Το ΕΣΕΚ προβλέπεται να κατατεθεί στην Κομισιόν για έγκριση τον Οκτώβριο ενώ η πρώτη αποστολή σχεδίου προς διαβούλευση είχε γίνει τον Μάιο.
Το τελικό draft του ΕΣΕΚ, παρέδωσε ο υπηρεσιακός υπουργός Ενέργειας κ. Παντελής Κάπρος στον νυν υπουργό κ. Θοδωρή Σκυλακάκη και ήδη έχει σταλεί εκ νέου στους φορείς της αγοράς για διαβούλευση. Σύμφωνα με αυτό, για την πενταετία 2025-2030 η ετήσια συμμετοχή των νοικοκυριών στις επιπλέον επενδύσεις και δαπάνες που απαιτούνται στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης θα είναι στο 52%, ήτοι 11,6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 4 δισ. ευρώ αφορούν δαπάνες για τα νοικοκυριά χαμηλής εισοδηματικής τάξης, τα οποία, όπως αναφέρεται στο κείμενο του προτεινόμενου ΕΣΕΚ, θα στηριχθούν με «ενισχυμένα» προγράμματα τύπου «Εξοικονομώ».
Οι προβλέψεις του σχεδίου, φαίνεται να αφορούν σε μεγάλο βαθμό την εγκατάσταση αντλιών θερμότητας, ώστε το 17% των κατοικιών να έχουν τοποθετήσει αντλίες έως το 2030, το 53% έως το 2040 και το 91% έως το 2050. Αντιστοίχως, στα κτίρια υπηρεσιών ο σχεδιασμός περιλαμβάνει την εγκατάσταση αντλιών στο 69% έως το 2030, στο 84% έως το 2040 και στο 90% στα μέσα του αιώνα. Οπως αναφέρεται στο σχέδιο του ΕΣΕΚ, για τις αντλίες θερμότητας θα χρειασθεί να αναπτυχθεί εξειδικευμένο πρόγραμμα στήριξης της διείσδυσής τους στην αγορά. Γενικότερα σχεδιάζεται το ετήσιο ποσοστό των κατοικιών που θα αναβαθμίζεται ενεργειακά να αυξηθεί σε 1,4% το 2030 από 0,8% σήμερα, οδηγώντας στην ενεργειακή ανακαίνιση του 19% των κτιρίων κατοικίας. Ο ρυθμός ανακαίνισης αναμένεται να αυξηθεί σε 1,7% το 2050 συμβάλλοντας στην ενεργειακή αναβάθμιση του 43% των κατοικιών. Εκτός από τα νοικοκυριά, το 2% των επενδύσεων (400 εκατ. ευρώ) αφορούν τον δημόσιο τομέα, το 12% (7,3 δισ. ευρώ) τον εξηλεκτρισμό των μεταφορών, το 8% (1,7 δισ. ευρώ) τον ιδιωτικό τομέα και το 26% (3,6 δισ. ευρώ) τον ενεργειακό τομέα.
Αυξημένες ΑΠΕ, μειωμένη αποθήκευση
Όπως επισημαίνεται σε δημοσίευμα του b2green.gr, «οδηγός» για τον μετασχηματισμό του ενεργειακού συστήματος της χώρας σε κλιματικά ουδέτερο (δηλαδή σχεδόν μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων) θα είναι η περαιτέρω ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) καθώς και της αποθήκευσης ενέργειας για την οποία οι στόχοι στο τελικό draft είναι πιο συγκρατημένοι συγκριτικά με εκείνους που είχαν παρουσιαστεί τον περασμένο Ιανουάριο από τον τότε υπουργό Ενέργειας κ. Κώστα Σκρέκα.
Ειδικότερα, για τις ΑΠΕ τίθεται ως στόχος η συμμετοχή τους κατά 44% στο σύνολο της ακαθάριστης ενεργειακής κατανάλωσης για το 2030, σημαντικά υψηλότερος από το 35% στο υφιστάμενο υπό αναθεώρηση ΕΣΕΚ του 2019, αλλά κατάτι μικρότερος από το 45% του αρχικού κειμένου που είχε παρουσιαστεί στις αρχές του έτους. Ο συνολικός στόχος για τις ΑΠΕ εξειδικεύεται κατά τομέα. Προτεραιότητα δίνεται στον ενεργειακό μετασχηματισμό της ηλεκτροπαραγωγής με στόχο το μερίδιο συμμετοχής των ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας να υπερβεί το 79% το 2030 (από 80% στο αρχικό draft και 61% στο ΕΣΕΚ του 2019) και να πλησιάζει το 95% από το 2035 κι έπειτα. Ο δεσμευτικός στόχος ανάπτυξης των ΑΠΕ για θέρμανση και ψύξη τίθεται στο 46% για το 2030 και σύμφωνα με τους συντάκτες του ΕΣΕΚ είναι εφικτός με τη χρήση αντλιών θερμότητας.
