Το θέμα του διαμοιρασμού του κόστους είναι ένα από τα δυσκολότερα στη γερμανική ενεργειακή μετάβαση, ενώ η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος βρίσκεται συχνά στο επίκεντρο της συζήτησης.
Τα στοιχεία για τα οικιακά τιμολόγια ρεύματος πυροδοτούν ανησυχίες. Ο σύνδεσμος ηλεκτροπαραγωγών BDEW ανέφερε πρόσφατα ότι τα γερμανικά νοικοκυριά θα κληθούν να πληρώσουν φέτος ένα ποσό-ρεκόρ της τάξης των 35 δις. ευρώ για φόρους και τέλη στους λογαριασμούς τους, τη στιγμή που οι τιμές χονδρεμπορικής συνεχίζουν να υποχωρούν.
«Υπό το φως αυτών των στοιχείων, πρέπει να συζητήσουμε πως θα σχεδιάσουμε και θα χρηματοδοτήσουμε την ενεργειακή μετάβαση στο μέλλον», δηλώνει σχετικά ο επικεφαλής του BDEW, Στέφαν Κάπφερερ, σε ανακοίνωση του συνδέσμου που συνόδευε την ανάλυση σχετικά με τις τιμές για φέτος.
Με τα σχόλιά του, ο Κάπφερερ προστέθηκε στην αυξανόμενη λίστα όσων ζητούν μια ριζική αναθεώρηση της στήριξης των ΑΠΕ στη Γερμανία.
Το τέλος ΑΠΕ που πληρώνουν οι καταναλωτές στους λογαριασμούς τους χρηματοδοτεί τις ταρίφες που κατέστησαν τις επενδύσεις στις ΑΠΕ κερδοφόρες και ξεκίνησαν τη διείσδυσή τους χωρίς επιδοτήσεις με βάση φόρους. Όμως, η συνεχής αύξηση του τέλους ασκεί πίεση στα τιμολόγια και πολλοί θεωρούν ότι η φετινή ευρεία εφαρμογή των δημοπρασιών για τον καθορισμό των πληρωμών προς τις ΑΠΕ δεν θα επιφέρει μείωση του κόστους.
Η δεξαμενή σκέψης Agora Energiewende εκτιμούσε το 2015 ότι το τέλος ΑΠΕ θα κορυφωθεί πιθανώς το 2023 και θα υποχωρήσει μετέπειτα. Όμως, η εξέλιξή του θα βασιστεί στις μελλοντικές χονδρεμπορικές τιμές και στο μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή.
Κατά τους πρόσφατους μήνες, οι αναλυτές και οι πολιτικοί ισχυρίστηκαν ότι η επόμενη κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου θα πρέπει να αναπτύξει εναλλακτικές λύσεις και πρόσθετους τρόπους χρηματοδότησης της Energiewende σύντομα.
Αυξημένοι φόροι και τέλη
Τα γερμανικά νοικοκυριά πληρώνουν σήμερα το ποσό-ρεκόρ των 29,16 λεπτών ανά κιλοβατώρα για ηλεκτρισμό (έναντι 28,8 το 2017) σύμφωνα με το BDEW. Τα διάφορα τέλη και οι φόροι αντιστοιχούν σε παραπάνω από το μισό, ενώ τα τέλη δικτύου ευθύνονται για άλλο ένα 25%. Τόσο το τέλος ΑΠΕ, όσο και τα μέσα τέλη δικτύου αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 6% με το νέο έτος.
Την ίδια στιγμή, τα περιθώρια κέρδους των προμηθευτών και τα κόστη αγοράς ενέργειας στη χονδρεμπορική συνέχισαν να υποχωρούν για πέμπτο συνεχόμενο έτος και αντιστοιχούν μόλις στο 19% των οικιακών τιμολογίων
Περισσότερο ρεύμα για θερμότητα και μεταφορές
Η χρήση των ΑΠΕ, όπως τα αιολικά και τα φ/β, για την κάλυψη ολοένα μεγαλύτερου ποσοστού της ηλεκτρικής ζήτησης στη Γερμανία είναι κλειδί για την Energiewende – τη στρατηγική της χώρας για απανθρακοποίηση και απεξάρτηση από την πυρηνική ενέργεια. Οι ΑΠΕ είναι πλέον η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή ηλεκτροπαραγωγής, μετά τον άνθρακα.
