Engineer Δημοσιεύτηκε Δεκέμβριος 7 , 2021 Δημοσιεύτηκε Δεκέμβριος 7 , 2021 Για πολύ καιρό στην κοινή γνώμη κυριαρχούσε η εντύπωση ότι η ψηφιακή βιομηχανία είναι καθαρή επειδή είναι «άυλη». Μπροστά στους γίγαντες του πετρελαίου και της αυτοκινητοβιομηχανίας, η Σίλικον Βάλεϊ έμοιαζε να είναι η φυσική σύμμαχος κάθε πολιτικής κατά της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αυτή η ψευδαίσθηση σιγά-σιγά διαλύεται. Μια έρευνα που διεξήχθη σε διαφορετικές ηπείρους αποκαλύπτει το υπέρογκο περιβαλλοντικό κόστος της υψηλής τεχνολογίας. Προγραμματιστές της Σίλικον Βάλεϊ και κατασκευαστές ημιρυμουλκούμενων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών ΜακΚίνσεϊ, ο Τζο Μπάιντεν και ο Σι Τζινπίνγκ, οι Βρετανοί Φιλελεύθεροι και οι Γερμανοί Πράσινοι: απέναντι στην κλιματική επείγουσα ανάγκη σχηματίστηκε μια παγκόσμια ιερή συμμαχία γύρω από μια πίστη. Την πίστη σε μια μεγάλη στροφή προς τον διαδικτυακό κόσμο για το καλό του πλανήτη. «Σε τέτοιο βαθμό ώστε να θεωρούμε όλο και περισσότερο πως δεν θα μπορέσουμε να θέσουμε υπό έλεγχο την κλιματική αλλαγή χωρίς μια μαζική καταφυγή στην ψηφιακότητα», τονίζει η οργάνωση The Shift Project που δεν συμμερίζεται αυτή την άποψη1. Ένα καινούργιο ευαγγέλιο υπόσχεται τη σωτηρία μέσω των «έξυπνων» πόλεων, γεμάτες από αισθητήρες και αυτόνομα ηλεκτρικά οχήματα. Η ιερή αυτή πεποίθηση μπορεί να υπολογίζει στη συνδρομή μερικών πολύ αποτελεσματικών αποστόλων για τη διάδοσή της. Όπως το Global eSustainability Initiative (GeSI), ένα εργοδοτικό λόμπι με έδρα τις Βρυξέλλες για το οποίο «οι εκπομπές που αποφεύγονται με τη χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών είναι σχεδόν δέκα φορές πιο σημαντικές από εκείνες που προξενεί η εγκατάστασή τους»2. Όμως, ανεξάρτητοι ερευνητές αμφισβητούν τόσο τη γνησιότητα αυτών των μετρήσεων που αναπαράγονται παντού όσο και την αμεροληψία των δημιουργών τους. Πέρα από τις προσπάθειες του «πράσινου μάρκετινγκ» που έχουν αναπτύξει οι επιχειρηματίες και τα φερέφωνά τους, ποιος είναι ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος των ψηφιακών εργαλείων; Είναι αυτά τα νέα δίκτυα επικοινωνίας συμβατά με την «οικολογική μετάβαση»; Έχοντας ολοκληρώσει μια έρευνα που μας οδήγησε σε δεκάδες χώρες, ιδού η πραγματικότητα: η ψηφιακή ρύπανση είναι κολοσσιαία –και μάλιστα είναι εκείνη που αυξάνεται με τους ταχύτερους ρυθμούς. «Από τη στιγμή που ανακάλυψα τα μεγέθη αυτής της ρύπανσης, είπα στον εαυτό μου: “Πώς είναι δυνατόν;”», θυμάται η Φρανσουάζ Μπερτού, ερευνήτρια σε θέματα πληροφορικής. Οι βλάβες στο περιβάλλον προέρχονται κατ’ αρχάς από δισεκατομμύρια μέσα διασύνδεσης (τάμπλετ, υπολογιστές, έξυπνα τηλέφωνα) που μας ανοίγουν την πόρτα του διαδικτύου. Προέρχονται εξίσου από τα δεδομένα που παράγουμε ανά πάσα στιγμή: καθώς μεταφέρονται, αποθηκεύονται, επεξεργάζονται μέσα σε τεράστιες εγκαταστάσεις που καταναλώνουν πόρους και ενέργεια, οι πληροφορίες αυτές θα επιτρέψουν τη δημιουργία νέου ψηφιακού περιεχομένου, για το οποίο θα απαιτούνται… διαρκώς περισσότερα μέσα διασύνδεσης! Προκειμένου να πραγματοποιήσουμε ενέργειες τόσο ανεπαίσθητες όπως η αποστολή ενός μέιλ στο Gmail, ενός μηνύματος στο WhatsApp, ενός ιμότζι στο Facebook, ενός βίντεο στο TikTok ή μιας σειράς φωτογραφιών με γατάκια στο Snapchat, έχουμε δημιουργήσει, σύμφωνα με την Greenpeace, μια υποδομή που πολύ σύντομα «πιθανώς να καταστεί η μεγαλύτερη κατασκευή του ανθρώπινου είδους»3. Οι αριθμοί είναι διαφωτιστικοί: η παγκόσμια ψηφιακή βιομηχανία καταναλώνει τόσο νερό, πρώτες ύλες και ενέργεια ώστε το αποτύπωμά της είναι τριπλάσιο εκείνου μιας χώρας όπως η Γαλλία ή το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι ψηφιακές τεχνολογίες χρησιμοποιούν σήμερα το 10% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και