Ο πρώτος άξονας αφορά στην κατάργηση ακραίων παρεκκλίσεων αρτιότητας, καθώς σήμερα είναι δυνατή, σε ορισμένες περιπτώσεις, η οικοδόμηση σε γήπεδα ακόμα και 750 τ.μ., δηλαδή μικρότερα από ό,τι σε αρκετές περιοχές με σχέδιο.
Πρόκειται για ρυθμίσεις για τις οποίες, μέχρι την οριστική εφαρμογή τους, θα προβλέπονται μεταβατικά μέτρα, όμως μικρής διάρκειας.
Επίσης, μειώνεται λίγο ο μέγιστος συντελεστής δόμησης. Κατά μέσο όρο, αυτή η μείωση θα φθάσει σε ποσοστό 10% ως προς τους ισχύοντες.
Στην τελική φάση διαμόρφωσης του νομοσχεδίου, που προετοιμάζεται από το γραφείο του υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Δημήτρη Οικονόμου, βρίσκονται ακόμα στο τραπέζι μικρή μείωση της μέγιστης εκμετάλλευσης για κατοικίες, από τα 400 τ.μ. σε 360 τ.μ., καθώς και η επιβολή μικρού τέλους σε όλες τις οικοδομικές άδειες σε εκτός σχεδίου περιοχές, που θα τροφοδοτήσει παρεμβάσεις αντιμετώπισης των επιπτώσεών τους, όπως η ανάγκη πρόσθετων υποδομών και η ανάγκη προστασίας τοπίου.
Ο δεύτερος άξονας του νέου χωροταξικού και πολεοδομικού νομοσχεδίου αφορά στη σημαντική ενίσχυση των δυνατοτήτων δόμησης όταν αυτή γίνεται σε περιοχές με ρυμοτομικά σχέδια ή ανάλογο σχεδιασμό, δηλαδή όπου εκ των προτέρων προβλέπονται υποδομές, οδικές, τεχνικές και περιβαλλοντικές, που αντιστοιχούν στις “πιέσεις” που δημιουργεί η δόμηση, ούτως ώστε να προκύπτουν βιώσιμες συνθήκες, είτε για οικιστικές περιοχές είτε για υποδοχείς παραγωγικών δραστηριοτήτων (βιομηχανίας, εφοδιαστικής, τουρισμού κ.λπ.).
Όσον αφορά τον τρίτο άξονα, με το ολοκληρωμένο Πρόγραμμα Εκπόνησης Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων (ΤΠΣ), που αναγγέλθηκε πριν από δέκα ημέρες, προβλέπεται, σε πρώτη φάση, η προκήρυξη διαγωνισμών για την εκπόνηση ΤΠΣ στο 18% των δημοτικών ενοτήτων της χώρας τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, και με επόμενα βήματα ανά εξάμηνο, μέχρι το τέλος της δεκαετίες θα καλυφθεί με χρήσεις γης το σύνολο του ελληνικού χώρου, από το μόλις 20% που βρίσκεται η κάλυψη σήμερα.
Εκ των πραγμάτων, όπως εκτιμούν πηγές του υπουργείου, με τις παραπάνω προβλέψεις, “η άναρχη εκτός σχεδίου δόμηση θα παύσει να είναι εφικτή στην Ελλάδα”.
Αυτό που ονομάζεται στην Ελλάδα “εκτός σχεδίου δόμηση” περιλαμβάνει στην πραγματικότητα δύο διαφορετικές περιπτώσεις. Αφενός, περιοχές έξω από σχέδια πόλης και οικισμούς, δηλ. περιοχές χωρίς ρυμοτομία, που όμως διαθέτουν καθορισμένες χρήσεις γης. Αφετέρου, περιοχές έξω από σχέδια πόλης και οικισμούς, δηλ. περιοχές χωρίς ρυμοτομία, που δεν διαθέτουν καθορισμένες χρήσεις γης.
Η διαφορά μεταξύ τους, από άποψη σχεδιασμού, είναι τεράστια. Στις πρώτες είναι προσδιορισμένο τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται, σε συνάρτηση με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής. Στις δεύτερες, που καταλαμβάνουν περίπου το 80% του ελληνικού χώρου, εξαιρουμένων των δασικών εκτάσεων, είναι δυνατή κατ’ αρχήν η χωροθέτηση οποιασδήποτε δραστηριότητας και με όρους δόμησης ιδιαίτερα ευνοϊκούς, ενίοτε ευνοϊκότερους από ό,τι σε περιοχές με ρυμοτομία ή με σχέδιο χρήσεων γης. Είναι αυτό που αποκαλείται συνοπτικά “άναρχη εκτός σχεδίου δόμηση”.
Αυτή η δυνατότητα δεν υπάρχει, πλέον, στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σε ορισμένες απαγορεύεται για περισσότερο από 150 χρόνια. Πρόκειται, δηλαδή, πλέον, για μία ελληνική “ιδιαιτερότητα”, που έχει οδηγήσει σε άναρχη διάχυση κτισμάτων -όχι μόνο αυθαίρετων αλλά και νόμιμων- σε πολύ μεγάλες εκτάσεις, χωρίς υποδομές, χωρίς πρόνοια για το τοπίο και με εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες τόσο στην ανάπτυξη όσο και στο περιβάλλον και την ποιότητα ζωής.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