Όμως, στο μέλλον θα χρειαστεί ακόμα περισσότερη καθαρή ενέργεια, όταν άλλοι τομείς όπως οι μεταφορές και η θέρμανση θα κάνουν την αλλαγή από τα ορυκτά καύσιμα ως η βασική πηγή τους.
Η προοπτική αυτή οδηγεί σε ανησυχίες για το κόστος της ανάπτυξης των ΑΠΕ και της ενσωμάτωσής τους. Ο πρώην υπουργός Εμπορίου, Σίγκμαρ Γκάμπριελ, δήλωσε πέρυσι ότι το τέλος ΑΠΕ δεν επαρκεί για μια περιεκτική ενεργειακή μετάβαση. Ισχυρίστηκε ότι το τέλος δεν θα μπορέσει να θέσει την Energiewende σε μια ισχυρή οικονομική βάση, λόγω της αυξημένης ζήτησης για ηλεκτρισμό στις μεταφορές και στη θέρμανση.
Ο BDEW και άλλοι ειδικοί επίσης ισχυρίζονται ότι το τέλος ΑΠΕ και τα λοιπά τέλη και φόροι καθιστούν τον ηλεκτρισμό συγκριτικά ακριβότερο από άλλες μορφές ενέργειας, προκαλώντας έτσι ένα εμπόδιο για τη διασύνδεση των οικονομικών τομέων. «Χρειαζόμαστε ένα επίπεδο περιβάλλον με τις άλλες μορφές ενέργειας», τόνισε σχετικά ο Κάπφερερ σε εκδήλωση στο Βερολίνο.
Για την αντιμετώπιση των ανησυχιών για τα κόστη, η κυβέρνηση αναθεώρησε τη νομοθεσία των ΑΠΕ το 2016, περιορίζοντας την ετήσια νέα εγκατεστημένη ισχύ και αλλάζοντας τις ταρίφες με ένα σύστημα δημοπρασιών στο εξής.
Ακόμα και πριν την εφαρμογή των αλλαγών, πολιτικοί του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος της Άνγκελα Μέρκελ πρότειναν ιδέες για το πώς θα λάβει τέλος η στήριξη μέσω της νομοθεσίας ως τα τέλη της.
Ο Τόμας Μπαρέιμπ, ενεργειακός εκπρόσωπος του κόμματος στη Βουλή, δήλωσε το Δεκέμβριο στο Clean Energy Wire ότι φέτος και στο εξής «θα πρέπει να μιλήσουμε για ένα σταδιακό τέλος προς τη στήριξη των ΑΠΕ».
Οι οπαδοί των ΑΠΕ επίσης ανησυχούν για τα αυξημένα τιμολόγια διότι θα υπονομεύσουν την λαϊκη στήριξη προς την Energiewende και θα επιβραδύνουν την πορεία της.
Η χρηματοδότηση της μελλοντικής εξάπλωσης των ΑΠΕ
Ο κατάλογος των προτάσεων για την αναμόρφωση του συστήματος αρχίζει να αυξανεται.
Στα πλαίσια ενός «πρώτου βήματος μιας μακράς διαδικασίας», το υπουργείο Ενέργειας ήδη διερευνά εναλλακτικούς τρόπους για τη χρηματοδότηση της στροφής προς τις ΑΠΕ. Το υπουργείο πραγματοποίησε διαγωνισμό για την αναζήτηση «μελλοντικών μοντέλων χρηματοδότησης των ΑΠΕ».
