Μετάβαση στο περιεχόμενο

geoste

Core Members
  • Περιεχόμενα

    605
  • Εντάχθηκε

  • Τελευταία επίσκεψη

  • Days Won

    3

Everything posted by geoste

  1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΜΗΤΡΩΩΝ Άρθρο 39 Εγγραφή στα Μητρώα - Κατηγορίες – Πιστοποιητικά Αρμόδια Υπηρεσία 1. Στο Μητρώο Μελετητών δικαιούνται να εγγραφούν φυσικά πρόσωπα, κάτοχοι τίτλου σπουδών ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος πανεπιστημιακού τομέα της Ελλάδας ή ισότιμου της αλλοδαπής, που έχουν συμπληρώσει τετραετία από την απόκτηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος, έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στην Ελλάδα και δεν εμπίπτουν σε καμία από τις απαγορεύσεις της επόμενης παραγράφου. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις εγγραφής και κατάταξης στο Μητρώο Μελετητών των πτυχιούχων ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του τεχνολογικού τομέα, εφόσον το δικαίωμα εκπόνησης μελετών δημόσιων έργων περιλαμβάνεται μεταξύ των νόμιμων επαγγελματικών τους δικαιωμάτων. 2. Δεν έχουν δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Μελετητών τα πρόσωπα τα οποία: α) Εργάζονται σε αναθέτουσα Αρχή, με σχέση εξαρτημένης εργασίας οποιασδήποτε μορφής. Το κώλυμα συνεχίζει να υφίσταται για δύο (2) χρόνια μετά τη συνταξιοδότησή τους και κατά το διάστημα αυτό δεν επιτρέπεται η παροχή υπηρεσιών σε μελετητή ή εταιρεία μελετών, με σχέση μίσθωσης εργασίας ή έργου. β) Εργάζονται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα με σχέση εξαρτημένης εργασίας οποιασδήποτε μορφής, με εξαίρεση τους εργαζόμενους σε εταιρείες μελετών, οι οποίοι όμως δεν μπορούν να χρησιμοποιούν το μελετητικό πτυχίο τους κατά το διάστημα ισχύος της σχέσης αυτής αυτοτελώς ή ως μέλη σύμπραξης ή κοινοπραξίας, σε διαδικασία σύναψης σύμβασης του νόμου αυτού. γ) Έχουν ατομική εργοληπτική επιχείρηση ή είναι εταίροι προσωπικής εταιρείας ή διαχειριστές ή εταίροι εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή μέλη διοικητικού συμβουλίου ή νόμιμοι εκπρόσωποι ανώνυμης εταιρείας, γραμμένης στο Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ.). δ) Είναι γραμμένα στο Μητρώο Εμπειρίας Κατασκευαστών (Μ.Ε.Κ.). ε) Παρέχουν τις υπηρεσίες τους με οποιαδήποτε σχέση σε εργοληπτικές επιχειρήσεις εγγεγραμμένες στο Μ.Ε.ΕΠ., με εξαίρεση τις περιπτώσεις παροχής τέτοιων υπηρεσιών που προβλέπονται από τη νομοθεσία εκτέλεσης δημόσιων έργων, όπως ιδίως στα πλαίσια του συστήματος προσφοράς μελέτη-κατασκευή ή τροποποίησης της μελέτης του έργου. στ) Εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 16, καθώς και στις περιπτώσεις α΄ και γ΄ της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου. 3. Δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Εταιρειών Μελετών έχουν τα νομικά πρόσωπα που έχουν κατά το καταστατικό τους ως κύριο σκοπό την εκπόνηση μελετών και είναι νομίμως εγκατεστημένα στην Ελλάδα, εφόσον: α) δεν είναι συνδεδεμένα με εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. ή εξαρτημένα από πρόσωπα εγγεγραμμένα στο Μ.Ε.Κ. που στελεχώνουν ή συμμετέχουν σε εργοληπτική επιχείρηση εγγεγραμμένη στο Μ.Ε.ΕΠ. και β) είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Μελετητών τουλάχιστον: αα. οι ομόρρυθμοι εταίροι, σε περίπτωση ομόρρυθμης (Ο.Ε.) ή ετερόρρυθμης (Ε.Ε.) εταιρείας, ββ. οι διαχειριστές σε περίπτωση εταιρείας περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.), γγ. οι πρόεδροι και διευθύνοντες σύμβουλοι και όσοι ασκούν τη γενική διαχείριση σε περίπτωση ανώνυμης εταιρείας (Α.Ε.). Στους σκοπούς των εταιρειών μελετών δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνονται δραστηριότητες συγκρουόμενες εξ αντικειμένου με τον κύριο σκοπό τους, όπως η ανάληψη (άμεσα ή έμμεσα) δημόσιων έργων ή προμηθειών. Οι μετοχές ανώνυμης εταιρείας μελετών είναι υποχρεωτικά ονομαστικές. 4. Η εγγραφή στο Μητρώο Μελετητών διενεργείται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, ο οποίος κατατάσσεται αφ' ενός σε μία ή δύο κατηγορίες μελετών, βάσει των εξειδικευμένων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεών του, που αποδεικνύονται από τον τίτλο και τον τομέα σπουδών του, καθώς και από την πιστοποιούμενη εμπειρία του και αφ' ετέρου σε τάξεις ανά κατηγορία, με βάση το δυναμικό του. Το δυναμικό υπολογίζεται σε μονάδες, ανάλογα με τον τομέα σπουδών του, την εμπειρία στην εκπόνηση μελετών δημόσιων ή ιδιωτικών έργων, καθώς και την εμπειρία του σε επιβλέψεις μελετών, και τα έτη που παρήλθαν από την απόκτηση του αντίστοιχου τίτλου σπουδών ως εξής: (α) Μελετητής που έχει συμπληρώσει τετραετία από την κτήση του διπλώματος: δυναμικό μιας μονάδας. (β) Μελετητής που έχει συμπληρώσει οκταετία από την κτήση του διπλώματος και έχει αποδεδειγμένη ανάλογη εμπειρία: δυναμικό δύο μονάδων. (γ) Μελετητής που έχει συμπληρώσει δωδεκαετία από την κτήση του διπλώματος και έχει αποδεδειγμένη ανάλογη εμπειρία: δυναμικό τριών μονάδων. Για την κατάταξη εταιρείας στα Μητρώα Μελετών λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των δυναμικών των φυσικών προσώπων που έχουν καταταγεί στο Μητρώο, ανά κατηγορία και τάξη, έχουν την εταιρική ιδιότητα ή απασχολούνται μόνιμα σε αυτήν με σχέση εξαρτημένης εργασίας και έχουν δεσμεύσει στην εταιρεία το πτυχίο τους της επόμενης παραγράφου. Κάθε μελετητής ή πάροχος υπηρεσιών μπορεί να δεσμεύσει το πτυχίο του σε μία μόνο εταιρεία μελετών. 5. Για την εγγραφή και κατάταξη στα Μητρώα εκδίδεται βεβαίωση με τη μορφή πτυχίου, η οποία ακολουθεί τις μεταβολές των στοιχείων στα οποία βασίζεται η κατάταξη. Το πτυχίο εκδίδεται και ισχύει για ορισμένο χρόνο. Οι τάξεις των πτυχίων Μελετών καθορίζονται σε πέντε, ανάλογα με το ελάχιστο δυναμικό που προβλέπεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού, κατά κατηγορία συμβάσεως και κατηγορία μελέτης ή υπηρεσίας. 6. Για την εγγραφή στα Μητρώα: Πτυχίο Α΄ τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε μελετητή ή εταιρεία μελετών με δυναμικό μιας μονάδας στην εν λόγω κατηγορία. Πτυχίο Β΄ τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε μελετητή ή εταιρεία μελετών με δυναμικό δύο μονάδων στην εν λόγω κατηγορία. Πτυχίο Γ΄ τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε μελετητή ή εταιρεία μελετών με δυναμικό τουλάχιστον τριών μονάδων στην εν λόγω κατηγορία, εφόσον σε αυτό περιλαμβάνεται τουλάχιστον ένας μελετητής με πτυχίο Γ΄ τάξης και δεν πληρούνται οι όροι για την απόκτηση πτυχίου ανώτερης τάξης. Πτυχίο Δ΄ τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε εταιρεία μελετών που διαθέτει στην κατηγορία αυτή δυναμικό τουλάχιστον επτά μονάδων, εφόσον σε αυτό περιλαμβάνει τουλάχιστον έναν μελετητή με πτυχίο Γ΄ τάξης και έναν με πτυχίο Β΄ τάξης και εφόσον η εταιρεία δεν πληροί τους όρους απόκτησης πτυχίου ανώτερης τάξης. Πτυχίο Ε΄ τάξης σε συγκεκριμένη κατηγορία χορηγείται σε εταιρεία μελετών που διαθέτει στην κατηγορία αυτή δυναμικό τουλάχιστον δώδεκα μονάδων, εφόσον σε αυτό περιλαμβάνει δύο μελετητές με πτυχία Γ΄ τάξης και έναν μελετητή με πτυχίο Β΄ τάξης τουλάχιστον. 7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καθορίζονται: α) Οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις εγγραφής και κατάταξης στα μητρώα και τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται. β) Οι όροι και προϋποθέσεις ελέγχου, ανανέωσης, αναθεώρησης και ακύρωσης του πτυχίου, η χρονική διάρκεια ισχύος του, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται και τα αρμόδια για την έκδοση των πτυχίων όργανα. δ) Οι όροι και προϋποθέσεις άσκησης ενδικοφανούς διαδικασίας κατά των διοικητικών πράξεων εγγραφής και κατάταξης στα Μητρώα, αναθεώρησης του πτυχίου, διαγραφής από τα Μητρώα και αφαίρεσης του πτυχίου, τα αποφαινόμενα όργανα και η σχετική διαδικασία. ε) Η αρμόδια για την τήρηση και τον έλεγχο των Μητρώων Διεύθυνση της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ο καθορισμός και η κατανομή των σχετικών αρμοδιοτήτων στα επί μέρους τμήματα αυτής. στ) Οι αρμοδιότητες της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μητρώου της παραγράφου 8, οι ιδιότητες των μελών και οι λεπτομέρειες της λειτουργίας της και της τήρησης των Μητρώων. 8. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων συγκροτείται Γνωμοδοτική Επιτροπή Μητρώου με θητεία δύο (2) ετών, που μπορεί να ανανεώνεται μία ή περισσότερες φορές. Η Επιτροπή λειτουργεί στη Γενική Γραμματεία Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, αποτελείται από δεκατρία (13) μέλη, ένα εκ των οποίων υποδεικνύεται μαζί με τον αναπληρωτή του από το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδος (Τ.Ε.Ε.), ένα μαζί με τον αναπληρωτή του από το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΓΕΩΤ.Ε.Ε.) και ανά ένα υποδεικνύεται μαζί με τον αναπληρωτή του από το Σύνδεσμο Ελληνικών Εταιρειών − Γραφείων Μελετών (Σ.Ε.Γ.Μ.), το Σύλλογο Μελετητών Ελλάδος (Σ.Μ.Ε.) και το Σύλλογο Μελετητών Δημόσιων Έργων Κεντρικής Μακεδονίας (Σ.ΜΕ.Δ.Ε.ΚΕ.Μ.). Στις αρμοδιότητές της περιλαμβάνονται ιδίως η έκδοση γνωμοδοτήσεων σε θέματα εγγραφής, κατάταξης και κάθε είδους μεταβολής των εγγεγραμμένων στα Μητρώα και η εισήγηση για την τροποποίηση του σχετικού με τα Μητρώα νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου. 9. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, μπορεί να συστήνεται στη Γενική Γραμματεία Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Γνωμοδοτική Επιτροπή Ενστάσεων και να καθορίζεται η θητεία της, η σύνθεσή της, η διαδικασία έκδοσης των γνωμοδοτήσεών της και οι εν γένει αρμοδιότητές της. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζονται και οι τροποποιήσεις που επέρχονται στη διαδικασία των διαγωνισμών του νόμου αυτού, ως συνέπεια της σύστασης και των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής. Άρθρο 40 Πειθαρχικός έλεγχος των μελετητών και των εταιρειών μελετών 1. Οι μελετητές, οι εταιρείες μελετών και τα στελέχη των εταιρειών υπόκεινται στον πειθαρχικό έλεγχο του κράτους. Αρμοδιότητα για την άσκηση του ελέγχου έχουν, πέραν των θεσμοθετημένων Επιμελητηρίων για τα μέλη τους και οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. 2. Πειθαρχικό αδίκημα αποτελεί κάθε υπαίτια αντισυμβατική πράξη ή παράλειψη του αναδόχου για την οποία επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές της παραγράφου 3. Ιδίως αποτελούν πειθαρχικά αδικήματα οι ακόλουθες πράξεις: α) Η συνεννόηση για την αποφυγή του πραγματικού συναγωνισμού σε διαγωνισμούς του νόμου αυτού, που τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α΄ ή β΄ ή γ΄ της παραγράφου 3. β) Η δυστροπία επανόρθωσης ελλιπούς ή εσφαλμένης μελέτης, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις, η οποία τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α΄ ή β΄ της παραγράφου 3. γ) Η έκπτωση, που τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α΄ ή β΄ της παραγράφου 3. δ) Η υποβολή ψευδών δηλώσεων κατά τη διαδικασία των διαγωνισμών, που τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α΄ ή β΄ της παραγράφου 3. ε) Η υποκατάσταση κατά την εκπόνηση της μελέτης, χωρίς έγκριση της υπηρεσίας, που τιμωρείται με τις ποινές των περιπτώσεων α΄ ή β΄ της παραγράφου 3. στ) Η αμετάκλητη καταδίκη σε κάποιο από τα αδικήματα της παραγράφου 4 του άρθρου 16, που τιμωρείται με την ποινή της περίπτωσης δ΄. 3. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται είναι οι ακόλουθες, κατά αύξουσα σειρά βαρύτητας: α) ο αποκλεισμός από τους διαγωνισμούς για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) μήνες, β) ο υποβιβασμός της τάξης του πτυχίου σε μία ή περισσότερες κατηγορίες μελετών, γ) η προσωρινή διαγραφή από το μητρώο για χρονικό διάστημα από έξι (6) μήνες έως τρία (3) χρόνια και δ) η οριστική διαγραφή από τα μητρώα. 4. Παράλληλα με την επιβολή των πειθαρχικών ποινών, το αρμόδιο για την επιβολή τους όργανο μπορεί να επιβάλλει παρεπόμενες χρηματικές ποινές υπέρ του Δημοσίου, που κυμαίνονται από 10.000 50.000 ευρώ αναλόγως με τη βαρύτητα και τις συνθήκες τέλεσης του αδικήματος. Για τις ποινές αυτές η αρμόδια για την τήρηση των μητρώων υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων συντάσσει χρηματικούς καταλόγους, τους οποίους αποστέλλει στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) για βεβαίωση και είσπραξη σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. 5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καθορίζονται τα όργανα του πειθαρχικού ελέγχου, η διαδικασία και οι όροι επιβολής και παραγραφής των ποινών, η σχέση της πειθαρχικής με τις λοιπές δίκες και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 41 Διοικητική και δικαστική επίλυση διαφορών 1. Στις περιπτώσεις που ρητά ορίζεται στο νόμο αυτόν, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση εκτελεστής πράξης ή παράλειψης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας που βλάπτει για πρώτη φορά, άμεσα, δικαίωμα του αναδόχου, ασκείται ένσταση μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης. Εφόσον δεν υφίσταται δέσμια αρμοδιότητα της υπηρεσίας για την έκδοση ρητής πράξης, προϋπόθεση ώστε να θεωρηθεί επιτρεπτή η ένσταση κατά παραλείψεως είναι να έχει προηγηθεί η υποβολή εγγράφου αιτήματος του αναδόχου με συγκεκριμένο περιεχόμενο και να παρέλθει ένας τουλάχιστον μήνας από της υποβολής του. Η προθεσμία της ένστασης στην περίπτωση αυτή διαρκεί μέχρι την έγκριση του σταδίου της μελέτης ή την παραλαβή της υπηρεσίας, εκτός αν γνωστοποιηθεί εγγράφως από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία στον ανάδοχο ότι η διοίκηση δεν πρόκειται να εκδώσει ρητή πράξη επί του αιτήματός του. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να τον ενημερώνει κατά το δεύτερο εδάφιο της επόμενης παραγράφου. 2. Μη εκτελεστές πράξεις της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, όπως επιβεβαιωτικές πράξεις ή παραλείψεις, ενημερωτικά έγγραφα της υπηρεσίας και γραπτές υπενθυμίσεις προς τον ανάδοχο των νόμιμων και συμβατικών του υποχρεώσεων δεν προσβάλλονται με ένσταση. Επί της βλαπτικής πράξης ή επί του εγγράφου με το οποίο κοινοποιείται η πράξη στον ανάδοχο, σημειώνεται η προθεσμία ένστασης και η υπηρεσία στην οποία πρέπει να απευθυνθεί, διαφορετικά η προσφυγή που ασκείται στο αρμόδιο δικαστήριο θεωρείται ως παραδεκτή, παρά τη μη τήρηση ή πλημμελή τήρηση της σχετικής προδικασίας σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. 3. Η ένσταση απευθύνεται στην Προϊσταμένη Αρχή και ασκείται με κατάθεση στο πρωτόκολλο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας ή με ταχυδρομική αποστολή επί αποδείξει ή με τηλεομοιοτυπία (FAX) προς τη Διευθύνουσα Υπηρεσία. Ως ημερομηνία κατάθεσης λογίζεται αντίστοιχα η ημερομηνία πρωτοκόλλησης ή η ημερομηνία του αποδεικτικού παραλαβής ή της αποστολής της τηλεομοιοτυπίας (FAX). 4. Η Προϊσταμένη Αρχή αποφασίζει μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της ένστασης. Αν η ένσταση απορριφθεί εν μέρει ή στο σύνολό της ή αν παρέλθει άπρακτη η δίμηνη προθεσμία, ο ανάδοχος μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας σε προθεσμία σαράντα πέντε (45) ημερών, από την κοινοποίηση της απόφασης ή από την άπρακτη πάροδο της δίμηνης προθεσμίας. Αίτηση θεραπείας ασκείται και κατά των βλαπτικών εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων της Προϊσταμένης Αρχής ή του κυρίου του έργου, αν δημιουργείται για πρώτη φορά διαφωνία. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 έχουν συμπληρωματική εφαρμογή στην αίτηση θεραπείας. Στις προθεσμίες της ένστασης και της αίτησης θεραπείας δεν περιλαμβάνεται η ημέρα κοινοποίησης της προσβαλλόμενης πράξης και γενικά ισχύουν οι γενικές διατάξεις περί υπολογισμού των προθεσμιών. 5. Η αίτηση θεραπείας απευθύνεται στον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ή στον καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργό ή στο αρμόδιο κατά το νόμο όργανο του εργοδότη και ασκείται με κατάθεση στο πρωτόκολλο του οργάνου που είναι αρμόδιο για την εκδίκασή της ή με ταχυδρομική αποστολή επί αποδείξει ή με τηλεομοιοτυπία (FAX). Ως ημερομηνία κατάθεσης λογίζεται αντίστοιχα η ημερομηνία πρωτοκόλλησης ή η ημερομηνία του αποδεικτικού παραλαβής ή της αποστολής της τηλεομοιοτυπίας (FAX). Μέσα στην ίδια προθεσμία αντίγραφο της αίτησης κατατίθεται στην Προϊσταμένη Αρχή, με τους τρόπους που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο. 6. Αίτηση θεραπείας μπορεί να ασκήσει και ο κύριος του έργου, αν δεν είναι το Δημόσιο. Αν αρμόδιος να αποφανθεί σε αιτήσεις θεραπείας του αναδόχου είναι ο κύριος του έργου ή όργανό του, στις αιτήσεις θεραπείας που ασκούνται από αυτόν αποφασίζει ο Υπουργός που εποπτεύει τον κύριο του έργου και αν δεν υφίσταται εποπτεία, ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. 7. Αν κύριος του έργου δεν είναι το Δημόσιο, αντίγραφο της αίτησης θεραπείας υποβάλλεται επί ποινή απαραδέκτου, μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 4, στον αντισυμβαλλόμενο του αιτούντος. Στις περιπτώσεις αυτές με την απόφαση επί της ενστάσεως γνωστοποιείται στον ανάδοχο η διαδικαστική προϋπόθεση του προηγούμενου εδαφίου. Για την εξέταση της αίτησης θεραπείας καλείται ο αιτών να προσκομίσει το αποδεικτικό κατάθεσής της στον αντισυμβαλλόμενό του, που μπορεί να υποβάλει τις αντιρρήσεις του, μέσα σε προθεσμία ενός μηνός. Η μη υποβολή αντιρρήσεων δεν θεωρείται ως αποδοχή των ισχυρισμών του αιτούντος. 8. Η αίτηση θεραπείας προσδιορίζει την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, περιλαμβάνει σύντομο ιστορικό της σύμβασης και της διαφωνίας, τους ουσιαστικούς λόγους στους οποίους στηρίζεται, τα αιτήματα του αιτούντος και εφόσον είναι δυνατό, το οικονομικό αντικείμενο της διαφοράς. Η αίτηση συνοδεύεται με αντίγραφο της πράξης που γέννησε τη διαφωνία, της ένστασης και της απόφασης που εκδόθηκε επ' αυτής. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία και η Προϊσταμένη Αρχή διαβιβάζουν στο αρμόδιο για την έκδοση απόφασης όργανο, φάκελο της υπόθεσης με τα συμβατικά τεύχη του έργου, τα οποία δικαιούται να προσκομίσει και ο αιτών. 9. Η απόφαση του αρμόδιου οργάνου εκδίδεται μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Για τη συζήτηση στο τεχνικό συμβούλιο, καλείται από την υπηρεσία που εισηγείται ή τη γραμματεία του συμβουλίου ο ανάδοχος εγγράφως, σε καθορισμένη ημέρα και ώρα που δεν απέχει λιγότερο από δέκα (10) ημέρες από την επίδοση της πρόσκλησης. Η πρόσκληση επιδίδεται με απόδειξη στον ανάδοχο ή τον αντίκλητό του, με δημόσιο όργανο ή με τηλεομοιοτυπία (FAX). Στη συζήτηση καλείται με τον ίδιο τρόπο ο κύριος του έργου που υπέβαλε την αίτηση θεραπείας ή αντιρρήσεις κατ' αυτής. Στη συνεδρίαση ο αιτών παρίσταται είτε αυτοπροσώπως είτε με πληρεξούσιο. 10. Αν κύριος του έργου δεν είναι το Δημόσιο και ασκηθούν αντίθετες αιτήσεις θεραπείας από τον ανάδοχο και τον αντισυμβαλλόμενό του/κύριο του έργου, εξετάζονται ταυτόχρονα από τον εποπτεύοντα Υπουργό ή, αν δεν υπάρχει, τον Υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ακόμα και αν έχει την κατά νόμο αρμοδιότητα για την εξέταση της αίτησης θεραπείας όργανο του κυρίου του έργου. 11. Η συζήτηση της αίτησης θεραπείας στο τεχνικό συμβούλιο αρχίζει με προφορική ανάπτυξη της έγγραφης εισήγησης της υπηρεσίας είτε με παρουσία του αιτούντος και του υποβάλλοντος αντιρρήσεις είτε και χωρίς αν δεν προσήλθαν παρά τη νόμιμη κλήτευσή τους. Ελέγχεται κατ’ αρχήν το εμπρόθεσμο της αίτησης και της ένστασης που τυχόν προηγήθηκε, η επίδοση της αίτησης θεραπείας στον αντισυμβαλλόμενο όταν απαιτείται και οι αντιρρήσεις του αντισυμβαλλομένου αν έχουν υποβληθεί και στη συνέχεια εξετάζεται η νομιμότητα και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων που προβάλλονται. Η εισήγηση περιλαμβάνει επίσης εκτίμηση περί του οικονομικού αντικειμένου της υπόθεσης, αν τούτο είναι εφικτό. Ακολουθεί προφορική συζήτηση υπό τη διεύθυνση του προέδρου του τεχνικού συμβουλίου για την πληρέστερη ενημέρωση των μελών. Η γνώμη του συμβουλίου διαμορφώνεται μετά την αποχώρηση των ενδιαφερομένων, διατυπώνεται στο πρακτικό και υποβάλλεται στο αρμόδιο για την απόφαση όργανο. 12. Η απόφαση επί της αιτήσεως θεραπείας εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από την άσκησή της. Αν απορριφθεί εν όλω ή εν μέρει η αίτηση ή παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει προσφυγή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 42. Αν η αίτηση θεραπείας γίνει δεκτή εν όλω ή εν μέρει, η διαφορά θεωρείται λυμένη κατά το μέρος αυτό και η απόφαση είναι εκτελεστή. 13. Οι προθεσμίες του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων και όσων τάσσονται στα όργανα του εργοδότη και της διοίκησης, δεν τρέχουν κατά το μήνα Αύγουστο. 14. Για τη δικαστική επίλυση των διαφορών που προκύπτουν μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, κατά την εκτέλεση των συμβάσεων του άρθρου 1, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α΄), όπως ισχύουν κάθε φορά. Αρμόδιο δικαστήριο είναι το διοικητικό ή το πολιτικό εφετείο της περιφέρειας στην οποία υπογράφηκε η σύμβαση. Παρέκταση της αρμοδιότητας δεν επιτρέπεται. Άρθρο 42 Άλλες διατάξεις 1. Αν ασκηθεί ποινική δίωξη κατά τεχνικού υπαλλήλου, εξαιτίας πράξεων ή παραλείψεών του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, επιτρέπεται, με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού ή του οργάνου που ασκεί τη διοίκηση του κυρίου του έργου, η οποία εκδίδεται ύστερα από αίτηση του υπαλλήλου, η ανάθεση παροχής υπηρεσιών σε δικηγόρο της επιλογής του, για την υπεράσπισή του σε όλα τα στάδια της σχετικής διαδικασίας, μέχρι την έκδοση αμετακλήτου αποφάσεως και με αμοιβή που υπολογίζεται σύμφωνα με τα ισχύοντα κατώτερα όρια αμοιβών του Κώδικα περί Δικηγόρων. Το σύνολο της αμοιβής καταβάλλεται με την προσκόμιση των αποδείξεων καταβολής του οικείου δικηγορικού συλλόγου, εφόσον ο υπάλληλος απαλλάσσεται της κατηγορίας ή αθωώνεται με αμετάκλητη απόφαση. Οι αμοιβές και λοιπές απαραίτητες για τη διεξαγωγή της διαδικασίας δαπάνες καλύπτονται από τις πιστώσεις της μελέτης ή του έργου, άλλως καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του φορέα. Με απόφαση του Υπουργού στον οποίο υπάγεται ή από τον οποίο εποπτεύεται ο κύριος του έργου προσδιορίζονται ειδικότερα οι όροι και οι λοιπές προϋποθέσεις ανάθεσης, οι καλυπτόμενες δαπάνες και υπηρεσίες, η διαδικασία καταβολής της αμοιβής και κάθε αναγκαία για την εφαρμογή της διάταξης λεπτομέρεια. 2. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που προσλήφθηκε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του Ν. 3212/2003 (ΦΕΚ 308 Α΄) μπορεί να διατίθεται για τη στελέχωση των υπηρεσιών εν γένει του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 3. Οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου του προσωπικού της Υπηρεσίας και των Τομέων Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων (Υ.Α.Σ. και Τ.Α.Σ.) Αττικής, που είχαν παραταθεί δυνάμει της παραγράφου 4 του άρθρου 20 του Ν. 3212/2003 (ΦΕΚ 308 Α΄), παρατείνονται αναδρομικά για το χρονικό διάστημα από τη λήξη τους μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας πρόσληψης προσωπικού σε οργανικές θέσεις αορίστου χρόνου, που συστήθηκαν με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, για στελέχωση των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, προς αντιμετώπιση θεμάτων αντισεισμικού σχεδιασμού και προστασίας και αποκατάστασης των πληγέντων από φυσικές καταστροφές, εφόσον το προσωπικό αυτό προσλήφθηκε για την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων εργασίας αορίστου χρόνου, με τη διαδικασία αυτή. Οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου του προσωπικού που υπηρετούσε με την ίδια σχέση εργασίας στις 30.6.2004 και δεν προσλήφθηκε με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου με την ανωτέρω διαδικασία παρατείνονται αναδρομικά για το χρονικό διάστημα από τη λήξη τους μέχρι τις 28 Ιουλίου 2004. 4. Οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου του προσωπικού των υπηρεσιών αποκατάστασης σεισμοπλήκτων (Τ.Α.Σ. και Γ.Α.Σ.), που κατατάχθηκε σε θέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 12 του άρθρου 17 του Ν. 2839/2000 (ΦΕΚ 196 Α΄), παρατείνονται αναδρομικά για το χρονικό διάστημα από τη λήξη τους μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας. 5. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορούν, έναντι ανταλλάγματος, να διατίθενται προς τρίτους τα κυκλοφοριακά στοιχεία, δηλαδή οι μετρήσεις κυκλοφοριακών φόρτων και μέσων ταχυτήτων, η κυκλοφοριακή κατάσταση και το ποσοστό κατάληψης των αρτηριών, που προέρχονται από το σύστημα ανίχνευσης της κυκλοφορίας που εγκατέστησε το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων σε βασικές οδικές αρτηρίες του Λεκανοπεδίου Αττικής. Με την απόφαση καθορίζονται όλες εν γένει οι σχετικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, όπως ιδίως η τιμή και ο τρόπος διάθεσης, καταβολής και διαχείρισης των ποσών που προκύπτουν ως αντάλλαγμα από τη διάθεση των στοιχείων. 6. Η παράγραφος 27 του άρθρου 16 του Ν. 1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α΄), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 4 του Ν. 2940/2001 (ΦΕΚ 180 Α΄), αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής: «27. Οι δείκτες βιωσιμότητας, όπως ορίζονται στις παραγράφους 23 και 26, λαμβάνονται υπόψη μόνο κατά την τακτική και την, με πρωτοβουλία της επιχείρησης, έκτακτη αναθεώρηση των επιχειρήσεων του Μητρώου Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.ΕΠ.) και δεν θεωρούνται δυσμενές στοιχείο κατά την έννοια της παραγράφου 10, για τη διενέργεια έκτακτης αναθεώρησης της εγγραφής των εργοληπτικών επιχειρήσεων.» 7. Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 14 του άρθρου 17 του Ν. 1418/1984, που προστέθηκε με την παρ. 4 του δωδέκατου άρθρου του Ν. 2338/1995 (ΦΕΚ 202 Α΄), αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Μέχρι την ίδρυση του ανωτέρω νομικού προσώπου, μπορεί να επιβάλλεται στους ενδιαφερομένους, με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, εισφορά για την εγγραφή, κατάταξη, αναθεώρηση εγγραφής και οποιαδήποτε άλλη διαδικασία της Διεύθυνσης Μητρώων και Τεχνικών Επαγγελμάτων της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, ανάλογη με την τάξη, την κατηγορία και τη βαθμίδα του ενδιαφερομένου.» 8. Το έκτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν. 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Στην περίπτωση αυτή παρίσταται και ένας εκπρόσωπος των εργοληπτικών οργανώσεων, που υποδεικνύεται από τις πανελλήνιες εργοληπτικές οργανώσεις με τον αναπληρωτή του, χωρίς να μετέχει στις διαδικασίες του διαγωνισμού.» 9. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του Ν. 3263/2004 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του τεχνικού συμβουλίου κατασκευών, μπορεί να προστίθενται στη διακήρυξη επιπλέον όροι, όταν τούτο ενδείκνυται από το είδος ή την πολυπλοκότητα του προς ανάθεση έργου.» 10. Ο κατά την παρ. 3 του άρθρου μόνου του Ν.Δ. 2726/1953 (ΦΕΚ 325 Α΄) κανονισμός γίνεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Μελετών της Γραμματείας Δημόσιων Έργων και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και ισχύει για τις μελέτες και υπηρεσίες του άρθρου 2 που ανατίθενται από όλες τις αναθέτουσες Αρχές της παρ. 9 του άρθρου 1. Με τον κανονισμό αυτόν ορίζονται αμοιβές κατώτερες και πάντως όχι ανώτερες των αμοιβών που κανονίσθηκαν με την παρ. 7 του άρθρου 4. Με την ίδια απόφαση μπορούν να ορίζονται ανώτατα όρια παραδεκτού των οικονομικών προσφορών που υποβάλλονται για τη σύναψη των σχετικών δημόσιων συμβάσεων. 11. Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 2β του άρθρου 4 του Ν. 1418/1984, όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως ακολούθως: «Για την εφαρμογή της διαδικασίας δημοπράτησης έργου με προεπιλογή και του συστήματος υποβολής προσφοράς που περιλαμβάνει μελέτη-κατασκευή, σύμφωνα με την περίπτωση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, απαιτείται προηγούμενη απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, μετά από γνώμη του Συμβουλίου Κατασκευών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.» 12. Ο χρόνος αναστολής για χορήγηση οικοδομικών αδειών και εκτέλεση οικοδομικών εργασιών που προβλέπεται από την παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν. 2242/1994 (ΦΕΚ 162 Α΄) δύναται με υπουργική απόφαση που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως να παραταθεί όταν δεν έχει ολοκληρωθεί η εκπόνηση και η θεσμοθέτηση των μελετών που αναφέρονται στη διάταξη αυτή. Στην περίπτωση αυτή ο συνολικός χρόνος της αναστολής δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των τριών (3) ετών. Για τις μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη η νέα αναστολή ανατρέχει στο χρόνο που έληξε η προηγούμενη. Εφόσον έχουν υποβληθεί πριν την πρώτη αναστολή αιτήσεως προς έκδοση οικοδομικών αδειών συνοδευόμενες με πλήρη στοιχεία, εφαρμόζονται για την έκδοση των αδειών οι προγενέστερες διατάξεις. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις περιοχές απόλυτης προστασίας που καθορίζονται με τις νέες κανονιστικές ρυθμίσεις. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 45 Γενικές Μεταβατικές διατάξεις 4. Οι περί μητρώων διατάξεις του Ν. 716/1977 και των κανονιστικών πράξεων που εκδόθηκαν για την εφαρμογή του εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν αντιτίθενται στις διατάξεις του νόμου αυτού, μέχρις ότου τεθεί σε ισχύ το προεδρικό διάταγμα κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 7 του άρθρου 39. Οι βεβαιώσεις εγγραφής στα μητρώα (πτυχία), που έχουν εκδοθεί υπό την ισχύ του Ν. 716/1977, ισχύουν για κάθε συνέπεια, μέχρις ότου εκδοθούν νέες βεβαιώσεις κατ’ εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος της παρ. 7 του άρθρου 39. Στη σύνθεση της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μελετών, η οποία συγκροτείται κατά το άρθρο 5 του ν. 716/1977 και εξακολουθεί να λειτουργεί και να ασκεί τις κατά νόμο αρμοδιότητές της, μέχρις ότου συγκροτηθεί η κατά την παρ. 8 του άρθρου 39 του παρόντος Γνωμοδοτική Επιτροπή Μητρώου, επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές: α) ο αριθμός των εκπροσώπων του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος περιορίζεται σε ένα (1) και β) προστίθενται τρία (3) νέα μέλη, ήτοι ένα (1) από το Σύνδεσμο Ελληνικών Γραφείων Μελετών (Σ.Ε.Γ.Μ.), ένα (1) από το Σύλλογο Μελετητών Ελλάδος (Σ.Μ.Ε.) και ένα (1) από το Σύλλογο Μελετητών Δημόσιων Έργων Κεντρικής Μακεδονίας (Σ.ΜΕ.Δ.Ε.ΚΕ.Μ.). Για την αλλαγή της σύνθεσης, και μόνο κατά το μέρος που αφορά στις ως άνω αλλαγές, εκδίδεται, εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, μετά από υπόδειξη των ως άνω μελών, με τους αναπληρωτές τους, από τους οικείους φορείς. 5. Οι αιτήσεις προς την υπηρεσία τήρησης των μητρώων, για την εγγραφή, κατάταξη και αναθεώρηση των πτυχίων, κρίνονται με βάση τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο υποβολής τους, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με το προεδρικό διάταγμα που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του άρθρου 39. 6. Μέχρι την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου 4, η προεκτιμώμενη αμοιβή των συμβάσεων που θα συναφθούν με τις διατάξεις του παρόντος νόμου υπολογίζεται με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία από παρόμοιες μελέτες και τις κείμενες περί αμοιβών μελετητών διατάξεις. 10. Ο κατά την παράγραφο 7 του άρθρου 4 του ν. 3316/2005 κανονισμός προεκτιμώμενων αμοιβών μελετών και υπηρεσιών δεν εφαρμόζεται στις μελέτες και υπηρεσίες που προκηρύσσονται από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.», τον Οργανισμό Κτηματογραφήσεων και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (Ο.Κ.Χ.Ε.). Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων εγκρίνεται ιδιαίτερος κανονισμός για τον καθορισμό των προεκτιμώμενων αμοιβών των μελετών και υπηρεσιών των ως άνω φορέων, εφόσον τούτο δεν έρχεται σε αντίθεση με διατάξεις του κοινοτικού δικαίου. Άρθρο 45Α 2. Ο φάκελος του έργου, υπό την έννοια των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3316/2005, περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον: α) τα τεύχη του Διαγωνισμού, δηλαδή τα τεύχη Προκήρυξης, Συγγραφής Υποχρεώσεων και Τεχνικών Προδιαγραφών, μαζί με τα παραρτήματα και προσαρτήματά τους, β) τον εκάστοτε ισχύοντα Κανονισμό Προεκτιμώμενων Αμοιβών της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, γ) την απόφαση περί έγκρισης των τεχνικών προδιαγραφών, δ) το τεύχος υπολογισμού της προεκτιμώμενης αμοιβής για την προς ανάθεση σύμβαση. Η προεκτιμώμενη αμοιβή υπολογίζεται βάσει του γινομένου των προεκτιμώμενων ποσοτήτων μονάδων φυσικού αντικειμένου με τις τιμές αμοιβών ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου, όπως αυτές προκύπτουν από τον κανονισμό προεκτιμώμενων αμοιβών. Εφόσον η διαδικασία υλοποίησης της σύμβασης πραγματοποιείται με την ανάθεση διαδοχικών συμβάσεων, με καθεμία εκ των οποίων (συμβάσεων), υλοποιείται συγκεκριμένη φάση (τμήμα) της όλης διαδικασίας, η φάση αυτή καθορίζεται στο φάκελο του έργου. Η προεκτιμώμενη αμοιβή, όπως αυτή προκύπτει από τον εκάστοτε ισχύοντα Κανονισμό Προεκτιμωμένων Αμοιβών Μελετών και Υπηρεσιών της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, που εκδίδεται, σύμφωνα με το άρθρο 45 παρ. 10 εδάφιο β΄ του ν. 3316/2005, όπως προστέθηκε με το άρθρο 6 περίπτωση δ΄ του ν. 3481/2006, αποτελεί το ανώτατο όριο, πέραν του οποίου οι οικονομικές προσφορές δεν γίνονται αποδεκτές. Το ίδιο δύναται να ισχύει και για τις επιμέρους τιμές μονάδος φυσικού αντικειμένου ή κατηγορίας μελετών. Η αναπροσαρμογή των τιμών των Κανονισμών για τον καθορισμό των προεκτιμώμενων αμοιβών των μελετών και υπηρεσιών της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 45 παρ. 10 εδάφιο β΄ του ν. 3316/2005, όπως προστέθηκε με το άρθρο 6 περίπτωση δ΄ του ν. 3481/2006, προβλέπεται από τους κανονισμούς αυτούς. Δεν ισχύουν τα εδάφια 3 , 4 και 5 της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 3316/2005, που αφορούν την αναπροσαρμογή των τιμών κανονισμού. 6. Δικαίωμα συμμετοχής ως μέλη σύμπραξης/κοινοπραξίας στις διαδικασίες ανάθεσης μελετών κτηματογράφησης του ν. 2308/1995, όπως ισχύει, και χωρίς τον περιορισμό της παρ. 1 του άρθρου 20 του νόμου, έχουν και τα ακόλουθα φυσικά ή νομικά πρόσωπα: (α) δικηγόροι, εγγεγραμμένοι σε Μητρώο Δικηγορικού Συλλόγου της Ελληνικής Επικράτειας, (β) δικηγορικές εταιρείες υπό την έννοια των διατάξεων του π.δ. 81/2005 (Α΄ 120), εγγεγραμμένες σε Μητρώο Δικηγορικού Συλλόγου της Ελληνικής Επικράτειας, (γ) δικηγόροι-φυσικά πρόσωπα, που δικαιούνται να ασκούν τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες σε κράτος-μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. με έναν από τους αναφερόμενους στο π.δ. 258/1987 επαγγελματικούς τίτλους και (δ) ενώσεις προσώπων, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που έχουν συσταθεί, σύμφωνα με τη νομοθεσία μίας χώρας μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., στο πλαίσιο της οποίας οι δικηγόροι κατά τα ανωτέρω ασκούν τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες συλλογικά και με κοινή επωνυμία. 7. Τα δικαιολογητικά συμμετοχής των ως άνω δικηγόρων και δικηγορικών εταιρειών ως μελών των συμπράξεων/κοινοπραξιών των υποψήφιων αναδόχων, έχουν ως ακολούθως: (α) Οι συμμετέχοντες σε σύμπραξη ή κοινοπραξία της ως άνω παραγράφου 6α του παρόντος άρθρου προσκομίζουν πιστοποιητικό εγγραφής σε Δικηγορικό Σύλλογο της ημεδαπής. (β) Οι συμμετέχοντες σε σύμπραξη ή κοινοπραξία της ως άνω παραγράφου 6β του παρόντος άρθρου προσκομίζουν πιστοποιητικό εγγραφής της δικηγορικής εταιρείας σε Μητρώο Δικηγορικού Συλλόγου της ημεδαπής. (γ) Οι συμμετέχοντες σε σύμπραξη ή κοινοπραξία των περιπτώσεων των παραγράφων 6γ και 6δ του παρόντος άρθρου προσκομίζουν πιστοποιητικά εγγραφής στις επαγγελματικές οργανώσεις του κράτους εγκατάστασής τους, αντίστοιχα με τα αναφερόμενα στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παρούσας παραγράφου. 10. Τα μέλη της αναδόχου σύμπραξης/κοινοπραξίας, συμπεριλαμβανομένων των δικηγόρων, ευθύνονται έναντι της εργοδότριας εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, για κάθε ζημία της τελευταίας από την πλημμελή εκτέλεση της σύμβασης, κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στη σύμπραξη/κοινοπραξία. Σε περίπτωση αφερεγγυότητας κάποιου ή κάποιων μελών της σύμπραξης/κοινοπραξίας, για το αναλογούν στο μέλος αυτό (ή στα μέλη αυτά) ποσό της ζημίας της εργοδότριας, ευθύνονται σε ολόκληρο έναντι αυτής και τα λοιπά μέλη της σύμπραξης/κοινοπραξίας. Σε περίπτωση που όλα τα μέλη της αναδόχου σύμπραξης/κοινοπραξίας, στην οποία μετέχουν και δικηγόροι, καταθέσουν ισάριθμες προς αυτά εγγυητικές επιστολές ή άλλου είδους εγγύηση από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 24 παρ. 2 του ν. 3316/2005, ύψους ανάλογου προς το ποσοστό συμμετοχής εκάστου εξ αυτών στη σύμπραξη/κοινοπραξία, το ποσό που καταπίπτει με απόφαση της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, επιμερίζεται αναλογικά στην εγγυητική επιστολή/εγγύηση εκάστου μέλους της σύμπραξης/κοινοπραξίας, κατά το λόγο συμμετοχής του σε αυτήν. 11. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 21 του ν. 3316/2005 η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, για τη διεξαγωγή των διαγωνισμών του άρθρου αυτού συγκροτεί, με απόφασή της, Επιτροπές Διαγωνισμού που αποτελούνται από πέντε (5) τακτικά μέλη και τους αναπληρωτές τους. Τα μέλη των Επιτροπών αυτών ορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας μετά από κλήρωση που διεξάγεται σε δημόσια συνεδρίαση. Τέσσερα (4) μέλη της Επιτροπής προέρχονται από σχετικό κατάλογο ικανού αριθμού στελεχών της εταιρείας, αντίστοιχων προσόντων και εμπειρίας με το αντικείμενο του διαγωνισμού και εκ των οποίων ένα ορίζεται ως Πρόεδρος αυτής. Ένα (1) μέλος της Επιτροπής προέρχεται, υποχρεωτικά, και κατά την προαναφερόμενη διαδικασία από σχετικό κατάλογο που καταρτίζεται με γνώμη του ΤΕΕ, από τουλάχιστον τριάντα (30) μέλη του και ο οποίος εν τέλει αποστέλλεται στην εταιρεία, μετά από σχετικό αίτημά της, τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από τη διεξαγωγή του διαγωνισμού, ενώ ειδικά για την περίπτωση της διεξαγωγής διαγωνισμού για την ανάθεση – ανάρτηση μελετών δασικών χαρτών ένα (1) από τα μέλη της Επιτροπής είναι δασολόγος που υπηρετεί στη Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ο οποίος υποδεικνύεται μαζί με τον αναπληρωτή του μετά από σχετικό αίτημα της εταιρείας και ένα (1) από τα μέλη της Επιτροπής προέρχεται υποχρεωτικά και σύμφωνα με την προαναφερόμενη διαδικασία από σχετικό κατάλογο που καταρτίζεται με γνώμη του ΓΕΩΤΕΕ από τουλάχιστον τριάντα (30) μέλη του. Ειδικά για τις μελέτες κτηματογράφησης του ν. 2308/1995 ένα από τα ως άνω τέσσερα μέλη της Επιτροπής προέρχεται από σχετικό κατάλογο τουλάχιστον τριάντα δικηγόρων που καταρτίζεται με γνώμη της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας και ο οποίος επίσης αποστέλλεται στην εταιρεία, μετά από σχετικό αίτημά της, τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες πριν τη διεξαγωγή του διαγωνισμού. Στις παραπάνω περιπτώσεις ορισμού μελών της Επιτροπής από το ΤΕΕ και την Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων, η μη εμπρόθεσμη αποστολή των σχετικών καταλόγων παρέχει το δικαίωμα στην εταιρεία να συμπληρώσει τον αριθμό των μελών των Επιτροπών με στελέχη αυτής. Η αμοιβή των μελών της Επιτροπής Διαγωνισμού και της γραμματειακής υποστήριξης αυτής καθορίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 4024/2011, μετά από πρόταση της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ 13. Η τελική αμοιβή αναδόχου μελέτης και υπηρεσίας που προκηρύσσεται από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται δύναται να προκύπτει, κατ’ επιλογή της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται και μετά από σχετική αναφορά στα Τεύχη του Διαγωνισμού είτε κατ’ αποκοπή είτε με επιμέτρηση του συνόλου των μονάδων του φυσικού αντικειμένου που έχουν εκτελεσθεί είτε και σε συνδυασμό αυτών. Στις περιπτώσεις που η τελική αμοιβή του αναδόχου προκύπτει, έπειτα από επιμέτρηση οι υποψήφιοι υποβάλλουν έντυπο οικονομικής προσφοράς στο οποίο αναγράφουν τις προσφερόμενες από αυτούς τιμές μονάδων φυσικού αντικειμένου για τις προεκτιμώμενες από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, ποσότητες μονάδων φυσικού αντικειμένου, την οικονομική προσφορά για κάθε φυσικό αντικείμενο που προκύπτει ως το γινόμενο της προσφερόμενης τιμής μονάδας φυσικού αντικειμένου επί των αντίστοιχων ποσοτήτων, της συνολικής οικονομικής προσφοράς η οποία σε περίπτωση περισσότερων φυσικών αντικειμένων προκύπτει από το άθροισμα των οικονομικών προσφορών των επιμέρους φυσικών αντικειμένων, καθώς και το αντίστοιχο ποσοστό έκπτωσης επί της συνολικής προεκτιμώμενης αμοιβής (%). Ανάδοχος αναδεικνύεται ο υποψήφιος που προσφέρει συνολικά τη χαμηλότερη τιμή. 14. Η αμοιβή του αναδόχου καταβάλλεται τμηματικά. Ειδικότερα: α) Με την υπογραφή της σύμβασης, καθώς και την εντολή έναρξης κάθε επόμενου σταδίου δύναται να χορηγηθεί στον ανάδοχο άτοκη προκαταβολή που ανέρχεται σε ποσοστό από 15% έως 30% της συμβατικής αμοιβής του σταδίου, έναντι ισόποσης εγγυητικής επιστολής, εκδιδομένης κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 24 του ν. 3316/2005. β) Μετά την παρέλευση του μισού συμβατικού χρόνου εκπόνησης κάθε σταδίου και εφόσον, κατά την κρίση της επιβλέπουσας υπηρεσίας, έχει εκπονηθεί εργασία ποσοστού μεγαλύτερου του πενήντα τοις εκατό (50%) του υπόψη σταδίου, καταβάλλεται ανακεφαλαιωτικά ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) της αμοιβής που αντιστοιχεί στο υπόψη στάδιο έναντι εγγυητικής επιστολής για το επιπλέον του υπό α΄ ποσού. γ) Ειδικά ως προς τις μελέτες κτηματογράφησης, ισχύουν τα εξής: Μετά την υποβολή ενδιάμεσων παραδοτέων σταδίου, κατόπιν συνοπτικού ελέγχου της πληρότητας και επάρκειας αυτών, είναι δυνατή η καταβολή, ανακεφαλαιωτικά, ποσοστού επιπλέον του 35% (αυτού του προηγούμενου εδαφίου) και έως 60% της αμοιβής που αντιστοιχεί στο στάδιο εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στα Τεύχη του Διαγωνισμού έναντι εγγυητικής επιστολής για το επιπλέον του υπό α΄ και β΄ ποσού. δ) Μετά την υποβολή των παραδοτέων κάθε σταδίου κατόπιν συνοπτικού ελέγχου της πληρότητας και επάρκειας αυτών, καταβάλλεται ανακεφαλαιωτικά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) της αμοιβής του σταδίου και επιστρέφονται οι εγγυητικές επιστολές των προηγούμενων εδαφίων. ε) Μετά την έγκριση και προσωρινή παραλαβή των παραδοτέων κάθε ενδιάμεσου σταδίου καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) της αμοιβής του σταδίου. στ) Μετά την έγκριση του τελικού σταδίου της σύμβασης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της αμοιβής του τελικού σταδίου ή τριάντα τοις εκατό (30%) με κατάθεση εγγυητικής επιστολής για το επιπλέον πέντε τοις εκατό (5%). ζ) Μετά την τελική παραλαβή του συμβατικού αντικειμένου της σύμβασης, καταβάλλεται το υπόλοιπο της αμοιβής ή επιστρέφεται η εγγυητική επιστολή της προηγούμενης περίπτωσης. Σε περιπτώσεις υπολογισμού της αμοιβής με επιμέτρηση, η αμοιβή του σταδίου των ως άνω περιπτώσεων δ΄, ε΄, στ΄ και ζ΄ προσδιορίζεται κατόπιν επιμέτρησης των εργασιών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα Τεύχη Διαγωνισμού. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 37 του ν. 3316/2005, η απόφαση έγκρισης εκδίδεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την εμπρόθεσμη υποβολή των όλων στοιχείων της παραγράφου 1 του ως άνω άρθρου, εφόσον απαιτούνται. 15. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28 του ν. 3316/2005 κατά την εκτέλεση των μελετών ή παροχής υπηρεσιών του παρόντος, όταν ο ανάδοχος με υπαιτιότητά του δεν εκπληρώνει ή εκπληρώνει πλημμελώς τις συμβατικές του υποχρεώσεις ως προς την παροχή των υπηρεσιών της σύμβασης ή δεν συμμορφώνεται με τις γραπτές εντολές της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, που είναι σύμφωνες με τη σύμβαση ή τις κείμενες διατάξεις, τάσσεται από την τελευταία εύλογη προθεσμία συμμόρφωσης. Μετά την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας συμμόρφωσης, η Διευθύνουσα Υπηρεσία δικαιούται να επιβάλει ποινικές ρήτρες σύμφωνα με τα οριζόμενα στη Συγγραφή Υποχρεώσεων, εφαρμοζόμενων ως προς τα ποσά που καταπίπτουν αναλογικά με τις ημέρες υπέρβασης της ταχθείσας προθεσμίας συμμόρφωσης. Το συνολικό ποσό των ποινικών ρητρών που επιβάλλονται τόσο ως προς την υπέρβαση των τμηματικών προθεσμιών της σύμβασης όσο και ως προς την υπέρβαση των παραπάνω οριζομένων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του ποσού της σύμβασης. 16. Κατά παρέκκλιση της παρ. 4 του άρθρου 29 του ν. 3316/2005, για τις συμπληρωματικές μελέτες και υπηρεσίες, που δεν περιλαμβάνονται στην αρχική σύμβαση, κατά το είδος τους, συντάσσεται μαζί με το Συγκριτικό Πίνακα (Σ.Π.) και Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.). Οι τιμές των νέων εργασιών προκύπτουν από στοιχεία παρεμφερών εργασιών ή αν τέτοια δεν υπάρχουν με αναλυτικό υπολογισμό των εργασιών αφού εφαρμοσθεί σε αυτές το ποσοστό έκπτωσης του αναδόχου επί της συνολικής προεκτιμώμενης αμοιβής της σύμβασης. 19. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 33 του ν. 3316/2005 αν, μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης αναδόχου, η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, αποφασίσει την ολοκλήρωση του αντικειμένου της σύμβασης, μπορεί κατά την κρίση της, να προσκαλέσει τον επόμενο κατά σειρά μειοδότη του διαγωνισμού, στον οποίο αναδείχθηκε ο έκπτωτος ανάδοχος και να του προτείνει να αναλάβει αυτός την ολοκλήρωση του αντικειμένου της σύμβασης, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και βάσει της προσφοράς που υπέβαλε στο διαγωνισμό, εφόσον θεωρεί ικανοποιητική την προσφορά του. Η σύμβαση εκτέλεσης συνάπτεται, εφόσον εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της πρότασης, περιέλθει στην εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, έγγραφη και ανεπιφύλακτη αποδοχή της. Η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας θεωρείται ως απόρριψη της πρότασης. Αν ο ανωτέρω μειοδότης δεν δεχθεί την πρόταση σύναψης σύμβασης, η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, προσκαλεί τον επόμενο κατά σειρά μειοδότη ακολουθώντας την ίδια διαδικασία. Αν και αυτός απορρίψει την πρόταση, η εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, για την ανάδειξη αναδόχου προσφεύγει στη διαδικασία με διαπραγμάτευση, κατά τις οικείες διατάξεις. Η διαδικασία της παραγράφου αυτής μπορεί να εφαρμόζεται αναλογικά και σε περίπτωση ολοκλήρωσης του έργου, ύστερα από αυτοδίκαιη διάλυση της σύμβασης κατόπιν πτώχευσης του αναδόχου ή διάλυσης από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται, κατά τις κείμενες διατάξεις. 20. Η αμοιβή των μελών Επιτροπών Διαγωνισμού που έχουν οριστεί σε διαγωνισμούς που έχουν ήδη προκηρυχθεί από την εταιρεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται και βρίσκονται σε εξέλιξη προσδιορίζονται σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 11 του παρόντος. Για τους ίδιους διαγωνισμούς, ανεξαρτήτως των οριζομένων στην εκάστοτε προκήρυξη, καταργείται η άσκηση ένστασης κατά των πρακτικών των Επιτροπών Διαγωνισμών που εκδίδονται μετά την ισχύ του παρόντος άρθρου και επιτρέπεται, απευθείας, η άσκηση της προδικαστικής προσφυγής της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3886/2010. Για τις περιπτώσεις που τρέχει η προθεσμία της ένστασης και δεν έχει ασκηθεί τέτοια, ασκείται από τους ενδιαφερόμενους η ως άνω προσφυγή εντός δέκα (10) ημερών από την εφαρμογή της παρούσας διάταξης και σε κάθε περίπτωση από τη γνωστοποίηση αυτής (της διάταξης) με επιμέλεια της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται. Σε κάθε περίπτωση ενστάσεις που έχουν ήδη ασκηθεί και, επί αυτών, δεν έχει αποφανθεί η Προϊσταμένη Αρχή, θεωρούνται ως προσφυγές της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3886/2010. Επί των προσφυγών η Προϊσταμένη Αρχή δύναται να αποφαίνεται κατόπιν σχετικής εισήγησης της Επιτροπής Διαγωνισμού. Ως προς τα υπόλοιπα ισχύει το νομικό πλαίσιο που διέπει τους διαγωνισμούς αυτούς. 21. Οι ανάδοχοι των συμβάσεων του παρόντος άρθρου δικαιούνται να εκχωρήσουν τις οικονομικές απαιτήσεις από την εκτέλεση των συμβάσεων σε τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα της επιλογής τους που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Η παρούσα διάταξη έχει εφαρμογή και για απαιτήσεις που προέρχονται από ήδη συναπτόμενες ή προς σύναψη συμβάσεις μεταξύ αναδόχων και της εταιρείας «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», όπως αυτή μετονομάζεται. 22. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται οι με αριθμούς 10.833/2007 (Β΄ 447) και 21.980/23.5.2008 (Β΄ 1054) αποφάσεις του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καθώς και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 45 του ν. 3316/2005, έτσι όπως προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3481/2006 και αντικαταστάθηκε με την παρ. 10 του άρθρου 51 του ν. 4042/2012 (Α΄ 24). Άρθρο 46 Διατηρούμενες και καταργούμενες διατάξεις 1. Διατηρούνται σε ισχύ: α) Οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 6 του ν. 1418/1984, μόνο για τις συμβάσεις με προεκτιμώμενη αμοιβή κάτω των ορίων εφαρμογής των Οδηγιών 2004/17 και 2004/18/ΕΚ. β) η παρ. 10 του άρθρου 3 του Ν. 272/1976, που προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 3 του Ν. 2702/1999, γ) οι ειδικές διατάξεις περί προγραμματικών συμβάσεων, δ) το άρθρο μόνο του Ν.Δ. 2726/1953, εκτός από την παράγραφο 3, η οποία αντικαθίσταται από τις προβλέψεις της παραγράφου 10 του άρθρου 42, ε) η παρ. 5 του άρθρου 7 του Ν. 2364/1995 (ΦΕΚ 252 Α΄), στ) η παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν.Δ. 3785/1957 (ΦΕΚ 208 Α΄), ζ) οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του Ν. 3127/2003 (ΦΕΚ 67 Α΄). η) oι διατάξεις του π.δ. 4/2002 (ΦΕΚ 3 Α΄). 2. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται: α) τα άρθρα του Ν. 3164/2003 εκτός των άρθρων 31 έως 35, β) οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 7 του άρθρου 6 του Ν. 1418/1984, όπως ισχύει. Η κατάργηση της σχετικής υποχρέωσης καταλαμβάνει και τις συμβάσεις μελετών που ανατέθηκαν με το ν. 716/1977. Τυχόν παρακρατηθέντα κατά τη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 6 του ν. 1418/1984 ποσά ή κατατεθείσες εγγυητικές επιστολές επιστρέφονται στους δικαιούχους άμεσα κατόπιν αιτήσεώς τους. γ) η παρ. 10 του άρθρου 4 του Ν. 1418/1984, δ) ειδικές διατάξεις νόμων με τις οποίες εξαιρέθηκαν νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα από την εφαρμογή των κοινών περί μελετών διατάξεων, καθώς και οι κανονισμοί που τυχόν εγκρίθηκαν κατ' εξουσιοδότησή τους, ε) κάθε γενική ή ειδική διάταξη αντίθετη σε διατάξεις του παρόντος νόμου, στ) ο Ν. 716/1977, τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν προς εκτέλεσή του, με την επιφύλαξη της παρ. 4 του προηγούμενου άρθρου. Άρθρο 47 Έναρξη ισχύος Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
  2. Ν 3316/2005 Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής - Κατηγορίες μελετών 1. Ο νόμος αυτός ρυθμίζει τη σύναψη και εκτέλεση όλων των δημοσίων συμβάσεων, ανεξαρτήτως αξίας, για την εκπόνηση μελετών και παροχή λοιπών υπηρεσιών μηχανικού και των άλλων ελευθερίων επαγγελμάτων των κατηγοριών μελετών της παραγράφου 2, που εμπίπτουν καθ’ ύλην στο «Παράρτημα ΙΙ Α» της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ και στο «Παράρτημα XVIIΑ» της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, όπως εκάστοτε ισχύουν, όταν οι μελέτες δεν εκπονούνται και οι υπηρεσίες δεν παρέχονται από το προσωπικό της αναθέτουσας Αρχής. Για τις ανωτέρω συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω Οδηγιών, ο παρών νόμος εναρμονίζει το εθνικό δίκαιο προς αυτές. 2. Οι μελέτες ή και υπηρεσίες επίβλεψης μελετών και έργων, ανάλογα με το αντικείμενό τους, διακρίνονται στις ακόλουθες κατηγορίες: (1) Χωροταξικές και ρυθμιστικές μελέτες. (2) Πολεοδομικές και ρυμοτομικές μελέτες. (3) Οικονομικές μελέτες. (4) Κοινωνικές μελέτες. (5) Μελέτες οργάνωσης και επιχειρησιακής έρευνας. (6) Αρχιτεκτονικές μελέτες κτιριακών έργων. (7) Ειδικές αρχιτεκτονικές μελέτες (διαμόρφωσης εσωτερικών και εξωτερικών χώρων, αποκατάστασης μνημείων, διατήρησης παραδοσιακών κτιρίων, οικισμών και τοπίου). ( 8 ) Στατικές μελέτες (μελέτες φερουσών κατασκευών κτιρίων και μεγάλων ή ειδικών τεχνικών έργων). (9) Μηχανολογικές, ηλεκτρολογικές και ηλεκτρονικές μελέτες (10) Μελέτες συγκοινωνιακών έργων (οδών, σιδηροδρομικών γραμμών, μικρών τεχνικών έργων, έργων υποδομής αερολιμένων) και κυκλοφοριακές μελέτες. (11) Μελέτες λιμενικών έργων. (12) Μελέτες μεταφορικών μέσων (χερσαίων, πλωτών, εναέριων). (13) Μελέτες υδραυλικών έργων (εγγειοβελτιωτικών έργων, φραγμάτων, υδρεύσεων, αποχετεύσεων) και διαχείρισης υδατικών πόρων. (14) Ενεργειακές μελέτες (θερμοηλεκτρικές, υδροηλεκτρικές, πυρηνικές, ήπιων μορφών ενέργειας). (15) Βιομηχανικές μελέτες (προγραμματισμού, σχεδιασμού και λειτουργίας). (16) Μελέτες τοπογραφίας (γεωδαιτικές, φωτογραμμετρικές, χαρτογραφικές, κτηματογραφικές και τοπογραφικές). (17) Χημικές μελέτες και έρευνες. (18) Μελέτες Χημικής Μηχανικής και Χημικών Εγκαταστάσεων. (19) Μεταλλευτικές μελέτες και έρευνες. (20) Γεωλογικές, υδρογεωλογικές και γεωφυσικές μελέτες και έρευνες. (21) Γεωτεχνικές μελέτες και έρευνες. (22) Εδαφολογικές μελέτες και έρευνες. (23) Γεωργικές μελέτες (γεωργοοικονομικές, γεωργοτεχνικές εγγείων βελτιώσεων, γεωργοκτηνοτροφικού προγραμματισμού, γεωργοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων). (24) Δασικές μελέτες (διαχείρισης δασών και ορεινών βοσκοτόπων, δασοτεχνικής διευθέτησης ορεινών λεκανών χειμάρρων, αναδασώσεων, δασικών οδών, δασικών μεταφορικών εγκαταστάσεων και κατάρτισης δασικών χαρτών). (25) Μελέτες φυτοτεχνικής διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου και έργων πρασίνου. (26) Αλιευτικές μελέτες. (27) Περιβαλλοντικές μελέτες. (28) Μελέτες συστημάτων πληροφορικής και δικτύων. 3. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ή κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, προσδιορίζεται το αντικείμενο κάθε κατηγορίας και η αντιστοιχία του με το γνωστικό αντικείμενο των μελετητών που δικαιούνται να εγγραφούν ανά κατηγορία στο μητρώο του άρθρου 39. Με την ίδια απόφαση μπορούν να διαιρούνται ή ενοποιούνται εν γένει οι παραπάνω κατηγορίες, μετά από γνώμη της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μητρώου (Γ.Ε.Μ.) και του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται τα ζητήματα που προκαλούν οι τροποποιήσεις των κατηγοριών, ιδίως στα Μητρώα του άρθρου 39, στα ισχύοντα πτυχία, στις εκκρεμείς διαδικασίες σύναψης συμβάσεων και στις εκκρεμείς συμβάσεις. 4. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να επεκτείνεται εν όλω ή εν μέρει το πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού και σε δημόσιες συμβάσεις παροχής άλλων υπηρεσιών του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ και του Παραρτήματος XVII της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Με όμοιο διάταγμα που εκδίδεται μετά από γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος μπορούν να προστίθενται κατηγορίες μελετών ή υπηρεσιών στις κατηγορίες της παραγράφου 2 και ρυθμίζονται τα ζητήματα που προκαλεί η σχετική προσθήκη, ιδίως στα Μητρώα του άρθρου 39, στα ισχύοντα πτυχία, στις εκκρεμείς διαδικασίες σύναψης συμβάσεων και στις εκκρεμείς συμβάσεις. Άρθρο 2Α Δωρεά μελετών Με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού ή του οργάνου διοίκησης άλλης αρμόδιας αρχής, μπορεί να εγκρίνεται η εκπόνηση μελέτης ή μέρους της, ή η παροχή υπηρεσιών, από ενδιαφερόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, προς το σκοπό δωρεάς και χωρίς αντάλλαγμα εκ μέρους του δωρεοδόχου σε φορείς του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα. Με την εγκριτική απόφαση καθορίζονται οι όροι, υπό τους οποίους θα εκπονηθεί η μελέτη ή θα παρασχεθούν οι υπηρεσίες και θα διενεργηθεί η επίβλεψη εκ μέρους των οργάνων του δωρεοδόχου και η παράδοση και έγκριση της μελέτης από τις αρμόδιες υπηρεσίες του. Εφόσον, εκ του είδους της μελέτης, δεν απαιτείται περιβαλλοντική ή άλλη αδειοδότηση κατά τη διάρκεια εκπόνησής της, επιτρέπεται η αποδοχή δωρεάς εκπονηθείσας μελέτης, χωρίς να έχει προηγηθεί έγκριση της εκπόνησής της κατά το προηγούμενο εδάφιο. Με όμοιες αποφάσεις ορίζονται οι διαδικασίες και τα όργανα έγκρισης και υλοποίησης της μελέτης. Για την έκδοση απόφασης αποδοχής δωρεάς εκπονηθείσας μελέτης απαιτούνται: α) η δημοσίευση ανακοίνωσης για την υποβολή σχετικού αιτήματος του ενδιαφερομένου, στις ιστοσελίδες της αναθέτουσας αρχής και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας και η πάροδος προθεσμίας ενός μήνα, μέσα στην οποία μπορεί κάθε ενδιαφερόμενος να υποβάλει παρατηρήσεις επί της μελέτης και β) η μετά την πάροδο της μηνιαίας προθεσμίας έκδοση σύμφωνης γνώμης του οικείου Τεχνικού Συμβουλίου του δωρεοδόχου, στο οποίο διαβιβάζονται από την αρμόδια αρχή οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν. Οι υπηρεσίες τήρησης των ιστοσελίδων του προηγούμενου εδαφίου εκδίδουν σχετικές βεβαιώσεις για την ημερομηνία τον συνολικό χρόνο ανάρτησης της ανακοίνωσης, οι οποίες τίθενται υπόψη του Τεχνικού Συμβουλίου. Άρθρο 3 Προγραμματική σύμβαση 1. Εφόσον ο κύριος του έργου δεν διαθέτει επαρκή τεχνική στελέχωση για την προετοιμασία, τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης και τη διοίκηση μελέτης ή έργου, κυρίως δε για τον καθορισμό των γενικών και των τεχνικών όρων με τους οποίους θα εκτελεσθεί η σύμβαση, τη διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης έργου, μελέτης ή υπηρεσίας, την εποπτεία της διοίκησης ή και τη διοίκηση των συμβάσεων, την έγκριση των μελετών και την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης, ζητά από την Αρχή στην οποία υπάγεται ή από την οποία εποπτεύεται, την άσκηση των ως άνω αρμοδιοτήτων, αν δεν ορίζεται αλλιώς από ειδικές διατάξεις. Εφόσον η Αρχή αυτή δεν διαθέτει επαρκή τεχνική υπηρεσία, τις σχετικές αρμοδιότητες ασκεί η Περιφέρεια της έδρας του. Οι σχετικές αρμοδιότητες ασκούνται από τα καθ’ ύλην αρμόδια όργανα ή υπηρεσίες των Αρχών της παραγράφου αυτής. 2. Αν οι Αρχές της προηγούμενης παραγράφου αδυνατούν να ασκήσουν τις πιο πάνω αρμοδιότητες, ο κύριος του έργου μπορεί να αναθέτει με προγραμματική σύμβαση σε άλλη αναθέτουσα Αρχή (εντολοδόχο) μέρος ή το σύνολο αυτών. Στη σύμβαση ορίζονται τουλάχιστον: α) Το αντικείμενο της σύμβασης, το πρόγραμμα εκτέλεσης της μελέτης ή υπηρεσίας και η προεκτιμώμενη συνολική δαπάνη. β) Τα καθήκοντα της εντολοδόχου. γ) Ο τρόπος κάλυψης των αναγκαίων για την εκπλήρωση της σύμβασης δαπανών της εντολοδόχου και οι λεπτομέρειες της καταβολής της. δ) Οι ποινικές ρήτρες και άλλες συνέπειες σε βάρος της εντολοδόχου σε περίπτωση υπαίτιας πλημμελούς εκπλήρωσης της εντολής. ε) Οι όροι διαπίστωσης της εκπλήρωσης των καθηκόντων της εντολοδόχου και της λήξης της εντολής. στ) Ο τρόπος και οι όροι χρηματοδότησης των συμβάσεων που θα αναθέσει η εντολοδόχος αναθέτουσα Αρχή. ζ) Οι όροι άσκησης του τεχνικού, οικονομικού και λογιστικού ελέγχου του κυρίου του έργου κατά τις φάσεις εκπλήρωσης της εντολής. η) Οι πράξεις και ενέργειες της εντολοδόχου πριν από τις οποίες απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του κυρίου του έργου. 3. Η εντολοδόχος ευθύνεται έναντι του κυρίου του έργου για την καλή εκτέλεση των καθηκόντων της και έναντι των τρίτων ευθύνεται εις ολόκληρον με τον κύριο του έργου. Αν στη σύμβαση δεν ορίζεται διαφορετικά, εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως τον κύριο του έργου έναντι των τρίτων κατά την ενάσκηση των καθηκόντων της έως τη λήξη της εντολής. Αποφαινόμενα όργανα της συγκεκριμένης κάθε φορά σύμβασης είναι τα αρμόδια όργανα της εντολοδόχου. 4. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να καθορίζονται προδιαγραφές επάρκειας των τεχνικών υπηρεσιών όλων εν γένει των αναθετουσών Αρχών, για την προετοιμασία, τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης και τη διοίκηση μελέτης ή έργου, ανάλογα με το είδος, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των έργων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΥΝΑΨΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Άρθρο 4 Προκαταρκτικές ενέργειες του κυρίου του έργου για την ανάθεση των συμβάσεων 1. Η διαδικασία για σύναψη σύμβασης μελέτης ή παροχής υπηρεσιών, προϋποθέτει τη δημιουργία φακέλου έργου, με μέριμνα της υπηρεσίας που έχει την ευθύνη της διεξαγωγής του διαγωνισμού και έγκριση του οργάνου που έχει την αρμοδιότητα για την ανάθεση της σύμβασης και το οποίο εντάσσει τις προς ανάθεση συμβάσεις σε πρόγραμμα χρηματοδότησης. Ο φάκελος του έργου συμπληρώνεται και επικαιροποιείται σε όλα τα στάδια έγκρισης των μελετών και ακολουθεί το έργο έως την οριστική παραλαβή του και περιλαμβάνει ιδίως: α) Το Τεύχος Τεχνικών Δεδομένων του έργου. Το περιεχόμενο του τεύχους αποτελείται κυρίως από την τεχνική περιγραφή του προς μελέτη έργου με τα κύρια λειτουργικά του χαρακτηριστικά, αναφορά στα διαθέσιμα στοιχεία και προηγούμενες μελέτες που σχετίζονται με την υπό ανάθεση μελέτη ή υπηρεσία, αναφορά στις τοπικές συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες του έργου και της ευρύτερης περιοχής, και ιδίως στις υφιστάμενες περιβαλλοντικές, αρχαιολογικές και άλλες δεσμεύσεις ως προς το σχεδιασμό του έργου, τις διαθέσιμες υποστηρικτικές μελέτες (γεωλογικές, γεωτεχνικές κ.λπ.) που απαιτούνται για την προώθηση της μελέτης και ποσοτικά στοιχεία φυσικού αντικειμένου του, που κατά την εκτίμηση του κυρίου του έργου απαιτούνται για την υλοποίηση του έργου και χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των προεκτιμώμενων αμοιβών. β) Την τεκμηρίωση της σκοπιμότητας του έργου. γ) Το πρόγραμμα των απαιτούμενων μελετών και υπηρεσιών. δ) Την απαιτούμενη δαπάνη, που περιλαμβάνει τις προβλέψιμες επί μέρους προεκτιμώμενες αμοιβές των μελετών και συναφών υπηρεσιών και την προεκτίμηση της δαπάνης κατασκευής του έργου. 2. Η προεκτιμώμενη αμοιβή υπολογίζεται με βάση τις τιμές αμοιβών ανά κατηγορία έργου και μονάδα φυσικού αντικειμένου, που ορίζονται με την υπουργική απόφαση της παραγράφου 7 και τα ποσοτικά στοιχεία του προς ανάθεση έργου, όπως αυτά περιλαμβάνονται στο Τεύχος Τεχνικών Δεδομένων του έργου. Για εργασίες που δεν τιμολογούνται στην υπουργική απόφαση, η προεκτιμώμενη αμοιβή προσδιορίζεται με βάση τα ποσοτικά στοιχεία του προς ανάθεση έργου και συγκριτικά στοιχεία από αμοιβές συναφών μελετών. 3. Για τη διεξαγωγή διαγωνισμού του νόμου αυτού η αναθέτουσα Αρχή εγκρίνει τα αντίστοιχα συμβατικά τεύχη, που περιλαμβάνουν το φάκελο έργου και τη Συγγραφή Υποχρεώσεων. Προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας ανάθεσης οριστικής μελέτης είτε μεμονωμένα είτε με άλλα στάδια μελετών είναι η ένταξη του έργου στον προγραμματικό σχεδιασμό του φορέα. 4. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ή του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, καθορίζονται ειδικότερα οι ενέργειες και τα στοιχεία που απαιτούνται για την προετοιμασία του κυρίου του έργου ανά κατηγορία ή κατηγορίες μελετών και το ειδικότερο περιεχόμενο του φακέλου του έργου, των προκαταρκτικών μελετών ανά κατηγορία μελέτης των προκαταρκτικών μελετών και των τεχνικών εκθέσεων των παραγράφων 3α του άρθρου 6 και 4α του άρθρου 7. 5. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται τα αρχεία που είναι υποχρεωμένες να τηρούν οι υπηρεσίες που εκτελούν μελέτες, υπηρεσίες και έργα, για την παροχή πληροφοριών κατά τον προγραμματισμό άλλων έργων και την προεκτίμηση της δαπάνης των σχετικών συμβάσεων, η πρόσβαση στα αρχεία, η αξιοποίησή τους από άλλες υπηρεσίες και αναθέτουσες Αρχές, ο συντονισμός των υπηρεσιών, η αρμόδια, για την τήρηση κεντρικού αρχείου και την παροχή οδηγιών προς τις αναθέτουσες Αρχές, υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και κάθε σχετικό θέμα. 6. Ο κύριος του έργου δύναται να αναθέτει την εκτέλεση μέρους ή του συνόλου της προετοιμασίας του φακέλου του έργου με δημόσια σύμβαση του νόμου αυτού. 7. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Μελετών της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, εγκρίνεται, με βάση τις ισχύουσες εκάστοτε τεχνικές προδιαγραφές, κανονισμός προεκτιμώμενων αμοιβών μελετών και υπηρεσιών, που περιλαμβάνει: (α) ενιαίες τιμές προεκτιμώμενων αμοιβών μελετών ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου και κατηγορία έργου, με βάση, κυρίως, τα προβλεπόμενα στάδια μελέτης και τις ποσότητες των ομοίων ή τυποποιημένων φυσικών αντικειμένων, ώστε να αποφεύγεται ο πολλαπλασιασμός της αμοιβής στην περίπτωση αυτή και (β) ενιαίες τιμές προεκτιμώμενων αμοιβών υπηρεσιών είτε ανά μονάδα φυσικού αντικειμένου και κατηγορία έργου, λαμβάνοντας υπόψη και τις ποσότητες των ομοίων ή τυποποιημένων φυσικών αντικειμένων ώστε να αποφεύγεται ο πολλαπλασιασμός της αμοιβής στην περίπτωση αυτή είτε ανά μονάδα χρόνου απασχόλησης των προσώπων (ανθρωπομήνες) που ασχολούνται με την παροχή της υπηρεσίας, με βάση τα προσόντα και την εμπειρία τους. Μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης, η εφαρμογή των τιμών του κανονισμού για τον καθορισμό της προεκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων είναι υποχρεωτική για τις αναθέτουσες Αρχές, οι οποίες λαμβάνουν επιπρόσθετα υπόψη όλα τα στοιχεία που επηρεάζουν, κατά την κρίση τους, τη συνολική δαπάνη της σύμβασης, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της και τον επικαιροποιημένο φάκελο του έργου. Οι τιμές του κανονισμού αναπροσαρμόζονται κάθε έτος, με βάση τον επίσημο δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους. Μέχρι τις 20 Μαρτίου κάθε έτους αποστέλλεται από την αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων σχετικό έγγραφο προς τους φορείς που αναθέτουν μελέτες και υπηρεσίες του νόμου αυτού. Οι προκηρύξεις που εγκρίνονται μετά την ημερομηνία αυτή λαμβάνουν υποχρεωτικά υπόψη την αναπροσαρμογή των τιμών, για τον προσδιορισμό της προεκτιμώμενης αμοιβής. 8. Οι οικονομικές προσφορές που υποβάλλονται στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων των άρθρων 6 έως 10 συντάσσονται με τήρηση των εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων σχετικά με την αμοιβή των μελετών και υπηρεσιών του άρθρου 2. Οι αναθέτουσες Αρχές αναφέρουν στις προκηρύξεις τις διατάξεις αυτές. Άρθρο 5 Διαδικασίες ανάθεσης μελετών Η Προϊσταμένη Αρχή επιλέγει, αναλόγως των στοιχείων του φακέλου του έργου και των ιδιαιτεροτήτων της προς ανάθεση μελέτης, μία εκ των διαδικασιών ανάθεσης των επόμενων παραγράφων: 1. Όταν πρόκειται περί μελέτης σύνθετου έργου που επιδέχεται εναλλακτικές λύσεις, ανατίθενται με την ίδια προκήρυξη η προκαταρκτική μελέτη και η προμελέτη, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6. 2. Ο κύριος του έργου μπορεί να αναθέσει μεμονωμένα την προκαταρκτική μελέτη, με ανάλογη προσαρμογή της προκήρυξης της παραγράφου 2 του άρθρου 6 και εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 3 έως 6 του ίδιου άρθρου. Στην περίπτωση αυτή οι ανάδοχοι υποβάλλουν τις προκαταρκτικές μελέτες και τα επιπλέον στοιχεία του φακέλου της τεχνικής προσφοράς του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 6, χωρίς οικονομική προσφορά. Οι μελέτες αξιολογούνται και βαθμολογούνται ως προς την προτεινόμενη τεχνική λύση κατά τις διατάξεις της παραγράφου 9α, κατατάσσονται και καταβάλλεται η ορισθείσα από την προκήρυξη αμοιβή, κατά την παράγραφο 14 του άρθρου 6. Στον ανάδοχο με την ανώτερη βαθμολογία η αμοιβή καταβάλλεται προσαυξημένη κατά πενήντα τοις εκατό (50%). Επί ισοβαθμίας η προσαύξηση κατανέμεται μεταξύ των ισοβαθμούντων. Η διαδικασία της παραγράφου αυτής και της προηγούμενης εφαρμόζεται για μελέτες που ανήκουν κατά κύριο λόγο σε μία από τις κατηγορίες μελετών υπ’ αριθ. 6 (αρχιτεκτονικές μελέτες κτιριακών έργων), 8 (στατικές), 9 (μηχανολογικές, ηλεκτρολογικές και ηλεκτρονικές), 10 (συγκοινωνιακών έργων), 11 (λιμενικών έργων) και 13 (υδραυλικές) του άρθρου 2. 3. Όταν πρόκειται περί μελετών κτιριακών έργων και έργων διαμόρφωσης ή ανάπλασης ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων, η προμελέτη και τα μετά από αυτήν στάδια της μελέτης ανατίθενται, με εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 7 έως 14 του άρθρου 6. Όπου στο άρθρο αυτό αναφέρεται η προμελέτη νοούνται αντίστοιχα τα υπολειπόμενα στάδια της μελέτης. Η διαδικασία αυτή μπορεί να τύχει εφαρμογής, κατόπιν απόφασης της Προϊσταμένης Αρχής που εκδίδεται μετά από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, στις κατηγορίες των μελετών του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2, ιδίως αν η μελέτη κρίνεται πρωτότυπη ή παρίσταται επείγουσα ανάγκη διεκπεραίωσης αυτής. 4. Όταν η φύση της κατηγορίας της μελέτης το επιτρέπει και ο κύριος του έργου εκτιμά ότι, με τη σύνταξη της προκαταρκτικής μελέτης και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων βοηθητικών μελετών και ερευνών θα καταστεί δυνατός ο σαφής προσδιορισμός του τεχνικού αντικειμένου της μελέτης, μπορεί να προβεί σε ενιαία προκήρυξη της προκαταρκτικής και της οριστικής μελέτης, με παράλειψη του ενδιάμεσου σταδίου. Στην περίπτωση αυτήν εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία του άρθρου 6 και ως προμελέτη νοείται αντίστοιχα η οριστική μελέτη. 5. Εφόσον συντρέχει μία από τις παρακάτω περιπτώσεις, είναι δυνατή η προκήρυξη της πλήρους μελέτης ή επί μέρους σταδίων αυτής, με ανάλογη εφαρμογή της διαδικασίας του άρθρου 7: α) Όταν δεν απαιτούνται τεχνικά στοιχεία άλλα, πέραν των ήδη περιεχομένων στο φάκελο έργου, όπως κατά κύριο λόγο στις τοπογραφικές μελέτες ή γεωτεχνικές εργασίες. β) Όταν περιέχονται στο φάκελο του έργου επαρκή τεχνικά στοιχεία, ιδίως μελέτες προηγούμενων σταδίων. γ) Όταν πρόκειται περί μικρού ή απλού έργου ή έργου χωρίς αβεβαιότητες ως προς την τεχνική λύση. δ) Όταν πρόκειται για έργα που χρηματοδοτούνται από κοινοτικά προγράμματα με περιοριστικές προθεσμίες απορρόφησης. ε) Όταν πρόκειται περί μελετών που, κατά τις ισχύουσες προδιαγραφές, εκπονούνται σε ένα στάδιο, όπως ιδίως των κυκλοφοριακών, οικονομικών και κοινωνικών, ή των μελετών που εκπονούνται κατ' ουσίαν σε ένα στάδιο, όπως οι χωροταξικές, ρυθμιστικές, πολεοδομικές και ρυμοτομικές. Στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παραγράφου αυτής, για την έγκριση της προκήρυξης απαιτείται προηγούμενη γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου και στην περίπτωση δ΄ απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. 6. Όταν πρόκειται περί μελετών αξιόλογων τεχνικών έργων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που έχουν ευρύτερη κοινωνική, αρχιτεκτονική, πολεοδομική και περιβαλλοντική σημασία και η λειτουργία τους, ο όγκος τους ή άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους έχουν επίδραση στο ευρύτερο δομημένο ή φυσικό περιβάλλον, όπως είναι ιδίως σημαντικά κτιριακά έργα, έργα επαναλαμβανόμενου τύπου, μνημεία ή μνημειακά έργα, έργα διαμόρφωσης ή ανάπλασης ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων με υπερτοπικό ή ιστορικό χαρακτήρα ή παρεμβάσεων πολεοδομικού επιπέδου ιδιαίτερης σημασίας η επιλογή του αναδόχου διενεργείται με αρχιτεκτονικό διαγωνισμό ή διαγωνισμό μελετών. Στους διαγωνισμούς αυτούς δεν υποβάλλονται οικονομικές προσφορές και η προκήρυξη καθορίζει τουλάχιστον τον αριθμό και το χρηματικό ποσό των προς απονομή βραβείων, τη σύνθεση της κριτικής επιτροπής, την εξαγορά ή μη λύσεων πέραν των βραβευομένων από τον κύριο του έργου, την προεκτιμώμενη αμοιβή για την εκπόνηση του συνόλου της μελέτης και των απαιτούμενων υποστηρικτικών μελετών και την πηγή χρηματοδότησης του διαγωνισμού και της μελέτης. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, προσδιορίζονται ειδικότερα οι περιπτώσεις στις οποίες είναι υποχρεωτική η διενέργεια διαγωνισμού μελετών και κάθε λεπτομέρεια που αφορά τη διαδικασία προκήρυξης και διενέργειας του διαγωνισμού. Μέχρι την έκδοση της απόφασης οι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί διεξάγονται κατά τις κείμενες περί αυτών διατάξεις. Όταν ο διαγωνισμός εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των Οδηγιών 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ, εφαρμόζονται και οι σχετικές περί διαγωνισμών μελετών διατάξεις αυτής. Όταν προκηρύσσονται διεθνείς διαγωνισμοί ισχύουν επίσης οι κανονισμοί της Διεθνούς Ένωσης Αρχιτεκτόνων (UIA). Άρθρο 14 Δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες 2. Στις διαδικασίες για την ανάθεση σύμβασης εκπόνησης μελέτης ή σύμβασης υπηρεσιών που αφορά σε μελέτες ή επιβλέψεις μελετών και έργων δικαιούνται να συμμετέχουν εγκατεστημένα στην Ελλάδα φυσικά και νομικά πρόσωπα, εφόσον είναι εγγεγραμμένα στις κατά νόμο απαιτούμενες τάξεις και κατηγορίες του Μητρώου Μελετητών ή του Μητρώου Εταιρειών Μελετών, που τηρούνται από το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Η εγγραφή στα Μητρώα και η διατήρηση σε ισχύ της εγγραφής με τις νόμιμες αναθεωρήσεις της αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ανάληψη της εκπόνησης μελέτης, κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού. Το δικαίωμα συμμετοχής κρίνεται τόσο κατά την υποβολή της αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή της προσφοράς όσο και κατά τη σύναψη της σύμβασης. Δεν αποτελεί λόγο αποκλεισμού από το διαγωνισμό η αναθεώρηση του πτυχίου και η κατάταξη σε μεγαλύτερη τάξη πτυχίου από την καλούμενη, εφόσον ο υποψήφιος ανήκε στην καλούμενη τάξη κατά την υποβολή αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή προσφοράς στο διαγωνισμό. Αποτελεί λόγο αποκλεισμού ο υποβιβασμός του πτυχίου σε τάξη που δεν καλείται στο διαγωνισμό και η διαγραφή από το Μητρώο Μελετητών. 3. Για τη συμμετοχή στη διαδικασία ανάθεσης υπηρεσιών επίβλεψης δημόσιου έργου κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2, οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να αποδεικνύουν, εκτός από την εγγραφή τους στο Μητρώο του άρθρου 39, εμπειρία από την κατασκευή ή επίβλεψη έργων της αντίστοιχης κατηγορίας. Το επίπεδο της απαιτούμενης εμπειρίας εκφραζόμενο σε έτη ορίζεται στην προκήρυξη, πρέπει να βρίσκεται σε αναλογία με τις ιδιαιτερότητες του προς επίβλεψη έργου και να καλύπτεται από την ομάδα επίβλεψης στην οποία μπορεί να συμμετέχει μηχανικός υποκείμενος στα ασυμβίβαστα των εδαφίων γ΄ και ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 39, με αποδεδειγμένη εμπειρία σε κατασκευή έργων της αντίστοιχης κατηγορίας, η οποία μπορεί να προκύπτει είτε από σχετικά πιστοποιητικά και έγγραφα είτε και από την εγγραφή του στην αντίστοιχη κατηγορία έργου του Μητρώου Εμπειρίας Κατασκευαστών (Μ.Ε.Κ.), που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΑΝΑΘΕΣΗΣ Άρθρο 19 Μελέτες εργολαβικών συμβάσεων 1. Σε όλες τις περιπτώσεις ανάθεσης και εκτέλεσης συμβάσεων δημόσιων έργων, στις οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, αναλαμβάνεται η υποχρέωση εκπόνησης ή τροποποίησης μελέτης από την εργοληπτική επιχείρηση που πρόκειται να εκτελέσει ή εκτελεί δημόσιο έργο, η μελέτη αυτή ή η τροποποίηση εγκρίνεται από την αναθέτουσα Αρχή ή τον εργοδότη, μόνον εφόσον έχει εκπονηθεί και υπογραφεί νόμιμα από πρόσωπα που έχουν την ιδιότητα του μελετητή για την εκπόνηση των μελετών δημόσιων έργων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, τα οποία έχουν γνωστοποιηθεί στην αναθέτουσα Αρχή και έχουν γίνει αποδεκτά από αυτήν ρητώς ή σιωπηρώς. Η αντικατάσταση γνωστοποιηθέντος μελετητή γίνεται μόνο με ρητή έγκριση της αναθέτουσας Αρχής. 2. Η αμοιβή μελέτης που εκπονείται κατά την παράγραφο 1 υπολογίζεται κατά τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις σχετικά με την αμοιβή των μελετών και τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 4. 3. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να ορίζονται οι απαραίτητες διαδικασίες για την εξασφάλιση της καταβολής της ελάχιστης νόμιμης αμοιβής του μελετητή. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής η αμοιβή καταβάλλεται κατά τις ισχύουσες διατάξεις. Άρθρο 21 Επιτροπή Διαγωνισμού 1. Για τη διεξαγωγή των διαγωνισμών του νόμου αυτού η Προϊσταμένη Αρχή συγκροτεί με απόφασή της Επιτροπή Διαγωνισμού, που αποτελείται από τρία μέλη. Δύο από τα μέλη είναι υπάλληλοι, με τους αναπληρωτές τους, που έχουν εμπειρία και προσόντα σχετικά με το αντικείμενο της υπό ανάθεση σύμβασης και υπηρετούν είτε στην αναθέτουσα Αρχή της σύμβασης, είτε και σε άλλους φορείς του δημόσιου τομέα και ένας εξ αυτών ορίζεται ως πρόεδρος με τον αναπληρωτή του. 2. Κατ' εξαίρεση η Επιτροπή Διαγωνισμού μπορεί να συγκροτείται από πέντε μέλη, αν κατά την κρίση της Προϊσταμένης Αρχής η προς ανάθεση σύμβαση είναι πολύπλοκη και απαιτεί εξειδικευμένη εμπειρία. Τέσσερα από τα μέλη είναι υπάλληλοι, με τους αναπληρωτές τους και με εμπειρία και προσόντα σχετικά με το αντικείμενο της υπό ανάθεση σύμβασης, που ανήκουν είτε στην αναθέτουσα Αρχή της σύμβασης είτε και σε άλλους φορείς του δημόσιου τομέα, εκ των οποίων ένας ορίζεται ως πρόεδρος με τον αναπληρωτή του. 3. Ένα από τα μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού υποδεικνύεται σε κάθε περίπτωση από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, με τον αναπληρωτή του, μετά από σχετικό αίτημα της αναθέτουσας Αρχής. Αν το Τ.Ε.Ε. δεν ανταποκριθεί μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, επιλέγεται από την αναθέτουσα Αρχή πρόσωπο-μέλος του Τ.Ε.Ε.. Με την απόφαση συγκρότησης μπορεί να ορίζεται γραμματέας της Επιτροπής. Για τη συγκρότηση, λειτουργία και τις αποφάσεις της Επιτροπής ισχύουν συμπληρωματικά οι διατάξεις των άρθρων 13 έως 15 του Ν. 2690/1999. 4. Σε περιπτώσεις ανάθεσης συμβάσεων με ιδιαίτερα σύνθετο, πολύπλοκο και εξειδικευμένο αντικείμενο, μπορεί με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων να καθορίζονται πρόσθετα προσόντα που πρέπει να πληρούν τα μέλη της Επιτροπής Διαγωνισμού, κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2. 5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι αμοιβές των μελών των Επιτροπών Διαγωνισμού και του γραμματέα αυτών, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Άρθρο 25 Διοίκηση σύμβασης μελέτης παροχής υπηρεσιών 1. Η διοίκηση της σύμβασης, η παρακολούθηση και ο έλεγχός της ασκούνται από την αρμόδια τεχνική υπηρεσία του εργοδότη (Διευθύνουσα Υπηρεσία), αποσκοπούν δε στην πιστή εκπλήρωση των όρων της σύμβασης από τον ανάδοχο και στην εκπόνηση της μελέτης ή την παροχή υπηρεσιών, κατά τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης. Η επίβλεψη της εκτέλεσης της σύμβασης δεν αίρει, ούτε μειώνει τις νόμιμες και συμβατικές ευθύνες του αναδόχου. 2. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ορίζει ως επιβλέποντες έναν ή περισσότερους υπαλλήλους της, κατόχους τίτλου σπουδών ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του πανεπιστημιακού τομέα, που έχουν την τεχνική δυνατότητα να επιβλέψουν τη μελέτη, λαμβάνοντας υπόψη τη στελέχωση, τις ανάγκες της και τις εν γένει δυσχέρειες της επίβλεψης. Κατ' εξαίρεση και εφόσον δεν υφίσταται επαρκές προσωπικό, καθήκοντα επιβλέποντα μπορεί να ασκήσει και ο Προϊστάμενος της Δ.Υ.. Αν ορισθεί ομάδα επιβλεπόντων για την επίβλεψη σύνθετης μελέτης, ορίζεται συντονιστής ένας εξ αυτών. 3. Καθήκοντα και αρμοδιότητες των επιβλεπόντων είναι ιδίως: α) Η διαρκής παρακολούθηση της σύμβασης, η χορήγηση οδηγιών προς τον ανάδοχο για την έντεχνη και εμπρόθεσμη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του και η μέριμνα για τη συμμόρφωση του αναδόχου με τις συμβατικές του υποχρεώσεις. β) Η διαδικασία ελέγχου, έγκρισης και παραλαβής της μελέτης, ο έλεγχος και θεώρηση των λογαριασμών, η σύνταξη και ο έλεγχος των Συγκριτικών Πινάκων, η σύνταξη βεβαίωσης περαίωσης των εργασιών της μελέτης και η εισήγηση στα αιτήματα του αναδόχου για την αλλαγή συμβατικών όρων, χορήγηση παρατάσεων, καταβολή αποζημίωσης είτε λόγω υπερημερίας εργοδότη είτε για άλλη αιτία. γ) Η τήρηση φακέλου για την πορεία της σύμβασης, στον οποίο εμπεριέχονται ιδίως το χρονοδιάγραμμα, οι παρατάσεις προθεσμιών, οι εκθέσεις προόδου, οι λογαριασμοί και η αλληλογραφία με τον ανάδοχο. δ) Η τήρηση και επικαιροποίηση του φακέλου του έργου, μετά την έγκριση κάθε ενδιάμεσου σταδίου της μελέτης. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να εξειδικεύονται τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των υπαλλήλων των αναθετουσών Αρχών που ασκούν την επίβλεψη των μελετών και των έργων. 4. Η επίβλεψη ασκείται και στους χώρους που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση της σύμβασης και ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασκούντων την επίβλεψη. Ο συντονιστής του αναδόχου υποχρεούται, ύστερα από έγκαιρη ειδοποίηση της υπηρεσίας, να συνοδεύει τους επιβλέποντες στους χώρους εκπόνησης της μελέτης ή της παροχής της υπηρεσίας. 5. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ενημερώνει την Προϊσταμένη Αρχή, σε τακτά χρονικά διαστήματα και κατά την κρίση της υπηρεσίας αυτής, για την πορεία εκπόνησης της μελέτης ή παροχής της υπηρεσίας και εισηγείται για την άρση των προβλημάτων. 6. Τα ανωτέρω οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4 ισχύουν κατ’ αναλογία και για τον ανάδοχο παροχής υπηρεσιών συμβούλου της υπηρεσίας, εφόσον του ανατεθούν καθήκοντα επίβλεψης. Ο ανάδοχος της σύμβασης παροχής υπηρεσιών και σε περίπτωση που αυτός είναι νομικό πρόσωπο οι διοικούντες και υπάλληλοί του υπέχουν, κατά την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, ποινική ευθύνη δημόσιου υπαλλήλου. 7. Η υπαίτια παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας από όργανα του εργοδότη αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα. Ιδίως, αποτελούν πειθαρχικά αδικήματα: α) Για τους επιβλέποντες τις συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής υπηρεσιών: η παράλειψη ενημέρωσης, καθώς και η υπαίτια, πέραν του εύλογου χρόνου καθυστέρηση, στην ενημέρωση του προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για την παραβίαση από τον ανάδοχο του χρονοδιαγράμματος εκτέλεσης της σύμβασης, ή την πλημμελή εκπλήρωση των υποχρεώσεών του. β) Για τον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας: η παράλειψη κίνησης και διεκπεραίωσης της διαδικασίας έκπτωσης του αναδόχου παρά τη συνδρομή των αναγκαίων προϋποθέσεων, η παράλειψη έγκαιρης έγκρισης των λογαριασμών της σύμβασης και η χορήγηση εντολών για εκτέλεση εργασιών, οι οποίες δεν προβλέπονται από την αρχική ή εγκεκριμένη συμπληρωματική σύμβαση. γ) Για τον Προϊστάμενο και τα όργανα της Προϊσταμένης Αρχής: η παράλειψη έγκαιρης έκδοσης απόφασης επί των Συγκριτικών Πινάκων και παραλαβής των μελετών ή υπηρεσιών, η χορήγηση παράτασης προθεσμίας χωρίς να υφίστανται οι νόμιμες προϋποθέσεις και η παράλειψη έκδοσης απόφασης σε ένσταση του αναδόχου κατά απόφασης κήρυξης έκπτωσης, εντός της δίμηνης προθεσμίας του άρθρου 33 παρ. 6. 8. Για τα αδικήματα των προηγούμενων παραγράφων ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ή το αρμόδιο όργανο των άλλων φορέων που εκτελούν συμβάσεις μελετών και παροχής υπηρεσιών, είτε επιβάλλει εις βάρος των υπαιτίων, ανάλογα με τη βαρύτητά τους, την πειθαρχική ποινή του προστίμου μέχρι ποσού αντιστοίχου του μισθού των έξι (6) μηνών, είτε τους παραπέμπει στο οικείο πειθαρχικό όργανο για την επιβολή των, κατά τις κείμενες διατάξεις, προβλεπόμενων κατά περίπτωση πειθαρχικών ποινών. Άρθρο 27 Προθεσμίες – Χρονοδιάγραμμα 1. Στην προκήρυξη του διαγωνισμού για την ανάθεση μελέτης και στη σύμβαση που συνάπτεται, ορίζεται συνολική προθεσμία για την περαίωση του αντικειμένου της σύμβασης, και επιπλέον, εφόσον απαιτείται, τμηματικές προθεσμίες. Ως συνολική προθεσμία νοείται το χρονικό διάστημα από την υπογραφή της σύμβασης μέχρι την έκδοση της απόφασης έγκρισης του συνόλου των μελετών και συνίσταται στα εξής επί μέρους χρονικά διαστήματα: α) Τον καθαρό χρόνο μέσα στον οποίο ολοκληρώνεται το σύνολο του αμιγώς μελετητικού αντικειμένου της σύμβασης, στο οποίο περιλαμβάνονται κάθε είδους υποστηρικτικές μελέτες. Στον καθαρό χρόνο δεν συνυπολογίζονται οι καθυστερήσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται ο ανάδοχος. β) Τον επιπρόσθετο χρόνο που περιλαμβάνει τις καθυστερήσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται ο ανάδοχος και αφορά ιδίως τις κάθε είδους ερευνητικές εργασίες και εργαστηριακούς ελέγχους που εκτελούνται από άλλο μελετητή, τις διαδικασίες ελέγχου και εγκρίσεως τμημάτων ή του συνόλου της μελέτης, μαζί με τις υποστηρικτικές μελέτες και τις απαραίτητες συναινέσεις και εγκρίσεις άλλων Υπηρεσιών. 2. Η αναθέτουσα Αρχή ορίζει στην προκήρυξη για την ανάθεση μελέτης ιδιαιτέρως τη συνολική προθεσμία και τον καθαρό χρόνο εκπόνησης της μελέτης. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στη σύμβαση ο ανάδοχος υποβάλλει, εντός μηνός από την υπογραφή της, χρονοδιάγραμμα εκπόνησης της μελέτης, γραμμικό κατ' ελάχιστον, αναλόγως με τις απαιτήσεις των συμβατικών τευχών. Το χρονοδιάγραμμα αποτυπώνει την πρόταση του αναδόχου για τη χρονική ανάπτυξη των σταδίων όλων των επί μέρους μελετών, τις χρονικές τους αλληλουχίες και επαλληλίες και τον προσφορότερο, κατά την κρίση του, χρονικό επιμερισμό του επιπρόσθετου χρόνου για τη διαμόρφωση της βέλτιστης δυνατής κρίσιμης διαδρομής και εγκρίνεται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες. Με το χρονοδιάγραμμα ο ανάδοχος δεσμεύεται όσον αφορά: α) τους καθαρούς χρόνους σύνταξης των μελετών για κάθε στάδιο και κατηγορία μελέτης και β) τα ακριβή σημεία έναρξης κάθε μελετητικής δράσης, έτσι ώστε να τηρηθεί η συνολική προθεσμία. Αν μετατίθεται το χρονικό σημείο έναρξης της μελετητικής δράσης σταδίου ή κατηγορίας μελέτης, χωρίς ευθύνη του αναδόχου, δικαιούται αντίστοιχη παράταση προθεσμίας. Η έναρξη κάθε σταδίου ή κατηγορία μελέτης γίνεται με εντολή της Δ.Υ.. Αν ο ανάδοχος υποχρεωθεί να επανυποβάλει προς έγκριση μελέτη επειδή η υπηρεσία έκρινε ότι η υποβληθείσα χρειάζεται συμπληρώσεις και διορθώσεις, ο χρόνος καθυστέρησης δεν δικαιολογεί παράταση της προθεσμίας. Αν η Διευθύνουσα Υπηρεσία ζητήσει την επανυποβολή μελέτης ή σταδίου αυτής λόγω αλλαγών ή διορθώσεων, που δεν είχαν προηγουμένως ζητηθεί, τότε με το ίδιο έγγραφο ορίζεται και εύλογη προθεσμία για την επανυποβολή, κατά την οποία παρατείνεται η αρχική προθεσμία. Σε περίπτωση διαφωνίας ο ανάδοχος δικαιούται να υποβάλει ένσταση κατά της εντολής της υπηρεσίας. 3. Οι προθεσμίες μπορούν να παρατείνονται με απόφαση της Π.Α., ύστερα από αίτηση του αναδόχου που υποβάλλεται πριν τη λήξη τους, ή και με πρωτοβουλία της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, εφόσον οι καθυστερήσεις περί την εκτέλεση της σύμβασης δεν οφείλονται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου. Ο ανάδοχος υποχρεούται να συνεχίσει τις εργασίες της σύμβασης μετά τη λήξη του αρχικού συμβατικού χρόνου και για όσο διαρκεί η οριακή προθεσμία της σύμβασης. Ως οριακή προθεσμία νοείται χρονικό διάστημα που ανέρχεται σε ένα τρίτο (1/3) της συνολικής προθεσμίας και πάντως όχι μικρότερο των τριών (3) μηνών, κατά τη διάρκεια του οποίου χορηγούνται παρατάσεις και χωρίς αίτηση του αναδόχου. Αν η καθυστέρηση υπερβεί την οριακή προθεσμία, παράταση μπορεί να χορηγηθεί μόνο ύστερα από αίτηση ή συναίνεση του αναδόχου και μετά από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Για τον υπολογισμό της οριακής προθεσμίας, στη συνολική προθεσμία, υπολογίζονται και οι παρατάσεις που χορηγήθηκαν μετά από αίτηση του αναδόχου μέσα στην αρχική συνολική προθεσμία χωρίς να οφείλονται σε αποκλειστική υπαιτιότητά του. 4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλόγως και στις συμπληρωματικές συμβάσεις του άρθρου 29. Άρθρο 28 Ποινικές ρήτρες 1. Αν ο ανάδοχος παραβιάζει με υπαιτιότητά του τις προθεσμίες της σύμβασης, επιβάλλονται, με αιτιολογημένη απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, εις βάρος του και υπέρ του κυρίου του έργου ποινικές ρήτρες. Η επιβολή ποινικών ρητρών δεν στερεί από τον εργοδότη το δικαίωμα να κηρύξει τον ανάδοχο έκπτωτο. 2. Για κάθε ημέρα υπέρβασης του καθαρού χρόνου της σύμβασης και για αριθμό ημερών ίσο με το είκοσι τοις εκατό (20%) αυτής επιβάλλεται ποινική ρήτρα ανερχόμενη σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επί της μέσης ημερήσιας αξίας της σύμβασης. Για τις επόμενες ημέρες και μέχρις ακόμα δέκα τοις εκατό (10%) του καθαρού χρόνου, η ποινική ρήτρα ορίζεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της μέσης ημερήσιας αξίας της σύμβασης. Αν η εκτέλεση του αντικειμένου της σύμβασης καθυστερεί πέραν του ενός τρίτου (1/3) του καθαρού χρόνου, κινείται η διαδικασία της έκπτωσης. 3. Η μέση ημερήσια αξία της σύμβασης προκύπτει από τη διαίρεση της συμβατικής αμοιβής με τον αριθμό των ημερών του καθαρού χρόνου, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 27. 4. Αν συναφθεί συμπληρωματική σύμβαση, η μέση ημερήσια αξία της προκύπτει από τη διαίρεση της συμβατικής αμοιβής που προβλέπεται σε αυτήν με τον αριθμό ημερών του καθαρού χρόνου της συμπληρωματικής σύμβασης. Για τον υπολογισμό των ποινικών ρητρών της συμπληρωματικής σύμβασης εφαρμόζεται η παράγραφος 2. Η συμπληρωματική σύμβαση ορίζει αν παρατείνονται οι προθεσμίες της αρχικής σύμβασης και αν αίρονται, καθ’ ολοκληρίαν ή μερικά, οι ποινικές ρήτρες που επιβλήθηκαν προηγουμένως. 5. Αν στη σύμβαση προβλέπονται τμηματικές προθεσμίες, ορίζεται αντίστοιχα ότι επιβάλλονται ποινικές ρήτρες αν ο ανάδοχος τις υπερβεί με υπαιτιότητά του. Με τη σύμβαση ορίζεται το ποσό των τμηματικών ρητρών για κάθε ημέρα υπαίτιας καθυστέρησης και ο συνολικός χρόνος επιβολής, συνολικά πάντως δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το δύο τοις εκατό (2%) του ποσού της σύμβασης. Οι ποινικές ρήτρες για υπέρβαση των τμηματικών προθεσμιών είναι ανεξάρτητες από τις επιβαλλόμενες για υπέρβαση του καθαρού χρόνου της σύμβασης και ανακαλούνται με αιτιολογημένη απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, αν η σύμβαση περατωθεί μέσα στον οριζόμενο καθαρό χρόνο της σύμβασης και τις εγκεκριμένες παρατάσεις του. 6. Το ποσό των ποινικών ρητρών εισπράττεται μέσω της πιστοποίησης, που εκδίδεται αμέσως μετά την επιβολή τους, ενώ αν κατά της αποφάσεως επιβολής τους ασκηθεί εμπρόθεσμη ένσταση, μέσω της πιστοποίησης που εκδίδεται μετά την απόρριψή της με ρητή απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής. Άρθρο 29 Συμπληρωματικές μελέτες ή υπηρεσίες 2. Αν ο ανάδοχος δεν καλύπτει τις κατηγορίες των συμπληρωματικών μελετών ή υπηρεσιών υποχρεώνεται να συμπράξει με άλλον ή άλλους μελετητές ή παρόχους υπηρεσιών που εγκρίνονται από τον εργοδότη και η συμπληρωματική σύμβαση υπογράφεται με τη σύμπραξη. 3. Για τις συμπληρωματικές μελέτες και υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στην προηγούμενη σύμβαση κατά το μέγεθος, εγκρίνεται η αμοιβή με βάση την αντίστοιχη τιμή μονάδας της οικονομικής προσφοράς του αναδόχου. 4. Για τις συμπληρωματικές μελέτες και υπηρεσίες, που δεν περιλαμβάνονται στην προηγούμενη σύμβαση κατά το είδος τους, συντάσσεται μαζί με το Συγκριτικό Πίνακα (Σ.Π.) και Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.). Οι τιμές των νέων εργασιών κανονίζονται με βάση τις αντίστοιχες τιμές μονάδας του κανονισμού της παραγράφου 7 του άρθρου 4, πολλαπλασιαζόμενες με το λόγο της μέσης τιμής της οικονομικής προσφοράς της αρχικής σύμβασης για ομοειδείς εργασίες, προς τη μέση τιμή του κανονισμού για τις ίδιες εργασίες. Εφόσον στον ανωτέρω κανονισμό δεν περιέχονται τιμές μονάδας, η αμοιβή για τις νέες εργασίες προσδιορίζεται κατόπιν συμφωνίας, με βάση συγκριτικά στοιχεία από αμοιβές συναφών μελετών. 5. Για την εκτέλεση των εργασιών συμπληρωματικής σύμβασης, συντάσσεται Συγκριτικός Πίνακας, που αναφέρει αναλυτικά και κατά τρόπο συγκρίσιμο τις καταβλητέες αμοιβές πριν και μετά από αυτόν. Συγκριτικός Πίνακας συντάσσεται επίσης όταν μειώνονται οι εργασίες της σύμβασης, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που επέρχεται μεταβολή της συμβατικής αμοιβής. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου δεν συνάπτεται συμπληρωματική σύμβαση. 6. Για τη σύνταξη Πρωτοκόλλου Κανονισμού Τιμών Μονάδας Νέων Εργασιών και Συγκριτικού Πίνακα ο ανάδοχος υποβάλλει σχέδιο στη Διευθύνουσα Υπηρεσία και πρόταση για την προθεσμία εκτέλεσης των συμπληρωματικών εργασιών. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία συντάσσει και υπογράφει τα στοιχεία αυτά με εισήγηση του επιβλέποντα, συνοδεύοντάς τα με αιτιολογική έκθεση, στην οποία τεκμηριώνεται η κατά το νόμο σύνταξή τους. Ο Σ.Π. και το Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε. που τον συνοδεύει κοινοποιούνται νομίμως στον ανάδοχο, που υπογράφει με ή χωρίς επιφύλαξη. Εφόσον ο ανάδοχος υπογράψει με επιφύλαξη, δικαιούται να ασκήσει ένσταση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 41. 7. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία υποβάλλει το Συγκριτικό Πίνακα μαζί με το Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε., την τυχόν ένσταση του αναδόχου και τις απόψεις της στην Προϊσταμένη Αρχή, η οποία εκδικάζει την ένσταση και τον εγκρίνει, όπως υποβλήθηκε ή τροποποιήθηκε, μετά από γνώμη του τεχνικού συμβουλίου, μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο ανάδοχος δικαιούται να υποβάλλει στην Προϊσταμένη Αρχή όχληση. Αν ο Συγκριτικός Πίνακας δεν εγκριθεί μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της όχλησης, θεωρείται αυτοδικαίως εγκεκριμένος, κατά τα κεφάλαια που υπογράφηκε από τον ανάδοχο χωρίς επιφύλαξη και οι υπεύθυνοι για την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας υπόκεινται σε πειθαρχικό έλεγχο κατά την παρ. 7 του άρθρου 25. Αν ο Σ.Π. περιέχει ασάφειες, ανακρίβειες και λάθη που καθιστούν ιδιαίτερα δυσχερή τη διόρθωσή του, η Προϊσταμένη Αρχή τον επιστρέφει μέσα στην πιο πάνω προθεσμία για επανασύνταξη και σε αυτή την περίπτωση οι σχετικές προθεσμίες αρχίζουν να τρέχουν από την επανυποβολή του. Η Προϊσταμένη Αρχή διατηρεί το δικαίωμα να αρνηθεί μέσα στις πιο πάνω προθεσμίες την έγκριση του Πίνακα. 8. Ο εγκεκριμένος Σ.Π. κοινοποιείται στον ανάδοχο, ο οποίος υποχρεούται, όταν απαιτείται από το νόμο, να υπογράψει Συμπληρωματική Σύμβαση, σε προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση και να εκτελέσει τις συμπληρωματικές εργασίες. Αν ο ανάδοχος, παρά τη νόμιμη έγκριση του Συγκριτικού Πίνακα, αρνηθεί να υπογράψει τη Συμπληρωματική Σύμβαση και εφόσον με αιτιολογημένη απόφασή της κρίνει ότι η αρχική σύμβαση δεν μπορεί να συνεχιστεί χωρίς την εκτέλεση των εργασιών της Συμπληρωματικής Σύμβασης, η Προϊσταμένη Αρχή μπορεί να διαλύσει αζημίως για τον κύριο του έργου τη σύμβαση. 