Εντατικοποιούνται τα σχέδια των τραπεζών για την πώληση της ακίνητης περιουσίας τους κατά το 2018, καθώς, σύμφωνα με τα λεγόμενα των αρμόδιων στελεχών, υπολογίζεται ότι τα προσδοκώμενα έσοδα θα είναι κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με το 2017, προσεγγίζοντας ή και ξεπερνώντας τα 300 εκατ. ευρώ. Προς την κατεύθυνση αυτή, εκτιμάται ότι θα συμβάλουν τόσο η σημαντική βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος και η συνακόλουθη αύξηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος όσο και η ενίσχυση της ροής ακινήτων προς τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών από τη διαδικασία των πλειστηριασμών. Υπενθυμίζεται ότι, σήμερα, στο χαρτοφυλάκιο των τεσσάρων συστημικών τραπεζών (Τράπεζα Πειραιώς, Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα και Eurobank) βρίσκονται περίπου 10.000 ακίνητα, με την πλειονότητα εξ αυτών να αφορά διαμερίσματα και κατοικίες.
Ο όμιλος της Τράπεζας Πειραιώς άντλησε περί τα 55 εκατ. ευρώ από την πώληση 300 ακινήτων το 2017, ποσό που ήταν σχεδόν τριπλάσιο σε σχέση με τον ετήσιο μέσον όρο των προηγούμενων ετών. Σύμφωνα με τον κ. Γεώργιο Κορμά, διευθύνοντα σύμβουλο της Πειραιώς Real Estate και της Picar, στόχος για το 2018 είναι η ακόμα μεγαλύτερη βελτίωση της περυσινής επίδοσης, καθώς, όπως τονίζει, «η στόχευσή μας είναι η πιο δυναμική παρουσία μας στην αγορά και η αξιοποίηση του συνόλου του υφιστάμενου χαρτοφυλακίου μας, που περιλαμβάνει ακίνητα όλων των κατηγοριών, από οικόπεδα μέχρι ξενοδοχεία και από γραφεία μέχρι καταστήματα και κατοικίες». Το 2017, το 40% των πωληθέντων ακινήτων ήταν κατοικίες και το 35% επαγγελματικά ακίνητα.
Μεγάλη κινητικότητα αναμένεται και από τον όμιλο της Alpha Bank. Στόχος του ομίλου είναι η άντληση εσόδων της τάξεως των 100 εκατ. ευρώ κατά το 2018 και ακόμα περισσότερων το 2019, καθώς εντατικοποιείται η προσπάθεια των τελευταίων ετών για την ωρίμανση της διαδικασίας πώλησης σημαντικών ακινήτων. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται αυτοτελή κτίρια γραφείων, όπως π.χ. το κτίριο που στεγάζει τα κεντρικά γραφεία της Vodafone. Σύμφωνα με τον διευθυντή επενδυτικής τραπεζικής του ομίλου Ευάγγελο Καλαμάκη, «φέτος αναμένεται να διατεθεί σημαντικός αριθμός ακινήτων επενδυτικού χαρακτήρα, ως αποτέλεσμα μιας σημαντικής προεργασίας 2-3 ετών».
Η Eurobank έχει ήδη πραγματοποιήσει σημαντικές πωλήσεις ακινήτων επενδυτικού χαρακτήρα την τελευταία διετία. Σύμφωνα με την υπεύθυνη ακίνητης περιουσίας του ομίλου Δέσποινα Χαμηλάκη, το 2017 συγκεντρώθηκαν έσοδα της τάξεως των 60 εκατ. ευρώ, ενώ ανάλογος είναι ο στόχος εσόδων από πωλήσεις ακινήτων και για το 2018. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, υπολογίζεται ότι η Eurobank ελέγχει σήμερα περί τα 3.000 ακίνητα, εκ των οποίων τα 200 είναι επενδυτικού χαρακτήρα (π.χ. κτίρια γραφείων, καταστήματα, ξενοδοχεία κτλ.), ενώ τα υπόλοιπα 2.800 αφορούν διαμερίσματα και κατοικίες. Η συνολική αξία του χαρτοφυλακίου υπολογίζεται σε 500 εκατ. ευρώ, με το 1/3 αυτής να αφορά στα οικιστικά ακίνητα.
