πολεοδομική μελέτη, η οποία περιέχει α) την «εκτίμηση των πληθυσμιακών μεγεθών και των περιβαλλοντικών δυνατοτήτων, με βάση τις χρήσεις γης και το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, [την] κατ' αρχήν οριοθέτηση των προς πολεοδόμηση περιοχών ... καθώς και εκτίμηση των επιπτώσεων που θα έχει η ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή, στο φυσικό και δομημένο περιβάλλον», β) «την οριστικοποίηση των ορίων των προς πολεοδόμηση περιοχών σε συνδυασμό με το όριο του οικισμού ...», γ) την οριοθέτηση των συνεκτικών τμημάτων, δ) «τη γενική πρόταση οργάνωσης σε τυχόν γειτονιές, την εκτίμηση αναγκών σε κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους, τον τρόπο ανάπτυξης ή αναμόρφωσης του οικισμού και την κατά προσέγγιση έκταση γης που προκύπτει από τις εισφορές σε γη», ε) τις ζώνες χρήσεων γης του οικισμού, στ) τα διαγράμματα βασικών δικτύων υποδομής, ζ) τους όρους δομήσεως. Ορίζεται, επίσης, ότι η πολεοδομική μελέτη αποτελείται από α) το πολεοδομικό σχέδιο των προς πολεοδόμηση περιοχών του οικισμού, β) τον πολεοδομικό κανονισμό, και γ) έκθεση που περιγράφει και αιτιολογεί τις προτεινόμενες από τη μελέτη ρυθμίσεις (βλ. άρθρα 89 επ. του Κ.Β.Π.Ν.).

12. Επειδή, ενόψει της ανωτέρω εννοίας της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 42 παρ. 5 του ν. 1337/1983 (βλ. σκέψη 9), η παρ. 1 του άρθρο 6 του π.δ. της 24.4-3.5. 1985, όπως ήδη ισχύει, καθ' ο μέρος προβλέπει ότι τα εντός , ορίων οικισμού ακίνητα, για να είναι οικοδομήσιμα, πρέπει, πλην των άλλων προϋποθέσεων, να έχουν πρόσωπο σε νομίμως υφιστάμενο κοινόχρηστο χώρο, πλάτους τουλάχιστον 4 μέτρων, ο οποίος εφάπτεται της μιας πλευράς των ορίων του ακινήτου καθ’ όλο της το μήκος, καθορίζει γενικό όρο για τη δόμηση των ακινήτων αυτών πριν από την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης του οικισμού και κείται εντός των ορίων της προαναφερθείσης εξουσιοδοτικής διατάξεως. Οι διατάξεις όμως, των παραγράφων 2 και 3 του ιδίου άρθρου, οι οποίες ορίζουν προϋποθέσεις και διαδικασία για την παραχώρηση από ιδιώτες εδαφικών λωρίδων και τη θέση τους σε κοινή χρήση, προκειμένου να καταστούν οικοδομήσιμα ακίνητα στερούμενα προσώπου, σε κοινόχρηστο χώρο και μη δυνάμενα, κατ’ επέκταση, να δομηθούν βάσει του προεκτεθέντος γενικού όρου της παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. της 24.4-3.5.1985, ο οποίος στοιχεί προς γενική αρχή του πολεοδομικού δικαίου, είναι, ενόψει όσων αναφέρονται στη σκέψη 10, εκτός των ορίων της παρεχόμενης με το άρθρο 42 παρ. 5 του ν. 1337/1983 εξουσιοδοτήσεως και, συνεπώς, ανίσχυρες, διότι παρέχουν τη δυνατότητα δημιουργίας κοινοχρήστων χώρων, αποσπασματικώς και κατά τρόπο μη ορθολογικό, με πρωτοβουλία ιδιωτών, πριν από την έγκριση πολεοδομικής μελέτης, κατ’ αντίθεση προς τις απορρέουσες από το άρθρο 24 του Συντάγματος επιταγές.

13. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την 4046/27.9-4.10.1988 απόφαση του Νομάρχη Αργολίδας (Δ' 709), η οποία εκδόθηκε κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 2, 3 και 4 του π. δ/τος της 24.4-3.5.1985, ο οικισμός Ιρίων του Νομού Αργολίδας χαρακτηρίσθηκε μη παραλιακός, μη περιαστικός, μη τουριστικός, αδιάφορος, στάσιμος, συνεκτικός και μεσαίου μεγέθους, καθορίσθηκαν δε και τα όρια του οικισμού αυτού. Εξάλλου, με την 3245/29.8. 1989 (Δ' 561) απόφαση του ιδίου Νομάρχη, εκδοθείσα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5 παρ. 1 του αυτού π. δ/τος, η κατά τον κανόνα αρτιότητα των εντός των ορίων του οικισμού οικοπέδων καθορίσθηκε, για μεν το τμήμα Α σε 750 τ.μ., για δε το τμήμα Β σε 500 τ.μ. Με το 24275/6.11.1996 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Ναυπλίου Μαγδαληνής Παπανδριανού, ο Λεωνίδας Τράγγαλος [δεύτερος από τους ήδη αιτούντες] απέκτησε από τον Βασίλειο Μουνούχο την κυριότητα ενός ακινήτου, εμβαδού 1.762,68.τ.μ., το οποίο ευρίσκεται στον οικισμό Ιρίων και αποτελεί τμήμα μείζονος ακινήτου, εμβαδού 4.592,04 τ.μ. ανήκοντος στον μεταβιβάσαντα Βασίλειο Μουνούχο. Στο συμβόλαιο αυτό αναφέρεται ότι «το πωλούμενον είναι άρτιον κατά κανόνα και θα καταστή οικοδομήσιμον, εφόσον αποκτήσει πρόσοψιν ανάλογην επί της κοινοτικής οδού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του π.δ/τος της 24.4-3.5.1985». Όπως προκύπτει από το οικείο τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού Α. Παπαβασιλείου, το ακίνητο αυτό, εμφαινόμενο στο διάγραμμα με τα στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ, Λ, Μ, Α, στην μεν πλευρά ΒΓ, μήκους 4,20 μ., συνορεύει με «κοινοτικό δρόμο», πλάτους 5,00 μ., στην δε πλευρά ΕΖ, μήκους 4,35 μ., συνορεύει με άλλο «κοινοτικό δρόμο», πλάτους 4,50 μ., κατά τα λοιπά δε συνορεύει με την υπόλοιπη ιδιοκτησία του Βασίλειου Μουνούχου και με άλλες ιδιοκτησίες (βλ. το συμβόλαιο και το σχετικό διάγραμμα). Με το 120/18.2.1999 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Ναυπλίου Θεόδωρου Μπελέζου, ο προαναφερθείς Λεωνίδας Τράγγαλος, προκειμένου να «δύναται να κατατμηθεί σε δύο οικόπεδα άρτια και οικοδομήσιμα» το ως άνω ακίνητο με τα στοιχεία Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ, Λ, Μ, Α, παραχώρησε σε κοινή χρήση «για τη δημιουργία δρόμου», από «το πρώτο οικόπεδο», εμφαινόμενο στο οικείο διάγραμμα με το γράμμα Α και εμβαδού 884,74 τ.μ., το τμήμα Ε, Ζ, Σ, Ξ, Ρ, Ε, επιφανείας 128,54 τ.μ. και πλάτους 5,00 μ., από δε το δεύτερο, όμορο με το πρώτο, εμφαινόμενο στο διάγραμμα με το γράμμα Β και εμβαδού 881,50 τ.μ., το τμήμα Ξ, Ο, Π, Ρ, Ξ, επιφανείας 59,33 τ.μ. και πλάτους επίσης 5,00 μ. (βλ. το συμβόλαιο και το σχετικό διάγραμμα). Με το 127/26. 2.1999 συμβόλαιο του ιδίου συμβολαιογράφου ο Λεωνίδας Τράγγαλος μεταβίβασε στον Περικλή Διονυσόπουλο [πρώτο από τους ήδη αιτούντες] το υπό τα στοιχεία Σ, Η, Θ, Ν, Ξ, Σ ακίνητο, εμβαδού 756,20 τ.