9. Η προθεσμία για την άσκηση αίτησης θεραπείας κατά της απόφασης έγκρισης του Σ. Π. αρχίζει με την κοινοποίησή της στον ανάδοχο και δεν επηρεάζεται από τη μεταγενέστερη υπογραφή της Συμπληρωματικής Σύμβασης. Άρθρο 30 Καταβολή της αμοιβής του αναδόχου 1. Η συμβατική αμοιβή του αναδόχου δεν αναθεωρείται κατά τη διάρκεια της αρχικής συνολικής συμβατικής προθεσμίας, εκτός εάν η υπογραφή της σύμβασης καθυστερήσει πέραν των δύο (2) μηνών από την απόφαση ανάθεσης. Στην περίπτωση αυτή η συμβατική αμοιβή του αναδόχου αναθεωρείται κατά το χρονικό διάστημα της καθυστέρησης αφαιρουμένων των δύο πρώτων μηνών. Αν η προθεσμία αυτή παραταθεί για λόγους που δεν οφείλονται σε υπαιτιότητα του αναδόχου και για το μέρος της αμοιβής που αντιστοιχεί στις εργασίες που εκτελούνται μετά τη λήξη της, οφείλεται αναθεώρηση, με χρόνο εκκίνησης το χρόνο λήξης της αρχικής προθεσμίας και χρόνο λήξης της, το χρόνο πληρωμής των εργασιών που εκτελέστηκαν μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας. Το ποσοστό και η διαδικασία της αναθεώρησης ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. 2. Η κατ’ αποκοπήν αμοιβή του σταδίου της προκαταρκτικής μελέτης καταβάλλεται στους αναδόχους του σταδίου αυτού μετά την υποβολή της μελέτης και την παραλαβή της, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παρ. 14. Στις περιπτώσεις των λοιπών σταδίων η αμοιβή καταβάλλεται τμηματικά, επί τη βάσει της γενομένης με την οικονομική προσφορά του αναδόχου ανάλυσης της αμοιβής του και κατανέμεται σε προκαταβολή και πληρωμές μετά την υποβολή, την έγκριση και παραλαβή της μελέτης. Ειδικότερα: α) Με την υπογραφή της σύμβασης, καθώς και την εντολή έναρξης κάθε επόμενου σταδίου χορηγείται στον ανάδοχο άτοκη προκαταβολή που ανέρχεται σε ποσοστό δεκαπέντε (15%) της συμβατικής αμοιβής του σταδίου, έναντι ισόποσης εγγυητικής επιστολής, εκδιδομένης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 24 παράγραφοι 2 και 4. β) Μετά την παρέλευση του μισού συμβατικού χρόνου εκπόνησης κάθε σταδίου και εφόσον έχει κατά την κρίση της επιβλέπουσας υπηρεσίας εκπονηθεί εργασία ποσοστού μεγαλύτερου του πενήντα τοις εκατό (50%) του υπόψη σταδίου, καταβάλλεται έναντι ισόποσης εγγυητικής επιστολής επιπλέον ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής που αντιστοιχεί στο υπόψη στάδιο. γ) Μετά την υποβολή κάθε σταδίου ανά κατηγορία μελέτης, κατόπιν συνοπτικού ελέγχου της πληρότητας και επάρκειας αυτής, καταβάλλεται ανακεφαλαιωτικά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) της αμοιβής του σταδίου και επιστρέφονται οι εγγυήσεις των προηγούμενων εδαφίων. δ) Εφόσον η μελέτη δεν έχει εγκριθεί μετά την παρέλευση διμήνου από την υποβολή της, καταβάλλεται κατόπιν συνοπτικού ελέγχου επάρκειας αυτής επιπλέον ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%). ε) Μετά την έγκριση και προσωρινή παραλαβή κάθε ενδιάμεσου σταδίου ανά κατηγορία μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής του σταδίου. στ) Μετά την έγκριση του τελικού σταδίου της μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) της αμοιβής του τελικού σταδίου ή είκοσι τοις εκατό (20%) με κατάθεση εγγυητικής επιστολής για το επιπλέον πέντε τοις εκατό (5%). ζ) Μετά την τελική παραλαβή της μελέτης καταβάλλεται το υπόλοιπο της αμοιβής ή επιστρέφεται η εγγυητική επιστολή της προηγούμενης περίπτωσης. 3. Η αμοιβή για την παροχή υπηρεσιών, που προσδιορίζεται κατά τη σύμβαση βάσει τιμής ανά ημέρα ή μήνα απασχόλησης για κάθε κατηγορία επιστήμονα, καταβάλλεται με μηνιαίες πιστοποιήσεις, για τις οποίες ο ανάδοχος υποβάλλει αντίστοιχους λογαριασμούς. Οι λογαριασμοί βασίζονται στον πραγματικό χρόνο απασχόλησης των επιστημόνων και στις προσφερόμενες τιμές μονάδας (ανθρωποημέρα ή ανθρωπομήνα) για κάθε κατηγορία. Αν ο χρόνος απασχόλησης είναι μικρότερος του μηνός, η αμοιβή είναι ανάλογη με το χρόνο αυτόν. Για τον υπολογισμό της αμοιβής θεωρείται ότι ο μήνας περιλαμβάνει είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες, ασχέτως του πραγματικού αριθμού εργάσιμων ημερών. Όταν η αμοιβή των συμβάσεων αυτών ορίζεται κατ’ αποκοπή, ο τρόπος καταβολής των ενδιάμεσων πληρωμών ορίζεται με τη σύμβαση. 4. Για την πληρωμή της αμοιβής του ο ανάδοχος συντάσσει και υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία λογαριασμούς, οι οποίοι συντάσσονται διακριτά για την κύρια και τις συμπληρωματικές συμβάσεις, πάντοτε ανακεφαλαιωτικά, δηλαδή περιλαμβάνουν την αμοιβή που συνολικά οφείλεται μέχρι τη σύνταξη και υποβολή τους, αφαιρουμένων των ποσών που καταβλήθηκαν προηγουμένως. Στους λογαριασμούς περιλαμβάνονται ποσά μόνο για εργασίες που προβλέπονται στη σύμβαση (αρχική και τυχόν συμπληρωματικές) ή σε εγκεκριμένους Συγκριτικούς Πίνακες και αποζημιώσεις λόγω υπερημερίας του εργοδότη. 5. Στους λογαριασμούς περιλαμβάνονται η ανάλυση των διαφόρων ποσών, στην οποία αναφέρονται τα στοιχεία στα οποία αυτή στηρίζεται, οι εγγυητικές επιστολές της προκαταβολής και της πρώτης τμηματικής πληρωμής, που ισχύουν κατά την υποβολή του λογαριασμού και το πληρωτέο ποσό. Μετά από έλεγχο και προσυπογραφή του επιβλέποντα, ο οποίος βεβαιώνει τη σύνταξή τους κατά τις ισχύουσες διατάξεις και τη σύμβαση, οι λογαριασμοί εγκρίνονται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε έναν μήνα από την υποβολή τους και αποτελούν την πιστοποίηση για την πληρωμή του αναδόχου. Αν οι λογαριασμοί περιέχουν ασάφειες ή σφάλματα, σε βαθμό που η διόρθωσή τους να καθίσταται ανέφικτη, επιστρέφονται στον ανάδοχο για επανασύνταξη μέσα στην προθεσμία έγκρισής τους. Αν οι ασάφειες και τα σφάλματα αφορούν διακριτά κονδύλια των λογαριασμών, εγκρίνονται κατά το μη αμφισβητούμενο μέρος και κατά το υπόλοιπο επιστρέφονται για επανασύνταξη. Η μηνιαία προς έγκριση προθεσμία αρχίζει από την υποβολή του επανασυνταγμένου λογαριασμού. 6. Αν η πληρωμή λογαριασμού καθυστερήσει, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, πέρα από έναν μήνα, μετά τη ρητή ή αυτοδίκαιη έγκρισή του, οφείλεται τόκος υπερημερίας που υπολογίζεται κατά το άρθρο 4 του Π.Δ. 166/2003 (ΦΕΚ 38 Α΄). Ο ανάδοχος δικαιούται ακόμα να διακόψει τις εργασίες της σύμβασης μέχρι την καταβολή της αμοιβής του, ύστερα από κοινοποίηση ειδικής έγγραφης δήλωσης περί διακοπής των εργασιών, προς τη Διευθύνουσα Υπηρεσία. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται ισόχρονη παράταση. 7. Η κατάσχεση της αμοιβής του αναδόχου πριν από την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης δεν επιτρέπεται. Άρθρο 31 Υποχρεώσεις του αναδόχου 1. Ο ανάδοχος εκτελεί τη σύμβαση σύμφωνα με τους όρους της, τις ισχύουσες προδιαγραφές και τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης και φέρει την πλήρη ευθύνη για την αρτιότητα του αντικειμένου της παροχής του. Οι αξιώσεις του εργοδότη κατά του αναδόχου λόγω πλημμελούς εκπλήρωσης της παροχής του παραγράφονται έξι (6) έτη μετά την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης ή τη λύση της με οποιονδήποτε τρόπο. 2. Ο ανάδοχος υποχρεούται να χρησιμοποιήσει τα στοιχεία που του παρέχει ο εργοδότης, αν τούτο ορίζεται στη σύμβαση. Αν τα στοιχεία είναι ανακριβή, ασαφή ή γενικώς ανεπαρκή και επηρεάζουν την αρτιότητα ή την εμπρόθεσμη εκτέλεση της σύμβασης και εφόσον ο ανάδοχος μπορεί να το διαπιστώσει, ειδοποιεί εγγράφως και χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τον εργοδότη. 3. Ο ανάδοχος υποχρεούται να χρησιμοποιήσει για την εκτέλεση της σύμβασης την ομάδα που δήλωσε κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού και να δηλώσει άμεσα την αποχώρηση οποιουδήποτε μέλους της ομάδας από την εκτέλεση της σύμβασης, για οποιονδήποτε λόγο. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ερευνά τους λόγους της αποχώρησης και μπορεί να εγκρίνει την αναπλήρωσή του με αντίστοιχο στέλεχος ίσης τουλάχιστον εμπειρίας, αν η αποχώρηση οφείλεται σε σπουδαίο λόγο. Αν το μέλος αποχώρησε από την ομάδα χωρίς σπουδαίο λόγο, δεν επιτρέπεται να συμμετάσχει στο δυναμικό άλλης εταιρείας και δεν δικαιούται να λαμβάνει ατομικά μέρος σε διαγωνισμούς για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών, από την έκδοση της απόφασης της Δ.Υ. περί της αναπλήρωσής του. Αν η αποχώρηση έγινε με ευθύνη του αναδόχου και δεν κριθεί δικαιολογημένη, μπορεί αυτός να κηρυχθεί έκπτωτος. 4. Ελαττώματα ή ελλείψεις του αντικειμένου της σύμβασης, που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια εκτέλεσής της, αλλά και μετά την οριστική παραλαβή της και μέχρι την παραγραφή των αξιώσεων του εργοδότη, αποκαθιστώνται από τον ανάδοχο με δικές του δαπάνες. Αν διαπιστωθούν ελαττώματα ή ελλείψεις μέχρι την έναρξη της κατασκευής του έργου, η Διευθύνουσα Υπηρεσία καλεί τον ανάδοχο της μελέτης προκειμένου να τη διορθώσει ή και συμπληρώσει και εφόσον δεν συμμορφωθεί εκδίδει και κοινοποιεί στον ανάδοχο Πρόσκληση στην οποία: α) αναφέρεται ότι η διαδικασία κινείται κατ' εφαρμογή του άρθρου τούτου, β) περιγράφονται τα ελαττώματα και οι ελλείψεις της μελέτης ή της υπηρεσίας, γ) χορηγείται εύλογη προθεσμία για την αποκατάσταση, δ) επισημαίνεται ότι η Πρόσκληση μπορεί να προσβληθεί με ένσταση ενώπιον της Προϊσταμένης Αρχής και μέσα στη νόμιμη προθεσμία. Η ένσταση του αναδόχου δεν αναστέλλει την υποχρέωση συμμόρφωσής του στην Πρόσκληση. Αν αποδειχθεί ότι ο ανάδοχος δεν ευθύνεται, η δαπάνη αποκατάστασης των ελλείψεων ή ελαττωμάτων βαρύνει τον κύριο του έργου. Αν ο ανάδοχος αρνηθεί να αποκαταστήσει το ελάττωμα ή την έλλειψη μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, αποκαθίσταται από τον εργοδότη σε βάρος και για λογαριασμό του, με απευθείας ανάθεση των σχετικών εργασιών σε μελετητή που έχει τα νόμιμα προσόντα. 5. Επιτρέπεται η τροποποίηση της εγκεκριμένης μελέτης, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, για τη διόρθωση σφαλμάτων της ή τη συμπλήρωση ελλείψεών της ή για λόγους που υπαγορεύονται από απρόβλεπτες περιστάσεις. Προς τούτο υποβάλλεται πρόταση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας του έργου προς την Προϊσταμένη Αρχή, η οποία αποφασίζει ύστερα από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου κατασκευών. Αν η τροποποίηση αποδίδεται σε σφάλματα και ελλείψεις της μελέτης και ο μελετητής αποδέχεται την ευθύνη του, τροποποιεί τη μελέτη κατά την παράγραφο 4, εφόσον δεν έχουν παραγραφεί οι αξιώσεις του εργοδότη. Σε κάθε άλλη περίπτωση την τροποποίηση αναλαμβάνει ο ανάδοχος του έργου σε συνεργασία με μελετητή που διαθέτει τα νόμιμα προσόντα. Για να εισαχθεί το θέμα στο τεχνικό συμβούλιο πρέπει η τροποποιητική μελέτη να είναι σε στάδιο αντίστοιχο με την προς τροποποίηση και να έχει τεθεί υπόψη του αρχικού μελετητή που διατυπώνει εγγράφως σε εύλογη προθεσμία τη γνώμη του. Κατά τη συζήτηση στο συμβούλιο καλούνται προς ακρόαση ο αρχικός μελετητής, ο ανάδοχος του έργου ή εκπρόσωποί τους και εκπρόσωπος της υπηρεσίας που ενέκρινε την αρχική μελέτη, οι οποίοι υποβάλλουν γραπτό υπόμνημα. Η Προϊσταμένη Αρχή εκδίδει την απόφαση περί αποδοχής της πρότασης τροποποίησης της μελέτης μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την έκδοση της γνωμοδότησης του συμβουλίου και η κοινοποίηση της απόφασης στην υπηρεσία τήρησης των μητρώων αποτελεί προϋπόθεση για την πληρωμή των εργασιών της τροποποιητικής μελέτης. Αν η ανάγκη τροποποίησης της μελέτης αποδίδεται σε σφάλματα ή ελλείψεις της και δεν έχουν παραγραφεί οι αξιώσεις του κυρίου του έργου κατά του μελετητή, εφαρμόζονται οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4. Ο μελετητής της αρχικής μελέτης μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας κατά της απόφασης περί τροποποίησης της μελέτης, αν αυτή αποδίδεται σε σφάλματα ή παραλείψεις της μελέτης. Η άσκηση αίτησης θεραπείας αναστέλλει τις εις βάρος του μελετητή οικονομικές συνέπειες και την έναρξη της πειθαρχικής διαδικασίας, όχι όμως και την εφαρμογή της τροποποιημένης μελέτης. Η απόφαση κοινοποιείται στα αρμόδια για την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας κατά του μελετητή και των υπαιτίων υπαλλήλων όργανα, αν η ανάγκη τροποποίησης οφείλεται σε λάθη ή παραλείψεις της μελέτης. 6. Ως προς τις εν γένει υποχρεώσεις του αναδόχου από τη σύμβαση εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Άρθρο 32 Αποζημίωση του αναδόχου λόγω υπερημερίας του εργοδότη χωρίς λύση της σύμβασης 1. Αν ο εργοδότης περιέλθει σε υπερημερία ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών ή νόμιμων υποχρεώσεών του, ο ανάδοχος δικαιούται να ζητήσει αποζημίωση για τις θετικές ζημίες που υφίσταται και για το χρονικό διάστημα μετά την υποβολή έγγραφης όχλησης, έως την άρση της υπερημερίας. Η όχληση υποβάλλεται στη Διευθύνουσα Υπηρεσία και προσδιορίζει τις πράξεις ή παραλείψεις του εργοδότη ή των οργάνων του που συνιστούν την αιτία της υπερημερίας και την αιτία της ζημίας και στο μέτρο του δυνατού την κατά προσέγγιση εκτίμηση της ζημίας, ανά ημέρα υπερημερίας. 2. Μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την υποβολή της όχλησης, η Διευθύνουσα Υπηρεσία συγκροτεί τριμελή επιτροπή τεχνικών υπαλλήλων, στην οποία συμμετέχει απαραίτητα ο επιβλέπων, εκτός αν δεν είναι δυνατή η συμμετοχή του, για σοβαρή αιτία εκτιθέμενη στην απόφαση συγκρότησης. Η επιτροπή διαπιστώνει αν υφίσταται υπερημερία, τα αίτιά της και το ύψος των ζημιών του αναδόχου για κάθε ημέρα κατά προσέγγιση, συντάσσοντας πρωτόκολλο, το οποίο υποβάλλεται μέσα σε έναν μήνα από τη συγκρότησή της στον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για έγκριση. Το εγκεκριμένο πρωτόκολλο κοινοποιείται στον ανάδοχο με απόδειξη και μπορεί να προσβληθεί με ένσταση. 3. Μετά τη λήξη της υπερημερίας του εργοδότη, ο ανάδοχος υποβάλλει αίτηση για την αναγνώριση της ζημίας του προσδιορίζοντας το ποσόν αυτής. Επί της αιτήσεως αποφασίζει, μετά από εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, η Προϊσταμένη Αρχή, που δεν είναι υποχρεωμένη να δεχθεί τα πορίσματα του πρωτοκόλλου. Άρθρο 33 Έκπτωση του αναδόχου 1. Αν ο ανάδοχος δεν εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή δεν συμμορφώνεται με τις γραπτές εντολές της υπηρεσίας, που είναι σύμφωνες με τη σύμβαση ή τις κείμενες διατάξεις κηρύσσεται έκπτωτος. 2. Η διαδικασία έκπτωσης κινείται υποχρεωτικά εφόσον ο ανάδοχος: α) Υπερβεί υπαίτια για χρόνο πέραν του 1/3 τη σχετική συνολική προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 27, λαμβανομένων υπόψη των τυχόν παρατάσεων. β) Καθυστερεί υπαίτια, για χρόνο περισσότερο από το μισό της αντίστοιχης τμηματικής προθεσμίας, την υποβολή σταδίου μελέτης. γ) Οι εργασίες του παρουσιάζουν κατ' επανάληψη ελαττώματα ή ελλείψεις. Για να κηρυχθεί ο ανάδοχος έκπτωτος για το λόγο αυτόν πρέπει να έχει προηγηθεί, τουλάχιστον μια φορά, η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 31, για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων ή ελλείψεων της μελέτης και να μην έχει ασκηθεί ένσταση ή η ασκηθείσα να έχει απορριφθεί. 3. Αν υφίσταται λόγος έκπτωσης, κοινοποιείται στον ανάδοχο με απόδειξη ειδική πρόσκληση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, η οποία αναφέρεται απαραίτητα στις διατάξεις του άρθρου αυτού και περιλαμβάνει συγκεκριμένη περιγραφή ενεργειών ή εργασιών που πρέπει να εκτελέσει ο ανάδοχος μέσα στην τασσόμενη προθεσμία. Η τασσόμενη προθεσμία πρέπει να είναι εύλογη, ήτοι ανάλογη του χρόνου που απαιτείται κατά την κοινή αντίληψη για την εκτέλεση των εργασιών ή των ενεργειών και πάντως όχι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών. 4. Ανεξάρτητα από την κοινοποίηση της ειδικής πρόσκλησης και τις προθεσμίες που τάσσει για την εκτέλεση συγκεκριμένων εργασιών ή ενεργειών, ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να τηρεί τις εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του για την εμπρόθεσμη εκτέλεση της σύμβασης και υφίσταται τις νόμιμες συνέπειες από την τυχόν υπέρβαση των συμβατικών προθεσμιών. 5. Αν η προθεσμία που τέθηκε με την ειδική πρόσκληση παρήλθε χωρίς ο ανάδοχος να συμμορφωθεί με το περιεχόμενό της, κηρύσσεται έκπτωτος μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την πάροδο της προθεσμίας, με απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Στην απόφαση προσδιορίζονται οι εργασίες και ενέργειες που τυχόν εκτέλεσε ο ανάδοχος σε συμμόρφωση προς την ειδική πρόσκληση και αιτιολογείται η έκπτωση με αναφορά στις εργασίες που δεν εκτέλεσε και ενέργειες που δεν συμμορφώθηκε. 6. Αν κατά της απόφασης έκπτωσης δεν ασκηθεί εμπρόθεσμα ένσταση ή αν απορριφθεί η ένσταση από την αρμόδια προς τούτο Προϊσταμένη Αρχή, η έκπτωση καθίσταται οριστική. Αν ασκηθεί εμπρόθεσμα ένσταση αναστέλλονται οι συνέπειες της έκπτωσης μέχρι αυτή να οριστικοποιηθεί και ο ανάδοχος υποχρεούται να συνεχίσει τις εργασίες της σύμβασης. Η απόφαση επί της ένστασης εκδίδεται, μετά γνώμη του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου, από την Προϊσταμένη Αρχή μέσα σε δύο (2) μήνες από την κατάθεσή της. Η αποδοχή ή απόρριψη της ένστασης αιτιολογείται, μεταξύ δε των λόγων αποδοχής μπορεί να περιλαμβάνεται και η καταφανής βελτίωση του ρυθμού ή της ποιότητας των εκτελούμενων εργασιών, ώστε να πιθανολογείται βάσιμα η έγκαιρη και έντεχνη εκτέλεση του έργου. Η Προϊσταμένη Αρχή υποχρεούται να εκδώσει απόφαση και μετά την πάροδο της προθεσμίας, ενώ κινείται η πειθαρχική διαδικασία κατά των υπαιτίων υπαλλήλων κατά τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 25. Μετά την πάροδο της προθεσμίας εκδόσεως αποφάσεως, ο ανάδοχος υποχρεούται να διακόψει τις εργασίες της σύμβασης και η Διευθύνουσα Υπηρεσία διαπιστώνει τις εργασίες που εκπόνησε ο ανάδοχος. Αν η ένσταση του αναδόχου γίνει τελικά αποδεκτή, δικαιούται παράταση με αναθεώρηση, ισόχρονη με το διάστημα της διακοπής, ενώ η διακοπή των εργασιών της σύμβασης δεν αποτελεί λόγο για τη διάλυση της σύμβασης. Ουδεμία εργασία εκτελούμενη μετά την ημέρα της κατά τα άνω υποχρεωτικής διακοπής των εργασιών και μέχρι της τυχόν θετικής για τον ανάδοχο αποφάσεως πιστοποιείται για πληρωμή. Η Προϊσταμένη Αρχή υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως τη Διεύθυνση Μητρώων και Τεχνικών Επαγγελμάτων της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων για την οριστικοποιηθείσα έκπτωση. 7. Μετά την κοινοποίηση της απόφασης στον ανάδοχο και μέχρι να καθορισθεί ο τρόπος εκπόνησης των εργασιών που υπολείπονται για την ολοκλήρωση του εκπονούμενου σταδίου της μελέτης ή της σύμβασης υπηρεσιών, η Διευθύνουσα Υπηρεσία επεμβαίνει προς αποτροπή αρνητικών συνεπειών εκτελώντας τις απαραίτητες ενέργειες σε βάρος και για λογαριασμό του έκπτωτου αναδόχου. 8. Με την κοινοποίηση της απόφασης οριστικοποίησης της έκπτωσης, ο ανάδοχος διακόπτει κάθε εργασία και δεν δικαιούται αμοιβή για το εκπονούμενο στάδιο. Κατ’ εξαίρεση μπορεί ο εργοδότης, αν κρίνει ότι ορισμένα στοιχεία του μελετητικού έργου του υπό εκπόνηση σταδίου είναι χρήσιμα, να ζητήσει να παραδοθούν στη Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε ορισμένη προθεσμία, συντασσομένου σχετικού πρωτοκόλλου παράδοσης. Η αμοιβή του αναδόχου για τις εργασίες του ημιτελούς σταδίου κανονίζεται με Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών. 9. Μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης εκκαθαρίζεται η σύμβαση και καταπίπτει υπέρ του εργοδότη η εγγύηση καλής εκτέλεσης ως ειδική ποινική ρήτρα. Αν επιβλήθηκαν ποινικές ρήτρες για υπέρβαση τμηματικών προθεσμιών μέχρι την οριστικοποίηση της έκπτωσης οφείλονται από τον ανάδοχο αθροιστικά, ενώ επιβάλλεται και η ποινική ρήτρα για την υπέρβαση της συνολικής προθεσμίας, εφόσον υφίσταται αντίστοιχη περίπτωση. 10. Η απόφαση με την οποία οριστικοποιήθηκε η έκπτωση κοινοποιείται από την υπηρεσία που την εξέδωσε στην αρμόδια για την έγκριση της μελέτης υπηρεσία και στην υπηρεσία τήρησης του Μητρώου Μελετητών ή Εταιρειών Μελετών, για την επιβολή των παρεπόμενων κυρώσεων, μαζί με σύντομο ιστορικό και μνεία των λόγων που οδήγησαν στην έκπτωση. Αν ο έκπτωτος ανάδοχος είναι κοινοπραξία ή σύμπραξη μελετητών ή εταιρειών μελετών, η Διευθύνουσα Υπηρεσία προσδιορίζει τους υπεύθυνους για την έκπτωση μελετητές ή εταιρείες της σύμπραξης ή κοινοπραξίας. Άρθρο 34 Διάλυση της σύμβασης 1. Σε περίπτωση σύμβασης μελέτης που εκπονείται κατά στάδια, ο εργοδότης δικαιούται να διακόψει τις εργασίες της μετά την ολοκλήρωση κάποιου σταδίου και να λύσει τη σύμβαση χωρίς αποζημίωση του αναδόχου, αν τούτο προβλέπεται στη σύμβαση. Δικαιούται επίσης ο εργοδότης να διακόψει την εκπόνηση σταδίου μελέτης με καταβολή αποζημίωσης στον ανάδοχο, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 36. Ο εργοδότης σύμβασης παροχής υπηρεσιών δικαιούται, αν προβλέπεται στη σύμβαση, να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών, είτε αζημίως για τον ίδιο είτε και με καταβολή αποζημίωσης, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 36. 2. Ο ανάδοχος δικαιούται να διαλύσει τη σύμβαση στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Αν υπάρξει υπέρβαση της οριακής προθεσμίας της σύμβασης, χωρίς υπαιτιότητά του. β) Αν αναστείλει την εκπόνηση μελέτης ή την παροχή των υπηρεσιών με εντολή του εργοδότη, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση της εντολής. γ) Αν εξαιτίας γεγονότων που συνιστούν υπερημερία του εργοδότη αναγκαστεί είτε να μην αρχίσει την εκπόνηση μελέτης ή την παροχή της υπηρεσίας του κατά τον ορισμένο στη σύμβαση χρόνο είτε να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών του μετά την έναρξή τους, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών. Για την έναρξη της προθεσμίας ο ανάδοχος υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία Ειδική Δήλωση κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3. δ) Αν παρέλθει χρόνος δύο (2) τουλάχιστον μηνών από την υποβολή Ειδικής Δήλωσης εκ μέρους του αναδόχου προς τον εργοδότη, λόγω παρέλευσης της προθεσμίας για την πληρωμή πιστοποίησης. 3. Η Ειδική Δήλωση διακοπής των εργασιών της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 περιλαμβάνει: α) μνεία των λόγων της διάλυσης, β) στοιχεία για περαιωμένα τμήματα της μελέτης και εκτίμηση της αξίας τους, γ) περιγραφή των τμημάτων της μελέτης που υπολείπονται, δ) αίτηση περί καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης συγκεκριμένου, κατά το δυνατόν, ύψους και ανάλυση των κονδυλίων της και ε) δήλωση περί της πρόθεσής του να αποδεχθεί συνέχιση των εργασιών κατόπιν αποζημίωσης. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία εκδίδει απόφαση μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες περί αποδοχής ή απόρριψης της Ειδικής Δήλωσης. Αν δεχθεί τη δήλωση ή παρέλθει άπρακτο διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών από την επίδοσή της, ο ανάδοχος μπορεί να υποβάλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση λύσης της σύμβασης. Επί της αιτήσεως αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός μηνός, ύστερα από εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας στην οποία καταχωρείται και η γνώμη του επιβλέποντα. Η σύμβαση λύεται με την αποδοχή της αίτησης ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας. Αν η αίτηση απορριφθεί εμπρόθεσμα ο ανάδοχος υποχρεούται στη συνέχιση παροχής των υπηρεσιών του, ανεξάρτητα από την άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων του και η Προϊσταμένη Αρχή εγκρίνει, με την ίδια απόφαση, τις αναγκαίες προσαρμογές στις προθεσμίες της σύμβασης. 4. Για τη διάλυση της σύμβασης κατά τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 2, ο ανάδοχος υποβάλλει αίτηση στη Διευθύνουσα Υπηρεσία, η οποία περιλαμβάνει τα στοιχεία της Ειδικής Δήλωσης διακοπής των εργασιών και επιπλέον αίτημα για λύση της σύμβασης. Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 3 εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή. 5. Σε περίπτωση διάλυσης της σύμβασης η οφειλόμενη αποζημίωση κανονίζεται με πρωτόκολλο κανονισμού τιμής μονάδας νέων εργασιών. 6. Οι συμβάσεις εκπόνησης μελέτης λύονται με την παραλαβή του συμβατικού αντικειμένου, εκτός αν συντρέχει περίπτωση έκπτωσης του αναδόχου ή διάλυσης της σύμβασης είτε με πρωτοβουλία του κυρίου του έργου είτε με πρωτοβουλία του αναδόχου. Μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας και των εγκεκριμένων παρατάσεών της και μέχρι τη λύση της σύμβασης με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο δεν οφείλεται αναθεώρηση. Οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών λύονται αυτοδικαίως αν παρέλθει η συμβατική προθεσμία και οι παρατάσεις της, εκτός αν συντρέχει περίπτωση έκπτωσης του αναδόχου ή διάλυσης της σύμβασης είτε με πρωτοβουλία του κυρίου του έργου είτε με πρωτοβουλία του αναδόχου. Στη σύμβαση μπορεί να ορίζεται και διαφορετικά, ιδίως σε περιπτώσεις που το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα έχει ουσιώδη σημασία για τα συμφέροντα του κυρίου του έργου. Άρθρο 35 Ματαίωση της διάλυσης 1. Αν ο ανάδοχος άσκησε μεν το δικαίωμα διάλυσης της σύμβασης αλλά συναινεί στη ματαίωσή της, η σύμβαση νομίμως συνεχίζεται, ανεξαρτήτως των αξιώσεών του προς αποκατάσταση των θετικών ζημιών του. Προς το σκοπό αυτόν ο ανάδοχος υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση με στοιχεία υπολογισμού της αποζημίωσής του, επί της οποίας αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή κατόπιν εισηγήσεως της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Για την εξακρίβωση των ζημιών η Π.Α. συγκροτεί, μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την υποβολή της εισήγησης, επιτροπή που ερευνά τη βασιμότητα των απαιτήσεων του αναδόχου και εκτιμά το ύψος των θετικών ζημιών του, δυνάμενη να ζητήσει από τον ανάδοχο πρόσθετα στοιχεία και πληροφορίες. 2. Η Προϊσταμένη Αρχή, με απόφασή της που εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης εγκρίνει τη ματαίωση της διάλυσης και την αποζημίωση του αναδόχου, επιφέροντας τις αναγκαίες προσαρμογές στις προθεσμίες της μελέτης. Αν ο ανάδοχος δεν συμφωνεί στον καθορισμό της αποζημίωσης, μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας. Άρθρο 36 Αποζημίωση αναδόχου σε περίπτωση διάλυσης της σύμβασης 1. Αν η σύμβαση εκπόνησης μελέτης ή παροχής υπηρεσιών διαλυθεί από τον εργοδότη και δεν προβλέπεται διαφορετικά στη σύμβαση, ο ανάδοχος δικαιούται αποζημίωσης η οποία ανέρχεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί της συμβατικής αμοιβής των υπολειπόμενων για την ολοκλήρωσή της σταδίων. 2. Αν η σύμβαση λυθεί από τον εργοδότη κατά την εκπόνηση σταδίου μελέτης, η αποζημίωση του αναδόχου ανέρχεται σε τριάντα τοις εκατό (30%) του υπολειπόμενου χρηματικού αντικειμένου του υπό εκπόνηση σταδίου. Ως προς τα επόμενα στάδια εφαρμόζεται η προηγούμενη παράγραφος. Για την αμοιβή των ήδη εκπονηθέντων τμημάτων του σταδίου της μελέτης που διακόπτεται συντάσσεται Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.. 3. Για την πληρωμή της αποζημίωσης ο ανάδοχος υποβάλλει, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός μηνός από την κοινοποίηση της απόφασης διάλυσης, στη Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση, με ανάλυση της αποζημίωσης. Η αποζημίωση προσδιορίζεται με πρωτόκολλο κανονισμού τιμής μονάδας νέων εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.), που συντάσσεται και εγκρίνεται μέσα σε δύο (2) μήνες από την υποβολή της αίτησης. 4. Οι αποζημιώσεις των προηγούμενων παραγράφων δεν θίγουν την οφειλόμενη αμοιβή για τις εκτελεσθείσες εργασίες ή υπηρεσίες. Άρθρο 37 Έγκριση της μελέτης - Παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης 1. Εφόσον στις ισχύουσες διατάξεις για επί μέρους κατηγορίες μελετών δεν ορίζεται ιδιαίτερη διαδικασία έγκρισης της μελέτης, με την εγκριτική απόφαση της μελέτης, που εκδίδεται από το αρμόδιο κατά νόμο όργανο, πιστοποιείται η τήρηση όλων των προδιαγραφών, κανονισμών και τεχνικών οδηγιών που ισχύουν κατά το χρόνο σύνταξης αυτής και βεβαιώνεται η ποιοτική και ποσοτική της επάρκεια και η συμμόρφωση του αναδόχου προς τις συμβατικές εν γένει υποχρεώσεις του. Αν κατά το νόμο απαιτείται πριν την έγκριση της μελέτης η γνώμη άλλων υπηρεσιών και φορέων, υποχρεούνται να την υποβάλλουν μέσα σε χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών από την αποστολή της μελέτης προς αυτούς, εκτός αν προβλέπεται διαφορετική προθεσμία από ειδικές διατάξεις. Η παρέλευση της προθεσμίας θεωρείται ως θετική γνωμοδότηση. 2. Η μελέτη εγκρίνεται κατά στάδια και στο σύνολό της. Η απόφαση έγκρισης εκδίδεται μέσα σε δύο (2) μήνες από την εμπρόθεσμη υποβολή πλήρων των στοιχείων της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον απαιτούνται. Η προθεσμία αναστέλλεται αν το αρμόδιο για την έγκριση όργανο αιτιολογημένα ζητήσει συμπλήρωση ή διευκρίνιση επί των υποβληθέντων δικαιολογητικών. Αν η συμπλήρωση ή διευκρίνιση αφορά διακεκριμένο στάδιο ή κατηγορία μελέτης, μπορεί να γίνει τμηματική έγκριση των υπόλοιπων μελετών. 3. Η έγκριση ενδιάμεσων σταδίων μελετών αποτελεί και προσωρινή παραλαβή. Η οριστική παραλαβή των μελετών πραγματοποιείται με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, μετά την έγκριση του τελευταίου, κατά τη σύμβαση, σταδίου της μελέτης και την έκδοση βεβαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, για την περαίωση των εργασιών της σύμβασης. 4. Η προθεσμία συντέλεσης της παραλαβής της μελέτης είναι τρεις (3) μήνες από την έγκριση πλήρων των μελετών που προβλέπονται από τη σύμβαση. Οι μελέτες της αρχικής και των συμπληρωματικών συμβάσεων παραλαμβάνονται ενιαία. 5. Αν η μελέτη δεν παραληφθεί εμπρόθεσμα, επέρχεται αυτοδίκαιη παραλαβή, αν παρέλθει άπρακτο διάστημα δύο (2) μηνών από την υποβολή σχετικής όχλησης του αναδόχου. Η όχληση υποβάλλεται επί ποινή απαραδέκτου μετά την πάροδο της προθεσμίας της παραγράφου 2. 6. Επιτρέπεται να παραληφθεί εκτός αν άλλως ορίζεται στην Σύμβαση, ύστερα από αίτηση του αναδόχου, μελέτη αυτοτελούς τμήματος έργου που εκπονήθηκε ή επί μέρους κατηγορίας ή σταδίου αυτής. 7. Η παραλαβή του αντικειμένου των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών γίνεται όπως ορίζεται στις συμβάσεις αυτές. Άρθρο 38 Εμπειρογνώμονες 1. Σε περιπτώσεις ειδικών ή μεγάλων έργων υποδομής ή έργων στα οποία εφαρμόζονται μη διαδεδομένες ειδικές μέθοδοι μελέτης και κατασκευής, ιδίως σε θέματα ασφάλειας ή αντιμετώπισης και αποτροπής κινδύνου, μπορεί, με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, που λαμβάνεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Τεχνικού Συμβουλίου του φορέα κατασκευής του έργου να ορίζεται ως ειδικός εμπειρογνώμονας για την επίλυση συγκεκριμένου τεχνικού προβλήματος και για ολιγοήμερη απασχόληση, επιστήμονας εγνωσμένου κύρους και φήμης και μεγάλης εμπειρίας σχετικής με το προς επίλυση θέμα, χωρίς να απαιτείται να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελετητών. Η αμοιβή του βαρύνει τις πιστώσεις του έργου ή της μελέτης και καθορίζεται με την απόφαση ορισμού του, επί τη βάσει ημερήσιας αποζημίωσης που προκύπτει από πίνακα κλάσεων εμπειρογνωμόνων, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. 2. Με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, η αναθέτουσα Αρχή μπορεί να αναθέτει απευθείας σε έναν ή περισσότερους εμπειρογνώμονες, όπως αυτοί ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, την υποστήριξη των υπηρεσιών του εργοδότη με σύμβαση παροχής υπηρεσιών. Αν η συμβατική αμοιβή ισούται ή υπερβαίνει το εκάστοτε όριο εφαρμογής της Κοινοτικής Οδηγίας για τις υπηρεσίες, απευθείας ανάθεση επιτρέπεται μόνο αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 10. 3. Η ανάθεση των καθηκόντων της παραγράφου 2 αποφασίζεται από την Προϊσταμένη Αρχή ύστερα από εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου, όταν πρόκειται ιδίως: α) Για έργα πολύ μεγάλης κλίμακας, η πολυπλοκότητα των οποίων απαιτεί την εκτός των άλλων δυνατοτήτων της ιδιαίτερη υποστήριξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. β) Για εξειδικευμένα έργα ή για έκτακτα περιστατικά για τα οποία η διαθέσιμη εμπειρία κατά την κρίσιμη φάση της αντιμετώπισής τους είναι μικρή. γ) Για έργα που εμφανίζουν σημαντικές αβεβαιότητες ή ιδιαίτερες κατασκευαστικές δυσχέρειες ή υψηλή επικινδυνότητα. 4. Η σύμβαση της παραγράφου 2 συνάπτεται ύστερα από απόφαση της αναθέτουσας Αρχής και μπορεί να λυθεί οποτεδήποτε μονομερώς και αζημίως για τον εργοδότη. Όταν οι υπηρεσίες Εμπειρογνώμονα ανατίθενται σε ομάδα, η απόφαση έγκρισης της ανάθεσης και περαιτέρω η σύμβαση καθορίζει λεπτομέρειες για τη διαμόρφωση και διατύπωση της γνώμης της ομάδας.