Με τη σειρά της, η Εθνική Τράπεζα, η οποία ελέγχει σήμερα 1.000-1.200 ακίνητα, ετοιμάζει τις δικές της κινήσεις. Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Φράγκου, υποδιευθυντή του τομέα ακινήτων του ομίλου της Εθνικής, εντός του προσεχούς διμήνου θα έχει ολοκληρωθεί η εμπορική πολιτική του ομίλου. Στο πλαίσιο αυτό και με δεδομένο ότι ο όμιλος αναμένεται να υποδέχεται περίπου 3.000 νέα ακίνητα σε ετήσια βάση μέσω των πλειστηριασμών, δρομολογείται σειρά εργαλείων για τη διαχείρισή τους. Για παράδειγμα, στο τέλος Μαρτίου θα είναι λειτουργική η νέα δικτυακή πλατφόρμα ηλεκτρονικών πωλήσεων ακινήτων της Εθνικής, ενώ παράλληλα προετοιμάζεται και μηχανισμός για την προετοιμασία των προς πώληση ακινήτων, κυρίως μέσω χρήσης εξωτερικών συνεργατών.
Οι επενδυτές ενδιαφέρονται, αλλά δεν βρίσκουν σύγχρονα κτίρια
Επενδύσεις της τάξεως των 750 εκατ. ευρώ καταγράφηκαν στην ελληνική αγορά επαγγελματικών ακινήτων (κτίρια γραφείων, εμπορικά καταστήματα, εμπορικά κέντρα, ξενοδοχεία, κτλ.) κατά τη διάρκεια του 2017, μια υποχώρηση της τάξεως του 25% σε σχέση με το 2016, όταν το σχετικό μέγεθος είχε υπολογιστεί σε περίπου 1 δισ. ευρώ. Ωστόσο, όπως επισημαίνει σε σχετική ανάλυσή της η εταιρεία παροχής υπηρεσιών ακινήτων JLL – Αθηναϊκή Οικονομική, η κάμψη αυτή δεν οφείλεται στη μείωση του αγοραστικού ενδιαφέροντος ή της κινητικότητας των επενδυτών, αλλά στην έλλειψη του κατάλληλου προϊόντος, δηλαδή ποιοτικών κτιρίων που να προσελκύουν το ενδιαφέρον των θεσμικών επενδυτών. Η έλλειψη αυτή είναι αποτέλεσμα της απουσίας νέων επενδύσεων ανάπτυξης ακινήτων για μακρά περίοδο, και συγκεκριμένα από το 2010 μέχρι και το 2016.
Σύμφωνα με την κ. Δίκα Αγαπητίδου, γεν. διευθύντρια της JLL – Αθηναϊκή Οικονομική, ένας ακόμα λόγος για την πτώση της αξίας των συναλλαγών το 2017 ήταν και το ότι κατά το προηγούμενο έτος σύγκρισης, δηλαδή το 2016, είχαν ολοκληρωθεί και ορισμένες πολύ μεγάλες συναλλαγές, απόρροια πολύμηνων διαπραγματεύσεων, όπως για παράδειγμα η πώληση του Hilton και του Αστέρα Βουλιαγμένης. Επίσης, οι πωλήσεις ακινήτων το 2017 θα μπορούσαν να ήταν πολύ περισσότερες, εφόσον υπήρχε το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο που να επιτρέπει σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως τα ασφαλιστικά ταμεία, να προχωρούν και σε πωλήσεις ακινήτων τους πέραν των μακροχρόνιων εκμισθώσεων. Επίσης, αρκετά ακίνητα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο επενδυτικού ενδιαφέροντος, επί του παρόντος, βρίσκονται ως ενέχυρο σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
«Σε ό,τι αφορά τα μεγέθη που επενδύθηκαν, τη μερίδα του λέοντος (41%) καταλαμβάνουν οι συναλλαγές μεταξύ 1 - 5 εκατ. ευρώ, με δεύτερη (28%) την κατηγορία που δεν ξεπερνά το 1 εκατ. ευρώ και τρίτη (20%) αυτή που αφορά συμφωνίες μεταξύ 5 - 20 εκατ. ευρώ. Επίσης, υπήρξε και μια συναλλαγή άνω των 100 εκατ. ευρώ και συγκεκριμένα 190,6 εκατ. ευρώ, που αφορούσε την εξαγορά του 50% του The Mall Athens από τον όμιλο της Lamda Development (πωλητής η HSBC)», αναφέρει η κ. Αγαπητίδου.