μ., το οποίο, κατά τα διαλαμβανόμενα στο συμβόλαιο, «κατέστη οικοδομήσιμο μετά "την παραχώρηση, με [το 120/18.2.1999 συμβόλαιο] σε κοινή χρήση, για τη δημιουργία δρόμου της δυτικής ομόρου με αυτό λωρίδας ... με τα στοιχεία Ε, Ζ, Σ, Ξ, Ρ, Ε» (βλ. το σχετικό συμβόλαιο). Με την 32/27.2.1999 απόφαση του, το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Ασίνης αποδέχθηκε την γενομένη με την 120/18.2.1999 συμβολαιογραφική πράξη παραχώρηση τμημάτων ακινήτου, συνολικής επιφανείας 187,87 τ.μ. [128,54+59,33], σε κοινή χρήση. Με το 3075/4.3.2005 συμβόλαιο του αυτού ως άνω συμβολαιογράφου οι Βασίλειος Μουνούχος και Λεωνίδας Τράγγαλος προέβησαν σε ανταλλαγή ακινήτων. Συγκεκριμένα, ο Λεωνίδας Τράγγαλος μεταβίβασε στον Βασίλειο Μουνούχο έκταση εμφαινόμενη στο οικείο διάγραμμα με τα στοιχεία 4, 5, 6, 7, 4, εμβαδού 135,48 τ.μ., ο δε Βασίλειος Μουνούχος μεταβίβασε στον Λεωνίδα Τράγγαλο έκταση εμφαινόμενη στο διάγραμμα με τα στοιχεία 7, 9, 10, 11, 12, 8, 7, εμβαδού 90,53 τ.μ., συνεχόμενη της εκτάσεως που είχε παραχωρηθεί σε κοινή χρήση με το 120/18.2.1999 συμβόλαιο (βλ. το συμβόλαιο και το σχετικό διάγραμμα). Με την 101/5.4.2005 πράξη της Διευθύνσεως ΧΩΠΟΠΕ της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Αργολίδας χορηγήθηκε στον Περικλή Διονυσόπουλο άδεια ανεγέρσεως τριώροφης οικοδομής, με υπόγειο, πισίνα και χώρο σταθμεύσεως, στο ως άνω ακίνητο, υπό στοιχεία Σ, Η, Θ, Ν, Ξ, Σ. Με το 3.148/12.4.2005 συμβόλαιο του προαναφερθέντος συμβολαιογράφου, ο Λεωνίδας Τράγγαλος μεταβίβασε στο Δήμο Ασίνης, λόγω δωρεάς, έκταση εμβαδού 171,67 τ.μ., εμφαινόμενη στο οικείο διάγραμμα με τα στοιχεία 2, 3, 4, 7, 9, 10,11, 12, 14, 13, 2 (βλ. το συμβόλαιο και το σχετικό διάγραμμα). Με την 78/21.4. 2005 απόφαση του το Δημοτικό Συμβούλιο ανακάλεσε εν μέρει την προαναφερθείσα 32/27.2.1999 απόφαση, ως προς το τμήμα Ξ, Ο, Π, Ρ, Ξ, επιφανείας 59,33 τ.μ., ενώ η Δημαρχιακή Επιτροπή, με την 58/22.4.2005 απόφαση της, αποδέχθηκε την δωρεάν παραχώρηση από τον Λεωνίδα Τράγγαλο της ως άνω περιγραφόμενης στο 3.148/12.4.2005 συμβόλαιο εκτάσεως, εμβαδού 171,67 τ.μ., «προκειμένου το οικόπεδο του ... να καταστεί εκτός από άρτιο και οικοδομήσιμο» (βλ. σχετικώς και την από 15.4. 2005 αίτηση του Λεωνίδα Τράγγαλου) και, στη συνέχεια, ο Δήμος Ασίνης, δια του εκπροσώπου του, αποδέχθηκε την δωρεά του Λεωνίδα Τράγγαλου, για το τμήμα αυτό των 171,67 τ.μ., με το 3.180/30.5.2005 συμβόλαιο επίσης του ιδίου συμβολαιογράφου. Με την από 23.6.2005 αίτηση του ο Περικλής Διονυσόπουλος ζήτησε την αναθεώρηση της 101/2005 οικοδομικής αδείας, για την τροποποίηση του ύψους και του περιγράμματος της οικοδομής. Ενόψει της ως άνω αιτήσεως αναθεωρήσεως, αλλά και σχετικής καταγγελίας του Γεωργίου Λεπτίδη [ήδη παρεμβαίνοντος], εκδόθηκε από τη Διεύθυνση ΧΩΠΟΠΕ της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Αργολίδας το από 1.7.2005 σήμα διακοπής οικοδομικών εργασιών. Ο Γεώργιος Λεπτίδης ζήτησε από το Δήμο να του γνωρίσει εάν η οδός, στην οποία έχει πρόσοψη το ακίνητο του Περικλή Διονυσόπουλου, «είναι εγκεκριμένη οδός από ΣΧΟΠ και Νομαρχία» (βλ. την από 4.7.2005 αίτηση), ο Δήμαρχος δε του απάντησε ότι «ο εν λόγω δρόμος έχει παραχωρηθεί στον Δήμο με συμβολαιογραφική πράξη από τον Λεωνίδα Τράγγαλο και έχει γίνει αποδοχή με τις 32/99 ΑΔΣ και 58/2005 