  3. Ν 3328/2005 Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης και άλλες διατάξεις ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ Άρθρο 1 Ίδρυση - Νομική Μορφή - Έδρα Ιδρύεται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία «ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΤΙΤΛΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ» (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.), που εδρεύει στην Αθήνα και εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ο Οργανισμός στις διεθνείς του σχέσεις χρησιμοποιεί την επωνυμία: «Hellenic National Academic Recognition and Information Center (Hellenic NARIC)». Άρθρο 2 Σκοπός 1. Σκοπός του Οργανισμού είναι: α) Η αναγνώριση τίτλων σπουδών που απονέμονται από ομοταγή εκπαιδευτικά ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, πανεπιστημιακής και τεχνολογικής κατεύθυνσης της αλλοδαπής και β) η παροχή πληροφοριών σχετικά με σπουδές στην ανώτατη εκπαίδευση στην ημεδαπή και αλλοδαπή. 2. Ο Οργανισμός για την επίτευξη του σκοπού του: α) Συλλέγει και επεξεργάζεται τις πληροφορίες και τα στοιχεία που αφορούν το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, κυρίως σχετικά με την ελληνική ανώτατη εκπαίδευση του πανεπιστημιακού και τεχνολογικού τομέα και λειτουργεί ως Κέντρο ενημέρωσης για θέματα πανεπιστημιακής και ανώτατης τεχνολογικής εκπαίδευσης. β) Συλλέγει και επεξεργάζεται τις πληροφορίες και τα στοιχεία που αφορούν την ανώτατη εκπαίδευση σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, παρακολουθεί τις εξελίξεις που σημειώνονται διεθνώς στο χώρο αυτόν, ενημερώνει το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων και τα πανεπιστήμια και τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα (T.E.I.) για θέματα ανώτατης εκπαίδευσης της αλλοδαπής και παρέχει πληροφορίες σε ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης ή αρμόδια Κέντρα και αντίστοιχους οργανισμούς της αλλοδαπής, σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία των ελληνικών πανεπιστημίων και τεχνολογικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης. Συμβουλεύει, επίσης, το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων για την ανάγκη δημιουργίας στην ημεδαπή νέων τμημάτων, που λειτουργούν ήδη στην αλλοδαπή. γ) Συμμετέχει σε συσκέψεις και άλλες εκδηλώσεις που διοργανώνονται από διεθνείς οργανισμούς και ιδιαίτερα από το ευρωπαϊκό δίκτυο των αντίστοιχων κέντρων ακαδημαϊκών αναγνωρίσεων και πληροφόρησης (NARIC), του οποίου είναι μέλος. δ) Συνεργάζεται με όργανα που έχουν ως σκοπό την αξιολόγηση της ποιότητας της ανώτατης εκπαίδευσης για θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Άρθρο 3 Ορισμοί Κατά την έννοια του νόμου αυτού: α) «Ανώτατη εκπαίδευση πανεπιστημιακής και τεχνολογικής κατεύθυνσης» είναι η εκπαίδευση που παρέχεται από πανεπιστήμια και τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή ως ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης. β) «Τίτλος σπουδών» είναι πτυχίο ή δίπλωμα, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο κάτοχος του έχει ολοκληρώσει επιτυχώς πρόγραμμα σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης. γ) «Πτυχίο» είναι ο τίτλος αναγνωρισμένου πανεπιστημιακού ή τεχνολογικού ιδρύματος ανώτατης εκπαίδευσης, ο οποίος χορηγείται μετά από επιτυχή ολοκλήρωση προπτυχιακού προγράμματος σπουδών. δ) «Μεταπτυχιακό Δίπλωμα» είναι ο τίτλος που χορηγείται σε κατόχους πτυχίου μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών των αναγνωρισμένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. ε) «Διδακτορικό Δίπλωμα» είναι ο τίτλος που χορηγείται από αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα σε κατόχους πτυχίου μετά επιτυχή εκπόνηση πρωτότυπης επιστημονικής διατριβής. στ) «Αναγνώριση τίτλου σπουδών» είναι η βεβαίωση και η διαπίστωση από τον Οργανισμό της «ισοτιμίας» ή «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» του τίτλου. Η αναγνώριση αφορά πτυχία, μεταπτυχιακά διπλώματα και διδακτορικά διπλώματα. ζ) «Αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα» είναι το πανεπιστήμιο και το τεχνολογικό ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης που έχει κριθεί ως ομοταγές από τα αρμόδια όργανα του Οργανισμού. η) Ομοταγές θεωρείται το εκπαιδευτικό ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης πανεπιστημιακής και τεχνολογικής κατεύθυνσης της αλλοδαπής που αναγνωρίζεται από τα αρμόδια όργανα της χώρας του, εφόσον συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: αα) Η διδασκαλία και η εξέταση περιλαμβάνει τα αναγκαία για την αντίστοιχη επιστήμη μαθήματα. ββ) Το ανώτατο ίδρυμα απονέμει ως τίτλους σπουδών πτυχία ή μεταπτυχιακά διπλώματα ή διδακτορικά διπλώματα. Κατ’ εξαίρεση θεωρούνται ως ομοταγή και τα Ανώτατα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, καθώς και οι Ανώτατες Σχολές Καλών Τεχνών (εικαστικών τεχνών, μουσικής, θεάτρου, χορού, κινηματογράφου) που απονέμουν ως τίτλους σπουδών μόνο πτυχία. γγ) Το μεγαλύτερο μέρος του διδακτικού προσωπικού του προπτυχιακού και του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών έχει διδακτορικό δίπλωμα. Η προϋπόθεση αυτή δεν ισχύει για τις Ανώτατες Σχολές Καλών Τεχνών (εικαστικών τεχνών, μουσικής, θεάτρου, χορού, κινηματογράφου). δδ) Όταν οι απονεμόμενοι τίτλοι οδηγούν σε επαγγελματικά δικαιώματα, τα δικαιώματα αυτά αναγνωρίζονται στη χώρα που λειτουργεί το ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα. εε) Η διάρκεια σπουδών είναι τουλάχιστον τριετής για το προπτυχιακό και ενός έτους για το μεταπτυχιακό πρόγραμμα, οι δε σπουδαστές έχουν περατώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Άρθρο 4 Προϋποθέσεις αναγνώρισης τίτλων Οι τίτλοι σπουδών των αναγνωρισμένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της αλλοδαπής αναγνωρίζονται από τον Οργανισμό ως «ισότιμοι» ή ως «ισότιμοι και αντίστοιχοι». 1. Η «ισοτιμία» αναγνωρίζεται εφόσον: α) Η διάρκεια των σπουδών, η διαδικασία διδασκαλίας και μάθησης και οι όροι αξιολόγησης, προαγωγής και αποφοίτησης των σπουδαστών πληρούν τις απαιτήσεις των πανεπιστημίων και των τεχνολογικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης της ημεδαπής. Εξαιρούνται από την προϋπόθεση της διαδικασίας της διδασκαλίας και μάθησης τα ιδρύματα τύπου «ανοικτού πανεπιστημίου» (open university), «σπουδών εξ αποστάσεως» (distance learning) και «εξωτερικών πτυχίων» (external degrees), υπό τον όρο ότι τα συγκεκριμένα ιδρύματα έχουν ειδικό πρόγραμμα σπουδών για το σκοπό αυτόν, ότι ολόκληρη η διαδικασία παροχής τέτοιου τύπου προγράμματος γίνεται αποκλειστικά από το ίδρυμα που απονέμει τον τίτλο και όχι από άλλο με οποιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενο με αυτό ίδρυμα και ότι η αξιολόγηση, προαγωγή και αποφοίτηση γίνονται με βάση διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες, ανάλογες με αυτές που ισχύουν στα άλλα προγράμματα σπουδών με παρακολούθηση. β) Όλο το πρόγραμμα σπουδών έχει διανυθεί σε ομοταγή Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και τουλάχιστον το ½ του προγράμματος ή τα δύο έτη, σε περίπτωση που η διάρκεια των σπουδών είναι πενταετής, έχει πραγματοποιηθεί στο Ίδρυμα που απονέμει τον τίτλο. Εξαίρεση ως προς το εν λόγω ελάχιστο ποσοστό σπουδών μπορεί να αποτελέσουν τα διαπανεπιστημιακά προγράμματα συνεργασίας αναγνωρισμένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η διάρκεια των σπουδών υπολογίζεται σε ακαδημαϊκά έτη, εξάμηνα ή διδακτικές μονάδες ή σε συνδυασμό αυτών. 2. Ειδικότερα για την αναγνώριση τίτλων σπουδών της αλλοδαπής που αποκτώνται μετά από τριετή φοίτηση, όταν για τα αντίστοιχα προγράμματα της ημεδαπής προβλέπεται τετραετής ή πενταετής φοίτηση, «ισοτιμία» ή «ισοτιμία και αντιστοιχία» του πτυχίου αναγνωρίζεται μόνον εφόσον ο κάτοχος του πτυχίου είναι και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος. Στην περίπτωση αυτή δεν αναγνωρίζεται «ισοτιμία» του μεταπτυχιακού διπλώματος. Η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου δεν κρίνεται απαραίτητη προκειμένου για ισοτιμία με πτυχίο τεχνολογικού εκπαιδευτικού ιδρύματος. Σε ειδικές περιπτώσεις εντατικών προγραμμάτων της αλλοδαπής τριετούς διάρκειας, όταν τα αντίστοιχα πανεπιστημιακά προγράμματα της ημεδαπής είναι τετραετούς διάρκειας, είναι δυνατόν με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Τμήματος του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του Οργανισμού, να χορηγηθεί «ισοτιμία» ή «ισοτιμία και αντιστοιχία» στο πτυχίο χωρίς παράλληλη συνεκτίμηση μεταπτυχιακού διπλώματος. Στη σχετική απόφαση λαμβάνονται υπόψη συγκεκριμένα ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια και ιδίως οι διδακτικές μονάδες (credits) του προγράμματος σπουδών του αλλοδαπού ιδρύματος και η τυχόν αξιολόγηση ή πιστοποίηση του από αναγνωρισμένους φορείς ανώτατης εκπαίδευσης. Η απόφαση αυτή δημοσιοποιείται. 3. «Ισοτιμία και αντιστοιχία» αναγνωρίζεται εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση της «ισοτιμίας» του τίτλου σπουδών και επιπλέον ο ενδιαφερόμενος έχει διδαχθεί και εξετασθεί επιτυχώς στα βασικά μαθήματα του ομοειδούς προγράμματος σπουδών της ημεδαπής. Ο Οργανισμός μπορεί να απαιτήσει επιπλέον επιτυχή εξέταση σε συμπληρωματικό αριθμό μαθημάτων σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ημεδαπής. Τα συμπληρωματικά μαθήματα δεν μπορούν να υπερβαίνουν τα έξι. Ο αριθμός αυτός μπορεί να αυξηθεί έως δέκα, όταν πρόκειται για την αναγνώριση τίτλων της αλλοδαπής αντίστοιχων με τίτλους, που αποκτώνται στην ημεδαπή μετά από σπουδές τουλάχιστον πενταετούς διάρκειας. Αν η διαφορά του προγράμματος σπουδών της ημεδαπής από το πρόγραμμα της αλλοδαπής είναι τόσο σημαντική ώστε να μη μπορεί να χορηγηθεί «ισοτιμία και αντιστοιχία» του τίτλου ούτε με τη συμπληρωματική εξέταση σε έξι ή, αναλόγως, δέκα μαθήματα, τότε αναγνωρίζεται «ισοτιμία» εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 4 παρ. 1. Τα συμπληρωματικά μαθήματα ορίζονται από το οικείο Τμήμα του Δ.Σ. του Οργανισμού μετά από εισήγηση της αρμόδιας Εκτελεστικής Επιτροπής (Ε.Ε.). 4. Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα υποχρεούνται να δέχονται, μέσα στις δύο επόμενες από την υποβολή στο ίδρυμα της σχετικής αίτησης του ενδιαφερομένου εξεταστικές περιόδους, υποψηφίους που παραπέμπονται από τον Οργανισμό για εξέταση σε συμπληρωματικά μαθήματα σε αριθμό τουλάχιστον ίσο με το 10% των εισακτέων στα αντίστοιχα Τμήματα κατά το συγκεκριμένο ακαδημαϊκό έτος. Παράλειψη της υποχρεώσεως τους αυτής συνιστά παράβαση καθήκοντος. 5. Ο Οργανισμός σε συνεργασία με πανεπιστημιακά και τεχνολογικά τμήματα ανώτατης εκπαίδευσης διενεργεί ειδικές γραπτές εξετάσεις για την αξιολόγηση των απαιτούμενων συμπληρωματικών μαθημάτων και για τον έλεγχο των αποκτηθεισών γνώσεων, όταν το κρίνει σκόπιμο. Οι εξετάσεις μπορεί να γίνονται και με τη μέθοδο των ερωτήσεων πολλαπλών επιλογών, η δε βαθμολογία των δοκιμίων των εξεταζομένων μπορεί να γίνεται και με ηλεκτρονικό τρόπο. Η εξεταστέα ύλη προσδιορίζεται εκ των προτέρων, ισχύει για ένα έτος, ανακοινώνεται δημοσίως και έχει το αντίστοιχο επιστημονικό επίπεδο των εξετάσεων που διοργανώνουν τα ημεδαπά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα γα την απόκτηση του αντίστοιχου πτυχίου. Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων οι εξετασθέντες έχουν δικαίωμα να ζητήσουν την επίδειξη του γραπτού τους από τα αρμόδια όργανα του Οργανισμού και την επαναβαθμολόγησή του, εάν προκύψει σφάλμα ή παράλειψη στην αρχική βαθμολόγηση. Ειδικότερα θέματα ως προς τον τρόπο διεξαγωγής των εξετάσεων και τη διαδικασία επαναβαθμολόγησης ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Οργανισμού κατά το άρθρο 15 παρ. 2. Για τη συμμετοχή στις εξετάσεις καταβάλλεται παράβολο στον Οργανισμό. 6. Η «ισοτιμία και αντιστοιχία» του τίτλου για την οποία απαιτούνται συμπληρωματικά μαθήματα αναγνωρίζεται μετά την υποβολή στοιχείων που αποδεικνύουν επιτυχή εξέταση στα εν λόγω μαθήματα. 7. Οι μεταπτυχιακοί και διδακτορικοί τίτλοι αναγνωρίζονται μόνο ως ισότιμοι. 8. Οι τίτλοι σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης διεθνών οργανισμών στους οποίους μετέχει η Ελληνική Δημοκρατία, είναι ισότιμοι προς τους τίτλους σπουδών των ελληνικών δημοσίων ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων εφαρμοζόμενων αναλογικά των παραγράφων 2 έως 7 του παρόντος. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ Άρθρο 5 Οργάνωση Όργανα του Οργανισμού είναι το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) και τα Τμήματα του, ο Πρόεδρος, οι Αντιπρόεδροι, οι Εκτελεστικές Επιτροπές (Ε.Ε.), οι Ειδικοί Εισηγητές, οι Ακαδημαϊκοί Σύμβουλοι και οι διοικητικοί υπάλληλοι. Άρθρο 6 Όργανα διοίκησης - Συγκρότηση και λειτουργία 1. Όργανα διοίκησης του Οργανισμού είναι το Δ.Σ., ο Πρόεδρος, οι δύο Αντιπρόεδροι και οι Ε.Ε. Το Δ.Σ. συγκροτείται από τον Πρόεδρο και είκοσι ένα μέλη, δεκατέσσερα των οποίων είναι εν ενεργεία καθηγητές ή αναπληρωτές καθηγητές ελληνικών πανεπιστημίων και τα επτά καθηγητές ελληνικών T.E.I. Τα δεκατέσσερα μέλη του Δ.Σ. προέρχονται ανά ένας από τους επιστημονικούς κλάδους: Φιλοσοφίας ή Φιλολογίας, Ψυχολογίας ή Θεολογίας, Νομικής, Θετικών Επιστημών, Οικονομικών Επιστημών ή Διοίκησης Επιχειρήσεων, Ιατρικής, Οδοντιατρικής, Επιστημών Μηχανικών, Νέων Τεχνολογιών, Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών, Γεωτεχνικών Επιστημών, Κτηνιατρικής, Φυσικής Αγωγής και Καλών Τεχνών. Τα υπόλοιπα επτά μέλη είναι καθηγητές T.E.I, και προέρχονται από τους εξής επιστημονικούς κλάδους: Ένα μέλος από τον κλάδο Διοίκησης Οικονομίας, δύο από τους κλάδους Επαγγελμάτων Υγείας, τρία από τους κλάδους Τεχνολογικών Επιστημών Μηχανικών και ένα μέλος από τους κλάδους Τεχνολογικών Γεωτεχνικών Επιστημών και Τροφίμων. 2. Ο Πρόεδρος και ο Α' Αντιπρόεδρος είναι καθηγητές ελληνικών πανεπιστημίων και ο Β' Αντιπρόεδρος καθηγητής ελληνικών τεχνολογικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης. 3. Ο Πρόεδρος και τα είκοσι ένα μέλη του Δ.Σ., μεταξύ των οποίων και οι δύο Αντιπρόεδροι, διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με τους αναπληρωτές των μελών του Δ.Σ., για τριετή θητεία, από τους υπηρετούντες καθηγητές και αναπληρωτές καθηγητές που περιλαμβάνονται σε κατάλογο που συντάσσουν τα ημεδαπά εκπαιδευτικά ιδρύματα, ύστερα από εκδήλωση ενδιαφέροντος των μελών τους. Για το διορισμό του Προέδρου απαιτείται η προηγούμενη γνώμη της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, η οποία παρέχεται κατά τις διατάξεις του Κανονισμού της Βουλής. Ο Πρόεδρος, οι Αντιπρόεδροι και τα μέλη του Δ.Σ. αντικαθίστανται λόγω παραιτήσεως, απώλειας της ιδιότητας με την οποία έχουν διορισθεί και για σπουδαίο λόγο που ανάγεται στην άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως όταν απουσιάζουν επί τρεις συνεχόμενες συνεδρίες του Συμβουλίου και εφόσον το διάστημα μεταξύ της πρώτης και της τρίτης συνεδρίας δεν είναι μικρότερο των έξι (6) μηνών, και όταν αδυνατούν να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους, λόγω υποχρεωτικής απουσίας στο εξωτερικό πέραν των δύο (2) μηνών, ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, έστω και αν οφείλεται σε ανωτέρα βία. 4. Το Δ.Σ. λειτουργεί σε Ολομέλεια και σε δύο Τμήματα, το Α' Τμήμα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με δεκατέσσερα μέλη και το Β' Τμήμα ανώτατης εκπαίδευσης τεχνολογικής κατεύθυνσης με επτά μέλη. Το Τμήμα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Δ.Σ., τον Α' Αντιπρόεδρο και τα μέλη του Δ.Σ. που προέρχονται από τα πανεπιστήμια. Το Τμήμα ανώτατης εκπαίδευσης τεχνολογικής κατεύθυνσης απαρτίζεται από τον Πρόεδρο του Δ.Σ., τον Β Αντιπρόεδρο και τα μέλη που προέρχονται από τα τεχνολογικά ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης. Κάθε Τμήμα συνεδριάζει, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου, τουλάχιστον τέσσερις φορές κάθε έτος ή οποτεδήποτε κρίνεται αναγκαία μετά από πρόσκληση του αρμόδιου Αντιπροέδρου, εφαρμοζόμενων κατά τα λοιπά των διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. Στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. και των Τμημάτων δύνανται, μετά από πρόσκληση του Προέδρου, να παρίστανται χωρίς δικαίωμα ψήφου οι ειδικοί Εισηγητές, μέλη διδακτικού ερευνητικού προσωπικού ή άλλα πρόσωπα που μπορούν να παράσχουν σχετικές με το συζητούμενο θέμα πληροφορίες. 5. Κάθε Τμήμα ορίζει τριμελείς Ε.Ε. που αποτελούνται από τον Πρόεδρο και δύο μέλη του Τμήματος συγγενών επιστημονικών κλάδων. Για κάθε Ε.Ε. ορίζονται οι κλάδοι σπουδών για τις οποίες είναι αρμόδια να εξετάζει και να αποφασίζει. Ο Πρόεδρος μπορεί να ορίζει κατά την άσκηση της αρμοδιότητάς του αυτής, κατά παρέκκλιση από την παρ. 2 του άρθρου 9, ως αναπληρωτή του είτε τον Αντιπρόεδρο είτε άλλο μέλος του οικείου Τμήματος. 6. Η Ολομέλεια, τα Τμήματα και οι Ε.Ε., αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο αυτόν, συντίθενται και λειτουργούν σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/1999). Τα αναπληρωματικά μέλη μετέχουν νομίμως και όταν εκλείπουν ή χάνουν την ιδιότητα τους αυτή τα τακτικά μέλη. Σε περίπτωση ισοψηφίας κατισχύει η ψήφος του Προέδρου. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ Άρθρο 7 Αρμοδιότητες Ολομέλειας και Τμημάτων Δ.Σ. 1. Η Ολομέλεια του Δ.Σ. έχει τις εξής αρμοδιότητες: α) Μελετά θέματα γενικότερης σημασίας που παραπέμπονται από τα Τμήματα του ή είναι κοινού ενδιαφέροντος για αυτά ή που αφορούν στη γενική πολιτική του Οργανισμού και την εν γένει προβολή του προς τα έξω. β) Εισηγείται στον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων για την έκδοση υπουργικών αποφάσεων σύμφωνα με τις προβλεπόμενες εξουσιοδοτικές διατάξεις. γ) Διατυπώνει απόψεις στον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων σχετικά με την υπογραφή διεθνών ή διακρατικών συμφωνιών που περιλαμβάνουν διατάξεις για την αναγνώριση τίτλων σπουδών. δ) Εγκρίνει τον προϋπολογισμό, απολογισμό και ισολογισμό του Οργανισμούς διοικεί και διαχειρίζεται την περιουσία του, αποφασίζει για θέματα δαπανών και προμηθειών, αποδέχεται ή αποποιείται κληρονομιές, κληροδοσίες ή δωρεές και κάθε είδους χορηγίες. ε) Συγκροτεί την επιτροπή για την επιλογή των ειδικών εισηγητών σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 10. στ) Καθορίζει τον τύπο των χορηγούμενων από τον Οργανισμό πιστοποιητικών κατά την παρ. 3 του άρθρου 11. ζ) Αποφαίνεται επί αιτήσεων επανεξέτασης αποφάσεων των Τμημάτων. η) Έχει και κάθε άλλη αρμοδιότητα που δεν έχει ρητώς ανατεθεί σε άλλο όργανο διοίκησης του Οργανισμού. Η Ολομέλεια συντάσσει, επίσης, ετήσια έκθεση, στην οποία εκθέτει και αξιολογεί το έργο του Οργανισμού. Η έκθεση υποβάλλεται το Μάρτιο κάθε έτους στον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων και στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής. 2. Κάθε Τμήμα του Δ.Σ. έχει τις εξής αρμοδιότητες: α) Αποφασίζει για το ομοταγές το μεν Α΄ Τμήμα των πανεπιστημίων, το δε Β΄ Τμήμα των τεχνολογικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης. Για το σκοπό αυτόν κάθε Τμήμα τηρεί κατάλογο αντιστοίχως των πανεπιστημίων και των τεχνολογικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, τα οποία κρίνονται ως ομοταγή. Ο κατάλογος αυτός ενημερώνεται συνεχώς. β) Ορίζει τις Ε.Ε. κατά την παρ. 5 του άρθρου 6. γ) Αποφασίζει για τα θέματα που παραπέμπονται σε αυτό από τις Ε.Ε. δ) Ορίζει, μετά από εισήγηση της αρμόδιας Ε.Ε., τα προς εξέταση μαθήματα για την απόκτηση της «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» του τίτλου, κατά την παρ. 3 του άρθρου 4. ε) Εξαιρεί τους πτυχιούχους του άρθρου 12 από την εκεί προβλεπόμενη διαδικασία αναγνώρισης «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» των πτυχίων τους και τους υπάγει στον κανόνα της παρ. 3 του άρθρου 4. στ) Καταρτίζει τις ειδικές επιτροπές επανεξέτασης σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 13. ζ) Παρέχει σε κάθε ενδιαφερόμενο πληροφορίες σχετικά με το σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης της Ελλάδος και των ξένων χωρών, τους τίτλους σπουδών που απονέμουν τα ιδρύματα αυτά και για θέματα αναγνώρισης στην αλλοδαπή τίτλων σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης που απονέμονται από τα ελληνικά ιδρύματα. η) Αποφαίνεται επί αιτήσεων επανεξέτασης μετά από εισήγηση της Ειδικής Επιτροπής Επανεξέτασης. θ) Εισηγείται στην Ολομέλεια του Δ.Σ. τα θέματα γενικού εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος που παραπέμπει, αναφερόμενα στον τομέα ανώτατης εκπαίδευσης, πανεπιστημιακής ή τεχνολογικής κατεύθυνσης, τον οποίο εκπροσωπεί. ι) Εισηγείται στους Υπουργούς Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών, Εσωτερικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης τον Κανονισμό λειτουργίας του Οργανισμού, κατά το άρθρο 15 παρ. 1. 3. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, τα Τμήματα του Δ.Σ. μπορούν να συνεργάζονται και να ζητούν πληροφορίες από αρμόδιες ελληνικές αρχές και αντίστοιχα κέντρα και υπηρεσίες της αλλοδαπής. Άρθρο 8 Αρμοδιότητες Εκτελεστικής Επιτροπής Η Ε.Ε. έχει τις εξής αρμοδιότητες: α) Αποφασίζει επί αιτημάτων για την αναγνώριση της «ισοτιμίας» και της «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» τίτλων σπουδών της αλλοδαπής προς ημεδαπούς τίτλους, σύμφωνα με το άρθρο 4. β) Επιλαμβάνεται θεμάτων που παραπέμπονται από το οικείο Τμήμα και από τον Πρόεδρο του Δ.Σ.. γ) Παραπέμπει στο Τμήμα αιτήματα για αναγνώριση τίτλου σπουδών από εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής όταν οι αποφάσεις της Ε.Ε. έχουν ληφθεί κατά πλειοψηφία. δ) Αποφασίζει για την αντιστοιχία της βαθμολογικής ή αξιολογικής κλίμακας των αναγνωριζόμενων ως «ισότιμων» και «ισότιμων και αντίστοιχων» αλλοδαπών τίτλων σπουδών με τη βαθμολογική ή αξιολογική κλίμακα των ημεδαπών τίτλων και τον τρόπο που αυτή η αντιστοιχία υπολογίζεται επί του συνόλου των μαθημάτων που εξετάσθηκαν κατά τη διάρκεια των σπουδών. Στις περιπτώσεις που δεν υφίσταται στους αλλοδαπούς τίτλους βαθμολογικός ή αξιολογικός χαρακτηρισμός η Ε.Ε. αποφασίζει, κατά συνεκτίμηση των λοιπών στοιχείων ή εγγράφων του αλλοδαπού εκπαιδευτικού ιδρύματος και αν αυτό δεν είναι εφικτό χαρακτηρίζεται ο σχετικός τίτλος ως αδιαβάθμητος. ε) Εισηγείται προς το Τμήμα τα προς εξέταση μαθήματα κατά το άρθρο 4 παρ. 3. Η εισήγηση γίνεται ύστερα από γνωμοδότηση τριών ακαδημαϊκών συμβούλων του ίδιου ή συναφούς κλάδου και του αρμόδιου ειδικού εισηγητή. στ) Καταρτίζει ετησίως πίνακες μελών Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) και Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Π.) κατά επιστημονική ειδικότητα ή συγγενείς επιστημονικές ειδικότητες κατά την παρ. 5 του άρθρου 10. Για τον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις των Ε.Ε. ορίζει ο Κανονισμός λειτουργίας του Οργανισμού, που προβλέπεται στο άρθρο 15 παρ. 1. Άρθρο 9 Αρμοδιότητες του Προέδρου Δ.Σ. 1. Ο Πρόεδρος έχει τις εξής αρμοδιότητες: α) Συγκαλεί τις συνεδριάσεις της Ολομέλειας του Δ.Σ., των Τμημάτων του και των Ε.Ε., προεδρεύει σε αυτές, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη, υπογράφει τα πρακτικά και κάθε αλληλογραφία ή έγγραφα και μεριμνά για τη διεκπεραίωση όλων των αποφάσεων των συλλογικών αυτών οργάνων, προΐσταται όλων των οργάνων και των υπηρεσιών του Οργανισμού, τον οποίο και εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως. β) Αποφασίζει ατομικώς, ύστερα από εισήγηση του ειδικού εισηγητή, για την αναγνώριση ως «ισότιμων» ή ως «ισότιμων και αντίστοιχων» τίτλων σπουδών, όταν όμοιοι τίτλοι σπουδών, προερχόμενοι από τα ίδια ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης της αλλοδαπής, έχουν ήδη αναγνωρισθεί με αποφάσεις των οργάνων του Οργανισμού. Το αυτό ισχύει και για την απόρριψη αιτήματος αναγνώρισης τίτλου. Εάν ο Πρόεδρος διαφωνήσει με την εισήγηση του ειδικού εισηγητή παραπέμπει τη ν υπόθεση στην αρμόδια Ε.Ε. για θετική ή απορριπτική απόφαση. γ) Ορίζει από τους υπαλλήλους του Οργανισμού τους γραμματείς του Προέδρου και των δύο Αντιπροέδρων. 2. Μπορεί να μεταβιβάζει την άσκηση των αρμοδιοτήτων του στον Α΄ Αντιπρόεδρο για θέματα του τμήματος πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και στον Β΄ Αντιπρόεδρο για θέματα του τμήματος ανώτατης εκπαίδευσης τεχνολογικής κατεύθυνσης. Τον Πρόεδρο αναπληρώνει ο Α' Αντιπρόεδρος και, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του Α΄ Αντιπροέδρου, ο Β΄ Αντιπρόεδρος. Ο Πρόεδρος μεταβιβάζει επίσης αρμοδιότητές του στους προϊσταμένους των Διευθύνσεων και Τμημάτων του Οργανισμού για θέματα που έχουν σχέση με τη διοίκηση, την οργάνωση, την οικονομική διαχείριση και την ενημέρωση φορέων και πολιτών. Άρθρο 10 Ειδικοί Εισηγητές και Ακαδημαϊκοί Σύμβουλοι 1. Το έργο του Δ.Σ., των Τμημάτων και των Ε.Ε. υποβοηθείται από τους ειδικούς εισηγητές και τους ακαδημαϊκούς συμβούλους. 2. Έργο των ειδικών εισηγητών, ιδίως, είναι: α) Η επεξεργασία των στοιχείων του φακέλου του υποψηφίου για την αναγνώριση της «ισοτιμίας» και της «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» του τίτλου και η γραπτή εισήγηση προς τα αρμόδια όργανα του Οργανισμού, β) η συνεργασία με τους ακαδημαϊκούς συμβούλους, γ) η συλλογή πληροφοριών και η μελέτη γενικών και ειδικών ζητημάτων σχετικά με τις αρμοδιότητες του Οργανισμού. 3. Οι ειδικοί εισηγητές συμμετέχουν, χωρίς ψήφο, στα όργανα του Οργανισμού κάθε φορά που συζητείται θέμα για το οποίο έχουν συντάξει εισήγηση. Άμεσος προϊστάμενός τους είναι ο Πρόεδρος ή, μετά από σχετική εξουσιοδότηση, ένας αντιπρόεδρος. 4. Συνιστώνται είκοσι μία θέσεις ειδικών εισηγητών με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Προσόντα διορισμού είναι: α) πτυχίο ή δίπλωμα ελληνικού πανεπιστημίου ή ισότιμου της αλλοδαπής, που καλύπτει το γνωστικό αντικείμενο της θέσης ή συναφές με αυτό γνωστικό αντικείμενο, β) επιστημονική εξειδίκευση στο γνωστικό αντικείμενο της οικείας θέσης που αποδεικνύεται με: i) διδακτορικό δίπλωμα ελληνικού πανεπιστημίου ή αναγνωρισμένο της αλλοδαπής ή ii) μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών διάρκειας τουλάχιστον ενός ακαδημαϊκού έτους ελληνικού πανεπιστημίου ή αναγνωρισμένο της αλλοδαπής και αντίστοιχη εμπειρία τουλάχιστον δύο ετών μετά την απόκτηση του μεταπτυχιακού τίτλου ή iii) αντίστοιχη εμπειρία τουλάχιστον τεσσάρων ετών μετά την απόκτηση του βασικού τίτλου σπουδών και μία τουλάχιστον δημοσίευση ή επιστημονική ανακοίνωση σε θέμα σχετικό με το περιεχόμενο της θέσης, γ) η άριστη ή πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας και τουλάχιστον μιας ακόμη ευρωπαϊκής γλώσσας. Κατά την επιλογή λαμβάνεται πρόνοια ώστε να εκπροσωπούνται κατά το δυνατό περισσότεροι επιστημονικοί κλάδοι. Για την πλήρωση των θέσεων των ειδικών εισηγητών προηγείται δημόσια πρόσκληση, η οποία δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον εφημερίδες των Αθηνών, ευρείας κυκλοφορίας. Με την προκήρυξη των θέσεων εξειδικεύονται κάθε φορά οι απαιτούμενοι τίτλοι σπουδών, βασικοί και μεταπτυχιακοί, και προσδιορίζονται η δεύτερη ευρωπαϊκή γλώσσα, το επίπεδο της γλωσσομάθειας της τελευταίας, η απαιτούμενη εμπειρία, η γνώση χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή, καθώς και για όλες ή μέρος των θέσεων να απαιτούνται επιλεκτικά ορισμένα μόνο από τα προσόντα ί, ii και iii της περιπτώσεως β'. Η επιλογή των ειδικών εισηγητών γίνεται με βάση τα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων, από πενταμελή επιτροπή που αποτελείται από τον Πρόεδρο του Οργανισμού και τέσσερα μέλη του Δ.Σ. που ορίζονται από την Ολομέλεια του. 5. Οι ακαδημαϊκοί σύμβουλοι είναι μέλη Δ.Ε.Π. και Ε.Π. και ορίζονται από τον αρμόδιο Αντιπρόεδρο, κατά περίπτωση, από σχετικούς πίνακες, που καταρτίζουν ετησίως κατά επιστημονική ειδικότητα ή συγγενείς επιστημονικές ειδικότητες, οι Ε.Ε., με βάση τους πίνακες διδακτικού προσωπικού όλων των τμημάτων των ελληνικών πανεπιστημίων και τεχνολογικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης. Οι ακαδημαϊκοί σύμβουλοι καλούνται να μελετήσουν και εισηγηθούν σχετικά με ειδικότερου ενδιαφέροντος ζητήματα ισοτιμίας και αντιστοιχίας τίτλων. 6. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα από γνώμη της Ολομέλειας του Δ.Σ. του Οργανισμού, καθορίζονται η αποζημίωση των ακαδημαϊκών συμβούλων, καθώς επίσης και οι αποδοχές των ειδικών εισηγητών. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ Άρθρο 11 Διαδικασία για αναγνώριση τίτλων σπουδών 1. Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση για αναγνώριση τίτλου σπουδών είτε μόνο για «ισοτιμία» είτε για «ισοτιμία και αντιστοιχία». Η αίτηση υποβάλλεται σε ειδικό έντυπο και συνοδεύεται από τα στοιχεία που καθορίζονται από τον Οργανισμό. Το έντυπο της αιτήσεως, ο τύπος του οποίου καθορίζεται από τον Οργανισμό, αποτελεί υπεύθυνη δήλωση για την ακρίβεια των πραγματικών γεγονότων που αναφέρονται σε αυτήν. Τα αρμόδια όργανα του Οργανισμού μπορούν να ζητούν πρόσθετα στοιχεία και να καλούν τον ενδιαφερόμενο για συμπληρωματικές επεξηγήσεις. 2. α) Ο Πρόεδρος αναθέτει το φάκελο του ενδιαφερομένου σε ειδικό εισηγητή, ο οποίος, μετά τη συγκέντρωση όλων των απαραίτητων στοιχείων, συντάσσει εισήγηση. Στη συνέχεια, εφόσον υπάρχει προηγούμενο αναγνωρίσεως ή μη όμοιων τίτλων, ο φάκελος εισάγεται στον Πρόεδρο, αρμόδιο να εκδώσει τη σχετική απόφαση. Αν ο Πρόεδρος διαφωνεί με την εισήγηση του ειδικού εισηγητή, το θέμα εισάγεται για απόφαση στην αρμόδια Ε.Ε. Όταν δεν υπάρχει προηγούμενο αναγνωρίσεως ή μη ισοτιμίας όμοιων τίτλων, αρμόδια να αποφασίσει, θετικά ή αρνητικά, είναι η Ε.Ε. Εάν στην Ε.Ε. δεν υπάρξει ομοφωνία, το θέμα παραπέμπεται στο αρμόδιο Τμήμα. β) Όταν ζητείται αναγνώριση «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» και αν ακόμη υπάρχει προηγούμενη αναγνώριση απλής ισοτιμίας του συγκεκριμένου τίτλου, απαιτείται επιπλέον και εισήγηση ακαδημαϊκού συμβούλου σχετικά με την ανάγκη συμπληρωματικής εξέτασης σε συγκεκριμένα μαθήματα. «Ισοτιμία και αντιστοιχία» μπορεί να αναγνωρισθεί με ή χωρίς πρόσθετα μαθήματα. γ) Οι αποφάσεις επί περιπτώσεων ομοίων τίτλων που εκδίδονται από τις Ε.Ε., τα Τμήματα ή τον Πρόεδρο αποστέλλονται στο Δ.Σ. για ενημέρωση και στη συνέχεια για δημοσιοποίηση κατά το τμήμα μόνον που αφορά τις προϋποθέσεις «ισοτιμίας» και «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» των συγκεκριμένων προγραμμάτων σπουδών. 3. Ο τύπος των χορηγούμενων πιστοποιητικών καθορίζεται από το Δ.