Στο ερώτημα αν είμαστε σε θέση να την εκμεταλλευτούμε η απάντηση είναι «ναι», αφού και η πολιτική βούληση υπάρχει και η κοινωνία κατάλαβε μετά την κρίση τη σημασία του φθηνού ρεύματος και αποδοκιμάζει τους «κατ' επάγγελμα» οικολόγους που με κομματική στήριξη χτίζουν καριέρες δίνοντας μάχες χαρακωμάτων κατά των ανανεώσιμων.
Καμία πολυτέλεια αδράνειας δεν νοείται, όπως είπε χθες και ο νέος υπουργός Περιβάλλοντος & Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης που μίλησε για την κλιματική κρίση που καλπάζει και περιέγραψε επιγραμματικά τους στόχους της επόμενης 4ετίας: Καταπολέμηση ενεργειακής φτώχειας, ενεργειακή αναβάθμιση 600.000 κατοικιών, προγράμματα «Εξοικονομώ» και «Φωτοβολταικά στις Στέγες», 80% της ηλεκτροπαραγωγής να προέρχεται από ανανεώσιμες, 20% των ιδιωτικών οχημάτων να είναι μηδενικής ρύπανσης έως το 2027.
Και φυσικά έρευνα για κοιτάσματα φυσικού αερίου τα οποία θα πρέπει πρώτα φυσικά να βρούμε, κατασκευή νέων σταθμών LNG και ολοκλήρωση 45 μονάδων διαχείρισης αποβλήτων ως το 2025.
Οι πέντε τομείς
Έχουμε εικόνα για πόσες επενδύσεις μιλάμε; Πέντε μόνο τομείς μπορούν να φέρουν πάνω από 30 δισ. ευρώ. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της ευκαιρίας, μόνο η αναβάθμιση 600.000 κατοικιών μπορεί να αποφέρει 12 δισ., εκ των οποίων τα 7 δισ. επιδοτήσεις. Κι αυτό καθώς η μέση επένδυση ανά κατοικία ανέρχεται σε 20.000 ευρώ και η μέση ενίσχυση, πάντα ανά κατοικία είναι 60% (12.000 ευρώ).
Και στις ανανεώσιμες; Στον δεύτερο αυτό τομέα, η αγορά προβλέπει σε ορίζοντα τετραετίας 3,5 επιπλέον GW αιολικών και 4 ακόμη GW φωτοβολταϊκών. Με μια μέση τιμή 1,1 εκατ. ευρώ το μεγαβάτ στο αιολικό και 600.000 ευρώ στο φωτοβολταϊκό, αναμένουμε επενδύσεις πάνω από 6 δισ. ευρώ.
Στα παραπάνω πρέπει να προστεθούν τρεις ακόμη τομείς.
Δίκτυα με επενδύσεις 4,1 δισ. ευρω (πρόγραμμα ΑΔΜΗΕ, 2023-2027) από διασυνδέσεις νησιών, έργα αναβάθμισης, υποσταθμούς μέχρι άλλες βελτιώσεις του συστήματος, μπαταρίες (500 εκατ) συνολικής ισχύος 1000 MW που θα συμβάλλουν στον κορεσμό του δικτύου με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2025, και τα έργα αναβαθμισης στο δίκτυο αερίου του ΔΕΣΦΑ (1,7 δισ).
Συν μια σειρά big projects υπό κατασκευή, όπως η μονάδα αντλησιοταμίευσης στην Αμφιλοχία, ύψους 700 εκατ (Τερνα Ενεργειακή) και το πλωτό τερματικό επαναεριοποίησης στην Αλεξανδρούπολη, ύψους 400 εκατ (όμιλος Κοπελούζου).
Δεν έχουμε συνυπολογίσει τις επενδύσεις στο υδρογόνο που τελούν υπό διαμόρφωση και τις έρευνες κοιτασμάτων όπου οι επενδυτικές αποφάσεις θα ληφθούν μέσα στο 2024, ούτε τα προγράμματα των μεγάλων ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη (9 δισ μόνο της ΔΕΗ και 5,5 δισ της Τερνα Ενεργειακής). Τον τόνο δίνει και το μπαράζ εξαγορών που πρόκειται να δούμε το προσεχές διάστημα στις ανανεώσιμες, όπως στην Τερνα και την Enel Green Power.
Αθροίζουν όλα αυτά πάνω από 30 ίσως και 40 δισ. στο πολύ καλό σενάριο. Ένα επιπλέον 20% του ΑΕΠ.
Ιστορική ευκαιρία
Τα προηγούμενα χρόνια, πριν την εμφάνιση της μεγαλύτερης ενεργειακής κρίσης των τελευταίων 50 ετών στον πλανήτη, η Ελλάδα νόμιζε ότι είχε την πολυτέλεια να ανέχεται τα γραφικά κινήματα κατά των ανανεώσιμων και τους κάθε λογής οπαδούς της στρεβλής αντίληψης για την προστασία του περιβάλλοντος.
Τα όσα ζήσαμε ωστόσο το 2022 αποκάλυψαν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο τι σημαίνει ενεργειακή εξάρτηση από τρίτες χώρες και πόσο καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει η ενέργεια σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Κι όμως, παρ' ότι κατέχουμε την 7η θέση στον κόσμο στην παραγωγή πράσινης και φθηνής ενέργειας, ακόμη ανησυχούμε για την ευστάθεια του συστήματος επειδή έχουν καθυστερήσει οι επενδύσεις σε μπαταρίες. Και κόβουμε την επιπλέον πράσινη ενέργεια για να μην καταρρεύσει το σύστημα όταν η ζήτηση είναι χαμηλή.
Έχουμε χάσει πολλές ευκαιρίες στο παρελθόν, όπως όταν το 2014 που είχαμε κάνει παγκόσμιο ρεκόρ εγκατάστασης φωτοβολταϊκών κατέχοντας την 3η καλύτερη θέση ανά κάτοικο, για να υποχωρήσουμε μετά απότομα όταν ήρθε το 3ο μνημόνιο.
Και όπως αυτό που συμβαίνει εδώ και τρεις δεκαετίες με τα αιολικά, όπου οι ανανεώσιμες παραμένουν από τους πλέον συκοφαντημένους τομείς στην Ελλάδα επειδή ανεχόμαστε τους κατ’ επάγγελμα «οικολόγους» που θέλουν να απελευθερώσουν τα βουνά και τις πεδιάδες από τις «περιβαλλοντοκτόνες» επενδύσεις. Επίσης, χρόνια τώρα συνδέουμε τις ενεργειακές αναβαθμίσεις των κατοικιών αποκλειστικά με τις επιδοτήσεις που εξ ορισμού φέρνουν εθισμό και γραφειοκρατία, όταν στις ΗΠΑ που έκαναν άλματα στο συγκεκριμένο τομέα, βασικό κίνητρο είναι οι φοροαπαλλαγές.
Έχουμε μπροστά μας την ιστορική ευκαιρία να αξιοποιήσουμε σε όλους αυτούς τους τομείς, όλα όσα άφησαν ανεκμετάλλευτα τα λάθη, οι ιδεοληψίες, οι εμμονές και η προσκόλληση σε ένα παρελθόν που είναι τόσο μακρινό με τις σημερινές προκλήσεις.