Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Eurostat για το 2023, το 56,2% των ελληνικών επιχειρήσεων είχε πολύ χαμηλό επίπεδο ψηφιακής έντασης, όταν το 59% των εταιρειών στην ΕΕ κατέγραφε τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης. Οι χώρες με το μεγαλύτερο ποσοστό επιχειρήσεων, που έφτασαν σε πολύ υψηλό επίπεδο του Δείκτη Ψηφιακής Έντασης, ήταν η Φινλανδία (13,0%), η Μάλτα (11,4%) και η Ολλανδία (11,0%). Στον αντίποδα, οι χώρες με τις περισσότερες επιχειρήσεις με χαμηλή ψηφιακή ένταση ήταν η Ρουμανία (72,1%), η Βουλγαρία (70,6%) και η Ελλάδα (56,2%).
Βέβαια και η εικόνα στην ΕΕ δεν είναι πολύ ελπιδοφόρα και σίγουρα απέχει από τους φιλόδοξους στόχους, που έχει θέσει η ίδια η Ένωση για την ψηφιακή δεκαετία. Συνολικά, μόνο το 4,4% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην ΕΕ έφτασε σε πολύ υψηλό επίπεδο ψηφιακής έντασης, ενώ το 19,6% σε υψηλό επίπεδο. Οι περισσότερες ΜμΕ κατέγραψαν χαμηλό (33,8%) ή πολύ χαμηλό (42,3%) επίπεδο ψηφιακής έντασης.
Αναλυτικά, το 2023, το 59% των επιχειρήσεων της ΕΕ έφτασε τουλάχιστον το βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης. Από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), το 58% έφτασε σε τουλάχιστον βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης πέρυσι, ενώ το μερίδιο για τις μεγάλες επιχειρήσεις ήταν 91%.
Βασική ψηφιακή ένταση
Το “τουλάχιστον βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης” - μετρούμενο με τον δείκτη ψηφιακής έντασης - συνεπάγεται τη χρήση τουλάχιστον 4 από τις 12 επιλεγμένες ψηφιακές τεχνολογίες, όπως η τεχνολογία AI, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το cloud computing, η Διαχείριση Σχέσεων Πελατών (CRM) ή έχοντας πωλήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 1% του συνολικού κύκλου εργασιών.
Σύμφωνα με έναν από τους στόχους της Ψηφιακής Δεκαετίας, πάνω από το 90% των ΜμΕ της ΕΕ θα πρέπει να φθάσουν τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης έως το 2030. Αυτό σημαίνει ότι πέρυσι, οι ΜμΕ στην ΕΕ απείχαν 32 ποσοστιαίες μονάδες (pp) από τον φιλόδοξο στόχο που έχει τεθεί για το 2030 στην Ψηφιακή Δεκαετία.
Το 4,4% των ΜμΕ της ΕΕ έφτασε σε πολύ υψηλό επίπεδο ψηφιακής έντασης, ενώ το 19,6% έφτασε σε υψηλό επίπεδο. Οι περισσότερες ΜμΕ κατέγραψαν χαμηλά (33,8%) ή πολύ χαμηλά (42,3%) επίπεδα ψηφιακής έντασης.