Σ. Το πιστοποιητικό αναγνώρισης αναγράφει σαφώς και σε εμφανή θέση το χαρακτηρισμό του τίτλου ως «ισοτίμου» ή «ισοτίμου και αντιστοίχου» και το είδος του τίτλου. Επιπλέον μπορεί να περιλαμβάνει πληροφορίες για το περιεχόμενο, τη διάρκεια σπουδών και άλλα στοιχεία του τίτλου. Στον Οργανισμό τηρείται μητρώο όλων των χορηγούμενων πιστοποιητικών αναγνωρίσεως και των σχετικών απορριπτικών αποφάσεων. 4. Οι αποφάσεις και τα σχετικά πιστοποιητικά πρέπει να εκδίδονται για τις περιπτώσεις αναγνώρισης «ισοτιμίας» μέσα σε εξήντα ημέρες και για τις περιπτώσεις «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» μέσα σε ενενήντα ημέρες από τη συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση απόκλισης από τις ως άνω προθεσμίες λόγω έλλειψης στοιχείων εκδίδεται αιτιολογημένη απόφαση του Οργανισμού. 5. Με την υποβολή της αίτησης καταβάλλεται παράβολο στον Οργανισμό που καθορίζεται κατά το άρθρο 18. Άρθρο 12 Αναγνώριση πτυχίων Ιατρικής, Οδοντιατρικής και άλλων επιστημών εκτός των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης 1. Η αναγνώριση της «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» των πτυχίων Ιατρικής και Οδοντιατρικής που χορηγούνται από ομοταγή πανεπιστήμια του εξωτερικού, εκτός των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διενεργείται ύστερα από εξετάσεις στα μαθήματα που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 5 του Ν. 3027/2002. Εξαιρέσεις από τη διαδικασία αυτή και υπαγωγή στον κανόνα της παρ. 3 του άρθρου 4 πραγματοποιούνται με ειδικά αιτιολογημένες αποφάσεις του οικείου τμήματος του Δ.Σ., εφόσον πρόκειται για πτυχιούχους ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων διεθνούς κύρους με βάση ακαδημαϊκά κριτήρια. Οι σχετικές αποφάσεις του Τμήματος δημοσιοποιούνται. Επίσης εξαιρούνται από τη διαδικασία της αναγνώρισης οι τίτλοι σπουδών ομοταγών πανεπιστημίων, που ελήφθησαν από χώρες του εξωτερικού μετά την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά συνέπεια εφαρμόζονται ως προς τους τίτλους αυτούς οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4. 2. Οι εξετάσεις διεξάγονται με σύστημα που να διασφαλίζει απολύτως το αδιάβλητο. Οι εξετάσεις μπορεί να γίνονται και με τη μέθοδο των ερωτήσεων πολλαπλών επιλογών, η δε βαθμολογία των δοκιμίων των εξεταζομένων μπορεί να γίνεται και με ηλεκτρονικό τρόπο. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων ορίζονται, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Οργανισμού σε συνεργασία με πανεπιστημιακά ή τεχνολογικά ιδρύματα της ανώτατης εκπαίδευσης ή άλλα ερευνητικά ή επιστημονικά ιδρύματα ή άλλους δημόσιους φορείς ή αναγνωρισμένους επιστήμονες ή ερευνητές, το σύστημα, η διαδικασία και κάθε ειδικότερο θέμα σχετικά με τις εξετάσεις αυτές. Με την απόφαση αυτή δύνανται να περιορίζονται τα εξεταζόμενα μαθήματα. Με όμοια απόφαση μπορεί το σύστημα εξετάσεων της προηγούμενης παραγράφου να επεκτείνεται και σε άλλες Σχολές και Τμήματα και να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την προσαρμογή του στις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης Σχολής ή Τμήματος. Άρθρο 13 Επανεξέταση αιτημάτων αναγνώρισης 1. Ο ενδιαφερόμενος, του οποίου απορρίπτεται αίτημα αναγνωρίσεως τίτλου σπουδών, δικαιούται να υποβάλει στο οικείο Τμήμα του Δ.Σ. εντός ενός έτους από την κοινοποίηση της απόρριψης του αιτήματος του, αίτηση για επανεξέταση του θέματος, παραθέτοντας τους λόγους της επανεξέτασης και προσκομίζοντας νέα στοιχεία. Αν ο Πρόεδρος ή η Ε.Ε. που είχαν αρχικά εξετάσει το θέμα εξακολουθούν να είναι αρνητικοί, το αίτημα εισάγεται σε Ειδική Επιτροπή Επανεξέτασης, η οποία συγκροτείται από το αρμόδιο τμήμα και απαρτίζεται από το μέλος του Δ.Σ. που ανήκει στον αντίστοιχο ή συγγενή κλάδο προς αυτόν στον οποίο ανήκει ο κρινόμενος τίτλος σπουδών, έναν ακαδημαϊκό σύμβουλο της αυτής ή συγγενούς ειδικότητας σε σχέση με το συγκεκριμένο θέμα και έναν ειδικό εισηγητή. Η Ειδική Επιτροπή επανεξετάζει το θέμα και εισηγείται στο Τμήμα. Στις ειδικές επιτροπές επανεξέτασης δεν συμμετέχουν πρόσωπα που εξέτασαν αρχικά το συγκεκριμένο θέμα. Το οικείο Τμήμα αποφαίνεται το ταχύτερο και πληροφορεί σχετικά τον ενδιαφερόμενο. Η Ολομέλεια του Δ.Σ. είναι αρμόδια να επιλαμβάνεται και να αποφαίνεται το ταχύτερο δυνατό και για αιτήσεις επανεξέτασης κατά των αποφάσεων των Τμημάτων του. 2. Με την υποβολή κάθε αίτησης επανεξέτασης πρέπει να καταβάλλεται στον Οργανισμό παράβολο που καθορίζεται κατά το άρθρο 18. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ Άρθρο 14 Παροχή πληροφοριών και διαδικασία 1. Ο Οργανισμός είναι η αρμόδια κρατική αρχή ενημέρωσης για θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. 2. Ο Οργανισμός επίσης παρέχει πληροφορίες στο κοινό σχετικά με τα ιδρύματα και τα προγράμματα σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης της αλλοδαπής, όπως επίσης και για τα ισχύοντα και τις διαδικασίες αναγνώρισης των τίτλων. Στόχος του είναι κυρίως η έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση των ενδιαφερομένων, που προτίθενται ή που ήδη πραγματοποιούν σπουδές σε εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής σχετικά με όλες τις προϋποθέσεις, για την αναγνώριση και το επίπεδο του τίτλου που θα τους απονεμηθεί. 3. Η ενημέρωση του κοινού γίνεται κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων αλλά και με κάθε πρόσφορο μέσο επικοινωνίας, έντυπης και ηλεκτρονικής. Ο Οργανισμός έχει υποχρέωση να απαντά με πληρότητα, μετά από εισήγηση του αρμόδιου εισηγητή, στις έγγραφες αιτήσεις πληροφοριών. 4. Οι αποφάσεις του άρθρου 4 παρ. 2 για τα εντατικά τριετή προγράμματα σπουδών, του άρθρου 11 παρ. 2 περίπτωση γ' περί αναγνώρισης ή μη ομοίων τίτλων, του άρθρου 12 παρ. 1 για τα πανεπιστήμια διεθνούς κύρους και ο κατάλογος των ομοταγών πανεπιστημίων και τεχνολογικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης του άρθρου 7 παρ. 2 λαμβάνουν δημοσιότητα με κάθε πρόσφορο μέσο. 5. Με την υποβολή κάθε αίτησης παροχής πληροφοριών καταβάλλεται στον Οργανισμό παράβολο που καθορίζεται κατά το άρθρο 18. Άρθρο 15 Εξουσιοδοτικές διατάξεις 1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών, Εσωτερικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ., ορίζεται ο Κανονισμός λειτουργίας του Οργανισμού, με τον οποίο ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν στην οργάνωση και λειτουργία του. 2. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά από πρόταση του Δ.Σ., καθορίζονται ο τρόπος εξέτασης και βαθμολόγησης, οι λεπτομέρειες για το σύστημα και τη διαδικασία των εξετάσεων που διενεργεί ο ίδιος ο Οργανισμός σύμφωνα μετά άρθρα 4 και 12, όπως επίσης και κάθε λεπτομέρεια ως προς την εξεταζόμενη ύλη και τα σχετικά με τη διόρθωση των γραπτών και τη βαθμολογία των εξεταζομένων. 3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών καθορίζεται το ύψος της μηνιαίας αποζημίωσης του Προέδρου και των δύο Αντιπροέδρων και της κατά συνεδρίαση αποζημίωσης των υπόλοιπων μελών του Δ.Σ. και των γραμματέων του Δ.Δ. και των Τμημάτων του. Εάν ο Πρόεδρος, οι Αντιπρόεδροι και τα μέλη του Δ.Σ. ανήκουν σε πανεπιστήμια που εδρεύουν εκτός του λεκανοπεδίου Αττικής, καταβάλλονται σε αυτούς και έξοδα μετακίνησης κατά τις κείμενες διατάξεις. 4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων μπορεί να αυξάνονται οι θέσεις των ειδικών εισηγητών της παρ. 4 του άρθρου 10, ανάλογα με τις ανάγκες του Οργανισμού. 5. Το έργο του Οργανισμού αξιολογείται ανά τριετία από πενταμελή Επιτροπή Ανεξάρτητων Εμπειρογνωμόνων, που επιλέγονται από κατάλογο μελών Δ.Ε.Π. και Ε.Π. Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι. που προτείνονται από τα ιδρύματα, η οποία συνιστάται κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζονται και οι λοιπές λεπτομέρειες της σύστασης και λειτουργίας της Επιτροπής αυτής, καθώς και η αποζημίωση των μελών της. 6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζονται, κατά παρέκκλιση άλλων γενικών ή ειδικών διατάξεων και με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 34 του ν. 2768/1999 (ΦΕΚ 273 Α΄), οι κάθε είδους αμοιβές ή αποζημιώσεις των μελών Δ.Ε.Π. και Ε.Π., των λοιπών υπαλλήλων του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και όσων άλλων συμμετέχουν, με οποιαδήποτε ιδιότητα, στη διαδικασία διεξαγωγής των εξετάσεων μαθημάτων Ιατρικής και Οδοντιατρικής. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ Άρθρο 16 Διάρθρωση Διοικητικών Υπηρεσιών - Παραρτήματα - Νομικό Γραφείο 1. Στον Οργανισμό ιδρύονται τρεις Διευθύνσεις και δύο αυτοτελή Γραφεία ως εξής: α) Διεύθυνση αναγνώρισης ακαδημαϊκών τίτλων β) Διεύθυνση ενημέρωσης και γ) Διεύθυνση διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών δ) Αυτοτελές Γραφείο γραμματειακής υποστήριξης του Προέδρου ε) Αυτοτελές Γραφείο γραμματειακής υποστήριξης των Αντιπροέδρων. 2. Η Διεύθυνση αναγνώρισης ακαδημαϊκών τίτλων περιλαμβάνει δύο Τμήματα: Α) Αναγνώρισης Πανεπιστημιακών Τίτλων με γραφεία: α) ανθρωπιστικών επιστημών και καλών τεχνών, β) θετικών επιστημών, γ) επιστημών υγείας και φυσικής αγωγής, δ) νομικών, οικονομικών και κοινωνικών επιστημών και ε) γεωτεχνικών επιστημών και επιστημών μηχανικών. Β) Αναγνώρισης Τίτλων Τεχνολογικών Ιδρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης με γραφεία: α) τεχνολογικών επιστημών μηχανικών, β) τεχνολογικών γεωτεχνικών επιστημών και τροφίμων, γ) τεχνολογικών επαγγελμάτων υγείας και πρόνοιας και δ) τεχνολογικών επιστημών διοίκησης και οικονομίας. Η Διεύθυνση ενημέρωσης περιλαμβάνει δύο Τμήματα: α) ενημέρωσης για ιδρύματα, προγράμματα σπουδών και τίτλους αλλοδαπής και β) ενημέρωσης για ιδρύματα, προγράμματα σπουδών και τίτλους ημεδαπής. Η Διεύθυνση διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών περιλαμβάνει τέσσερα Τμήματα: α) προσωπικού, β) διοικητικής μέριμνας, γ) προϋπολογισμού και δ) προμηθειών και δαπανών. 3. Για τη διεκπεραίωση των υποβαλλόμενων αιτήσεων αναγνώρισης και την ενημέρωση του κοινού ιδρύεται παράρτημα του Οργανισμού στη Θεσσαλονίκη. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων μετά από εισήγηση του Δ.Σ., είναι δυνατή η ίδρυση και λειτουργία Παραρτημάτων του Οργανισμού και σε άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας. Οι ειδικότερες αρμοδιότητες και οργάνωση των Παραρτημάτων ορίζονται με τον κατά το άρθρο 15 παρ. 1 Κανονισμό λειτουργίας. 4. Στον Οργανισμό συνιστάται αυτοτελές Δικαστικό Γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, οι οργανικές θέσεις των παρέδρων του οποίου αυξάνονται κατά δύο. Το Δικαστικό Γραφείο του Οργανισμού έχει τις αρμοδιότητες και λειτουργεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Οργανισμό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν. 3086/2002 ΦΕΚ 324 Α΄). Οι δικηγόροι που μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος παρείχαν υπηρεσίες στο Διεπιστημονικό Κέντρο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Αλλοδαπής (ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α) και το Ινστιτούτο Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Ι.Τ.Ε.) εξακολουθούν να απασχολούνται στον Οργανισμό με την ίδια έννομη σχέση, υπαγόμενοι πλέον στην εποπτεία του Δικαστικού Γραφείου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Με απόφαση της Ολομέλειας του Δ.Σ. του Οργανισμού μπορεί να ανατίθεται σε δικηγόρους ο χειρισμός συγκεκριμένων δικαστικών υποθέσεων του Οργανισμού. Άρθρο 17 Προσωπικό - Θέσεις – Προσόντα 1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, κατόπιν γνώμης του Δ.Σ. του Οργανισμού, ορίζονται οι κατηγορίες θέσεων, οι κλάδοι και τα τυχόν πρόσθετα ή ειδικά προσόντα διορισμού, κατά κλάδο ή θέση, του μόνιμου προσωπικού του Οργανισμού, οι οργανικές θέσεις του οποίου δεν δύνανται να υπερβούν τις τριάντα. 2. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων είναι και υπηρεσιακό συμβούλιο των υπαλλήλων του Οργανισμού. 3. Σε θέσεις διοικητικού προσωπικού του Οργανισμού δύνανται να αποσπώνται έως είκοσι πέντε υπάλληλοι του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Η απόσπαση γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και του οικείου κατά περίπτωση Υπουργού, μετά από σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. του Οργανισμού. Άρθρο 18 Πόροι του Οργανισμού Πόροι του Οργανισμού είναι: α) Κληρονομιές, κληροδοσίες, δωρεές εν ζωή και αιτία θανάτου, καθώς και κάθε φύσεως παροχές φυσικών ή νομικών προσώπων της ημεδαπής ή αλλοδαπής. β) Πρόσοδοι από τη διαχείριση της περιουσίας του. γ) Έσοδα από παράβολο, το ύψος του οποίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το παράβολο συνοδεύει, μαζί με τα σχετικά δικαιολογητικά, την αίτηση που κατατίθεται από κάθε ενδιαφερόμενο στη Γραμματεία του Οργανισμού για: αα) Την αναγνώριση «ισοτιμίας» ή «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» τίτλου σπουδών. Αν για την αναγνώριση πτυχίου απαιτείται και η συνεκτίμηση μεταπτυχιακού διπλώματος, καταβάλλεται ξεχωριστό παράβολο για κάθε τίτλο σπουδών. ββ) Την επανεξέταση αιτήματος αναγνώρισης τίτλου σπουδών. γγ) Τον καθορισμό της αντιστοιχίας της βαθμολογικής ή αξιολογικής κλίμακας των αναγνωριζόμενων ως «ισότιμων» ή «ισότιμων και αντίστοιχων» αλλοδαπών τίτλων σπουδών με τη βαθμολογική ή αξιολογική κλίμακα των ημεδαπών τίτλων ή το χαρακτηρισμό των τίτλων ως αδιαβάθμητων. δδ) Τη συμμετοχή σε εξετάσεις του Οργανισμού. εε) Τη χορήγηση αποσπασμάτων πρακτικών των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου. στστ) Τη χορήγηση ακριβών αντιγράφων εγγράφων που έχει εκδώσει ο Οργανισμός ή που φυλάσσονται στο αρχείο του. ζζ) Την παροχή κάθε είδους πληροφοριών και βεβαιώσεων. δ) Επιχορηγήσεις από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. ε) Επιχορηγήσεις από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. στ) Χρηματοδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους διεθνείς οργανισμούς. ζ) Έσοδα από άλλες πηγές. Οι πόροι των παραπάνω περιπτώσεων κατατίθενται σε τραπεζικό λογαριασμό και μπορεί να διατίθενται, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, για τις λειτουργικές .και στεγαστικές ανάγκες του Οργανισμού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ Άρθρο 19 Κατάργηση του ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α. και του Ι.Τ.Ε. Μεταβατικές διατάξεις 1. Καταργείται το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α. (Ν. 741/1977) και η δημόσια υπηρεσία με τίτλο Ι.Τ.Ε. (Ν. 1404/1983), οι δε αρμοδιότητες τους περιέρχονται στον Οργανισμό. 2. Το άρθρο 5 παρ. 3 του Ν. 3027/2002, με το οποίο προεβλέπετο ιδία αρμοδιότητα των οικείων Τρημάτων των ελληνικών πανεπιστημίων για την αναγνώριση «ισοτιμίας και αντιστοιχίας» τίτλων Καλών Τεχνών και Μουσικής, καταργείται και η σχετική αρμοδιότητα περιέρχεται στον Οργανισμό και διέπεται από το νόμο αυτόν. Ειδικά για χρονικό διάστημα έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, η Ειδική Διατμηματική Επιτροπή των πανεπιστημιακών Τμημάτων μουσικών σπουδών, που ιδρύθηκε με την υπουργική απόφαση Φ6/26748/Β3/2003, θα λειτουργήσει, κατ' απόκλιση των διατάξεων του νόμου αυτού, ως εισηγητική επιτροπή προς το οικείο Τμήμα του Δ.Σ. του νέου Οργανισμού για την αναγνώριση πτυχίων της αρμοδιότητας της. 3. Ο Οργανισμός αυτοδικαίως υποκαθιστά το ΔΙ.Κ.Α.Τ.ΣΑ, το Ι.Τ.Ε., καθώς και τα πανεπιστήμια σχετικά με την αναγνώριση τίτλων. Ο Οργανισμός καθίσταται καθολικός διάδοχος του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α. (ν. 741/1977) και της δημόσιας υπηρεσίας με τίτλο Ι.Τ.Ε. (ν. 1404/1983). Η κινητή περιουσία και τα αρχεία του ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α. και του Ι.Τ.Ε. περιέρχονται κατά κυριότητα στον Οργανισμό. 4. Εκκρεμείς υποθέσεις και δίκες των ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α. και Ι.Τ.Ε. συνεχίζονται από τον Οργανισμό χωρίς διακοπή της δίκης. 5. Οι θέσεις του Δ.Σ. στις οποίες διορίζονται Καθηγητές T.E.I, σύμφωνα με το άρθρο 6 καταλαμβάνονται αυτοδικαίως για την πρώτη τριετία εφαρμογής του νόμου από τους υπηρετούντες Συμβούλους του Ι.Τ.Ε.. 6. Μέχρι την πλήρωση των είκοσι ενός θέσεων ειδικών Εισηγητών του άρθρου 10 παρ. 4, καθήκοντα ειδικού εισηγητή μπορεί να ανατίθενται προσωρινώς με απόσπαση σε ανάλογων προσόντων υπαλλήλους του Δημοσίου και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, σε μέλη Δ.Ε.Π. παραλλήλως με την άσκηση των κύριων καθηκόντων τους, σε ήδη υπηρετούντες Εισηγητές του Ι.Τ.Ε. και σε πρόσωπα που είχαν ήδη προταθεί ως ειδικοί Εισηγητές του καταργούμενου ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α. για το έτος 2004. 7. Οι μόνιμοι υπάλληλοι, που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπηρετούν στο ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α., εντάσσονται προσωρινά, με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, στην Κεντρική Υπηρεσία (Κ.Υ.) του Υπουργείου. Στη συνέχεια, εντός ενός έτους, με απόφαση του ίδιου Υπουργού, μετά από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Κ.Υ. του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων είτε εντάσσονται οριστικά σε αντίστοιχες κενές θέσεις της Κ.Υ. του Υπουργείου είτε μετατάσσονται σε αντίστοιχες κενές θέσεις στις περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου ή σε υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ. ή οργανισμούς αρμοδιότητας του Υπουργείου. Σχετικές αιτήσεις των ενδιαφερομένων συνεκτιμώνται από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο, το οποίο προεχόντως λαμβάνει υπόψη τις υπηρεσιακές ανάγκες. Εάν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, μεταφέρονται οι θέσεις που κατείχαν στο ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α. και προστίθενται ως προσωποπαγείς στις υπηρεσίες που εντάσσονται. Οι υπηρετούντες, κατά τη δημοσίευση του παρόντος στο ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α. και το Ι.Τ.Ε. σε θέσεις με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μεταφέρονται στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, με την ίδια σχέση εργασίας και σε προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται με την απόφαση μεταφοράς. Η κατά τα ανωτέρω μεταφορά διενεργείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι συμβάσεις έργου ή εργασίας ορισμένου χρόνου παραμένουν μέχρι τη λήξη του συμφωνηθέντος χρόνου ισχυρές και οι υπηρεσίες των εργαζομένων παρέχονται στον Οργανισμό. Οι θέσεις που είχαν συσταθεί στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων για το Ι.Τ.Ε. (περ. IΙΙ παρ. 1 άρθρο 23 του Ν. 1404/1983) και εξακολουθούν να είναι κενές καταργούνται. Άρθρο 20 Παροχές σε διακρινόμενους αθλητές Στο τέλος της παρ. 10 του άρθρου 34 του Ν. 2725/1999 προστίθενται τα εξής: «Εξαιρούνται οι αθλητές που έχουν κατακτήσει τουλάχιστον μία 1η νίκη σε θερινούς ή χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, για τους οποίους ορίζεται ηλικία δεκαεπτά έως και τριάντα πέντε (17-35) ετών.» Άρθρο 21 Θέματα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης 1. Δεν επιτρέπεται η επιβολή οποιασδήποτε μορφής σωματικής τιμωρίας σε μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που παρεκκλίνουν από την προσήκουσα διαγωγή. 2. α) Οι εκπαιδευτικοί που διορίζονται στα δυσπρόσιτα σχολεία του Ν. 1143/1981 υπηρετούν σε αυτά επί μία τουλάχιστον συνεχή διετία αποκλειόμενης απολύτως και για οποιονδήποτε λόγο της αποσπάσεως, μεταθέσεως ή μετατάξεώς τους από τα σχολεία αυτά κατά τη διάρκεια της διετίας. β) Οι εκπαιδευτικοί που έχουν διοριστεί στα δυσπρόσιτα σχολεία και συμπληρώνουν στις 31.8.2005 δύο (2) συνεχή χρόνια παραμονής σε αυτά έχουν δικαίωμα μετάθεσης και απόσπασης για τη σχολική χρονιά 2005-2006 και εφεξής. 3. Εκπαιδευτικοί του κλάδου ΠΕ 09 - Οικονομολόγοι και ΠΕ 10 - Κοινωνιολόγοι που έχουν διοριστεί με τις υπ’ αριθμ. α) 75694/Δ2/22.11.2001 (ΦΕΚ 291/τ.Γ΄/23.11.2001) β) 87099/Δ2/29.8.2002 (ΦΕΚ 194/τ.Γ΄/29.8.2002) γ) 87098/Δ2/29.8.2002 (ΦΕΚ 193/τ.Γ΄/29.8.2002) δ) 92246/Δ2/10.9.2002 (ΦΕΚ 212/τ.Γ΄/16.9.2002) ε) 4376/Δ2/17.1.2003 (ΦΕΚ 25/τ.Γ΄/7.2.2003) υπουργικές αποφάσεις των οποίων οι πράξεις διορισμού έχουν ακυρωθεί, θεωρούνται ότι έχουν καταλάβει κενές οργανικές θέσεις των παραπάνω κλάδων, από τότε που διορίστηκαν. Άρθρο 22 Σχολικά βιβλία και ανθολογίες Επιτρέπεται, χωρίς την άδεια του δημιουργού και χωρίς αμοιβή, η αναπαραγωγή σε εκπαιδευτικά βιβλία, που χρησιμοποιούνται ως βιβλία διδασκαλίας για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση εγκεκριμένα από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ή από άλλο αρμόδιο Υπουργείο κατά το επίσημο αναλυτικό πρόγραμμα, έργων του λόγου ενός ή περισσότερων συγγραφέων νομίμως δημοσιευμένων, που αποτελούν μικρό τμήμα της συνολικής δημιουργίας του καθενός από αυτούς, όπως και αποσπασμάτων έργων των εικαστικών τεχνών ή άλλου, πάσης φύσεως εικονιστικού ή φωτογραφικού υλικού, εφόσον τελεί σε αναγκαία σχέση με το περιεχόμενο του διδακτικού βοηθήματος. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και επί του πάσης φύσεως εκπαιδευτικού υλικού, όπως διαδικτυακές εφαρμογές, εκπαιδευτικό λογισμικό, κινηματογραφικές ταινίες, CD-ROM, DVD και επί κάθε άλλου μέσου ηλεκτρονικής ή ψηφιακής ή άλλης καταγραφής που χρησιμοποιείται ως εγκεκριμένο από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων μέσο διδασκαλίας και διανέμεται δωρεάν, στο πλαίσιο του αναλυτικού προγράμματος. Στα μέσα αυτά επιτρέπεται επιπλέον και η αναπαραγωγή μουσικών αποσπασμάτων και κινηματογραφικού ή ηχητικού ή οπτικοακουστικού υλικού περιορισμένης έκτασης, υπό τις αυτές ως άνω προϋποθέσεις, με πρόσθετη μνεία, πέραν των λοιπών στοιχείων της παραγράφου 3, του ονόματος του παραγωγού του έργου. Άρθρο 23 Ισχύς Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως Νόμου του Κράτους.
  4. Με επιφύλαξη μπορεί να ζητήσει ισοτιμία ή ισοτιμία και αντιστοιχία με έναν από τους εξής τίτλους σπουδών: - Δίπλωμα Μηχανικού Παραγωγής & Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης ή του ΔΠΘ (5ετές) - Πτυχίο του Τμήματος Βιομηχανικής Διοίκησης & Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου Πειραιώς (4ετές) - Πτυχίο του Τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών & Βιομηχανικού Σχεδιασμού ΤΕ του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας για την εισαγωγική κατεύθυνση Βιομηχανικού Σχεδιασμού ΤΕ
  5. Έκθεση Αυτοαξιολόγησης ΑΠΘ Έκθεση Αυτοαξιολόγησης Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Έκθεση Αυτοαξιολόγησης ΤΕΙ Πειραιά Έκθεση Αυτοαξιολόγησης ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης Έκθεση Αυτοαξιολόγησης ΤΕΙ Κεντρικής Μακεδονίας
  6. Σε αυτό το θέμα συζητάμε για το ν. 4663/1930 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Ελπίζω να το καταλαβαίνεις και να σεβαστείς το λόγο δημιουργίας του θέματος.
  7. Ρε παιδιά, μη μου τρολάρετε το θέμα. Εδώ μιλάμε για το νόμο 4663/1930.
  8. Didonis μη με παρεξηγείς, απλά δεν ήταν ολοκληρωμένο πριν. Άλλωστε δεν αλλοίωσα το νόημα του μηνύματος μου. Ο σκοπός είναι να συγκεντρωθούν χρήσιμες πληροφορίες ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα από την σύγκριση. Μην σκέφτεσαι πονηρά. Ενδιαφέρει κυρίως τους υποψηφίους και τους προπτυχιακούς φοιτητές.
  9. Στο παρόν νήμα γίνεται σύγκριση των προγραμμάτων σπουδών των τμημάτων Πολιτικών Μηχανικών των ΑΕΙ. Η αποτίμηση αναφέρεται στις ελάχιστες προϋποθέσεις για την απόκτηση τίτλου σπουδών και δεν λαμβάνονται υπόψη μαθήματα ξένων γλωσσών, προαιρετικά μαθήματα και μαθήματα χωρίς βαθμολόγηση. Κάθε εξάμηνο θεωρείται ότι περιλαμβάνει 13 εβδομάδες μαθημάτων. Ο συνολικό αριθμός των ωρών παρακολούθησης ισούται με το άθροισμα των ωρών θεωρίας, φροντιστηριακών ασκήσεων και εργαστηρίων όλων των μαθημάτων για όλα τα εξάμηνα. Ο μέσος αριθμός των ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο ισούται με τον συνολικό αριθμό των ωρών παρακολούθησης δια 9 αν πρόκειται για Πολυτεχνείο και δια 7 αν πρόκειται για ΤΕΙ. Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ 1) Κατεύθυνση Δομοστατικού Μηχανικού/Συγκοινωνιολόγου Μηχανικού: 64 μαθήματα + Διπλωματική Εργασία - 50 μαθήματα κορμού - 14 μαθήματα κατεύθυνσης α. 22% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 3224 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 358,22 ώρες/εξάμηνο 2) Κατεύθυνση Γεωτεχνικού/Υδραυλικού Μηχανικού: 63 μαθήματα + Διπλωματική Εργασία - 50 μαθήματα κορμού - 13 μαθήματα κατεύθυνσης α. 21% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 3172 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 352,44 ώρες/εξάμηνο http://www.civil.ntua.gr/uploads/CURRICULUM_GUIDE/GREEK_GUIDE_2013-14.pdf Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΑΠΘ 60 μαθήματα + Διπλωματική Εργασία - 44 μαθήματα κορμού - 16 μαθήματα κατεύθυνσης α. 27% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 3185 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 353,89 ώρες/εξάμηνο https://diavgeia.gov.gr/luminapi/api/decisions/%CE%92%CE%95%CE%9D%CE%A446%CE%A88%CE%A7%CE%92-%CE%A8%CE%95%CE%92/document?inline=true Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΔΠΘ 66 μαθήματα + Διπλωματική Εργασία - 52 μαθήματα κορμού - 14 μαθήματα κατεύθυνσης α. 21% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 3185 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 353,89 ώρες/εξάμηνο http://duth.gr/news.all/2014-07-28-a-01.sxhtml Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Πανεπιστημίου Πατρών 51 μαθήματα + Διπλωματική Εργασία - 43 μαθήματα κορμού - 8 μαθήματα κατεύθυνσης α. 16% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2925 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 325 ώρες/εξάμηνο http://www.civil.upatras.gr/userfiles/cd3b7fb8-1789-4a17-b149-66a3a5cbba43/odigos_spoudv1415.pdf Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Πανεπιστημίου Θεσσαλίας 53 μαθήματα + Διπλωματική Εργασία - 43 μαθήματα κορμού - 10 μαθήματα κατεύθυνσης α. 19% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2756 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 306,22 ώρες/εξάμηνο http://www.civ.uth.gr/proptixiakes/domi-programmatos Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΤΕ και Μηχανικών Τοπογραφίας & Γεωπληροφορικής ΤΕ ΤΕΙ Αθήνας - Εισαγωγική Κατεύθυνση Πολιτικών Μηχανικών ΤΕ 40 μαθήματα + Πτυχιακή Εργασία + Πρακτική Άσκηση - 29 μαθήματα κορμού - 11 μαθήματα κατεύθυνσης προχωρημένου εξαμήνου α. 27,5% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης προχωρημένου εξαμήνου β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2353 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 336,14 ώρες/εξάμηνο http://www.teiath.gr/userfiles/fkokkinos/documents/nps_sept_2014/Table_PPS_Civil_final-Sept%202014.pdf Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΤΕ και Μηχανικών Τοπογραφίας & Γεωπληροφορικής ΤΕ ΤΕΙ Κεντρικής Μακεδονίας - Εισαγωγική Κατεύθυνση Πολιτικών Μηχανικών ΤΕ 38 μαθήματα + Πτυχιακή Εργασία + Πρακτική Άσκηση - 34 μαθήματα κορμού - 4 μαθήματα κατεύθυνσης προχωρημένου εξαμήνου α. 10,5% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης προχωρημένου εξαμήνου β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2340 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 334,29 ώρες/εξάμηνο http://civilgeo.teicm.gr/index.php?cat_id=37 Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΤΕ ΤΕΙ Πειραιά 39 μαθήματα + Πτυχιακή Εργασία + Πρακτική Άσκηση α. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2314 ώρες β. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 330,57 ώρες/εξάμηνο https://diavgeia.gov.gr/luminapi/api/decisions/%CE%A8%CE%98%CE%A0%CE%A346914%CE%A5-5%CE%A6%CE%91/document?inline=true Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΤΕ ΤΕΙ Θεσσαλίας 38 μαθήματα + Πτυχιακή Εργασία + Πρακτική Άσκηση - 24 μαθήματα κορμού - 14 μαθήματα κατεύθυνσης προχωρημένου εξαμήνου α. 36,8% του συνόλου των μαθημάτων είναι μαθήματα κατεύθυνσης προχωρημένου εξαμήνου β. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2353 ώρες γ. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 336,14 ώρες/εξάμηνο http://www.teilar.gr/userfiles/civt_odspoudwn.pdf Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΤΕ Αλεξάνδρειου ΤΕΙ Θεσσαλονίκης 39 μαθήματα + Πτυχιακή Εργασία + Πρακτική Άσκηση α. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2301 ώρες β. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 328,71 ώρες/εξάμηνο http://www.modip.teithe.gr/uploads/reports/stef/ekthesi-esoterikis-aksiologisis-ergon-ipodomis-2009-2010.pdf (σελ. 75) Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών ΤΕ ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας 39 μαθήματα + Πτυχιακή Εργασία + Πρακτική Άσκηση α. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2236 ώρες β. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 319,43 ώρες/εξάμηνο http://civil.teiwest.gr/eldocs/main_el.htm Τμήμα Πολιτικών Δομικών Έργων ΤΕΙ Κρήτης 38 μαθήματα + Πτυχιακή Εργασία + Πρακτική Άσκηση α. Συνολικός αριθμός ωρών παρακολούθησης: 2353 ώρες β. Μέσος αριθμός ωρών παρακολούθησης ανά εξάμηνο: 336,14 ώρες/εξάμηνο http://www.teicrete.gr/domikoi/?q=el/selides/mathimata
  10. 1) Όφελος για τα μόρια όντως δεν υπάρχει. Το όφελος είναι περισσότερο ακαδημαϊκό. Να δίνεται η δυνατότητα στους διπλωματούχους να εκπονήσουν διδακτορική διατριβή χωρίς να είναι απαραίτητη η κατοχή ΜΔΕ ή μεταπτυχιακού τίτλου της αλλοδαπής. Υπάρχει αυτή η δυνατότητα σήμερα αλλά δεν έχει επίσημα αναγνωριστεί ότι το δίπλωμα μηχανικού ολοκληρώνει τον 2ο κύκλο σπουδών. 3) Αν για παράδειγμα δημοπρατηθεί ένα δημόσιο έργο οδοποιίας τότε σε αυτό θα μπορούν να υποβάλλουν προσφορά οι μηχανικοί που έχουν επιλέξει την κατεύθυνση συγκοινωνιακών έργων. Έτσι απορρίπτονται όλοι οι άλλοι για το συγκεκριμένο έργο βια το οποίο οι ενδιαφερόμενοι θα είναι λιγότεροι. Το ίδιο για τα υδραυλικά έργα, τα δομικά έργα κλπ. Δεν θα μπορούν όλοι να ασχολούνται με όλα ανεξαρτήτως του προγράμματος σπουδών. Δεν γίνεται με δύο μαθήματα οδοποιίας να έχεις επάρκεια στο αντικείμενο. Δεν γίνεται όσοι δεν έχουν διδαχθεί ποτέ τους προεντεταμένο σκυρόδεμα, σύμμικτες κατασκευές ή γεφυροποιία να ασχοληθούν με αυτά τα έργα. Είναι επικίνδυνο. Ακόμα και να μη μειωθεί η ανεργία είναι υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και της ποιότητα του έργου. Όσον αφορά τους "στατικάριους", η εμπειρία μου δείχνει ότι εκείνοι που επιλέγουν την αντίστοιχη κατεύθυνση κατά την διάρκεια των σπουδών τους είναι οι λιγότεροι από τους άλλους τομείς λόγω δυσκολίας των μαθημάτων. Οι παλιοί πολιτικοί μηχανικοί που δεν είχαν κατευθύνσεις αλλά το πρόγραμμα σπουδών ήταν το ίδιο για όλους, όντως ασχολήθηκαν κυρίως με δομικά έργα.