Οσον αφορά την κατανομή ανά κλάδο, το 51% των επενδύσεων αφορούσε εμπορικά ακίνητα (καταστήματα και εμπορικά κέντρα), έναντι μεριδίου αγοράς μόλις 3% που είχε καταλάβει το 2016. Στη δεύτερη θέση βρέθηκαν τα ξενοδοχειακά ακίνητα με 23% (από 83% το 2016), με ορισμένες από τις πράξεις που ξεχώρισαν να είναι η αγορά του Athens Ledra από τη Hines προς 33 εκατ. ευρώ και αυτή του Amathus από τη London & Regional προς 30 εκατ. ευρώ.
Τα κτίρια γραφείων κατέλαβαν μερίδιο 9% το 2017 έναντι 8% το 2016, ωστόσο εκτιμάται ότι το ποσοστό θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερο, εάν ήταν διαθέσιμα προς πώληση περισσότερα ακίνητα του είδους. Η μεγαλύτερη σε αξία συναλλαγή δεν προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα αλλά από τον δημόσιο, καθώς η Περιφέρεια Αττικής προχώρησε στην αγορά του κτιρίου ιδιοκτησίας Synergo, που στέγαζε στο παρελθόν τον ΟΠΑΠ με τίμημα που φημολογείται ότι προσεγγίζει τα 20 εκατ. ευρώ.
Τα επαγγελματικά ακίνητα προσφέρουν από τις υψηλότερες αποδόσεις στην Ευρώπη
Η παρούσα οικονομική συγκυρία θεωρείται ως η καλύτερη των τελευταίων ετών για την τόνωση των επενδύσεων στο ελληνικό real estate, κάτι που έχουν αντιληφθεί ασφαλώς και οι διοικήσεις των τραπεζών, οι οποίες άλλωστε εισπράττουν σε καθημερινή βάση και το ενδιαφέρον των ξένων και εγχώριων θεσμικών επενδυτών για ακίνητα εισοδήματος, όπως κτίρια γραφείων, εμπορικά καταστήματα και ασφαλώς ξενοδοχειακές μονάδες. Οπως αναφέρει στην «Κ» ο κ. Γιώργος Χρυσικός, διευθύνων σύμβουλος της Grivalia Properties ΑΕΕΑΠ, η συνεχής υποχώρηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων έχει ως αποτέλεσμα τη στροφή των ξένων επενδυτών προς την εγχώρια αγορά ακινήτων, η οποία προσφέρει αισθητά υψηλότερες αποδόσεις, τάση από την οποία προσδοκούμε να επωφεληθούμε τόσο εμείς, όσο και οι τράπεζες. «Η κινητικότητα των επενδυτών οφείλεται στο ότι το ρίσκο της ελληνικής οικονομίας έχει μειωθεί πολύ σε σχέση με πριν από ένα ή δύο χρόνια, κάτι που αντανακλάται και στα ελληνικά ομόλογα. Αυτό σημαίνει ότι όσοι αναζητούν υψηλότερες αποδόσεις θα πρέπει να στραφούν σε άλλα επενδυτικά προϊόντα όπως η αγορά ακινήτων», τονίζει ο κ. Χρυσικός.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι προσφερόμενες αποδόσεις στην ελληνική αγορά επαγγελματικών ακινήτων είναι εξαιρετικά ελκυστικές συγκριτικά με άλλες χώρες της Ευρώπης, καθώς κινούνται μεταξύ 7,5%-9% για γραφεία, καταστήματα και εμπορικά κέντρα (και ακόμα υψηλότερα για αποθήκες-logistics), τη στιγμή που σε άλλες ώριμες αγορές, ακόμα και σε χώρες της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, οι συνηθέστερες αποδόσεις δύσκολα ξεπερνούν το 6%-6,5% και κατά κανόνα κινούνται στο 4%-5%. Οι υψηλές αποδόσεις οφείλονται στις ελκυστικές αξίες των ελληνικών επαγγελματικών ακινήτων, αλλά και στην ανοδική πορεία των ενοικίων τους τελευταίους μήνες, ιδίως για ακίνητα πρώτης προβολής.