ΑΔΕ» (βλ. το 3880/12.7.2005 έγγραφο). Με καταγγελία του στη ΝΑ Αργολίδας ο Γεώργιος Λεπτίδης ζήτησε τον έλεγχο της νομιμότητας της 101/2005 οικοδομικής αδείας, με την 4293/14.11.2005 απόφαση δε της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας της εν λόγω ΝΑ η οικοδομική αυτή άδεια ανακλήθηκε. Ακολούθως, κατόπιν ενεργειών των αιτούντων Λ. Τράγγαλου και Π. Διονυσόπουλου, το ΣΧΟΠ της ΝΑ Αργολίδας γνωμοδότησε να γίνει δεκτή η παραχώρηση εδαφικής λωρίδας πλάτους 5,00 μ. σε κοινή χρήση, για δημιουργία δρόμου στον οικισμό Ιρίων, ζήτησε όμως να παραχωρηθεί σε κοινή χρήση και ένα επιπλέον τμήμα, με τα στοιχεία Α1,ΑΓ,Α16',Α16 (βλ. την από 22.2.2006 γνωμοδότηση του ΣΧΟΠ, την από 21.2.2006 εισήγηση της Διευθύνσεως ΧΩΠΟΠΕ και το σχετικό διάγραμμα). Με την 3.596/16.3.2006 πράξη του συμβολαιογράφου Θ. Μπελέζου, οι Λ. Τράγγαλος και Π. Διονυσόπουλος προέβησαν σε διόρθωση των ορίων του ακινήτου, εμβαδού 756,20 τ.μ., που είχε μεταβιβασθεί από τον πρώτο στον δεύτερο, ως προς τα μήκη των πλευρών του ακινήτου. Με την 75/24.3.2006 απόφασή της η Δημαρχιακή Επιτροπή αποδέχθηκε την παραχώρηση από τον Λ. Τράγγαλο τμήματος της ιδιοκτησίας του, εμβαδού 6,68 τμ, σύμφωνα με τις υποδείξεις της από 22.2.2006 γνωμοδοτήσεως του ΣΧΟΠ, στη συνέχεια δε, με το 3.601/27.3. 2006 συμβόλαιο του ιδίου συμβολαιογράφου έγινε η παραχώρηση του ως άνω τμήματος στο Δήμο (βλ. το σχετικό συμβόλαιο). Με την 1862/3-19.5. 2006 απόφαση του Νομάρχη Αργολίδας, η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 6 του π.δ/τος της 24.4-3.5.1985, εγκρίθηκε η δωρεάν παραχώρηση σε κοινή χρήση εδαφικής λωρίδας, για τη δημιουργία δημοτικού δρόμου στον οικισμό Ιρίων. Η λωρίδα αυτή, πλάτους 5,00 μ., αποτελείται από τα τρία τμήματα, εμβαδού 171,68 τ.μ., 129,02 τ.μ. και 6,68 τ.μ., αντιστοίχως, τα οποία είχαν παραχωρηθεί σε κοινή χρήση με τα 3.148/12.4.2005, 120/18.2.1999 και 3.601/27.3.2006 συμβόλαια (βλ. ανωτέρω). Στο ένα άκρο απολήγει σε «δημοτική οδό», ενώ στο άλλο σε ιδιωτικό ακίνητο, παρεμβάλλεται δε μεταξύ των ιδιοκτησιών Β. Μουνούχου, από τη μια πλευρά και των ιδιοκτησιών Λ. Τράγγαλου, εμβαδού 629,73 τ.μ. [μετά την αφαίρεση του αντίστοιχου τμήματος της παραχωρούμενης εδαφικής λωρίδας], και Π. Διονυσόπουλου, εμβαδού 756,20 τ.μ. [μετά την αφαίρεση του υπόλοιπου τμήματος της ως άνω λωρίδας], από την άλλη (βλ. το τοπογραφικό διάγραμμα που συνοδεύει την 1862/3-19.5.2006 απόφαση). Κατά της ανωτέρω νομαρχιακής αποφάσεως οι παρεμβαίνοντες Γεώργιος Λεπτίδης και Ελένη Λεπτίδη άσκησαν προσφυγή, η οποία έγινε δεκτή με την προσβαλλόμενη 13128/4.8.2006 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Περιφέρειας Πελοποννήσου. Εξάλλου, στον Π. Διονυσόπουλο χορηγήθηκε από τη Διεύθυνση ΧΩΠΟΠΕ της ΝΑ Αργολίδας η υπ' αριθμ. 274/2.8.2006 νέα άδεια οικοδομής, μετά την έκδοση όμως της προσβαλλόμενης με την κρινόμενη αίτηση πράξεως εκδόθηκε από την ίδια υπηρεσία το 4532/28.8. 2006 σήμα διακοπής οικοδομικών εργασιών, «μέχρι νεότερου σήματος». Κατά της οικοδομικής αυτής αδείας οι παρεμβαίνοντες έχουν ασκήσει και αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Τριπόλεως.