Το Δεκέμβριο του 2016, επιτροπή ειδικών για την παρακολούθηση της πορείας της ενεργειακής μετάβασης πρότεινε μια «γενική τιμή CO2» για τη χρηματοδότηση της μελλοντικής διείσδυσης ΑΠΕ. Καθώς μια τιμή ρύπων θα οδηγούσε σε αυξημένες χονδρεμπορικές τιμές, είναι εφικτό ένα τέλος στη στήριξη των ΑΠΕ μέσω εγγυημένων τιμών, τόνισαν.
Ο Χέρμαν Άλμπερς, αντιπρόεδρος του συνδέσμου ΑΠΕ BEE, δήλωσε ότι η Γερμανία οφείλει να αντικαταστήσει τους φόρους στον ηλεκτρισμό με μια τιμή CO2. «Το φορολογικό σύστημα χρειάζεται αναμόρφωση», ώστε να μειωθεί το τέλος ΑΠΕ, δήλωσε πέρυσι. Μια τιμή για τις εκπομπές ρύπων θα μείωνε την υπερβολική χρήση ορυκτών καυσίμων, εξήγησε.
Ο σύνδεσμος ενεργειακής καινοτομίας, BNE, πρότεινε να βασιστεί το τέλος ΑΠΕ όχι μόνο στην κατανάλωση ηλεκτρισμού, αλλά επίσης στην τελική ενεργειακή κατανάλωση στους τομείς της θέρμανσης και των μεταφορών.
Από την πλευρά του, ο σύνδεσμος INSM δήλωσε ότι το τέλος ΑΠΕ θα πρέπει να σταματήσει και να αντικατασταθεί με μια ποσόστωση που θα καθορίζει πόση από την παραγωγή θα πρέπει να είναι ανανεώσιμη.
Αντιμετωπίζοντας το κόστος
Το κόστος των μελλοντικών ΑΠΕ είναι μονάχα ένα μέρος της πρόκλησης. Κάποιες προτάσεις αναθεώρησης επικεντρώνονται στο ότι οι υψηλές ταρίφες των παλαιότερων ετών εξακολουθούν να προκαλούν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους στο σημερινό τέλος ΑΠΕ.
Οι ταρίφες έχουν διάρκεια 20 ετών, άρα οι σημερινοί καταναλωτές συνεχίζουν να χρηματοδοτούν τις μεγάλες δεσμεύσεις των αρχών της Energiewende. Οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ με τη μεγαλύτερη ταρίφα είναι τα φωτοβολταϊκά που εγκαταστάθηκαν όταν οι υψηλές ταρίφες είχαν στόχο να δώσουν εκκίνηση στην αγορά.
Η Ίλσε Άιγκνερ και ο Γκάρελτ Ντούιν, υπουργοί οικονομίας της Βαυαρίας και της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας αντίστοιχα, πρότειναν από κοινού ένα μόνιμο όριο στο τέλος ΑΠΕ στα 6,5 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Είπαν ότι ένα κρατικό ταμείο που θα στηριχθεί αρχικά με δάνεια, θα πρέπει να διανέμει τη στήριξη προς τις ΑΠΕ μέσα στα επόμενα χρόνια. Θα διαρκούσε ως το 2028, όταν τα έσοδα από τα τέλη θα ξεπεράσουν τις πληρωμές προς τους παραγωγούς και θα μπορούν να αποπληρώσουν τα δάνεια.
Ο πολιτικός των Πρασίνων, Ρόμπερτ Χάμπεκ, επίσης πρότεινε τη σύσταση ενός κρατικού ταμείου, το οποίο θα χρηματοδοτείται μέσω των φόρων, ώστε να ασχοληθεί με αυτά τα θέματα. Η Agora Energiewende είχε προτείνει ένα αντίστοιχο ταμείο το 2015.
(των Sören Amelang και Julian Wettengel, Clean Energy Wire) - https://www.cleanenergywire.org/news/debate-financing-renewables-new-ways-gathers-pace-germany
Πηγή: http://energypress.gr/news/enallaktikoys-tropoys-stirixis-tis-prasinis-energeias-anazita-i-germania-kathos-telos-ape-ehei