Αν στα παραπάνω προστεθεί και το ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, καθίσταται σαφές ότι η ελληνική αγορά ακινήτων διανύει τις καλύτερες ημέρες της από την έναρξη της οικονομικής κρίσης και μέχρι σήμερα. Οπως ανέφερε πρόσφατα η διοίκηση της Grivalia Properties ΑΕΕΑΠ, «οι τιμές των “prime” ακινήτων αναμένεται να εμφανίσουν περαιτέρω αυξητικές τάσεις. Η εξάλειψη των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και η υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω μείωση του “ρίσκου χώρας” (country risk) και στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων, γεγονός που θα οδηγήσει στην ανάταξη του κλάδου των ακινήτων».
Δεδομένης πάντως της υφιστάμενης ζήτησης, ιδίως για ακίνητα υψηλών προδιαγραφών, εκτιμάται ότι η ανταπόκριση προς τα πωλούμενα ακίνητα από τις συστημικές τράπεζες θα είναι ιδιαίτερα υψηλή, εφόσον ασφαλώς οι αποτιμήσεις κριθούν ελκυστικές. Οπως τονίζουν, χαρακτηριστικά, στελέχη της αγοράς ακινήτων, αναμφίβολα οι τιμές των ακινήτων είναι χαμηλότερες σε σχέση με πριν από δέκα χρόνια, αλλά δεν παύουν να υπάρχουν και αρκετές περιπτώσεις όπου οι ζητούμενες τιμές είναι υψηλότερες απ’ ό,τι ίσως θα επέτρεπε το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον.
Την όλη διαδικασία και κυρίως σε ό,τι αφορά τα οικιστικά ακίνητα που θα περιέλθουν στην κατοχή των τραπεζών τους επόμενους μήνες, ως αποτέλεσμα της διαδικασίας των πλειστηριασμών, φαίνεται πως διευκολύνει σημαντικά η εκτίναξη της αγοράς των βραχυχρόνιων μισθώσεων (π.χ. Airbnb, HomeAway, Booking κτλ.). Χάρις στο μεγάλο μισθωτικό ενδιαφέρον έχουν αυξηθεί και οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές, οι οποίοι αναζητούν κατοικίες προς εκμετάλλευση σε δημοφιλείς τουριστικές περιοχές.
Τα κόκκινα δάνεια
Ο μεγαλύτερος όγκος των μεγάλων και επενδυτικού χαρακτήρα ακινήτων του ομίλου της Εθνικής Τράπεζας «κρύβεται» πίσω από μη εξυπηρετούμενα επιχειρηματικά δάνεια, ισχυρίζονται παράγοντες της αγοράς ακινήτων. Η σταδιακή απελευθέρωση του κτιριακού αυτού όγκου από το δεύτερο εξάμηνο του 2018, αναμένεται να τροφοδοτήσει μεγάλη ζήτηση.
Τα υποκαταστήματα
Ακίνητα περιέρχονται στις τράπεζες και από τον εξορθολογισμό του δικτύου των καταστημάτων τους. Για παράδειγμα, η Eurobank διαθέτει σήμερα περίπου 40 ακίνητα που στο παρελθόν στέγαζαν τραπεζικά υποκαταστήματα του ομίλου. Για τα ακίνητα αυτά αναζητούνται –όπου απαιτείται– μισθωτές, προκειμένου να μεταπωληθούν σε υψηλότερη τιμή.
Οι υπεραξίες
Η Τράπεζα Πειραιώς είχε αναπτύξει πολυσχιδή παρουσία στην αγορά ακινήτων ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 και τουλάχιστον μέχρι την περίοδο 2007-2008, αποκτώντας ή αξιοποιώντας εμβληματικά ακίνητα. Σήμερα, η δυναμική αυτή φαίνεται πως επανενεργοποιείται, με αφορμή τις σημαντικές υπεραξίες που κρύβονται στο χαρτοφυλάκιο ακινήτων του ομίλου.
Recommended Comments
Δεν υπάρχουν σχόλια για προβολή.
Δημιουργήστε ένα λογαριασμό ή συνδεθείτε προκειμένου να αφήσετε κάποιο σχόλιο
Πρέπει να είστε μέλος για να μπορέσετε να αφήσετε κάποιο σχόλιο
Δημιουργία λογαριασμού
Κάντε μια δωρεάν εγγραφή στην κοινότητά μας. Είναι εύκολο!
Εγγραφή νέου λογαριασμούΣύνδεση
Εάν έχετε ήδη λογαριασμό; Συνδεθείτε εδώ.
Συνδεθείτε τώρα