14. Επειδή, η ανωτέρω υπ’ αριθμ. 1862/3-19.5.2006 απόφαση του Νομάρχη Αργολίδας, με την οποία εγκρίθηκε η παραχώρηση εδαφικής λωρίδας σε κοινή χρήση, για τη δημιουργία δημοτικού δρόμου, στον οικισμό Ιρίων του Δήμου Ασίνης, εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή ανισχύρων, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 6 του π.δ. της 24.4-3.5.1985. Συνεπώς, η απόφαση αυτή νομίμως ακυρώθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη, κατ’ ενάσκηση ελέγχου νομιμότητας από τον οικείο Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, αν και με διαφορετική αιτιολογία, είναι δε απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως, καθώς και η αίτηση στο σύνολό της.

 

 

Σχόλιο

 

1. Η άτακτη και άναρχη πολεοδόμηση που κυριαρχεί ακόμη στη χώρα μας απασχολεί συχνά τον κοινό και τον κανονιστικό νομοθέτη, ενώ η αντιμετώπισή της με ορθολογικά κριτήρια είναι κατά κανόνα δυσχερής. Ένα από τα προβλήματα που έχουν ανακύψει στην πράξη είναι η ύπαρξη των λεγομένων «τυφλών» εντός οικισμών οικοπέδων. Τα εν λόγω οικόπεδα δεν επιτρέπεται να οικοδομηθούν είτε διότι δεν διαθέτουν διόλου πρόσβαση σε κοινόχρηστους χώρους είτε διότι διαθέτουν εξαιρετικά περιορισμένη πρόσβαση σ’ αυτούς, η οποία υπολείπεται κατά πολύ των προδιαγραφών που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία.

Στις περιπτώσεις αυτές, το άρθρο 6 παρ. 2 και 3 του π.δ. της 24ης Απριλίου 1985, που εκδόθηκε με βάση την εξουσιοδότηση του άρθρου 42 παρ. 5 του ν. 1337/1983, επιτρέπει τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων με πρωτοβουλία των ιδιοκτητών και έγκριση έπειτα της διοίκησης, ώστε να δοθεί διέξοδος σε ορισμένες περιπτώσεις και να καταστεί δυνατή η οικιστική αξιοποίηση των οικοπέδων. Ανάλογες διευθετήσεις στηρίζονται πρωταρχικά στις επιθυμίες ιδιωτών και εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους, δεν ανταποκρίνονται όμως στα ορθολογικά κριτήρια που πρέπει να προσδιορίζουν τον πολεοδομικό σχεδιασμό. Αυτήν ακριβώς την εγγενή αντίφαση εντόπισε και ανέδειξε το Συμβούλιο Επικρατείας κατά την επίλυση της διαφοράς.

2. Το Δικαστήριο έκρινε, ακολουθώντας την πάγια νομολογία του, ότι το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος αναθέτει την πολεοδόμηση στα όργανα της Πολιτείας, προκειμένου να επιτευχθεί η ορθολογική ανάπτυξη των οικισμών και η βελτίωση των όρων διαβίωσης των πολιτών. Κάθε κανόνας επομένως που μεταθέτει ουσιαστικά την ευθύνη πολεοδομικών ρυθμίσεων σε ιδιώτες αντίκειται προς τη συνταγματική επιταγή που απορρέει από την παραπάνω διάταξη. Είναι αλήθεια ότι κατά το άρθρο 6 παρ. 2 και 3 του π.δ. της 24ης Απριλίου 1985 την προωθούμενη πολεοδομική διευθέτηση αποφασίζει ο νομάρχης, ο οποίος καλείται -όπως προκύπτει από τη διατύπωση της σχετικής διάταξης- να την εγκρίνει, ενώ είναι αμφίβολο αν έχει την ευχέρεια να την απορρίψει ή να την τροποποιήσει. Αλλά και αν συνέβαινε αυτό, η ρύθμιση αποβλέπει στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων του ιδιώτη και δεν είναι δυνατόν να στηρίζεται σε ορθολογικά κριτήρια. Ανάλογες διευθετήσεις δεν έχουν άλλωστε ως έρεισμα πολεοδομική μελέτη που συντάσσεται με τους κανόνες της επιστήμης και αποβλέπει στην πολεοδομική οργάνωση του χώρου σύμφωνα με τις κατευθύνσεις εγκεκριμένου Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου. Με αυτές τις βασικές σκέψεις η μείζων σύνθεση του Ε΄ Τμήματος απεφάνθη, σωστά, ότι οι διατάξεις του παραπάνω π.δ. είναι εκτός των ορίων της εξουσιοδοτικής διάταξης, γιατί δεν καταστρώνουν ορθολογικά κριτήρια και δεν προϋποθέτουν την εκπόνηση πολεοδομικής μελέτης κατά παραβίαση των επιταγών του άρθρου 24 του Συντάγματος.