Σχετικά με τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, εκτιμάται ότι θα αυξάνεται με μεγαλύτερο ρυθμό τα επόμενα χρόνια, λόγω της ηλεκτροκίνησης, της διασύνδεσης των νησιών και του εξηλεκτρισμού των θερμικών χρήσεων, κυρίως μέσω αντλιών θερμότητας. Μετά το 2030 αναμένεται έως και διπλασιασμός της ζήτησης εξαιτίας της εκτεταμένης χρήσης της και στην παραγωγή «πράσινου» υδρογόνου. Κατά συνέπεια, οι επενδύσεις για ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή θα πρέπει να φθάσουν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα μετά το 2030, γεγονός που θα αποτελέσει πρόκληση για επιπλέον ανάπτυξη υποδομών. Επίσης, τίθεται και στόχος περιορισμού κατά 7% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας έως το 2030.
Για τις ΑΠΕ προτείνεται η εγκατεστημένη ισχύς τους να φτάσει έως τα τέλη της τρέχουσας δεκαετίας στα 23,5 GW (γιγαβάτ) προσθέτοντας επιπλέον 11 GW αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων σε όσα λειτουργούν σήμερα. Οσον αφορά τις τεχνολογίες γίνεται μια ανακατανομή των επενδύσεων συγκριτικά με το αρχικό draft του ΕΣΕΚ του περασμένου Ιανουαρίου. Ειδικότερα, από τα 23,5 GW τα 9,5 GW θα πρέπει να είναι χερσαία αιολικά πάρκα (από 7,1 GW) εκ των οποίων το 1,9 GW θαλάσσια αιολικά (από 2,7 GW). Αλλα 13,4 GW αφορούν ανάπτυξη φωτοβολταϊκών πάρκων (από 14,1 GW) και 0,6 GW άλλες ΑΠΕ. Για την ανάπτυξη μονάδων αποθήκευσης ενέργειας προτείνεται η εγκατάσταση 5,3 GW εκ των οποίων 3,1 GW μπαταρίες και 2,2 GW αντλησιοταμίευση. Στο πρώτο κείμενο που είχε παρουσιαστεί η αναγκαία αποθήκευση για το 2030 έφτανε στα 8,1 GW εκ των οποίων 5,6 GW μπαταρίες και 2,5 GW αντλησιοταμίευση. Επίσης, προβλέπεται εγκατάσταση μονάδων ηλεκτρόλυσης στα 1,7 GW έως το τέλος της δεκαετίας. Η εγκατεστημένη ισχύς των μονάδων φυσικού αερίου από τα 5,3 GW το 2021 θα φτάσει τα 7,7 GW το 2030 και θα περιλαμβάνει τα 2,5 GW των τριών νέων και υπό κατασκευή μονάδων, δηλαδή του Μυτιληναίου στη Βοιωτία (826 MW), των ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – Motor Oil στην Κομοτηνή (877 MW) και των ΔΕΗ – ΔΕΠΑ Εμπορίας – Damco Energy στην Αλεξανδρούπολη (840 MW). Το 2040 η συμμετοχή του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή θα μειωθεί και πάλι στα 5,2 GW καθώς θα αποσυρθούν κάποιες από τις παλιές μονάδες.
Μηδενισμός του λιγνίτη από το 2028
Η ισχύς των πετρελαϊκών μονάδων στα νησιά από 1,7 GW σήμερα θα περιοριστεί στα 0,7 GW το 2030 (καθώς θα ολοκληρώνονται οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις) και στα 0,2 GW το 2050 ενώ η συμμετοχή του λιγνίτη μηδενίζεται από το 2028. Το ΕΣΕΚ περιλαμβάνει και μέτρα για την προσδοκώμενη ανάπτυξη των ΑΠΕ, όπως προγράμματα ενίσχυσης και επέκτασης δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας από ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ, πρόγραμμα στήριξης των επενδύσεων ΑΠΕ μέσω διαγωνισμών που παρέχουν εγγυημένες τιμές και μέσω ειδικών διαγωνισμών και απευθείας επιδοτήσεων για σημαντική ανάπτυξη εγκαταστάσεων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας σε μπαταρίες και αντλητικά υδροηλεκτρικά.