  11. Περισσότερο μόρια ή το επίδομα μεταπτυχιακών σπουδών στο δημόσιο τομέα. Στον ιδιωτικό τομέα δεν παίζει ρόλο. Δεν χρειάζεται να μετατραπούν σε πολυτεχνεία. Γι αυτό υπάρχουν τα ΜΔΕ. Οι πτυχιούχοι μηχανικοί ΤΕ παίρνουν ένα ΜΔΕ συναφές με το πτυχίο τους και τότε τους δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής στις εξετάσεις για την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Αυτή είναι μια μεταρρύθμιση που δεν θίγει το υψηλό επίπεδο των μηχανικών. Όπως εγγράφονται οι πτυχιούχοι ΤΕΙ με συναφές ΜΔΕ στο ΟΕΕ, έτσι μπορεί να γίνει κάτι αντίστοιχο και για την εγγραφή των πτυχιούχων μηχανικών ΤΕ στο ΤΕΕ. Έχει σημασία. Πρώτα απ' όλα έτσι γίνεται στην Ευρώπη. Επιπλέον έτσι θα μειωθεί η ανεργία. Για παράδειγμα στατική μελέτη θα μπορούν να υπογράφουν μόνο οι διπλωματούχοι πολιτικοί μηχανικοί του δομοστατικού τομέα. Έτσι αποκλείονται οι πολιτικοί μηχανικοί των υπόλοιπων κατευθύνσεων/ειδικοτήτων με αποτέλεσμα να μειώνεται ο ανταγωνισμός σε αυτό το αντικείμενο. Εκτός από αυτό είναι και υπέρ του δημοσίου συμφέροντος καθώς ο πρώτος είναι πιο καταρτισμένος σε αυτό το αντικείμενο από τους υπόλοιπους. Αυτό αναμένεται να υλοποιηθεί με τα αναμενόμενα ΠΔ του ν. 4663/1930, στον οποίο αναφέρεται ότι θα ιδρυθούν νέες ειδικότητες μηχανικών με πρόσθετα προσόντα εκτός του βασικού τίτλου σπουδών. Για παράδειγμα μπορεί να ακολουθηθεί το υπόμνημα του ΣΠΟΛΜΗΚ για το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού: - Μηχανικός Δομικών Έργων/Δομοστατικός Μηχανικός - Μηχανικός Υδραυλικών Έργων/Υδραυλικός Μηχανικός - Μηχανικός Γεωτεχνικών Έργων/Γεωτεχνικός Μηχανικός - Μηχανικός Θαλάσσιων Έργων/Ακτομηχανικός & Μηχανικός Υπεράκτιων Έργων - Μηχανικός Συγκοινωνιακών Έργων/Συγκοινωνιολόγος Μηχανικός
  12. Σε πολλά θέματα η συζήτηση ξεφεύγει και καταλήγει σε διάλογο σχετικά με τον ευρωπαϊκό χώρο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΕΧΤΕ). Γι αυτό είναι σκόπιμο να δημιουργηθεί ένα θέμα που θα γίνεται συζήτηση μόνο για τον ΕΧΤΕ, το ευρωπαϊκό πλαίσιο προσόντων και τα εθνικά πλαίσια προσόντων των κρατών-μελών του ΕΧΤΕ. Μερικές χρήσιμες πληροφορίες από την wikipedia: 1) European Higher Education Area 2) Bologna Process 3) Master's Degree 5) Bachelor of Engineering 6) Master of Engineering
  13. Ν 4009/2011, άρθρο 80, παρ. 10 για τα συγγράμματα. Για την ταυτόχρονη παρακολούθηση προπτυχιακού και μεταπτυχιακού το έχω ρωτήσει ο ίδιος στο υπουργείο και δεν υπάρχει νομοθετικό πλαίσιο που να το απαγορεύει. Επιπλέον γνωρίζω άτομα που το έχουν κάνει. Αν πας να κάνεις αίτηση για φοιτητική ταυτότητα στην εφαρμογή του υπουργείου παιδείας υπάρχει πεδίο όπου δηλώνεις αν είσαι κάτοχος πτυχίου και η δήλωση αυτή υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης. Αν δηλώσεις ότι έχεις άλλο πτυχίο τότε στην φοιτητική ταυτότητα (σε μορφή πιστωτικής κάρτας) αναγράφεται ότι δεν υπέχει θέση δελτίου μειωμένου εισιτηρίου. Το ίδιο ισχύει και για τα μεταπτυχιακά (δηλώνεις αν έχεις ΜΔΕ και αν έχεις ισχύει το ίδιο).
  14. Επιτρέπεται η ταυτόχρονη φοίτηση σε μεταπτυχιακό και προπτυχιακό πρόγραμμα για 2ο πτυχίο. Για 2ο πτυχίο δεν δικαιούσαι δωρεάν συγγράμματα, δωρεάν σίτιση, δωρεάν στέγαση ή δελτίο μειωμένου εισιτηρίου. Η φοιτητική ταυτότητα σε πτυχιούχους που φοιτούν για 2ο πτυχίο δεν έχει ισχύ δελτίου μειωμένου εισιτηρίου.
  15. Υπάρχει ένα νομικό κόλπο που μπορούν να κάνουν οι υπουργοί έτσι ώστε στα αναμενόμενα προεδρικά διατάγματα να καθοριστούν τα επαγγελματικά δικαιώματα μηχανικών ΠΕ & ΤΕ, είτε ο ν 4663/1930 αφορά τους μηχανικούς ΤΕ είτε δεν τους αφορά. Στην αρχή κάθε προεδρικού διατάγματος, θα αναφέρεται: "Έχοντας υπόψη: 1. Τις διατάξεις: α. του άρθρου 25, παρ. 2, εδ. γ΄ και του άρθρου 48, παρ. 1, εδ. β΄, στοιχείο viii του ν. 1404/1983 β. του άρθρου 18, παρ. 1 & 2 του ν 3794/2009 γ. του άρθρου 1 παρ. 3 και του άρθρου 4 παρ. 2 του ν. 4009/2011 δ. του άρθρου 4, παρ. 3 του ν. 4663/1930 2. ..................... 3. ..................... ........................ αποφασίζουμε:"
  16. ΜΠΟΥΡΔΕΣ! Υπάρχουν σε αρκετές χώρες του κόσμου (π.χ. Ηνωμένο Βασίλειο, Πορτογαλία, ΗΠΑ, Αυστραλία κλπ.) προγράμματα σπουδών ενιαίων πενταετών σπουδών μηχανικού που οδηγούν σε MEng (τύπος Integrated Master αλά Bologna). Έχεις ιδέα τι σημαίνει "ενιαίο και αδιάσπαστο δίπλωμα"; Να σε ενημερώσω εγώ: - Ενιαίο σημαίνει ότι το πρόγραμμα σπουδών έχει ενιαία δομή, δηλαδή δεν χορηγείται τίτλος σπουδών ενδιάμεσα αλλά στο τέλος του πενταετούς προγράμματος σπουδών - Αδιάσπαστο σημαίνει ότι το πρόγραμμα σπουδών είναι συνεκτικό, όχι συνδυασμένο τύπου major/minor όπως συμβαίνει στα ΑΕΙ της αλλοδαπής και στην ΑΣΠΑΙΤΕ (σπουδές μηχανικού ΤΕ+παιδαγωγική & ψυχολογία). Να σημειωθεί ότι τα πενταετή Bachelor τύπου major/minor της αλλοδαπής δεν ισοδυναμούν με Integrated Master. Αυτό που πρέπει να αλλάξει είναι να μην παίρνουν όλοι τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα ανεξάρτητα από την κατεύθυνση που διάλεξαν. Το ενιαίο δίπλωμα πρέπει να καταργηθεί με την επαγγελματική έννοια (όπως έγινε με τη ΣΕΜΦΕ ΕΜΠ). Ακαδημαϊκά το ενιαίο δίπλωμα πρέπει να αποδίδεται βάσει της κατεύθυνσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα πρώτα 6 εξάμηνα είναι ίδια για όλους ανεξάρτητα από την κατεύθυνση. Καλά θα κάνεις να μην είσαι τόσο απαξιωτικός και είρωνας. Αν δεν σ' αρέσει το πολυτεχνείο μην φοιτήσεις σε αυτό. Δεν σε υποχρεώνει κανένας. Δεν χρειάζεται να ρίχνεις τόση χολή. Έχει και η παραπληροφόρηση τα όρια της. Βασικό χαρακτηριστικό της διαδικασίας της Bologna είναι η αποσύνδεση ακαδημαϊκών τίτλων και επαγγελματικών δικαιωμάτων. Έτσι μπορούμε ως πολιτεία να ορίσουμε ως ελάχιστη προϋπόθεση για την απόκτηση άδειας ασκήσεως επαγγέλματος μηχανικού το master 2ου κύκλου της Bologna (είτε integrated master είτε postgraduate master) που ολοκληρώνει πενταετή κύκλο (όπως και στις ΗΠΑ -> βλέπε ASCE Vision 2025). Για τους κατόχους BEng+MSc ή MEng από το εξωτερικό με συνολική διάρκεια 4 έτη, θεσπίζουμε ως πολιτεία απαιτητικά αντισταθμιστικά μέτρα. Το μόνο σωστό που γράφεις είναι ότι το πιστοποιητικό ισοδυναμίας διπλώματος μηχανικού με master που χορηγούν τα Πολυτεχνεία και τα Πανεπιστήμια της ημεδαπής δεν έχει ακόμη νομική ισχύ στην Ελλάδα.
  17. Δεν είναι άσπρο ή μαύρο. Ο ν 4663/1930 ισχύει σίγουρα για τους διπλωματούχους πολιτικούς μηχανικούς των Πολυτεχνείων και των Πανεπιστημίων της ημεδαπής. Αυτό γιατί στο νόμο αναφέρεται ότι το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού μπορεί να ασκηθεί από τους κατόχους διπλώματος Πολιτικού Μηχανικού από ΑΕΙ της ημεδαπής. Τα ΕΜΠ, ΑΠΘ, ΔΠΘ, Παν. Πατρών, Παν. Θεσσαλίας χορηγούν "Δίπλωμα Πολιτικού Μηχανικού" (έτσι ακριβώς αναγράφεται στην περγαμηνή) και είναι ΑΕΙ της ημεδαπής. Δεν είναι σίγουρο αν ισχύει για τους πτυχιούχους μηχανικούς δομικών έργων ΤΕ, μηχανικούς έργων υποδομής ΤΕ και μηχανικούς μορφολογίας & αναστύλωσης ΤΕ των ΤΕΙ της ημεδαπής. Εδώ είναι η ασάφεια του νόμου. Δεν ισχυρίζομαι ούτε ότι ισχύει ούτε ότι δεν ισχύει. Για τους πτυχιούχους των ΤΕΙ της ημεδαπής υπάρχει ερωτηματικό και πρέπει να απαντήσουν οι αρμόδιοι υπουργοί.
  18. Ο ν 4663/1930 δεν είναι σαφής. Το καταστατικό του ΤΕΕ είναι σε προεδρικό διάταγμα και δεν είναι αρμόδιο το ίδιο να το τροποποιήσει. Δεν αναφέρεται σε κανένα νόμο ότι το ΤΕΕ πρέπει να τροποποιήσει το καταστατικό του.
  19. Άνισες σπουδές οδηγούν σε άνισα επαγγελματικά δικαιώματα. Διαβάθμιση στους τίτλους ανώτατης εκπαίδευσης προβλέπει ακόμη και η οδηγία 2005/36/ΕΚ (άρθρο 11, περιπτώσεις δ και ε). Άλλο 4ετής και άλλο 5ετής τίτλος σπουδών.
  20. Πρωθ. Απ. Αριθ. Υ6: Καθορισμός σειράς τάξης των Υπουργείων Πρωθ. Απ. Αριθ Υ5: Σύσταση θέσεων Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών ΠΑ 27-01-2015.pdf
  21. ΠΜΣ ΔΠΘ "Περιβαλλοντική Μηχανική & Επιστήμη" ΥΑ 01-04-2013 (738 Β΄).pdf
  22. Οδηγία 2005/36/ΕΚ (ενοποιημένο κείμενο) http://old.eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=CONSLEG:2005L0036:20140117:EL:PDF
  23. Τμήμα 6 Μαίες/Μαιευτές Άρθρο 40 Μαιευτική εκπαίδευση (Άρθρο 40 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Συνολικά, η μαιευτική εκπαίδευση περιλαμβάνει τουλάχιστον έναν από τους ακόλουθους εκπαιδευτικούς κύκλους: α) ειδική εκπαίδευση πλήρους παρακολούθησης τουλάχιστον τριών ετών θεωρητικών και πρακτικών σπουδών (κατεύθυνση I) που να καλύπτει τουλάχιστον το πρόγραμμα που παρατίθεται στο παράρτημα V σημείο 5.5.1 ή β) ειδική εκπαίδευση πλήρους παρακολούθησης δεκαοκτώ μηνών (κατεύθυνση II) που να καλύπτει τουλάχιστον το πρόγραμμα που παρατίθεται στο παράρτημα V σημείο 5.5.1 και η οποία να μην έχει αποτελέσει αντικείμενο ισοδύναμης κατάρτισης στο πλαίσιο της εκπαίδευσης νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη. Ο φορέας που αναλαμβάνει την μαιευτική εκπαίδευση θα πρέπει να είναι αρμόδιος για το συντονισμό θεωρίας και πράξης για το σύνολο του προγράμματος σπουδών. 2. Η εισαγωγή στη μαιευτική εκπαίδευση υπόκειται σε μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) την ολοκλήρωση τουλάχιστον των πρώτων δέκα ετών της γενικής σχολικής εκπαίδευσης, για την κατεύθυνση I· β) την κατοχή τίτλου εκπαίδευσης νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη που αναφέρεται στο παράρτημα V σημείο 5.2.2 για την κατεύθυνση II. 3. Η εκπαίδευση της μαίας/του μαιευτή παρέχει την εγγύηση ότι η/ο ενδιαφερόμενη/ος έχει αποκτήσει τις ακόλουθες γνώσεις και δεξιότητες: α) προσήκουσες γνώσεις των επιστημών επί των οποίων βασίζονται οι δραστηριότητες της μαίας/του μαιευτή, ιδίως της μαιευτικής και της γυναικολογίας· β) προσήκουσες γνώσεις της επαγγελματικής δεοντολογίας και της νομοθεσίας· γ) λεπτομερή γνώση της βιολογικής λειτουργίας, της ανατομίας και της φυσιολογίας στον τομέα της μαιευτικής και των νεογνών, καθώς και γνώση των σχέσεων μεταξύ της κατάστασης της υγείας του ανθρώπου και του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντός του και της συμπεριφοράς του· δ) επαρκή κλινική πείρα σε αναγνωρισμένα ιδρύματα υπό την εποπτεία αναγνωρισμένου εξειδικευμένου προσωπικού στη μαιευτική· ε) προσήκουσες γνώσεις σχετικά με την εκπαίδευση του υγειονομικού προσωπικού και εμπειρία συνεργασίας με το εν λόγω προσωπικό. Άρθρο 41 Προϋποθέσεις αναγνώρισης των τίτλων μαιευτικής εκπαίδευσης (Άρθρο 41 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Οι τίτλοι μαιευτικής εκπαίδευσης του παραρτήματος V σημείο 5.5.2 αναγνωρίζονται αυτομάτως δυνάμει του άρθρου 21, εφόσον πληρούν μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) μαιευτική εκπαίδευση πλήρους παρακολούθησης τουλάχιστον τριών ετών: i) είτε εξαρτώμενη από την κατοχή διπλώματος, πιστοποιητικού ή άλλου τίτλου παρέχοντος πρόσβαση στα πανεπιστημιακά ιδρύματα ή στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ή διασφαλίζοντος εκ προοιμίου ισοδύναμο επίπεδο γνώσεων, ii) είτε ακολουθούμενη από διετή επαγγελματική πείρα για την οποία χορηγείται πιστοποιητικό σύμφωνα με την παράγραφο 2· β) μαιευτική εκπαίδευση πλήρους παρακολούθησης τουλάχιστον δύο ετών ή 3600 ωρών υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από τίτλο εκπαίδευσης νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη που αναφέρεται στο παράρτημα V σημείο 5.2.2· γ) μαιευτική εκπαίδευση πλήρους παρακολούθησης τουλάχιστον δεκαοκτώ μηνών ή 3000 ωρών υπό τον όρο ότι συνοδεύεται από τίτλο εκπαίδευσης νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη που αναφέρεται στο παράρτημα V σημείο 5.2.2 και ακολουθούμενη από επαγγελματική πείρα ενός έτους για την οποία χορηγείται πιστοποιητικό σύμφωνα με την παράγραφο 2. 2. Το προβλεπόμενο στην παράγραφο 1 πιστοποιητικό χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής. Βεβαιώνει δε ότι ο δικαιούχος, μετά την απόκτηση του τίτλου μαιευτικής εκπαίδευσης, άσκησε ικανοποιητικά, σε νοσοκομείο ή σε εγκεκριμένο προς τούτο υγειονομικό ίδρυμα, όλες τις δραστηριότητες μαίας/μαιευτή κατά το αντίστοιχο διάστημα. Άρθρο 42 Άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων μαίας/μαιευτή (Άρθρο 42 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Οι διατάξεις του παρόντος τμήματος εφαρμόζονται στις δραστηριότητες μαίας/μαιευτή όπως ορίζονται από κάθε κράτος μέλος, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 και όπως ασκούνται βάσει των επαγγελματικών τίτλων του παραρτήματος V σημείο 5.5.2. 2. Οι μαίες/μαιευτές έχουν τη δυνατότητα ανάληψης και άσκησης τουλάχιστον των ακόλουθων δραστηριοτήτων: α) παροχή ορθής πληροφόρησης και συμβουλών σε θέματα οικογενειακού προγραμματισμού· β) εξακρίβωση εγκυμοσύνης και στη συνέχεια παρακολούθηση της φυσιολογικής εγκυμοσύνης και εκτέλεση των εξετάσεων που είναι αναγκαίες για τον έλεγχο της εξέλιξης της φυσιολογικής εγκυμοσύνης· γ) έγγραφη ή συμβουλευτική υπόδειξη για εκτέλεση των απαραίτητων εξετάσεων με στόχο την όσο γίνεται πιο πρώιμη διάγνωση κάθε επικίνδυνης εγκυμοσύνης· δ) κατάρτιση προγράμματος προετοιμασίας των γονέων στο μελλοντικό ρόλο τους, εξασφάλιση της πλήρους προετοιμασίας τους για τον τοκετό και παροχή συμβουλών στον τομέα της υγιεινής και της διατροφής· ε) παροχή συνδρομής στην έγκυο κατά τη διάρκεια του τοκετού και παρακολούθηση της κατάστασης του εμβρύου με τα κατάλληλα κλινικά και τεχνικά μέσα· στ) διεξαγωγή του φυσιολογικού τοκετού στην περίπτωση που πρόκειται για κεφαλική προβολή περιλαμβανομένης εν ανάγκη και της επισειοτομής και, σε επείγουσα περίπτωση, διενέργεια τοκετού ισχιακής προβολής· ζ) διάγνωση στη μητέρα ή στο νεογνό συμπτωμάτων που φανερώνουν ανωμαλίες οι οποίες απαιτούν την παρέμβαση ιατρού καθώς και παροχή συνδρομής στον τελευταίο σε περίπτωση επέμβασης· λήψη επειγόντων μέτρων που επιβάλλονται σε περίπτωση απουσίας ιατρού, ιδίως δακτυλική αποκόλληση του πλακούντα, η οποία ακολουθείται ενδεχομένως από δακτυλική επισκόπηση της μήτρας· η) εξέταση και φροντίδα του νεογνού· λήψη όλων των μέτρων που επιβάλλονται σε περίπτωση ανάγκης και εφαρμογή, σε δεδομένη περίπτωση, άμεσης ανανήψεως· θ) παρακολούθηση και έλεγχος της λεχώνας και παροχή όλων των απαραίτητων συμβουλών που αποβλέπουν στην ανατροφή του νεογνού με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες· ι) εφαρμογή της θεραπείας που ορίζεται από τον ιατρό· ια) τήρηση των απαραίτητων εγγράφων, ιστορικών και αρχείων. Άρθρο 43 Ιδιαίτερα κεκτημένα δικαιώματα των μαιών/μαιευτών (Άρθρο 43 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και ΠαράρτημαV (δ) της Οδηγίας 2006/100/ΕΚ) 1. Για τους πολίτες των κρατών μελών των οποίων οι χορηγούμενοι τίτλοι μαιευτικής εκπαίδευσης πληρούν το σύνολο των ελάχιστων προϋποθέσεων εκπαίδευσης του άρθρου 40 αλλά, δυνάμει του άρθρου 41, αναγνωρίζονται μόνο, εάν συνοδεύονται από το πιστοποιητικό άσκησης του επαγγέλματος, που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο 41 παράγραφος 2,αναγνωρίζονται ως επαρκής απόδειξη οι τίτλοι εκπαίδευσης, που χορηγήθηκαν από αυτά τα κράτη μέλη πριν από την κρίσιμη ημερομηνία που αναφέρεται στο παράρτημα V σημείο 5.5.2, εφόσον συνοδεύονται από πιστοποιητικό, που βεβαιώνει ότι οι εν λόγω υπήκοοι αφιερώθηκαν πράγματι και νομίμως στις συγκεκριμένες δραστηριότητες επί τουλάχιστον δύο συναπτά έτη κατά τη διάρκεια πέντε ετών πριν από τη χορήγηση του πιστοποιητικού. 2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται στους υπηκόους των κρατών μελών των οποίων οι τίτλοι μαιευτικής εκπαίδευσης πιστοποιούν εκπαίδευση, που αποκτήθηκε στο έδαφος της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας και οι οποίοι πληρούν το σύνολο των ελάχιστων όρων εκπαίδευσης του άρθρου40 του παρόντος διατάγματος, αλλά οι οποίοι δυνάμει του άρθρου 41 αναγνωρίζονται μόνο, εάν συνοδεύονται από το πιστοποιητικό άσκησης του επαγγέλματος, που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο 41 παράγραφος 2, εφόσον πιστοποιούν εκπαίδευση, που άρχισε πριν από τις 3 Οκτωβρίου 1990. 3. Όσον αφορά τους πολωνικούς τίτλους εκπαίδευσης μαίας/μαιευτή, σχετικά με τα κεκτημένα δικαιώματα ισχύουν μόνον οι παρακάτω διατάξεις περί κεκτημένων δικαιωμάτων. Για τους υπηκόους των κρατών μελών των οποίων οι τίτλοι εκπαίδευσης μαίας/μαιευτή χορηγήθηκαν από την Πολωνία, ή των οποίων η εκπαίδευση άρχισε σ’ αυτό το κράτος πριν από την 1η Μαΐου 2004, οι δε τίτλοι δεν πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις εκπαίδευσης, που προβλέπονται στο άρθρο 40, αναγνωρίζονται οι κάτωθι αναφερόμενοι τίτλοι εκπαίδευσης μαίας/μαιευτή, εφόσον συνοδεύονται από πιστοποιητικό, που βεβαιώνει, ότι οι ενδιαφερόμενοι έχουν ασκήσει, πραγματικά και νομίμως, στην Πολωνία τις δραστηριότητες μαίας/μαιευτή κατά τις παρακάτω οριζόμενες περιόδους: α) τίτλος εκπαίδευσης μαίας/μαιευτή βασικών σπουδών (dyplomlicencjatapołożnictwa): επί τρία συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την πενταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού· β) τίτλος εκπαίδευσης μαίας/μαιευτή που πιστοποιεί ολοκλήρωση μεταδευτεροβάθμιων σπουδών, χορηγηθείς από ίδρυμα ιατρικής επαγγελματικής εκπαίδευσης (dyplompołożnej): επί πέντε συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την επταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού. 4. Αναγνωρίζονται οι τίτλοι επαγγελματικής εκπαίδευσης στον τομέα της μαιευτικής, που έχουν χορηγηθεί στην Πολωνία σε μαίες/μαιευτές, που έχουν ολοκληρώσει την εκπαίδευσή τους πριν από την 1η Μαΐου 2004, η οποία δεν πληρούσε τις στοιχειώδεις απαιτήσεις εκπαίδευσης του άρθρου 40 του παρόντος διατάγματος, που βεβαιώνεται με πτυχίο «bachelor», το οποίο αποκτήθηκε με βάση ειδικό πρόγραμμα αναβάθμισης, που περιέχεται στο άρθρο 11 της πράξης της 20ής Απριλίου 2004 σχετικά με την τροποποίηση της πράξης για τα επαγγέλματα του νοσοκόμου και της μαίας/μαιευτή και σε ορισμένα άλλα νομοθετήματα (Επίσημη Εφημερίδα της Πολωνικής Δημοκρατίας της 30ής Απριλίου 2004, αριθ.92 pos. 885) και στον κανονισμό του Υπουργού Υγείας της 11ης Μαΐου 2004 σχετικά με τους λεπτομερείς όρους σπουδών νοσοκόμου και μαίας/μαιευτή, που είναι κάτοχοι πιστοποιητικού δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης(τελική εξέταση-matura) και οι οποίοι είναι απόφοιτοι ιατρικού λυκείου και ιατρικών επαγγελματικών σχολών νοσοκόμων και μαιών/μαιευτών (Επίσημη Εφημερίδα της Πολωνικής Δημοκρατίας της 13ης Μαΐου 2004, αριθ. 110pos. 1170) με στόχο να εξακριβωθεί ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει επίπεδο γνώσεων και ικανοτήτων ανάλογο με το επίπεδο μαιών/μαιευτών που διαθέτουν τα προσόντα τα οποία, στην περίπτωση της Πολωνίας, καθορίζονται στο παράρτημα V σημείο 5.5.2. 5. Όσον αφορά τους ρουμανικούς τίτλους μαιών, ισχύουν μόνον οι εξής διατάξεις κεκτημένων δικαιωμάτων: Επίσημοι τίτλοι σπουδών μαιευτικής (asistentmedicalobstetrică-ginecologie), οι οποίοι χορηγήθηκαν από τη Ρουμανία πριν από την 1η Ιανουαρίου 2007 σε πολίτες των κρατών μελών και δεν πληρούν τις στοιχειώδεις απαιτήσεις κατάρτισης, που ορίζονται στο άρθρο 40 του παρόντος διατάγματος, αναγνωρίζονται ως επαρκής απόδειξη για τους σκοπούς εκτέλεσης των δραστηριοτήτων μαίας, εφόσον συνοδεύονται από βεβαίωση, ότι αυτοί οι υπήκοοι των κρατών μελών έχουν πραγματικά και νόμιμα ασκήσει στη Ρουμανία τις δραστηριότητες μαίας τουλάχιστον επί πέντε συναπτά έτη κατά τη διάρκεια των επτά ετών πριν από τη χορήγηση της βεβαίωσης. Τμήμα 7 Φαρμακοποιοί Άρθρο 44 Φαρμακευτική εκπαίδευση (Άρθρο 44 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η εισαγωγή στη φαρμακευτική εκπαίδευση προϋποθέτει την κατοχή διπλώματος ή πιστοποιητικού που παρέχει πρόσβαση, για τις συγκεκριμένες σπουδές, στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή σε ιδρύματα επιπέδου αναγνωρισμένου ως ισοδύναμου, σε ένα κράτος-μέλος. 2. Ο τίτλος φαρμακευτικής εκπαίδευσης βεβαιώνει εκπαίδευση διάρκειας τουλάχιστον πέντε ετών, από τα οποία τουλάχιστον: α) τέσσερα έτη θεωρητικής και πρακτικής κατάρτισης πλήρους παρακολούθησης σε πανεπιστήμιο, ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης επιπέδου αναγνωρισμένου ως ισοδύναμου ή υπό την εποπτεία πανεπιστημίου· β) έξι μήνες πρακτικής άσκησης σε φαρμακείο ανοικτό στο κοινό ή σε νοσοκομείο υπό την εποπτεία της φαρμακευτικής υπηρεσίας του νοσοκομείου αυτού. Ο εν λόγω κύκλος σπουδών περιλαμβάνει τουλάχιστον το πρόγραμμα του παραρτήματος V σημείο 5.6.1. 3. Η εκπαίδευση του φαρμακοποιού παρέχει την εγγύηση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει αποκτήσει τις ακόλουθες γνώσεις και δεξιότητες: α) προσήκουσα γνώση των φαρμάκων καθώς και των υλών που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των φαρμάκων· β) προσήκουσα γνώση της φαρμακευτικής τεχνολογίας και του φυσικού, χημικού, βιολογικού και μικροβιολογικού ελέγχου των φαρμάκων· γ) προσήκουσα γνώση του μεταβολισμού και των αποτελεσμάτων των φαρμάκων και της δράσης των τοξικών ουσιών, καθώς και της χρήσης των φαρμάκων· δ) προσήκουσα γνώση η οποία επιτρέπει την αξιολόγηση των επιστημονικών δεδομένων για τα φάρμακα ώστε βάσει αυτής να μπορούν να παρέχονται οι κατάλληλες πληροφορίες· ε) προσήκουσα γνώση των νόμιμων και άλλων προϋποθέσεων για την άσκηση φαρμακευτικών δραστηριοτήτων. Άρθρο 45 Άσκηση επαγγελματικών Δραστηριοτήτων φαρμακοποιού (Άρθρο 45 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, φαρμακευτικές δραστηριότητες είναι οι δραστηριότητες, των οποίων η ανάληψη και η άσκηση εξαρτώνται, σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, από απαιτήσεις επαγγελματικών προσόντων και οι οποίες μπορούν να ασκηθούν από τους κατόχους τίτλου εκπαίδευσης από τους αναφερόμενους στο παράρτημα V σημείο 5.6.2. 2. Οι κάτοχοι πανεπιστημιακού τίτλου εκπαίδευσης, ή τίτλου αναγνωρισμένου ως ισοδύναμου επιπέδου στον τομέα της φαρμακευτικής, που πληροί τους όρους του άρθρου 44, έχουν το δικαίωμα ανάληψης και άσκησης, με την επιφύλαξη, ενδεχομένως, της απαίτησης συμπληρωματικής επαγγελματικής πείρας, τουλάχιστον των ακόλουθων δραστηριοτήτων: α) καθορισμού της φαρμακευτικής μορφής των φαρμάκων, β) παρασκευής και ελέγχου των φαρμάκων, γ) ελέγχου των φαρμάκων σε εργαστήριο ελέγχου φαρμάκων, δ) αποθήκευσης, διατήρησης και διανομής των φαρμάκων στο στάδιο της χονδρικής πώλησης, ε) προετοιμασίας, ελέγχου, αποθήκευσης και διανομής των φαρμάκων στα φαρμακεία, στ) προετοιμασίας, ελέγχου, αποθήκευσης και διάθεσης των φαρμάκων στα νοσοκομεία, ζ) παροχής πληροφοριών και συμβουλών σχετικά με τα φάρμακα. Τμήμα 8 Αρχιτέκτονες Άρθρο 46 Εκπαίδευση αρχιτεκτόνων (Άρθρο 46 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Συνολικά, η εκπαίδευση αρχιτέκτονα περιλαμβάνει τουλάχιστον είτε τέσσερα έτη σπουδών πλήρους παρακολούθησης, είτε έξι έτη σπουδών, εκ των οποίων τουλάχιστον τρία έτη πλήρους παρακολούθησης, σε πανεπιστήμιο ή ανάλογο εκπαιδευτικό ίδρυμα και πιστοποιείται με την επιτυχία σε εξέταση πανεπιστημιακού επιπέδου. Η εν λόγω εκπαίδευση, που πρέπει να είναι πανεπιστημιακού επιπέδου και της οποίας το πρωταρχικό στοιχείο συνιστά η αρχιτεκτονική, πρέπει να διατηρεί την ισορροπία μεταξύ των θεωρητικών και πρακτικών πτυχών της εκπαίδευσης στον τομέα της αρχιτεκτονικής και να παρέχει την εγγύηση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει αποκτήσει τις ακόλουθες γνώσεις και δεξιότητες: α) ικανότητα σύλληψης αρχιτεκτονικών δημιουργιών που να ικανοποιούν συγχρόνως αισθητικές και τεχνικές απαιτήσεις· β) προσήκουσα γνώση της ιστορίας και των θεωριών της αρχιτεκτονικής καθώς και των συναφών τεχνών, τεχνολογιών και επιστημών του ανθρώπου· γ) γνώση των καλών τεχνών ως παραγόντων που είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ποιότητα της αρχιτεκτονικής σύλληψης· δ) προσήκουσα γνώση της πολεοδομίας, του πολεοδομικού σχεδιασμού και των τεχνικών που εφαρμόζονται στη διαδικασία του πολεοδομικού σχεδιασμού· ε) ικανότητα κατανόησης των σχέσεων, αφενός, ανάμεσα στους ανθρώπους και τα αρχιτεκτονικά δημιουργήματα, και αφετέρου, ανάμεσα στα αρχιτεκτονικά δημιουργήματα και το περιβάλλον τους, καθώς και ικανότητα κατανόησης της ανάγκης αρμονικού συνδυασμού των αρχιτεκτονικών δημιουργημάτων με τους χώρους, ανάλογα με τις ανάγκες του ανθρώπου και την αντίστοιχη κλίμακα· στ) ικανότητα κατανόησης του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα και του ρόλου του στην κοινωνία, ειδικότερα μέσω της επεξεργασίας σχεδίων στα οποία λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικοί παράγοντες· ζ) γνώση των μεθόδων τεκμηρίωσης και προπαρασκευής της οικοδομικής μελέτης· η) γνώση των προβλημάτων στατικού σχεδιασμού, οικοδομικής και έργων πολιτικού μηχανικού, τα οποία συνδέονται με το σχεδιασμό των κτιρίων· θ) προσήκουσα γνώση των προβλημάτων που έχουν σχέση με τις φυσικές ιδιότητες των κτιρίων, των τεχνολογιών, καθώς επίσης και της λειτουργίας των κατασκευών, ώστε να τις εφοδιάζει με όλα τα στοιχεία εσωτερικής άνεσης και κλιματικής προστασίας· ι) τεχνική ικανότητα, χάρη στην οποία ο αρχιτέκτονας θα μπορεί να επινοεί κατασκευές που να ικανοποιούν τις απαιτήσεις αυτών που τις χρησιμοποιούν, σεβόμενος τους οικονομικούς περιορισμούς και τους οικοδομικούς κανονισμούς· ια) προσήκουσα γνώση των βιομηχανιών, οργανώσεων, κανονισμών και διαδικασιών, που έχουν σχέση με την υλοποίηση των κτιριακών μελετών και την ένταξη των σχεδίων στο γενικό σχεδιασμό. Άρθρο 47 Παρεκκλίσεις από τους όρους εκπαίδευσης του αρχιτέκτονα (Άρθρο 47 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 46, αναγνωρίζεται επίσης ότι πληροί το άρθρο 21 η τριετής εκπαίδευση των «Fachhochschulen» στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η οποία λειτουργούσε στις 5 Αυγούστου1985, πληρούσε τις απαιτήσεις του άρθρου 46 και παρείχε πρόσβαση στις δραστηριότητες του άρθρου 48στο ανωτέρω κράτος μέλος βάσει του επαγγελματικού τίτλου αρχιτέκτονα, με την προϋπόθεση ότι η εκπαίδευση συμπληρώνεται από περίοδο επαγγελματικής πείρας τεσσάρων ετών, στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η οποία βεβαιώνεται από πιστοποιητικό που χορηγείται από την επαγγελματική τάξη στον πίνακα της οποίας είναι εγγεγραμμένος ο αρχιτέκτονας που επιθυμεί να επωφεληθεί των διατάξεων της οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Η επαγγελματική τάξη πρέπει προηγουμένως να ορίσει ότι οι εργασίες που θα πραγματοποιηθούν από τον οικείο αρχιτέκτονα στον τομέα της αρχιτεκτονικής συνιστούν πειστική εφαρμογή του συνόλου των γνώσεων και δεξιοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 46. Το εν λόγω πιστοποιητικό χορηγείται βάσει της ίδιας διαδικασίας με εκείνη που ισχύει για την εγγραφή στον πίνακα της επαγγελματικής τάξης. 2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 46 και στα πλαίσια των προσπαθειών για την κοινωνική αναβάθμιση ή την αναβάθμιση των προγραμμάτων πανεπιστημιακών σπουδών με μερική απασχόληση, αναγνωρίζεται επίσης ότι πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 21η εκπαίδευση που ικανοποιεί τις απαιτήσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 46 και πιστοποιείται από εξέταση στην αρχιτεκτονική, που ολοκληρώνεται επιτυχώς από πρόσωπο που εργάζεται επί επτά και πλέον έτη στον τομέα της αρχιτεκτονικής υπό τον έλεγχο ενός αρχιτέκτονα ή ενός γραφείου αρχιτεκτόνων. Η εξέταση αυτή πρέπει να είναι πανεπιστημιακού επιπέδου και να ισοδυναμεί προς την εξέταση στο τέλος των σπουδών η οποία αναφέρεται στο άρθρο 46, πρώτο εδάφιο. Άρθρο 48 Άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων αρχιτέκτονα (Άρθρο 48 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, επαγγελματικές δραστηριότητες του αρχιτέκτονα είναι οι δραστηριότητες που ασκούνται συνήθως βάσει του επαγγελματικού τίτλου του αρχιτέκτονα. 2. Θεωρείται ότι πληρούν τους απαιτούμενους όρους για την άσκηση των δραστηριοτήτων του αρχιτέκτονα, υπό τον επαγγελματικό τίτλο του αρχιτέκτονα, οι υπήκοοι κράτους μέλους οι οποίοι δικαιούνται να φέρουν τον εν λόγω τίτλο κατ’ εφαρμογή νόμου που παραχωρεί στην αρμόδια αρχή κράτους μέλους τη δυνατότητα να χορηγεί τον τίτλο αυτό στους υπηκόους των κρατών-μελών που έχουν διακριθεί ιδιαιτέρως λόγω της ποιότητας του έργου τους στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Η αρχιτεκτονική φύση των δραστηριοτήτων των ενδιαφερομένων βεβαιώνεται από πιστοποιητικό που χορηγείτο κράτος μέλος καταγωγής τους. Άρθρο 49 Ειδικά κεκτημένα δικαιώματα αρχιτεκτόνων (Άρθρο 49 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Αναγνωρίζονται οι τίτλοι εκπαίδευσης αρχιτέκτονα που αναφέρονται στο παράρτημα VI, οι οποίοι χορηγούνται από τα άλλα κράτη μέλη και πιστοποιούν εκπαίδευση που άρχισε το αργότερο κατά το αναφερόμενο στο εν λόγω παράρτημα κρίσιμο ακαδημαϊκό έτος, ακόμη και αν δεν πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις του άρθρου 46, παρέχοντάς τους την ίδια ισχύ, στην επικράτειά της, με τους τίτλους εκπαίδευσης αρχιτέκτονα που χορηγούνται στην Ελλάδα όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων αρχιτέκτονα. Κατά ταύτα, αναγνωρίζονται οι βεβαιώσεις των αρμοδίων αρχών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, οι οποίες πιστοποιούν την αντίστοιχη ισοδυναμία των τίτλων εκπαίδευσης που χορηγούνται από τις 8 Μαΐου 1945 από τις αρμόδιες αρχές της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας με τους τίτλους που παρατίθενται στο εν λόγω παράρτημα. 2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 αναγνωρίζονται και προσδίδεται σ’ αυτές, όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων υπό τον επαγγελματικό τίτλο του αρχιτέκτονα, η ίδια ισχύς με τους τίτλους εκπαίδευσης που χορηγούνται στην Ελλάδα, οι βεβαιώσεις που χορηγούνται στους υπηκόους των κρατών μελών από τα κράτη μέλη τα οποία εφαρμόζουν κανονιστικές ρυθμίσεις ως προς την ανάληψη και άσκηση δραστηριοτήτων αρχιτέκτονα κατά τις ακόλουθες ημερομηνίες: α) 1η Ιανουαρίου 1995 για την Αυστρία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία· β) 1η Μαΐου 2004 για την Τσεχική Δημοκρατία, την Εσθονία, την Κύπρο, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία, τη Μάλτα, την Πολωνία, τη Σλοβενία και τη Σλοβακία· βα) 1η Ιουλίου 2013 την Κροατία· γ) 5 Αυγούστου 1987 για τα άλλα κράτη μέλη. Οι βεβαιώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου πιστοποιούν ότι ο κάτοχός τους έλαβε την άδεια να κάνει χρήση του επαγγελματικού τίτλου του αρχιτέκτονα το αργότερο κατά την ημερομηνία αυτή και ότι αφιερώθηκε πράγματι, στο πλαίσιο της εν λόγω κανονιστικής ρύθμισης, στις συγκεκριμένες δραστηριότητες επί τουλάχιστον τρία συναπτά έτη κατά τη διάρκεια πέντε ετών πριν από τη χορήγηση του πιστοποιητικού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV Κοινές διατάξεις περί εγκατάστασης Άρθρο 50 Έγγραφα και διατυπώσεις (Άρθρο 50 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Προκειμένου να αποφανθούν επί αιτήσεως αδείας για την άσκηση του οικείου νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος κατ’ εφαρμογή του παρόντος τίτλου, οι αρμόδιες αρχές απαιτούν την κατάθεση των εγγράφων και των πιστοποιητικών του παραρτήματος VII. Τα έγγραφα που αναφέρονται στο παράρτημα VII σημείο 1 στοιχεία δ), ε) και στ) δεν μπορούν να υποβληθούν μετά την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία έκδοσής τους. Οι Δημόσιες Υπηρεσίες, οι οργανισμοί και άλλα νομικά πρόσωπα διασφαλίζουν το απόρρητο των παρεχόμενων πληροφοριών. 2. Σε περίπτωση δικαιολογημένων αμφιβολιών, οι αρμόδιες ελληνικές αρχές απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους επιβεβαίωση του γνησίου των βεβαιώσεων και πιστοποιητικών και των τίτλων εκπαίδευσης που χορηγούνται σε αυτό το κράτος μέλος καθώς και επιβεβαίωση του γεγονότος ότι ο δικαιούχος πληροί, όσον αφορά τα επαγγέλματα του κεφαλαίου III του παρόντος τίτλου, τους ελάχιστους όρους εκπαίδευσης που αναφέρονται αντιστοίχως στα άρθρα 24, 25, 28, 31, 34, 35, 38, 40, 44 και 46. 