3. Ενόψει του γεγονότος ότι η πολεοδομική διοίκηση δεν είναι προ πολλού σε θέση να αντιμετωπίσει τον όγκο των υποθέσεων που συσσωρεύονται, διερωτάται κανείς πώς θα ανταποκριθεί στις πρόσθετες απαιτήσεις που προκύπτουν από τη σχολιαζόμενη απόφαση. Το ζήτημα τείνει να προσλάβει εκρηκτικές διαστάσεις, γιατί η διοίκηση αδυνατεί να προσαρμοσθεί, γενικότερα, στα κριτήρια μιας ορθολογικής πολεοδόμησης, τα οποία προσδιορίζουν τη νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας. Θα ήταν ευχής έργο να εγκαινιασθεί μια νέα δημιουργική συνεργασία μεταξύ διοίκησης και Δικαστηρίου για την επίλυση των προβλημάτων που διαιωνίζουν την πολεοδομική αταξία. Η «αυτιστική» στάση που ακολουθούν δεν οδηγεί προφανώς πουθενά.

 

Γιώργος Παπαδημητρίου

Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Δημοσιεύτηκε

Periklis έμπλεξες άσχημα...

Διαπιστώνω ότι είσαι ο θιγόμενος από την απόφαση του ΣτΕ...

 

Βλέπεις ότι μέχρι και ο σχολιαστής της απόφασης διαπιστώνει "αυτιστική" στάση και της Διοίκησης και του Δικαστηρίου.

 

Η δική μου απορία είναι μόνο ως προς το χρόνο που μεσολάβησε:

Μπορεί το δικαστήριο να κρίνει ως παράνομη μια ρύθμιση που έγινε με Προεδρικό Διάταγμα 23 χρόνια μετά την υπογραφή του ΠΔ και ενώ η συγκεκριμένη ρύθμιση έχει ήδη εφαρμοστεί σε πολλές χιλιάδες περιπτώσεις?

Επίσης, ήξερα ότι τα ΠΔ ελέγχονται από το ΣτΕ πριν την υπογραφή τους από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το 1985 δεν ίσχυε αυτός ο έλεγχος? Ή μπορεί το δικαστήριο να επανελέγξει ένα ΠΔ οποτεδήποτε?

Δημοσιεύτηκε

Με όλο το Σεβασμό κύριε Καθηγητά.

Επιτρέψτε μου να ρωτήσω αν η απόφαση ΣτΕ 1828/2008 έχει άμεση εφαρμογή;

Ουσιαστικά δηλαδή αν οι πολεοδομίες είναι υποχρεωμένες να διακόψουν άμεσα την έκδοση οικοδομικών αδειών σε τυφλά οικόπεδα που απέκτησαν οικοδομισημότητα με παραχώρηση σε κοινή χρήση;

Επίσης τι συμβαίνει με τις οικοδομές που βρίσκονται σε εξέλιξη;

Δημοσιεύτηκε

Αγαπητέ Περικλή, σ' αυτό το φόρουμ (καφενείο) όλοι διδασκόμαστε και διδάσκουμε, δηλαδή κουβεντιάζουμε...

 

Λοιπόν απ' όσο γνωρίζω:

Η απόφαση δεν έχει άμεση εφαρμογή. Το ΥΠΕΧΩΔΕ είναι υποχρεωμένο από άλλη απόφαση του ΣτΕ, που έχω διαβάσει, να τροποποιήσει το ΠΔ. Μέχρι να γίνει αυτή η τροποποίηση το πιθανότερο είναι να βγει κάποια εγκύκλιος.

Οι πολεοδομίες λοιπόν μπορούν να εκδίδουν τέτοιες άδειες μέχρι να λάβουν την εγκύκλιο, αλλά θα ήταν φρόνιμο να ενημερώνουν τον πολίτη ότι η άδεια τους θα ανακληθεί αν προσφύγει οποιοσδήποτε θίγεται.

Το ίδιο ισχύει και με οικοδομές που κτίζονται: μπορούν να ολοκληρωθούν αν δεν προσφύγει κάποιος θιγόμενος στο δικαστήριο.