αποβάλλουν σχεδόν το 4% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2), δηλαδή λίγο λιγότερο από το διπλάσιο των εκπομπών της πολιτικής αεροπορίας σε ολόκληρο τον κόσμο4. «Εάν οι ψηφιακές εταιρείες αποδειχθούν πιο ισχυρές από τις αρχές που τις επιθεωρούν, υπάρχει ο κίνδυνος να μην είμαστε πλέον σε θέση να ελέγξουμε τον οικολογικό αντίκτυπό τους», προειδοποιεί ο Γιαν Ταλίν, ιδρυτής του Skype και του ινστιτούτου Future of Life, που ασχολείται με τη δεοντολογία των τεχνολογιών5. Ακόμα και σήμερα, ο Γενς Τόιμπλερ, ερευνητής στο Ινστιτούτο Βούπερταλ, θυμάται την έντονη έκπληξή του. Πριν από μερικά χρόνια, ο Γερμανός επιστήμονας συμμετείχε σε ένα συνέδριο που διεξήχθη στο ερευνητικό κέντρο με έδρα την ομώνυμη πόλη, στη Βεστφαλία της δυτικής Γερμανίας. Τότε, θυμάται, έμεινε «άναυδος μπροστά στην εικόνα ενός άνδρα που φορούσε μια βέρα και κουβαλούσε ένα τεράστιο σακίδιο στην πλάτη, το οποίο ανταποκρινόταν στο πραγματικό υλικό αποτύπωμα του μικρού χρυσού κρίκου του. Αυτή η εικόνα με σημάδεψε». Με αυτή την αναπαράσταση, το ινστιτούτο παρουσίαζε μια πρωτότυπη μέθοδο υπολογισμού της υλικής επίπτωσης του τρόπου με τον οποίο καταναλώνουμε, που αναπτύχθηκε από τους ερευνητές του κατά τη δεκαετία του 1990: το material input per service unit (MIPS), δηλαδή την ποσότητα των υλικών πόρων που απαιτούνται για τη δημιουργία ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας6. Προκειμένου να υπολογιστεί ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος, η βιομηχανία ενδιαφέρεται κυρίως για τις εκπομπές της σε διοξείδιο του άνθρακα. Αυτή όμως η μέθοδος υπολογισμού συχνά επισκιάζει άλλες μορφές ρύπανσης όπως η επίπτωση της αποβολής χημικών προϊόντων στην ποιότητα των υδάτων. Από τη δεκαετία του 1990, το MIPS εστίαζε περισσότερο στην περιβαλλοντική υποβάθμιση που έχει να κάνει με την παραγωγή εμπορευμάτων και υπηρεσιών. Ιδού μια πλήρης αντιστροφή της προοπτικής: να παρατηρούμε τι εισάγεται στη διαδικασία παραγωγής ενός αντικειμένου παρά τι εξάγεται από αυτήν. Πιο συγκεκριμένα, το MIPS υπολογίζει το σύνολο των πόρων που κινητοποιήθηκαν και μετακινήθηκαν κατά την παραγωγή, τη χρήση και την ανακύκλωση ενός ρούχου, ενός μπουκαλιού πορτοκαλάδας, ενός χαλιού, ενός smartphone… Υπολογίζονται τα πάντα: οι ανανεώσιμοι (φυτικοί) ή μη ανανεώσιμοι (ορυκτοί) πόροι, οι μεταβολές του εδάφους που προκαλούν οι γεωργικές εργασίες, το νερό και οι χημικές ουσίες που καταναλώνονται κ.ο.κ. Ας πάρουμε ένα μπλουζάκι: η παραγωγή του σε μια ινδική βιοτεχνία απαίτησε ηλεκτρισμό, ο οποίος με τη σειρά του παρήχθη από κάρβουνο, για την εξαγωγή του οποίου αποψιλώθηκε ένα πευκόδασος… Οικολογικό σακίδιο Αυτή η προσέγγιση μεταφράζεται σε έναν αριθμό, το «οικολογικό σακίδιο», δηλαδή τον συντελεστή πολλαπλασιασμού της κάθε καταναλωτικής ενέργειάς μας. Η μέθοδος δεν είναι τέλεια: «Η πλειοψηφία των δεδομένων που έχουν χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό του MIPS προκύπτουν από γνώμες και εκτιμήσεις ειδικών» όπου η ανακρίβεια είναι συχνά ο κανόνας, διευκρινίζει ο Γενς Τόιμπλερ. Όπως και να έχει, δεν μπορούμε παρά να πέσουμε από τα σύννεφα μπροστά στην τρομακτική αλήθεια του: ένα δαχτυλίδι που εμπεριέχει μερικά γραμμάρια χρυσού έχει ένα MIPS… 3 τόνων! Μπορούμε επίσης να υπολογίσουμε το MIPS μιας υπηρεσίας ή μιας καταναλωτικής ενέργειας: ένα χιλιόμετρο στο αυτοκίνητο και μία ώρα τηλεόρασης χρησιμοποιούν αντιστοίχως 1 και 2 κιλά πόρων. Ένα λεπτό στο τηλέφωνο «κοστίζει» 200 γραμμάρια. Όσον αφορά ένα SMS, «ζυγίζει» 632 γραμμάρια. Για αρκετά προϊόντα, το MIPS μπορεί να παρουσιάσει μια αρκετά χαμηλή αναλογία: έτσι η κατασκευή μιας ατσάλινης ράβδου έχει ανάγκη «μονάχα» τους δεκαπλάσιους πόρους του τελικού βάρους της. Όμως, «από