Στο θέμα των πραγματογνωμοσυνών θέλω να καταθέσω και τη δική μου εμπειρία από τη μακρόχρονη ενασχόλησή μου με αυτές.
Συμφωνώ σε μαγάλο βαθμό με τα παραπάνω και με ορισμένα από εκείνα που διατυπώθηκαν από άλλους συναδέλφους αλλά θέλω να δώσω μία ενιαία και πραματική συνολική εικόνα για το θέμα αυτό.
Αρχικά, μετά την έκδοση της προδικαστικής απόφασης του διακστηρίου που σε διορίζει πραγματογνώμονα, επικοινωνεί μαζί σου ο δικηγόρος του "επιμελέστερου" των διαδίκων (με βάση τα τηλέφωνα που έχεις δηλώσει κατά την εγγραφή σου στον αντίστοιχο καταλόγο) αφενός για να διαπιστώσει αν "υπάρχεις" και ενδιαφέρεσαι για την πραγματογνωμοσύνη αφετέρου για να σε ψαρέψει και να καταλάβει την εμπειρία σου πάνω στα θέματα αυτά.
Αφού του απαντήσεις θετικά ότι ασχολείσαι με τις πραγματογνωμοσύνες αυτός θα ζητήσει από το δικαστήριο τον ορισμό ημερομηνίας όρκισης και θα σου κοινοποιήσει, με δικαστκό επιμελητή, αφενός την προδικαστική απόφαση διορισμού αφετέρου την απόφαση ορισμού της ημερομηνίας όρκισης.
Σημειωτέον ότι η διαδικασία όρκισης είναι α) εύκολη στο Ειρηνοδικείο β) δύσκολη στο Πρωτοδικείο γιατί γίνεται στο ακροατήριο και πρέπει να ζητήσεις από το δικηγόρο να γίνει πριν αρχίσει η κανονική ακροαματική διαδικασία και γ) πολύ εύκολη στο Εφετείο γιατί γίνεται στον Πρόεδρο Υπηρεσίας.
Την ημέρα της όρκισης γνωρίζεσαι και με τον δικηγόρο της άλλης πλευράς και φροντίζεις να ανταλλάξεις τηλέφωνα. Παράλληλα, παραλαμβάνεις το υλικό που τυχόν έχουν ετοιμάσει εφόσον τους έχεις ειδοποιήσει εκ των προτέρων. Αν δεν παραλάβεις υλικό και από τις δύο πλευρές, βάζεις προθεσμία για να στο παραδώσουν. Αν καθυστερήσει υπερβολικά η μία πλευρά, απευθύνεσαι στην άλλη για να σου δώσει το υλικό (που σίγουρα το έχει).
Στις πιθανές πιέσεις του επισπεύδοντος δικηγόρου για τον καθορισμό της αμοιβής απαντάς ότι πρέπει να μελετήσεις τους φακέλους, και σε συνδυασμό με τα ερωτήματα του δικαστηρίου να υπολογίσεις την αμοιβή σου. Αυτή υπολογίζεται συνήθως με βάση τις προβλεπόμενες ώρες απασχόλησης και την αμοιβή ανά ώρα που εσύ θα εκτιμήσεις ανάλογα με την εμπειρία σου (χρόνια κτήσης διπλώματος, δυνατότητα αναζήτησης στοιχείων σε πηγές που εσύ γνωρίζεις, εμπερία από τη σχετική νομοθεσία κλπ). Μετά τη μελέτη των φακέλων ορίζεις ημερομηνία για τη διενέργεια αυτοψίας κατά την οποία τα διάδικα μέρη θα σου υποδείξουν το επίδικο ακίνητο ή εν πάση περιπτώσει την αιτία της διαφψνίας τους. Συνήθως παρίστανται οι δικηγόροι (δεν είναι απαραίτητο), οι τεχνικοί σύβουλοι και οι διάδικοι και ακούς απλά τις απόψεις τους χωρίς να καταλήγεις σε συμπεράσματα και κρίσεις. Μετά την αυτοψία έχεις ολοκληρώσει άποψη για το αντικείμενο της απασχόλησής σου και της αμοπιβής σου, συνυπολογίζοντας και τα έξοδα για αποτύπωση εκτάσεων κλπ, εάν αυτό απαιτείται. Ενημερώνεις τον επισπεύδοντα δικηγόρο για την προεκτίμηση της αμοιβής σου και καλό είναι να ζητάς προκαταβολή (πχ 50% της προεκτιμώμενης αμοιβής) και εξόφληση πριν από την κατάθεση της έκθεσης στη γραμματεία του δικαστηρίου. Θεωρώ ότι η "λογική" αμοιβή ενός επιστήμονα-πραγματογνώμονα δεν μπορεί να ακολουθήσει τη διαδικασία του παζαριού.