Δημοσιεύτηκε

Ορίστε, ακόμα μία τεκμηριωμένη άποψη του προέδρου του ΣΔΑ που ενημερώνει. Το ΥΠΕΧΩΔΕ ακούει?

 

********************

ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (Ιούνιος 2008)

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Χ. ΠΑΞΙΝΟΣ

Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών

 

Η μέχρι σήμερα απουσία του χωροταξικού σχεδιασμού στη χώρα συνδέεται με την ανασφάλεια δικαίου ως προς τις οικονομικές επενδύσεις, τη μη ασφαλή χωροθέτηση των δημόσιων και ιδιωτικών έργων, τη μη αειφορική χρήση του αγροτικού χώρου καθώς και με την άναρχη, αυθαίρετη και εκτός σχεδίου δόμηση. Δηλαδή συνδέεται άρρηκτα με την υποβάθμιση του φυσικού, οικιστικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος.

 

Ο θεσμός της χωροθέτησης εισήχθη, κατ’ ουσίαν, στην ελληνική έννομη τάξη ταυτόχρονα με τον θεσμό της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων όπου από κοινού αποτέλεσαν το ευρύτερο πλαίσιο εκτίμησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον, που καθιερώθηκε με το ν. 1650/1986, ο οποίος εκδόθηκε σε συμμόρφωση με την επιταγή του άρθρου 24 του Συντάγματος για την προστασία του περιβάλλοντος. Η υπαγωγή της χωροθέτησης στο πεδίο της νομοθεσίας περί προστασίας του περιβάλλοντος επέτρεψε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ήδη από τη δεκαετία του '90, να συνθέσει την προστασία του περιβάλλοντος με την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξης της χώρας, υποκαθιστώντας με τον τρόπο αυτό την παράλειψη της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας να πράξει ανάλογα. Στο πλαίσιο αυτό η συμβολή της νομολογίας στην οριοθέτηση του συνταγματικού περιεχομένου του θεσμού της χωροθέτησης, σε συνάρτηση με την προστασία του περιβάλλοντος και την οικονομική ανάπτυξη, υπήρξε καθοριστική.[1]

 

Σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, τα αρμόδια όργανα του κράτους οφείλουν να προβαίνουν σε θετικές ενέργειες για την αποτελεσματική διαφύλαξη του περιβάλλοντος, να λαμβάνουν τα απαιτούμενα νομοθετικά και διοικητικά, προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βαθμό στην οικονομική, ατομική ή συλλογική, δραστηριότητα. Κατά τη λήψη των ανωτέρω μέτρων, τα όργανα της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας οφείλουν να σταθμίζουν και άλλους παράγοντες, αναγόμενους στο γενικότερο εθνικό και δημόσιο συμφέρον. Η επιδίωξη των σκοπών αυτών και η στάθμιση των προστατευόμενων αντίστοιχων έννομων αγαθών πρέπει να συμπορεύονται προς την υποχρέωση της πολιτείας να μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η βιώσιμη ανάπτυξη. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 24 καθώς και των άρθρων 79 παρ. 8 και 106 παρ. 1 του Συντάγματος προκύπτει ότι ο χωροταξικός σχεδιασμός ανατίθεται στην πολιτεία, που οφείλει να θεσπίζει τις αναγκαίες ρυθμίσεις, ώστε να διασφαλίζονται η προστασία του περιβάλλοντος, οι άριστοι δυνατοί όροι διαβίωσης του πληθυσμού και η οικονομική ανάπτυξη στο πλαίσιο της αειφορίας.[2]

 

Σύμφωνα με τη μέχρι σήμερα διαμορφωθείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, ουσιώδης όρος για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι τα ολοκληρωμένα χωροταξικά σχέδια, όπως αυτά προβλέφθηκαν στον ν. 360/76 για τη Χωροταξία και την Πολεοδομία και το ν. 2742/99 για τον χωροταξικό σχεδιασμό και την αειφόρο ανάπτυξη. Τα σχέδια αυτά θέτουν, με βάση την ανάλυση των δεδομένων και την πρόγνωση των μελλοντικών εξελίξεων, τους μακροπρόθεσμους στόχους της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, το πλαίσιο για τη διαμόρφωση των οικιστικών περιοχών, των περιοχών άσκησης παραγωγικών δραστηριοτήτων και των ελεύθερων χώρων στις εκτός σχεδίου περιοχές.