τη στιγμή που εμπλέκεται η τεχνολογία, το MIPS είναι υψηλότερο», εξηγεί ο Γένς Τόιμπλερ. Οι ψηφιακές τεχνολογίες είναι μια καλή απόδειξη, εάν λάβουμε υπόψη τον μεγάλο αριθμό μετάλλων που χρησιμοποιούν, ειδικά «ορισμένα σπάνια μέταλλα που εξορύσσονται δύσκολα από το υπέδαφος», συνεχίζει ο ερευνητής. Έτσι, ένας υπολογιστής 2 κιλών κινητοποιεί, ανάμεσα σε άλλα, 22 κιλά χημικών προϊόντων, 240 κιλά καυσίμων και 1,5 τόνο καθαρού νερού7. Το MIPS μιας τηλεόρασης ποικίλλει ανάμεσα στα 200 και 1000 προς 1, ενώ ενός smartphone είναι 1.200 προς 1 (183 κιλά πρώτης ύλης για 150 γραμμάρια τελικού προϊόντος). Όλα τα ρεκόρ όμως καταρρίπτει το MIPS ενός μικροτσίπ: 32 κιλά πρώτων υλών για ένα ολοκληρωμένο κύκλωμα 2 γραμμαρίων, δηλαδή μια αναλογία 16.000 προς 1. «Οι άνθρωποι συχνά εκπλήσσονται από την απόκλιση ανάμεσα στην επίπτωση που νομίζουν ότι έχει η απόφασή τους να αγοράσουν ένα καταναλωτικό αγαθό και τον πραγματικό αντίκτυπό της», διαβεβαιώνει ο Γενς Τόιμπλερ. Και όχι άδικα: η γεωγραφική ζώνη που βρίσκεται στην πιο απομακρυσμένη θέση της παραγωγικής αλυσίδας είναι εκείνη που θα πληρώσει τον πιο βαρύ υλικό φόρο, πολύ μακριά από το μαγαζί πώλησης. Έτσι, η ψηφιακότητα έκανε –ανεπαίσθητα– το «υλικό αποτύπωμά» μας να εκτιναχτεί. Με δισεκατομμύρια διακομιστές (servers), κεραίες, ρούτερ και σημεία διαδικτυακής πρόσβασης να βρίσκονται αυτήν τη στιγμή σε λειτουργία, οι «άυλες» τεχνολογίες δεν καταναλώνουν μόνο πρώτες ύλες: θα αποτελέσουν ένα από τα μεγαλύτερα εγχειρήματα υλικής παραγωγής που έχουν ποτέ αναληφθεί. Ανάμεσα σε αυτές τις πολύ πραγματικές υποδομές, τα κέντρα δεδομένων (data centers) κατέχουν μια ξεχωριστή θέση. Αυτές οι τερατώδεις κατασκευές από μπετόν και ατσάλι, παστωμένες με διακομιστές, πολλαπλασιάζονται με τον ρυθμό του χειμάρρου των πληροφοριών που δημιουργούνται από το ψηφιακό μας σύμπαν: πέντε δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων ψηφιολέξεων (bytes) την ημέρα, δηλαδή ίσα με το σύνολο όλων των δεδομένων που παράχθηκαν από το ξεκίνημα της πληροφορικής μέχρι το 2003. Με αυτά μπορούν να γεμίσουν δέκα εκατομμύρια δίσκοι Blue Ray που, αν στοιβάζονταν ο ένας πάνω στον άλλον, θα έφταναν τέσσερις φορές το ύψος του Πύργου του Άιφελ. Κι όμως, όλα αυτά έχουν το μέγεθος ενός σπίρτου, αν συγκριθούν με όσα δεδομένα θα παράγουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια αντικείμενα με σύνδεση 5G που θα ξεχυθούν σύντομα στον κόσμο. Για να αντιληφθούμε τα γιγαντιαία αυτά μεγέθη, αρκεί να παρατηρήσουμε ένα απλό ηλεκτρικό πατίνι, από εκείνα που ενοικιάζονται μέσω μιας εφαρμογής. Πολύ λίγοι χρήστες αυτών των πατινιών γνωρίζουν πως οι εταιρείες που τα ενοικιάζουν «συλλέγουν έναν τεράστιο όγκο δεδομένων, που δημιουργούνται από τις συνήθειες μετακίνησης των χρηστών», εξηγεί ο Μοχάμεντ Τάζσαρ, δικηγόρος στην Αμερικανική Ένωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες (ACLU). Την στιγμή που δημιουργείτε έναν λογαριασμό σε μια συγκεκριμένη εφαρμογή, μοιράζεστε το επώνυμο, το όνομα, την ηλεκτρονική διεύθυνση, τον ταχυδρομικό κώδικα, τον αριθμό τηλεφώνου, τις τραπεζικές λεπτομέρειες, το ιστορικό των πληρωμών σας κ.ο.κ. Μετά, η εταιρεία εντοπισμού θα μπορεί να συλλέξει όλες τις πληροφορίες που σχετίζονται με τις διαδρομές σας χάρη στους ανιχνευτές που βρίσκονται στα πατίνια και στα δεδομένα που μεταδίδει το κινητό τηλέφωνό σας. Ο όμιλος Bird έχει την άδεια ακόμη και να εμπλουτίσει το προφίλ σας με πληροφορίες συλλεγμένες από διαφορετικές εταιρείες που ήδη κατέχουν δικά σας δεδομένα και να διερευνήσει τη φερεγγυότητά σας στους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας! Καβαλώντας αυτό το δίτροχο, δίνετε επίσης τη συγκατάθεσή σας στον πάροχο να μοιραστεί κάποια από τα δεδομένα σας «με τρίτους για λόγους