Έτσι, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν θα απαιτείται άδεια για την εγκατάσταση αερόψυκτων αντλιών θερμότητας ανεξαρτήτως ισχύος (για θέρμανση - ψύξη χώρων μέσω της εκμετάλλευσης της θερμότητας του αέρα) και για γεωθερμικές αντλίες θερμότητας κλειστού κυκλώματος (εκμεταλλεύονται τη θερμότητα των γεωλογικών σχηματισμών ή των νερών) με ισχύ που δεν υπερβαίνει τα 100 kW.
Μάλιστα, θα προωθηθεί ρύθμιση ώστε ο ΔΕΔΔΗΕ να προχωρά άμεσα στη σύνδεσή τους. Για μεγαλύτερα συστήματα γεωθερμικών αντλιών θερμότητας κλειστού κυκλώματος θα εξακολουθεί να απαιτείται άδεια καθώς και για αντλίες ανοιχτού κυκλώματος ανεξαρτήτως ισχύος, θα απαιτείται άδεια. Ωστόσο και πάλι θα επιταχυνθούν οι διαδικασίες σύνδεσης από τον Διαχειριστή. Να σημειωθεί ότι η γεωθερμική αντλία θερμότητας κλειστού κυκλώματος περιλαμβάνει γεωεναλλάκτη, ο οποίος αναπτύσσεται είτε εντός γεώτρησης είτε εντός εκσκαφής ή κατά μήκος τάφρων ενώ του ανοικτού κυκλώματος περιλαμβάνει τουλάχιστον μια παραγωγική γεώτρηση ή εγκατάσταση εκμετάλλευσης της θερμότητας επιφανειακών νερών.
Στόχος της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΝ είναι η προώθηση των αντλιών θερμότητας καθώς το υπό αναθεώρηση Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) προβλέπει θεαματική αύξηση του εξηλεκτρισμού της θέρμανσης κτιρίων (κατοικιών και εμπορικών), με δεδομένο ότι τόσο βάσει του ελληνικού κλιματικού νόμου, όσο και βάσει των προβλέψεων της (αναδιατυπωμένης) οδηγίας (ΕΕ) 2024/1275 για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, σταδιακά τα ορυκτά καύσιμα στον κτιριακό τομέα θα πρέπει να καταργηθούν.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι νέοι αναβαθμισμένοι στόχοι του ΕΣΕΚ, το οποίο αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, προβλέπουν για τον εμπορικό και δημόσιο τομέα 18 TWh (τεραβατώρες) ηλεκτρισμού από αντλίες θερμότητας και ηλεκτρικές αντιστάσεις το 2030, 18,5 TWh το 2035, 19,6 TWh το 2040 και 20,1 TWh το 2050. Αντιστοίχως, προβλέπονται για αερόψυκτες αντλίες θερμότητας που εκμεταλλεύονται τη θερμότητα του αέρα 5,8 TWh το 2030 (από 4,1), 6,9 TWh το 2035, 7,7 TWh το 2040 και 9,2 TWh το 2050.
Για τον οικιακό τομέα, οι προβλέψεις του ΕΣΕΚ είναι εξίσου φιλόδοξες και ειδικότερα προτείνεται για αερόψυκτες αντλίες θερμότητας 3,9 TWh το 2030 (από μόλις 1,1 σήμερα), 4,6 TWh το 2035, 5,6 TWh το 2040 και 4,5 TWh το 2050. Όσο για τον ηλεκτρισμό στον οικιακό τομέα προβλέπεται 19,3 TWh το 2030 (από 16,6 σήμερα), 19,5 TWh το 2035, 20,3 TWh το 2040 και 20,5 TWh το 2050.
Μάλιστα, η μεγάλη διείσδυση των αντλιών θερμότητας έχει περιληφθεί και στο σχέδιο ανάπτυξης έως το 2028 του ΔΕΔΔΗΕ, το οποίο προβλέπει ότι οι ενεργειακές ανάγκες για τις κατοικίες που θα αντικαταστήσουν το συμβατικό σύστημα θέρμανσης με αντλίες θερμότητας θα είναι της τάξης των 0,2 TWh κατ’ έτος. Όσο για τις κατοικίες που θα αναβαθμισθούν ενεργειακά με αντλίες θερμότητας έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, θα φτάσουν τις 438.000, ενώ τα κτίρια του τομέα υπηρεσιών που θα βάλουν αντλίες εκτιμώνται σε 170.000.
Το σχέδιο RePowerEU της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον τερματισμό της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα πριν από το 2030 έχει θέσει ως στόχο τον διπλασιασμό του σημερινού ρυθμού ανάπτυξης αντλιών θερμότητας με σκοπό την εγκατάσταση 10 εκατομμυρίων μονάδων έως το 2027 και 30 εκατομμυρίων έως το 2030.