Η απόφαση διορισμού αναφέρει δύο προθεσμίες. Η πρώτη αφορά στο χρόνο όρκισης (και τηρείται από τους δικηγόρους απαρέγκλιτα) και η δεύτερη στην κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης με τα σχετικά διαγράμματα κλπ (αν αυτά απαιτείται). Η προθεσμία αυτή δεν είναι ανατρεπτική η έκθεση μπορεί να κατατεθεί οποτεδήποτε χωρίς συνέπειες για τον πραγματογνώμονα. Αν ο λόγος καθυστέρησης είναι η παράδοση στοιχείων από μία πλευρά ή η δυσκολία της υπόθεσης και η αναζήτηση πρόσθετων στοιχείων, καλό είναι να αναφέρονται στην έκθεση. Σε περίπτωση που είτε είναι διάδικο το Δημόσιο είτε ο δικηγόρος επιμένει, ο πραγματογνώμων μπορεί να ζητήσει, με αίτησή του στο δικαστήριο, την παράταση της προθεσμίας αλλά ο πρόεδρος δεν εγκρίνει παράταση πάνω από΄1-1,5 μήνα. Στην περίπτωση αυτή η αίτηση του πραγματογνώμονα πρέπει να κατατεθεί ΠΡΙΝ από τη λήξη της αρχικής προθεσμίας.
Η έκθεση πρέπει να είναι σωστά τεκμηριωμένη και "δεμένη" και να μην αφήνει κενά ή αδύνατα σημεία που θα μπορούν να εκμεταλλευτούν οι τεχνικοί σύμβουλοι των διαδίκων και κυρίως εκείνος της "χαμένης" πλευράς για να υποστηρίξουν ότι τα συμπεράσματα της έκθεσης είτε δεν είναι σωστά είτε δεν είναι αντικειμενικά. Μία έκθεση που δεν καταλήγει σε σαφείς και συγκεκριμένες απαντήσεις στα ερωτήματα του δικαστηρίου αλλά αφήνει ασάφειες (πχ αν ισχύει το Α θα συμβαίνει το Β κλπ) και αναπάντητα ερωτήματα θα προκαλέσει ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ την κατάθεση και μαρτυρία του πραγματογνώμονα στο δικαστήριο (με ότι αυτό συναπάγεται από πλευράς ερωτήσεων και συμπεριφοράς των δικηγόρων που σκοπό έχουν να αποδείξουν ότι ο πραγματογνώμονας είναι αναξιόπιστος και επομένως και η έκθεσή του κλπ). Υπάρχουν, βέβαια, και περιπτώσεις εκθέσεων που από την απλή ανάγνωσή τους προκύπτει η ανεπάρκειά τους και επομένως η απόρριψή τους από το δικαστήριο και η ανάθεση σε άλλο πραγματογνώμονα για τη διενέργεια νέας.
Θα μπορούσα να γράφω πολλές σελίδες για το αντικείμενο αυτό αλλά νομίζω ότι αφενός πρέπει να περιοριζόμαστε σε χώρο αφετέρου μπορεί να επανέλθω, εάν απαιτηθεί.