έρευνας, μάρκετινγκ και για άλλους σκοπούς» δηλώνει για παράδειγμα ο όμιλος Lime, χωρίς περισσότερες διευκρινίσεις. Οι προδιαγραφές αυτές «είναι γραμμένες με ακαθόριστους και ασαφείς όρους, διότι πρέπει να παραμένουν ακατανόητες», σημειώνει ο Τάζσαρ. Αυτό το κύμα πληροφοριών, το οποίο εμπλουτίζει τα προσωπικά προφίλ που πωλούνται σε διάφορες εταιρείες σε τιμές χρυσού, αναπόφευκτα κατευθύνεται σε ένα κέντρο δεδομένων – στο cloud, το ψηφιακό «νέφος». Η συστηματική και σε παγκόσμια κλίμακα συλλογή κάθε είδους δεδομένων «δεκαπλασιάζει τις ανάγκες για κέντρα δεδομένων», αναλύει ένας επαγγελματίας της Bolt. Οι cloud cities («πόλεις-νέφη»), ειδικευμένες στην αποθήκευση δεδομένων, συνωστίζονται στην Κίνα. Εξάλλου, το μεγαλύτερο κέντρο δεδομένων του πλανήτη, στην πόλη Λανγκ Φανγκ, μία ώρα με το αυτοκίνητο νότια του Πεκίνου, εκτείνεται σε σχεδόν 600.000 τετραγωνικά μέτρα, δηλαδή σε επιφάνεια… 110 γηπέδων ποδοσφαίρου! Η κατανάλωση των κέντρων δεδομένων σε νερό και ηλεκτρισμό, απαραίτητων για την ψύξη των μηχανημάτων, αυξάνεται ακόμη περισσότερο όσο οι πάροχοι υπηρεσιών κάνουν τα πάντα για να αποφύγουν εκείνο που στον κλάδο τους ονομάζουν «απόλυτο σκοτάδι»: τη γενικευμένη βλάβη εξαιτίας μιας διακοπής της ηλεκτρικής τροφοδότησης, μια διαρροής νερού στο σύστημα κλιματισμού, ενός προγραμματιστικού σφάλματος… Το 2017, για παράδειγμα, μια γιγαντιαία βλάβη σε ένα κέντρο δεδομένων της εταιρείας British Airways οδήγησε στην ματαίωση 400 πτήσεων και εγκλώβισε 75.000 επιβάτες στο αεροδρόμιο Χίθροου του Λονδίνου. Μια παρατεταμένη μηχανική βλάβη στους διακομιστές της Amazon θα δημιουργούσε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στη Δύση. Σε ένα αδιάκοπα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον, πολλές εταιρείες φιλοξενίας ιστότοπων δεσμεύονται ώστε οι υποδομές τους να λειτουργούν το 99,995% του χρόνου, δηλαδή οι υπηρεσίες τους δεν είναι διαθέσιμες για μόλις 26 λεπτά ετησίως. «Όσον αφορά εκείνους που παθαίνουν συχνά μπλακ-άουτ, απλώς αφήνουν το επάγγελμα», λέει ωμά ο Φιλίπ Λους, πρόεδρος του Institut Datacenter. Για να φτάσουν στην απόλυτη διαθεσιμότητα, οι εταιρείες διακομιστών πολλαπλασιάζουν τις προφυλάξεις. Κατ’ αρχάς φροντίζουν για τον «πλεονασμό» των δικτύων διανομής ενέργειας. «Βρίσκεσαι με δύο παροχές ηλεκτρισμού, δύο γεννήτριες και δύο τεράστιες αίθουσες, μεγέθους δημόσιας βιβλιοθήκης, γεμάτες με μπαταρίες μόλυβδου, για να διασφαλίσεις τη συνέχεια της λειτουργίας μεταξύ της βλάβης και της στιγμής όπου οι γεννήτριες θα αναλάβουν την τροφοδοσία», εξηγεί ο Πολ Μπενουά της Qarnot Computing. Αυτό τo σχέδιο δράσης συνοδεύεται από μια, συχνά γιγαντιαία, αλυσίδα υλικοτεχνικής υποστήριξης. Έτσι, οι στέγες πολλών κέντρων δεδομένων, στην ίδια την καρδιά της Νέας Υόρκης, «είναι ιλιγγιώδεις αποφύσεις» που περιέχουν «πύργους ψύξης του νερού για τον κλιματισμό (…), δεξαμενές νερού για την περίπτωση διακοπής, γερανούς για να ανεβάσουν τις γεννήτριες ντίζελ από τον δρόμο… Τα υπόγειά τους είναι επενδυμένα με καλώδια, εξοπλισμένα με δεξαμενές μαζούτ αρκετών εκατοντάδων χιλιάδων λίτρων για να τροφοδοτούν τις γεννήτριες», απαριθμούν η Σεσίλ Ντιγκέ και η Φανί Λοπέζ, δύο ερευνήτριες που διεξήγαγαν μια παγκόσμια έρευνα πάνω στα κέντρα δεδομένων8. Ξεκάθαρα, καταλήγει ο Φιλίπ Λους, «δεν υπάρχει κτίριο όπου το τετραγωνικό μέτρο να κοστίζει περισσότερο απ’ ό,τι σε ένα υψηλού επιπέδου κέντρο δεδομένων». «Διακομιστές ζόμπι» Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, επιπροσθέτως οι εταιρείες φιλοξενίας ιστότοπων πολλαπλασιάζουν κι αυτές τα κέντρα δεδομένων, όχι όμως χωρίς προηγουμένως να έχουν διασφαλίσει πως τα αντίγραφα των δικτυακών τόπων (οι «ιστότοποι-καθρέφτες») έχουν δημιουργηθεί σε διαφορετική τεκτονική πλάκα! Έτσι, ένας