 

Το Συμβούλιο της Επικρατείας απεδέχθη ότι μέχρι την εντός ευλόγου χρόνου ολοκλήρωση της διαδικασίας έγκρισης των χωροταξικών σχεδίων, είναι ανεκτός ο μερικός, χωρικός ή τομεακός σχεδιασμός και προγραμματισμός, προκειμένου να αποφεύγονται η άναρχη ανάπτυξη που προκαλεί υποβάθμιση και καταστροφή του περιβάλλοντος και η δημιουργία πραγματικών καταστάσεων που δυσχεραίνουν και υπονομεύουν την ορθολογική χωροταξία.[3] Η νομολογία δεν απεδέχθη όμως την ατομική χωροθέτηση ως υποκατάστατο του ευρύτερου χωροταξικού σχεδιασμού, αλλά εν όψει του άρθρου 24 παρ. 2 που επιτάσσει την κατάρτιση ολοκληρωμένων εθνικών και χωροταξικών σχεδίων, έκρινε ότι δεν συγχωρείται ατομική χωροθέτηση αν δεν έχει προηγηθεί ευρύτερος χωροταξικός σχεδιασμός.[4]

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη νομολογία, η χωροθέτηση θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα υποβολής και αξιολόγησης μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, προκειμένου τα όργανα της διοίκησης να διαφωτίζονται ως προς τα στοιχεία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός έργου ή μιας δραστηριότητας,[5] ενώ η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του χωροταξικού σχεδιασμού αποτελεί αναγκαίο επιστημονικό εργαλείο για την εκφορά της κρίσης περί βιωσιμότητας αυτών από τη διοίκηση και τον έλεγχό της από τον ακυρωτικό δικαστή.

 

Επισημαίνεται ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας ερμήνευσε και εφάρμοσε στις σχετικές αποφάσεις του εκτός από το άρθρο 24 του Συντάγματος και το κοινοτικό δίκαιο και ιδιαίτερα την οδηγία 85/337/ΕΟΚ για την εκτίμηση των δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων στο περιβάλλον. Εξέλιξη του θεσμικού πλαισίου για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που εισήχθη με την οδηγία 85/337/ΕΟΚ αποτελεί σε κοινοτικό επίπεδο η οδηγία 2001/42/ΕΚ σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων, που έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο με την ΚΥΑ 107017/28.8.2006.

 

Στόχος της οδηγίας 2001/42/ΕΚ είναι η υψηλού επιπέδου προστασία του περιβάλλοντος και η ενσωμάτωση περιβαλλοντικών ζητημάτων στην προετοιμασία και θέσπιση σχεδίων και προγραμμάτων με σκοπό την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης, εξασφαλίζοντας ότι, σύμφωνα με την οδηγία, θα γίνεται εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων για ορισμένα σχέδια και προγράμματα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

 

 

 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 14 Ιουνίου 2008, σ. 39.

 

[1] 1. Βλ., αντί άλλων, Γ. Γιαννακούρου, Ο θεσμός της χωροθέτησης στη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Τιμητικός τόμος του Συμβουλίου της Επικρατείας. 75 χρόνια, σ. 983 επ., Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2004, Δ. Μέλισσα, Θεμελιώδη Ζητήματα του Δικαίου της Χωροταξίας, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή, 2002

 

[2] Ολ. ΣτΕ 2489/2006 κ.ά.

 

[3] Ιbid.

 

[4] ΣτΕ 304/1993, 561/1993, 5774/1996 κ.ά.

 

[5] ΣτΕ 1520/1993 κ.ά.

  • 3 weeks later...
Δημοσιεύτηκε

Αποφαση ΣτΕ 1828/2008

 

Ξερετε εαν υπαρχει οδηγια προς συμβολαιογραφους , απο τον συλλογο

τους , η καποιο αλλο φορεα , ωστε να μην γινωνται πραξεις για οικοπεδα

που εμπιπτουν στην παρα πανω αποφαση

Δημιουργήστε ένα λογαριασμό ή συνδεθείτε προκειμένου να αφήσετε κάποιο σχόλιο

Πρέπει να είστε μέλος για να μπορέσετε να αφήσετε κάποιο σχόλιο

Δημιουργία λογαριασμού

Κάντε μια δωρεάν εγγραφή στην κοινότητά μας. Είναι εύκολο!

Εγγραφή νέου λογαριασμού

Σύνδεση

Εάν έχετε ήδη λογαριασμό; Συνδεθείτε εδώ.

Συνδεθείτε τώρα
×
×
  • Create New...

Σημαντικό

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώνουμε το περιεχόμενο του website μας. Μπορείτε να τροποποιήσετε τις ρυθμίσεις των cookie, ή να δώσετε τη συγκατάθεσή σας για την χρήση τους.