σεισμός δεν θα μπορούσε να μας εμποδίσει να ποστάρουμε το περιεχόμενο του πιάτου μας στο Instagram ή να καθυστερήσει ένα ραντεβού στο Tinder. Κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου που είχε γίνει γύρω στο 2010, μηχανικοί της Google είχαν εξηγήσει πως η υπηρεσία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου Gmail αντιγραφόταν έξι φορές, ενώ ο γενικός κανόνας θέλει ένα βίντεο με γατάκια να αποθηκεύεται σε τουλάχιστον επτά κέντρα δεδομένων ανά τον κόσμο. Έτσι, ο κλάδος στοιχειώνεται από «διακομιστές ζόμπι», εξίσου λαίμαργους με τους υπόλοιπους. Τέλος, οι εταιρείες φιλοξενίας ιστότοπων υπερμεγεθύνουν τις υποδομές προκειμένου να ανταποκριθούν σε ενδεχόμενες αιχμές της κίνησης. Αποτέλεσμα: «εάν ένας δρομολογητής λειτουργεί στο 60% της ικανότητάς του, είναι το ανώτερο που μπορεί να φτάσει», εκτιμά η ερευνήτρια πληροφορικής Αν-Σεσίλ Οργκερί. Το απότοκο αυτής της υπερβολής είναι μια απίστευτη κακοδιαχείριση της ηλεκτρικής ενέργειας. Μια παλιά έρευνα των «New York Times» (22 Σεπτεμβρίου 2012) αποκάλυπτε πως ορισμένα κέντρα δεδομένων που χρησιμοποιούνταν ελάχιστα ενδεχομένως σπαταλούσαν ακόμα και το 90% του ηλεκτρισμού που κατανάλωναν. Κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου που είχε διεξαχθεί στο Παρίσι στα τέλη του 2019, στο πλαίσιο της έκθεσης Data Centre World (μίας από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις των επαγγελματιών του cloud), ένα στέλεχος έκανε την εξής απίστευτη δήλωση: «Συνειδητοποιήσαμε πως τα κέντρα δεδομένων θα δεσμεύσουν το ένα τρίτο του ηλεκτρισμού της Μητροπολιτικής Περιφέρειας Παρισίων»9. Όσο για το Amazon Web Services, που έχει εγκατασταθεί από το 2017 στην περιφέρεια Ιλ ντε Φρανς, «φέρεται να έχει υπογράψει στη Γαλλία ένα συμβόλαιο παροχής 155 μεγαβάτ ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες μιας πόλης πολλών εκατομμυρίων κατοίκων», αποκαλύπτει ένας ειδικός που προτιμάει να παραμείνει ανώνυμος. Ο κλάδος εκτιμάται ότι σήμερα αντιπροσωπεύει ένα ποσοστό μεταξύ 1% και 3% της παγκόσμιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, ένας αριθμός που, λαμβάνοντας υπόψη τον ρυθμό ανάπτυξης του cloud, θα μπορούσε να τετραπλασιαστεί ή να πενταπλασιαστεί μέχρι το 203010. Με άλλα λόγια, καταλήγουν η Σεσίλ Ντιγκέ και η Φανί Λοπέζ, τα κέντρα δεδομένων θα εμφανίζονται «ανάμεσα στους κορυφαίους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας του 21ου αιώνα»11. Και η κύρια πηγή ενέργειας που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ρεύματος δεν είναι άλλη από το κάρβουνο12. Το Διαδίκτυο διαμορφώνει ένα κόσμο όπου η ανθρώπινη δραστηριότητα με την αυστηρή έννοια δεν είναι πια η μόνη που δίνει ζωή στο ψηφιακό σύμπαν. «Οι υπολογιστές και τα διασυνδεδεμένα αντικείμενα επικοινωνούν μεταξύ τους χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση. Η παραγωγή δεδομένων δεν περιορίζεται πλέον από κάποια εκ μέρους μας ενέργεια», διαβεβαιώνει ο Μάικ Χάζας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ13. Το φαινόμενο αυτό δημιουργεί βεβαίως έναν περιβαλλοντικό αντίκτυπο… δίχως να είμαστε ικανοί να τον υπολογίσουμε, πόσο μάλλον να τον ελέγξουμε. Εδώ τίθεται ένα ανησυχητικό ερώτημα: σε σχέση με την ψηφιακή δραστηριότητα, μπορεί κάποτε τα ρομπότ να αφήσουν ένα οικολογικό αποτύπωμα ακόμα πιο βαθύ από εκείνο των ανθρώπων; Περισσότερο από το 40% της διαδικτυακής δραστηριότητας ήδη προέρχεται από ρομποτικά προγράμματα ή από άτομα που πληρώνονται για να προκαλέσουν επίπλαστη προσοχή. «Τρολ», «μπότνετ», και «σπάμποτ» στέλνουν ανεπιθύμητα μέιλ, μεγεθύνουν τη διάδοση φημών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή μεγαλοποιούν τη δημοτικότητα ορισμένων βίντεο. Το Διαδίκτυο των Πραγμάτων επιταχύνει βέβαια αυτή τη μη ανθρώπινη δραστηριότητα: το 2023, οι συνδέσεις μεταξύ μηχανημάτων (ονομάζεται και Μ2Μ, από το «machine to machine»), ιδίως εκείνες από τα διασυνδεδεμένα σπίτια και τα «έξυπνα» αυτοκίνητα, υπολογίζεται ότι θα αποτελούν το ήμισυ των συνδέσεων στον Παγκόσμιο Ιστό14. Όσον αφορά τα δεδομένα, το μη-ανθρώπινο στοιχείο έχει ήδη αρχίσει να παράγει περισσότερα από το ανθρώπινο –και συμβαίνει ήδη από το 2012. Είναι μόνο η αρχή, αφού στα ρομπότ από εδώ και πέρα απαντούν… άλλα ρομπότ. Από το 2014, τα «παραγωγικά ανταγωνιστικά δίκτυα» λόγου χάρη επιτρέπουν σε λογισμικά να παράγουν πλαστά βίντεο που αντικαθιστούν ένα πρόσωπο ή τροποποιούν τα λόγια μιας προσωπικότητας (τα επονομαζόμενα deepfakes). Και σε αυτά τα δίκτυα αντιτίθενται αλγόριθμοι επιφορτισμένοι με την καταστροφή τους. «Κανένας άνθρωπος δεν έγραψε τους κώδικες για τη δημιουργία τέτοιου περιεχομένου και είναι μηχανήματα που επιστρατεύονται για να ξεσκεπάσουν τα deepfakes. Είναι ένας πόλεμος μεταξύ μηχανών», συνοψίζει ο Λίαμ Νιούκομπ, Βρετανός μηχανικός, ειδικός του διαδικτύου. Άλλο παράδειγμα: προκειμένου να αντικρούσουν τους σπάμερ (που συχνά είναι επίσης ρομπότ), μια νεοζηλανδική εταιρεία δημιούργησε το Re:scam, ένα λογισμικό που ξεκινά μια ατελείωτη συνομιλία με τους αυτοματοποιημένους απατεώνες, ώστε να τους κάνει να χάσουν πολύτιμο χρόνο15. Στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η αυτοματοποιημένη κερδοσκοπία αντιπροσωπεύει το 70% των παγκόσμιων συναλλαγών και έως το 40% της αξίας των διαπραγματευόμενων τίτλων. Περάσαμε από ένα δίκτυο που χρησιμοποιείται από και για τους ανθρώπους σε ένα Ίντερνετ το οποίο εκμεταλλεύονται οι μηχανές –ακόμα και για λογαριασμό τους. Το σύμπαν των επενδυτικών κεφαλαίων κατοικείται όλο και λιγότερο από χρηματιστές που αντιμάχονται προκειμένου να πραγματοποιήσουν τα μεγαλύτερα κέρδη. Σε αυτό τον κόσμο, υποστηρίζει ο καθηγητής Χουάν Πάμπλο Παρντό-Γκουέρρα, συγγραφέας ενός σχετικού βιβλίου, «τα άτομα παίζουν, στην καλύτερη περίπτωση, έναν περιορισμένο ρόλο»16… Ένας παλαιός αναλυτής θεωρεί πως «η απόλυτη φαντασίωση των ποσοτικών επενδυτικών κεφαλαίων είναι να μην έχουν σχεδόν καθόλου εργαζόμενους, οι οποίοι ούτως ή άλλως θα πατούν μερικά κουμπιά κάθε τόσο έτσι ώστε να λειτουργούν τα πάντα». Μαντεύουμε τη συνέχεια… «Μόλις όλη αυτή η υποδομή λειτουργήσει, δεν θέλει και πολλή φαντασία για να πεις: “Ίσως ο υπολογιστής θα μπορούσε να πάρει μόνος του την επενδυτική απόφαση”», προβλέπει ο Μάικλ Κερνς, καθηγητής της θεωρίας της πληροφορικής. Δίπλα στα επενδυτικά κεφάλαια που αποκαλούμε «ενεργητικά», όπου οι αγοραπωλησίες ακόμα διεξάγονται σε μεγάλο βαθμό από ανθρώπους, πολλαπλασιάζονται και τα «παθητικά» κεφάλαια, όπου οι χρηματιστηριακές πράξεις μπαίνουν σταδιακά στον αυτόματο πιλότο. Συχνά έχει να κάνει με διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια (index funds), τα οποία ακολουθούν χρηματιστηριακούς δείκτες (για παράδειγμα το S&P 500, βασισμένο στις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις των αμερικανικών χρηματιστηρίων) και επενδύουν μακροπρόθεσμα στις εταιρείες που συμμετέχουν σε αυτούς. Εδώ συναντάμε την BlackRock, τη Vanguard, τη Renaissance Technologies ή ακόμα την Two Sigma. Οι επενδύσεις που πραγματοποιούνται από παθητικά κεφάλαια ξεπερνούν σήμερα στις ΗΠΑ εκείνες της ενεργητικής διαχείρισης 17. Με αυτόν τον τρόπο, το σύνολο της οικονομίας γίνεται, όλο και περισσότερο, ένα ζήτημα γραμμών κώδικα, αλγορίθμων και υπολογιστών. Ένα ρομπότ στο διοικητικό συμβούλιο Τα επενδυτικά κεφάλαια που κατευθύνονται από μηχανές προκαλούν πλέον μεγαλύτερες καταστροφές στο περιβάλλον από εκείνα που επιβλέπονται από ανθρώπους. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει ο Τόμας Ο’Νιλ, ένας ερευνητής που διεξήγαγε από το 2018 μια έρευνα για λογαριασμό της βρετανικής οργάνωσης InfluenceMap18. Μελετώντας ιδίως τα παθητικά επενδυτικά κεφάλαια που διαχειρίζεται η BlackRock, παρατηρεί πως το 2018 είχαν καταγράψει «μια “ένταση άνθρακα” άνω των 650 τόνων ανά εκατομμύριο δολάρια, τη στιγμή που τα ενεργητικά κεφάλαια (…) παρουσιάζουν μια πολύ κατώτερη ένταση, της τάξης των 300 τόνων ανά εκατομμύριο δολάρια». Σύμφωνα με την εκτίμηση του ερευνητή, το σύνολο των παθητικών κεφαλαίων παγκοσμίως έχει υπερεκτεθεί στα ορυκτά καύσιμα, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τα ενεργητικά κεφάλαια. Προγραμματισμένα να παράγουν κέρδος και όχι να προλαμβάνουν το λιώσιμο των πάγων, τα αλγοριθμικά επενδυτικά κεφάλαια επιταχύνουν την κλιματική κρίση. Βεβαίως, με διαφορετικές ρυθμίσεις θα μπορούσαν να ευνοούν τη μείωση των εκπομπών άνθρακα – σε μια τέτοια λύση όμως, οι επικεφαλής αυτών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αντιπαραθέτουν τις δεσμεύσεις που έχουν απέναντι στους πελάτες τους, τους οποίους βαρύνει, όπως ισχυρίζονται, η ευθύνη των επενδύσεών τους. Σύντομα η ερώτηση ίσως να μην τίθεται καν. Το 2017, ένα επενδυτικό κεφάλαιο με βάση το Χονγκ Κονγκ, το Deep Knowledge Ventures, ανακοίνωσε τον διορισμό ενός ρομπότ ονόματι Vital στο διοικητικό συμβούλιό του19, μέχρι του σημείου καμία απόφαση να μην οριστικοποιείται χωρίς προηγουμένως να έχει ληφθεί υπόψη η ανάλυσή του. Όσο για την αμερικανική εταιρεία EquBot, θα βασίζεται από εδώ και πέρα στις υπηρεσίες μιας «τεχνητής νοημοσύνης» ξεπερνώντας «τις ψυχολογικές και συναισθηματικές αδυναμίες που παρεμποδίζουν την ανθρώπινη λογική»20, όπως δηλώνει ο ιδρυτής της εταιρείας. Ποιος θα είναι ο οικολογικός αντίκτυπος ενός κόσμου στον οποίο σμήνη από αυτόνομα αυτοκίνητα θα διασχίζουν άδεια τις κοιμισμένες πόλεις και αρμάδες λογισμικών θα συγκρούονται μεταξύ τους στο διαδίκτυο, εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, ενόσω εμείς θα ασχολούμαστε με τα χόμπι μας; Θα είναι κολοσσιαίος –πιθανότατα μεγαλύτερος από το σύνολο της ψηφιακής ρύπανσης με ανθρώπινη προέλευση. Μια ένδειξη για αυτό: πρόσφατα, ερευνητές υπολόγισαν πως η τροφοδότηση μιας τεχνητής νοημοσύνης με σημαντικούς όγκους δεδομένων μπορεί να προκαλέσει τόσες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα όσες πέντε αυτοκίνητα κατά τη διάρκεια ολόκληρου του κύκλου ζωής τους21. Πέρα από όλα αυτά, η επικέντρωση στις σημερινές επιπτώσεις της ψηφιακής συμπεριφοράς μας κινδυνεύει να αποδειχθεί μάταιη και απατηλή, καθώς ο ερχομός του 5G αλλάζει ριζικά τα δεδομένα. Οι ψηφιακές τεχνολογίες είναι ο καθρέφτης των σύγχρονων ανησυχιών μας, της καινούργιας οικολογικής αγωνίας μας. Κουβαλούν ωστόσο απίστευτες ελπίδες για την πρόοδο της ανθρωπότητας. Με τη χρήση τους, θα επιμηκύνουμε το προσδόκιμο ζωής των ανθρώπων, θα εξερευνήσουμε την αρχή του σύμπαντος, θα γενικεύσουμε την πρόσβαση στην εκπαίδευση και θα κατασκευάσουμε τα πρωτόκολλα αντιμετώπισης των επόμενων πανδημιών. Θα προκαλέσουν ακόμα και εξαιρετικές οικολογικές πρωτοβουλίες. Για πρώτη φορά στην ιστορία, μια γενιά κινητοποιείται για να «σώσει» τον πλανήτη, να φέρει τα κράτη ενώπιον της δικαιοσύνης για την απραξία τους μπροστά στην κλιματική κρίση και να ξαναφυτέψει δέντρα. Γονείς αναστενάζουν λέγοντας πως έχουν «τρεις Γκρέτα Τούνμπεργκ στο σπίτι», που σηκώνουν το ανάστημά τους ενάντια στην κατανάλωση κρέατος, στο πλαστικό και στα αεροπορικά ταξίδια. Ταυτόχρονα, αυτή η γενιά προσφεύγει πολύ περισσότερο από τις άλλες στο διαδικτυακό εμπόριο, στην εικονική πραγματικότητα και στα βιντεοπαιχνίδια. Ξετρελαίνεται για διαδικτυακά βίντεο και δεν γνωρίζει άλλον κόσμο πέρα από εκείνον της υψηλής τεχνολογίας. Πρέπει να εγκαταλείψουμε κάθε αφέλεια τη στιγμή που εμπλεκόμαστε στη μεγάλη μάχη του καινούργιου αιώνα: η ψηφιακότητα, όπως ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας, στη συντριπτική πλειοψηφία της δεν τίθεται στην υπηρεσία του πλανήτη και του κλίματος. Καθώς όμως αποτελεί έναν παράγοντα σε μεταβατική φάση, είναι παραδόξως αυτή που, περισσότερο από όλους τους άλλους, θα μας εκσφενδονίσει πέρα από τα φυσικά και βιολογικά όρια του κοινού σπιτιού μας. «Lean ICT: pour une sobriété numérique», έκθεση της ομάδας υπό την διεύθυνση του Hugues Ferreboeuf για λογαριασμό του οργανισμού The Shift Project, Παρίσι, Οκτώβριος 2018. «#SMARTer2030 opportunity: ICT solutions for 21st century challenges», GeSI και Accenture Strategy, Βρυξέλλες, 2015. «Clicking clean: Who is winning the race to build a green Internet?», Greenpeace International, Άμστερνταμ, 2017. «Lean ICT: pour une sobriété numérique», ό.π. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, οι δηλώσεις προέρχονται από συνεντεύξεις με τον συγγραφέα. Michael Ritthoff, Holger Rohn και Christa Liedtke, «Calculating MIPS: Resource productivity of products and services», Wuppertal Spezial 27e, Ινστιτούτο Wuppertal για το Κλίμα, το Περιβάλλον και την Ενέργεια, Ιανουάριος 2002. Frédéric Bordage, Aurélie Pontal, Ornella Trudu, «Quelle démarche Green IT pour les grandes entreprises françaises?», μελέτη του WeGreen IT σε συνεργασία με το WWF Γαλλίας, Οκτώβριος 2018. Cécile Diguet και Fanny Lopez, «L’impact spatial et énergétique des data centers sur les territoires», έκθεση της l’Agence de l’environnement et de la maîtrise de l’énergie (Ademe), Ανζέρ, Φεβρουάριος 2019. Παρέμβαση του José Guignard, στελέχους του Gaz réseau distribution France (GRDF), Data Centre World, Νοέμβριος 2019. Ben Tarnoff, «To decarbonize we must decomputerize: Why we need a Luddite revolution», «The Guardian», Λονδίνο, 18 Σεπτεμβρίου 2019. Cécile Diguet και Fanny Lopez, ό.π. Βλ. Sébastien Broca, «Τεχνολογίες του αύριο, ενέργεια του χθες: Ο ψηφιακός κόσμος δουλεύει με κάρβουνο», «Le Monde diplomatique – ελληνική έκδοση», 5 Απριλίου 2020, monde-diplomatique.gr. Mike Hazas, παρέμβαση στο συνέδριο «Drowning in data – digital pollution, green IT, and sustainable access», EuroDIG, Ταλίν (Εσθονία), 7 Ιουνίου 2017. «Cisco Annual Internet Report (2018-2023) White Paper», Σαν Χοσέ (ΗΠΑ), ενημερώθηκε στις 9 Μαρτίου 2020. James Vincent, «Send scam emails to this chatbot and it’ll waste their time for you», The Verge, Ουάσιγκτον, 10 Νοεμβρίου 2017. Juan Pablo Pardo-Guerra, «Automating Finance: Infrastructures, Engineers, and the Making of Electronic Markets», Cambridge University Press, 2019. «The passives problem and Paris goals: How index investing trends threaten climate action», έκθεση του Sunrise Project, Σάρι Χιλς (Αυστραλία), 2020. «Who owns the world of fossil fuels? A forensic look at the operators and shareholders of the listed fossil fuel reserves», InfluenceMap, Λονδίνο, Δεκέμβριος 2018 (ενημερώθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2019). Nicky Burridge, «Artificial intelligence gets a seat in the boardroom», «Nikkei Asia», Tόκιο, 10 Μαΐου 2017. Conrad De Aenlle, «A.I. has arrived in investing. Humans are still dominating», «The New York Times», 12 Ιανουαρίου 2018. Karen Hao, «Training a single AI model can emit as much carbon as five cars in their lifetimes», MIT Technology Review, Στάνφορντ, ΗΠΑ, 6 Ιουνίου 2019. View full είδηση
Recommended Posts
Δημιουργήστε ένα λογαριασμό ή συνδεθείτε προκειμένου να αφήσετε κάποιο σχόλιο
Πρέπει να είστε μέλος για να μπορέσετε να αφήσετε κάποιο σχόλιο
Δημιουργία λογαριασμού
Κάντε μια δωρεάν εγγραφή στην κοινότητά μας. Είναι εύκολο!
Εγγραφή νέου λογαριασμούΣύνδεση
Εάν έχετε ήδη λογαριασμό; Συνδεθείτε εδώ.
Συνδεθείτε τώρα