3. Σε περιπτώσεις δικαιολογημένων αμφιβολιών, εφόσον έχουν εκδοθεί τίτλοι εκπαίδευσης, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ), από αρμόδια αρχή κράτους μέλους και περιλαμβάνουν την εκπαίδευση που έχει αποκτηθεί εν μέρει ή εξ ολοκλήρου σε εκπαιδευτικό ίδρυμα που εδρεύει νόμιμα, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας, στην ελληνική επικράτεια ή στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, οι αρμόδιες ελληνικές αρχές επαληθεύουν με τον αρμόδιο φορέα στο κράτος μέλος καταγωγής του τίτλου: α) κατά πόσον η εκπαίδευση στο ίδρυμα που παρέσχε την κατάρτιση έχει πιστοποιηθεί επισήμως από το εκπαιδευτικό ίδρυμα που βρίσκεται στο κράτος μέλος καταγωγής του τίτλου· β) κατά πόσον οι τίτλοι εκπαίδευσης που έχουν εκδοθεί είναι οι ίδιοι με εκείνους που θα είχαν χορηγηθεί εάν η εκπαίδευση είχε πραγματοποιηθεί εξ ολοκλήρου στο κράτος μέλος καταγωγής του τίτλου και γ) κατά πόσον οι τίτλοι εκπαίδευσης προσδίδουν τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα στην επικράτεια του κράτους μέλους που χορήγησε τον τίτλο. 4. Εφόσον για την ανάληψη νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος στην Ελλάδα απαιτείται ένορκη ή επίσημη δήλωση, και στις περιπτώσεις που ο τύπος της εν λόγω (ένορκης ή επίσημης) δήλωσης δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον ενδιαφερόμενο, όταν αυτός είναι υπήκοος άλλου κράτους-μέλους, αυτός υποβάλλεται σε κατάλληλο και ισοδύναμο τύπο όρκου ή δήλωσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 408 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. 5. Οι παράγραφοι 1, 3 και 4 έχουν εφαρμογή και στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 και σε περίπτωση δικαιολογημένων αμφιβολιών οι αρμόδιες ελληνικές αρχές απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους-μέλους επιβεβαίωση του γνησίου των βεβαιώσεων και πιστοποιητικών και των τίτλων εκπαίδευσης που χορηγούνται σε αυτό το κράτος-μέλος. Άρθρο 51 Χρήση του επαγγελματικού τίτλου (Άρθρο 52 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Εφόσον η χρήση του επαγγελματικού τίτλου σχετικά με μία από τις δραστηριότητες ορισμένου επαγγέλματος έχει ρυθμισθεί νομοθετικώς στην Ελλάδα, οι υπήκοοι των κρατών μελών που αποκτούν το δικαίωμα να ασκούν νομοθετικώς ρυθμιζόμενο επάγγελμα βάσει του τίτλου III, φέρουν τον επαγγελματικό τίτλο, ο οποίος στην Ελλάδα αντιστοιχεί στο εν λόγω επάγγελμα, και κάνουν χρήση της ενδεχόμενης σύντμησής του. ΤΙΤΛΟΣ IV ΟΡΟΙ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ Άρθρο 52 Γλωσσικές γνώσεις (Άρθρο 53 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Οι δικαιούχοι της αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων πρέπει να διαθέτουν τις απαιτούμενες γνώσεις της ελληνικής γλώσσας για την άσκηση του επαγγέλματος στην Ελλάδα. Οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 54 υποχρεούνται να διατυπώνουν, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, πλήρως αιτιολογημένη κρίση σχετικά με τη γνώση της ελληνικής γλώσσας ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του επαγγέλματος. Το παρόν άρθρο έχει εφαρμογή και στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2. Άρθρο 53 Χρήση του τίτλου επαγγελματικής εκπαίδευσης (Άρθρο 54 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Με την επιφύλαξη των άρθρων 7 και 51, οι αρμόδιες αρχές αναγνωρίζουν στους ενδιαφερομένους το δικαίωμα να χρησιμοποιούν τον τίτλο εκπαίδευσης του κράτους μέλους καταγωγής, και ενδεχομένως τη σύντμησή του, στη γλώσσα του κράτους μέλους καταγωγής. Ο εν λόγω τίτλος πρέπει να συνοδεύεται από το όνομα και τον τόπο του ιδρύματος ή της εξεταστικής επιτροπής που τον χορήγησε. Εφόσον μπορεί να προκληθεί σύγχυση μεταξύ του εν λόγω τίτλου εκπαίδευσης που έχει χορηγήσει το κράτος μέλος καταγωγής και ενός τίτλου για τον οποίο απαιτείται στην Ελλάδα συμπληρωματική εκπαίδευση που δεν διαθέτει ο δικαιούχος, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ορίσουν ότι ο δικαιούχος θα χρησιμοποιεί τον τίτλο εκπαίδευσης του κράτους μέλους καταγωγής με την ενδεικνυόμενη μορφή την οποία θα επισημάνει. Το παρόν άρθρο έχει εφαρμογή και στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Όργανα και Διαδικασία Άρθρο 54 Όργανα Αρμόδιες Αρχές (Άρθρο 56 § 3 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Αρμόδια αρχή για να δέχεται τις αιτήσεις των ενδιαφερομένων και να εκδίδει: α) τις αποφάσεις αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος, είτε επί τη βάσει του γενικού συστήματος αναγνώρισης των τίτλων εκπαίδευσης (Τίτλος ΙΙΙ, Κεφάλαιο Ι), είτε επί τη βάσει της αναγνώρισης της επαγγελματικής πείρας (Τίτλος ΙΙΙ, Κεφάλαιο ΙΙ) και β) τις αποφάσεις αναγνώρισης της επαγγελματικής ισοδυναμίας των τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης της παραγράφου 3 του άρθρου 2 είναι το Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων (Σ.Α.Ε.Π.). 2. Το Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων (Σ.Α.Ε.Π.) είναι επίσης αρμόδιο για να εκδίδει τις αποφάσεις αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων των κτηνιάτρων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος. 3. Αρμόδια αρχή για να χορηγεί ή να δέχεται τα προβλεπόμενα στο παρόν διάταγμα έγγραφα, να λαμβάνει τις αποφάσεις χορηγήσεως άδειας ασκήσεως του επαγγέλματος ή τίτλου ειδικότητας των ιατρών, νοσοκόμων, οδοντιάτρων, φαρμακοποιών, μαιών/μαιευτών, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στις διατάξεις του Κεφαλαίου ΙΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ του παρόντος διατάγματος, καθώς και να παρέχει τις αναγκαίες πληροφορίες, ορίζεται η αρμόδια Διεύθυνση της Περιφέρειας της επαγγελματικής εγκατάστασης των ως άνω επαγγελματιών ή της περιφέρειας στην οποία αυτοί προτίθενται να εγκατασταθούν. 4. Αρμόδια αρχή για να χορηγεί ή να δέχεται τα προβλεπόμενα στο παρόν διάταγμα έγγραφα και να λαμβάνει τις αποφάσεις χορηγήσεως άδειας ασκήσεως επαγγέλματος αρχιτέκτονα σύμφωνα με όσα προβλέπονται στις διατάξεις του Κεφαλαίου ΙΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ του παρόντος διατάγματος, καθώς και να παρέχει τις αναγκαίες πληροφορίες ορίζεται το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας. Άρθρο 55 Σύσταση και αρμοδιότητες του Συμβουλίου Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων (Άρθρο 56 § 3 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Συνιστάται στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων συλλογικό όργανο με την ονομασία «Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων», το οποίο λαμβάνει αποφάσεις για: α) την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων σύμφωνα με τους όρους των Κεφαλαίων Ι και ΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ, καθώς και του Τμήματος 5 του Κεφαλαίου ΙΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ του παρόντος διατάγματος και β) την αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας των τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του παρόντος διατάγματος. 2. Στις αρμοδιότητες του Συμβουλίου ανήκουν ιδίως: α) Η κατάρτιση εσωτερικού κανονισμού για τη ρύθμιση του τρόπου λειτουργίας του και εξέτασης των αιτήσεων για αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και επαγγελματικής ισοδυναμίας, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος διατάγματος. β) Η κρίση κάθε θέματος κρίσιμου για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και ιδίως του ζητήματος αν απαιτείται η πραγματοποίηση πρακτικής άσκησης προσαρμογής στην Ελλάδα ή η υποβολή του αιτούντος σε δοκιμασία επάρκειας, καθώς και το περιεχόμενο αυτής, στο πλαίσιο του άρθρου 14 του παρόντος διατάγματος. γ) Η έκδοση απόφασης: i) για την αναγνώριση ή μη των επαγγελματικών προσόντων επί τη βάσει των προσκομιζομένων τίτλων ή της κεκτημένης επαγγελματικής πείρας, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος διατάγματος (Τίτλος ΙΙΙ, Κεφάλαια Ι, ΙΙ, ΙΙΙ Τμήμα 5) και ii) για την αναγνώριση ή μη της επαγγελματικής ισοδυναμίας των γνώσεων και των προσόντων που πιστοποιούνται από τίτλο κράτους − μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης προς τα πιστοποιούμενα με τίτλο που απονέμεται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος σύμφωνα με την παράγραφο3 του άρθρου 2. δ) Ο έλεγχος της έγκαιρης και ορθής εκτέλεσης από το αρμόδιο όργανο των αποφάσεών του στις περιπτώσεις επιβολής δοκιμασίας επάρκειας ή πρακτικής άσκησης προσαρμογής ή γραπτής δοκιμασίας επαγγελματικής ισοδυναμίας. ε) Η γνωμοδότηση επί θεμάτων αναγνώρισης τίτλων επαγγελματικής εκπαίδευσης του Τίτλου ΙΙΙ – Κεφάλαιο ΙΙΙ του παρόντος διατάγματος, όταν αυτό ζητηθεί από την αρμόδια αρχή. στ) Ο έλεγχος των επαγγελματικών προσόντων του παρόχου υπηρεσιών, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 7 παράγραφος 5 του παρόντος διατάγματος, εφόσον τούτο ζητηθεί από την αρμόδια αρχή του άρθρου 7 παράγραφος 6 του παρόντος διατάγματος. Άρθρο 56 Συγκρότηση και λειτουργία του Συμβουλίου Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων 1. Το Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων αποφαίνεται: α) επί αιτήσεων αναγνωρίσεως επαγγελματικών προσόντων, σύμφωνα με τους όρους των Κεφαλαίων Ι και ΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ, καθώς και του Τμήματος 5 του Κεφαλαίου ΙΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ του παρόντος και β) επί αιτήσεων αναγνωρίσεως επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων ανώτατης εκπαίδευσης της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του παρόντος. 2. Το Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων αποτελούν: α) Ένας Σύμβουλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ), ως Πρόεδρος, με αναπληρωτή του άλλον Σύμβουλο του ΝΣΚ, οριζόμενοι από τον Πρόεδρο του ΝΣΚ. β) Ένας εκπρόσωπος του Διοικητικού Συμβουλίου του Διεπιστημονικού Οργανισμού Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.), με τον αναπληρωτή του, οριζόμενοι με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του οργανισμού αυτού. γ) Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Δια Βίου Μάθησης της Γενικής Γραμματείας Δια Βίου Μάθησης και Νέας Γενιάς του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, με αναπληρωτή του έναν Προϊστάμενο Τμήματος της ίδιας Διεύθυνσης. δ) Ένας εκπρόσωπος του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργείου, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον οικείο Υπουργό, για θέματα νομοθετικά ρυθμιζόμενων στην Ελλάδα επαγγελμάτων. ε) Ένας εκπρόσωπος της κατά περίπτωση οικείας ή συγγενούς αντιπροσωπευτικής επαγγελματικής οργάνωσης, οριζόμενος με τον αναπληρωτή του από την επαγγελματική οργάνωση, για θέματα νομοθετικά ρυθμιζόμενων στην Ελλάδα επαγγελμάτων. στ) Ο Εθνικός Συντονιστής, που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 56 παρ. 4 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, ή ειδικός επιστήμονας με εμπειρία στο χειρισμό θεμάτων αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων και επαγγελματικής ισοδυναμίας οριζόμενος από τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, με αναπληρωτή του άλλον ειδικό επιστήμονα με εμπειρία στο χειρισμό των ως άνω θεμάτων. ζ) Ο Προϊστάμενος του αυτοτελούς Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σχέσεων της Γενικής Γραμματείας Δια Βίου Μάθησης και Νέας Γενιάς του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, με αναπληρωτή του, υπάλληλο του Τμήματος που τον αναπληρώνει νομίμως στην άσκηση των κύριων υπηρεσιακών καθηκόντων του. Οι υπό στοιχεία δ΄ και ε΄ εκπρόσωποι καλούνται κάθε φορά από τον Πρόεδρο και μετέχουν στο Συμβούλιο κατά περίπτωση ανάλογα με την εξεταζόμενη υπόθεση. 3. Το Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο γραμματέας του Συμβουλίου με τους αναπληρωτή του, από τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας του άρθρου 59 του παρόντος. 4. Εάν οι οικείες αρχές και επαγγελματικές οργανώσεις δεν υποδείξουν τον εκπρόσωπό τους εντός ενός μηνός από τη λήψη του σχετικού αιτήματος ή εάν δεν υπάρχουν αντίστοιχες επαγγελματικές οργανώσεις, το Συμβούλιο μπορεί να συγκροτηθεί και χωρίς τους εκπροσώπους τους. 5. Η θητεία των μελών του Συμβουλίου είναι διετής. Σε περίπτωση αντικατάστασης μέλους του Συμβουλίου το νέο μέλος διανύει τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του μέλους που αντικαταστάθηκε. Ο Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων δύναται να αντικαθιστά οποιοδήποτε μέλος του Συμβουλίου με αιτιολογημένη απόφασή του. 6. Το Συμβούλιο ευρίσκεται σε απαρτία, όταν είναι παρούσα η πλειοψηφία των μελών του μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. 7. Το Συμβούλιο συνεδριάζει μετά από έγγραφη πρόσκληση των μελών του από τον Πρόεδρο, ο οποίος συντάσσει την ημερήσια διάταξη και τη γνωστοποιεί πριν από τη συνεδρίαση στα μέλη του Συμβουλίου. 8. Εισηγητής ενώπιον του Τμήματος ορίζεται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Δια Βίου Μάθησης της Γενικής Γραμματείας Δια Βίου Μάθησης και Νέας Γενιάς, ένας υπάλληλος της Γραμματείας, ο οποίος αναπτύσσει την εισήγησή του και αποχωρεί πριν από την ψηφοφορία. Σε περίπτωση που έχει γνωμοδοτήσει η Επιτροπή ή ο κατά περίπτωση ειδικός επιστήμονας της παραγράφου 16 του παρόντος άρθρου, ο εισηγητής αναπτύσσει και τις γνώμες που διατυπώθηκαν στη σχετική γνωμοδότηση. 9. Το Συμβούλιο και ο εισηγητής δύνανται να ζητούν πληροφορίες από τον αιτούντα ή τις αρμόδιες αρχές της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. 10. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου, κατά την κρίση του Προέδρου ή κατόπιν αποφάσεως του Συμβουλίου, δύνανται να καλούνται εμπειρογνώμονες ή άλλοι ειδικοί προκειμένου να παράσχουν σχετικές πληροφορίες. Οι ανωτέρω αποχωρούν πριν από την ψηφοφορία. Στις ανωτέρω συνεδριάσεις μπορεί να καλείται επίσης ο ενδιαφερόμενος να υποβάλει γραπτώς ή προφορικώς τις απόψεις του. 11. Ο Γραμματέας του Συμβουλίου τηρεί τα πρακτικά των συνεδριάσεων που υπογράφονται από τον ίδιο και τον Πρόεδρο και μεριμνά για τη σύνταξη της αποφάσεως του Συμβουλίου. 12. Προς υποβοήθηση του έργου του το Συμβούλιο δύναται: i) να συνιστά, όταν το κρίνει αναγκαίο, τριμελείς επιτροπές, αποτελούμενες από: α) έναν εκπρόσωπο του Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π. με τον αναπληρωτή του, β) έναν εκπρόσωπο της κατά περίπτωση οικείας επαγγελματικής οργάνωσης με τον αναπληρωτή του, προτεινόμενους από την επαγγελματική οργάνωση, γ) έναν υπάλληλο της υπηρεσίας του οικείου Υπουργείου η οποία είναι αρμόδια για θέματα άδειας άσκησης του επαγγέλματος που προτείνεται από τον οικείο Υπουργό, με τον αναπληρωτή του ή ii) να ζητά, όταν το κρίνει αναγκαίο, τον ορισμό, κατόπιν απόφασης του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, κατά περίπτωση ειδικού επιστήμονα από καθηγητές όλων των βαθμίδων των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ή από οικεία επαγγελματική οργάνωση για την υποβολή σε αυτό έγγραφης γνωμοδότησης. Τα μέλη των τριμελών επιτροπών και ο ειδικός επιστήμονας δεν δύνανται να μετέχουν στο Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων. Εάν ο Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π., οι οικείες επαγγελματικές οργανώσεις και το οικείο Υπουργείο δεν υποδείξουν τον εκπρόσωπό τους εντός δέκα (10) ημερών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος, ο Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων δύναται να υποδείξει εκπρόσωπο δικής του επιλογής. Στις εργασίες των τριμελών επιτροπών παρίσταται άνευ ψήφου ο εισηγητής της υποθέσεως. 13. Έργο των τριμελών επιτροπών και του κατά περίπτωση ειδικού επιστήμονα της παραγράφου 16 του παρόντος άρθρου είναι η διατύπωση γνώμης επί της αιτήσεως ως προς την ανάγκη υποβολής του αιτούντος κατά περίπτωση σε διαδικασία αντιστάθμισης ή σε γραπτή δοκιμασία επαγγελματικής ισοδυναμίας, καθώς και ως προς το περιεχόμενο αυτής. Η διατύπωση γνώμης ολοκληρώνεται εντός ενός μηνός από της έκδοσης της αποφάσεως του Συμβουλίου για τη συγκρότηση της τριμελούς επιτροπής ή της αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα για τον ορισμό του κατά περίπτωση ειδικού επιστήμονα. Η εν λόγω γνωμοδότηση εισάγεται από τον εισηγητή στο Συμβούλιο. 14. Η αποζημίωση του Προέδρου, των μελών και του γραμματέα του Συμβουλίου, καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. 15. Ο εσωτερικός κανονισμός του Συμβουλίου εγκρίνεται από αυτό, κατόπιν εισήγησης της υπηρεσίας του άρθρου 59 του παρόντος. 16. Λοιπά θέματα οργάνωσης και λειτουργίας του Συμβουλίου διέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (άρθρα 13 έως 15 του ν. 2690/1999,45 Α΄) και του Εσωτερικού Κανονισμού του Συμβουλίου. 17. Η παρούσα συγκρότηση του Συμβουλίου Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων του άρθρου 56 του π.δ. 38/2010 καταργείται και το Συμβούλιο επανασυγκροτείται, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ Άρθρο 57 Διαδικασία αναγνωρίσεως επαγγελματικών προσόντων (Άρθρο 51 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η αναγνώριση του δικαιώματος ασκήσεως ορισμένου επαγγέλματος, σύμφωνα με την Οδηγία 2005/36/ΕΚ, γίνεται με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του Συμβουλίου Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων ή μιας των λοιπών αρμόδιων προς τούτο αρχών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 του παρόντος. 2. Η αίτηση αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων υποβάλλεται στην υπηρεσία του άρθρου 59 του Παρόντος και καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο. Με την αίτηση υποβάλλονται και τα έγγραφα και πιστοποιητικά του παραρτήματος VII του παρόντος διατάγματος σε επίσημη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα. Η ίδια Υπηρεσία βεβαιώνει την παραλαβή του φακέλου εντός ενός μηνός από την παραλαβή και ενημερώνει τον αιτούντα για τυχόν ελλείποντα έγγραφα. Η αίτηση συνοδεύεται από παράβολο υπέρ του Δημοσίου, ύψους εκατό ευρώ. Το ύψος του παραβόλου αυτού μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3. Η διαδικασία εξέτασης αίτησης αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων πρέπει να ολοκληρώνεται το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε εντός τριών μηνών από τη συμπλήρωση του φακέλου του αιτούντος με όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά ένα μήνα σε περιπτώσεις που εμπίπτουν στα κεφάλαια Ι και ΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ του παρόντος διατάγματος. 4. Μετά την έκδοση αποφάσεως του Συμβουλίου Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων περί επιβολής αντισταθμιστικών μέτρων, ο αιτών γνωστοποιεί εγγράφως στο γραμματέα του Συμβουλίου την κατά το άρθρο 14 επιλογή του. 5. Από την έκδοση της αναγνωριστικής απόφασης του Συμβουλίου ο αιτών δικαιούται να ασκεί το οικείο επάγγελμα σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας, η δε αρμόδια επαγγελματική οργάνωση ή αρμόδια διοικητική αρχή υποχρεούνται χωρίς καθυστέρηση να ενεργήσουν την εγγραφή του στα οικεία μητρώα και να εκδώσουν την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. 6. Η απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ή η μη έκδοσή της, δύναται να προσβληθεί με ένδικα μέσα ενώπιον των αρμόδιων ελληνικών δικαστηρίων. 7. Τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 εφαρμόζονται αποκλειστικά στις περιπτώσεις της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ. 8. Ο ενδιαφερόμενος δύναται να ασκήσει άπαξ ενδικοφανή διοικητική προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων και να ζητήσει την ακύρωση ή την τροποποίηση της απόφασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της. Η προσφυγή συνοδεύεται από παράβολο υπέρ του Δημοσίου ύψους πενήντα (50) ευρώ. Το Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων γνωστοποιεί στον προσφεύγοντα την απόφαση του το αργότερο μέσα σε τρεις (3) μήνες. 9. Η διαδικασία εξέτασης αιτήσεων στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου2 στις οποίες αρμόδιο όργανο για την υποβολή και την εξέταση της αίτησης αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας είναι το Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων πρέπει να ολοκληρώνεται το αργότερο εντός έξι μηνών από τη συμπλήρωση του φακέλου του αιτούντος με όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Κατά τα λοιπά έχουν εφαρμογή οι παράγραφοι 1 έως 2, 6 και 8. Άρθρο 57Α Γραπτή δοκιμασία επαγγελματικής ισοδυναμίας 1. Στο πλαίσιο της διαδικασίας της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του παρόντος το Συμβούλιο δύναται να απαιτεί την υποβολή του αιτούντος σε γραπτή δοκιμασία εφόσον η εκπαίδευση που έχει λάβει αφορά ουσιωδώς διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα από εκείνα που καλύπτονται από τους τίτλους που απονέμονται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος ή/και εφόσον η διάρκεια της εκπαίδευσής του υπολείπεται χρονικά από εκείνη που απαιτείται στην Ελλάδα. 2. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε άλλη απαραίτητη λεπτομέρεια αναφορικά με τη πραγματοποίηση της γραπτής δοκιμασίας. Άρθρο 58 Διοικητική Συνεργασία (Άρθρο 56 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Οι αρμόδιες ελληνικές αρχές συνεργάζονται στενά με τις αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και παρέχουν αμοιβαία υποστήριξη με σκοπό την ευχερέστερη εφαρμογή του παρόντος διατάγματος. Οι εν λόγω αρχές διασφαλίζουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που ανταλλάσσουν. 2. Οι αρμόδιες ελληνικές αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες με τις αρχές των κρατών μελών καταγωγής, όσον αφορά τη λήψη πειθαρχικών μέτρων ή την επιβολή ποινικών κυρώσεων ή οποιεσδήποτε άλλες σοβαρές ειδικές περιστάσεις που ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις στην άσκηση των δραστηριοτήτων τις οποίες αφορά το παρόν διάταγμα, τηρούμενης της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προβλέπεται στις οδηγίες 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με τον ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α΄), και 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες), η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με τον ν. 3471/2006 (ΦΕΚ 133 Α΄). 3. Το κράτος μέλος καταγωγής εξακριβώνει τα πραγματικά περιστατικά, οι δε αρχές του αποφασίζουν για τη φύση και το εύρος των ερευνών που πρέπει να διενεργηθούν και κοινοποιούν στις αρμόδιες ελληνικές αρχές τα συμπεράσματα που συνάγουν από τις παρεχόμενες πληροφορίες. 4. Οι παράγραφοι 1 έως 3 έχουν εφαρμογή και στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2. Άρθρο 59 Υπηρεσία Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων (Άρθρα 56 και 57 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και άρθρο 12 του Π.Δ. 165/2000) 1. Το Τμήμα που συστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 12 του π.δ. 165/2000 συνεχίζει να υφίσταται και έχει τις εξής αρμοδιότητες: α) Παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων και ιδίως δέχεται τις αιτήσεις των ενδιαφερομένων για αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και επαγγελματικής ισοδυναμίας, τις επεξεργάζεται, προετοιμάζει τους φακέλους των αιτούντων και τους εισάγει στο Συμβούλιο Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων για την έκδοση της απόφασης. β) Λειτουργεί ως «Κεντρικό Σημείο Επαφής» για τους ενδιαφερομένους και ιδίως: Παρέχει στους Έλληνες και τους πολίτες των λοιπών κρατών-μελών, καθώς και στα σημεία επαφής των λοιπών κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάθε χρήσιμη πληροφορία για την προβλεπόμενη στο παρόν διάταγμα αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και επαγγελματικής ισοδυναμίας και ιδίως σχετικά με την εθνική νομοθεσία που διέπει τα επαγγέλματα και την άσκησή τους, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής νομοθεσίας, καθώς και των κανόνων δεοντολογίας, όπου υπάρχουν. Συνδράμει τους πολίτες στην άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει το παρόν διάταγμα και μέσω της συνεργασίας με τα άλλα «σημεία επαφής» και τις λοιπές αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες της Ελλάδας. γ) Εκδίδει, κατόπιν αιτήσεως, βεβαιώσεις περί υπαγωγής στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ σε ευρωπαίους υπηκόους κατόχους επαγγελματικών προσόντων ημεδαπής που επιθυμούν επαγγελματική μετακίνηση και εγκατάσταση σε άλλες χώρες εφαρμογής της εν λόγω Οδηγίας. Η αίτηση συνοδεύεται από παράβολο υπέρ του Δημοσίου ύψους πενήντα (50) ευρώ. Το ύψος του παραβόλου αυτού μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων. δ) Αιτήσει της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Κεντρικό Σημείο Επαφής την ενημερώνει για την κατάληξη των υποθέσεων που χειρίζεται δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία επιλαμβάνονται των εν λόγω υποθέσεων. 2. Ο συντονιστής που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 56 παρ. 4 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα: (α) να προωθεί την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος διατάγματος και (β) να συγκεντρώνει κάθε χρήσιμη πληροφορία για την εκτέλεση του παρόντος διατάγματος και ιδίως τις πληροφορίες που αφορούν τους όρους ανάληψης νομοθετικά κατοχυρωμένων επαγγελμάτων στα κράτη μέλη. 3. Τα εδάφια β) και γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Π.Δ. 165/2000 τροποποιούνται ως εξής: «β) Δέκα (10) θέσεις πτυχιούχων ΑΕΙ με γνώσεις ή εμπειρία στα θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άριστη γνώση μίας τουλάχιστον από τις γλώσσες Αγγλική, Γαλλική, Γερμανική οι οποίοι θα ασκούν χρέη εισηγητού. γ) Δύο (2) θέσεις του κλάδου ΠΕ Διοικητικού, με άριστη γνώση μίας τουλάχιστον από τις γλώσσες Αγγλική, Γαλλική, Γερμανική.» 4. Το εδάφιο δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Π.Δ. 165/2000 καταργείται. Άρθρο 60 Μεταβατικές Διατάξεις 1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος διατάγματος καταργείται το Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικής Ισοτιμίας Τίτλων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και το Συμβούλιο Επαγγελματικής Αναγνώρισης Τίτλων Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, οι δε αρμοδιότητές τους περιέρχονται στο Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων. 2. Υποθέσεις που εκκρεμούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος διατάγματος ενώπιον των Συμβουλίων που καταργούνται με την παρ. 1 του παρόντος άρθρου, υπάγονται εφεξής στην αρμοδιότητα των οργάνων που ορίζονται με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος και διέπονται από τις ρυθμίσεις του. 3. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι διατάξεις των κάτωθι Π.Δ. και Υπουργικών Αποφάσεων: α . Π.Δ. 84/1986 (ΦΕΚ 31 Α΄), β. Π.Δ. 98/1986 (ΦΕΚ 35 Α΄), γ. Π.Δ. 40/2006 (ΦΕΚ 43 Α΄), δ. Π.Δ. 231/1998 (ΦΕΚ 178 Α΄), εκτός από την παρ. 2του άρθρου 18, ε. Π.Δ. 165/2000 (ΦΕΚ 149 Α΄), εκτός του άρθρου 12, στ. Π.Δ. 373/2001 (ΦΕΚ 251 Α΄), ζ. Π.Δ. 385/2002 (ΦΕΚ 334 Α΄), η. Π.Δ. 69/2003 (ΦΕΚ 72 Α΄), θ. Π.Δ. 213/2003 (ΦΕΚ 172 Α΄), ι. Π.Δ.38/2004 (ΦΕΚ 35 Α΄), ια. Π.Δ. 53/2004 (ΦΕΚ 43 Α΄), ιβ. Π.Δ. 240/2004 (ΦΕΚ 222 Α΄), ιγ. Π.Δ. 253/2006 (ΦΕΚ 278 Α΄), ιδ. Υπουργική Απόφαση 2/19732/0022/1999 (ΦΕΚ 574 Β΄), ιε. Π.Δ. 140/2007 περί «Προσαρμογής της Ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2006/100/ΕΚ, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας «για το επάγγελμα του νοσοκόμου υπεύθυνου για γενικές φροντίδες και το επάγγελμα της μαίας» (ΦΕΚ180 Α΄), ιστ. Π.Δ.142/2007 περί προσαρμογής της Ελληνικής Νομοθεσίας, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας για το επάγγελμα του ιατρού (ΦΕΚ181 Α΄), ιζ. Π.Δ. 143/2007 περί προσαρμογής της Ελληνικής Νομοθεσίας, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας για το επάγγελμα του οδοντιάτρου (ΦΕΚ 182 Α΄) και ιη. Π.Δ. 144/2007 περί προσαρμογής της Ελληνικής Νομοθεσίας, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας για το επάγγελμα του φαρμακοποιού (ΦΕΚ 182 Α΄). 4. Όπου στη κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά στα ανωτέρω Προεδρικά Διατάγματα λογίζεται αναφορά στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος. Όπου στις ανωτέρω αποφάσεις γίνεται αναφορά στις διατάξεις του Π.Δ. 165/2000, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, λογίζεται εφεξής αναφορά στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος. Το παράρτημα V, σημείο 5.7.1, τροποποιείται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μόνο σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Επιτροπής στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 21 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Άρθρο 61 Ποινές Η εκ προθέσεως παράβαση των διατάξεων του παρόντος διατάγματος, επισύρει τις ποινές που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα. Άρθρο 62 Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού δύνανται να τροποποιούνται τα παραρτήματα του παρόντος διατάγματος, σύμφωνα με τις διαδικασίες των άρθρων 21 παρ. 7 και 58 παρ. 2 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Άρθρο 63 Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του παρόντος διατάγματος τα κάτωθι παραρτήματα. Άρθρο 64 Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στην Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων αναθέτουμε την δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
  24. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ Αναγνώριση της επαγγελματικής πείρας Άρθρο 16 Απαιτήσεις σχετικά με την επαγγελματική πείρα (Άρθρο 16 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Εφόσον η ανάληψη ή η άσκηση μίας από τις δραστηριότητες του παραρτήματος IV εξαρτάται στην Ελλάδα από την κατοχή γενικών εμπορικών ή επαγγελματικών γνώσεων και ικανοτήτων, οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 54 αναγνωρίζουν ως επαρκή απόδειξη των εν λόγω γνώσεων και ικανοτήτων την προηγούμενη άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας σε άλλο κράτος μέλος. Ο αιτών πρέπει να έχει πραγματοποιήσει την άσκηση αυτή σύμφωνα με τα άρθρα 17, 18 και 19. Άρθρο 17 Δραστηριότητες του καταλόγου I του παραρτήματος IV (Άρθρο 17 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Στην περίπτωση των δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο Ι του παραρτήματος IV, η προηγούμενη άσκηση της οικείας δραστηριότητας πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί: α) είτε επί έξι συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης· β) είτε επί τρία συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει προηγουμένως λάβει τουλάχιστον τριετή εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος μέλος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα· γ) είτε επί τέσσερα συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει προηγουμένως λάβει τουλάχιστον διετή εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος μέλος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα· δ) είτε επί τρία συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι έχει ασκήσει ως μισθωτός την συγκεκριμένη δραστηριότητα επί τουλάχιστον πέντε έτη· ε) είτε επί πέντε συναπτά έτη ως διευθυντικό στέλεχος, εκ των οποίων επί τρία τουλάχιστον συναπτά έτη επιφορτισμένος με καθήκοντα τεχνικής φύσεως και υπεύθυνος για ένα τουλάχιστον τμήμα της επιχείρησης ,εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι, για την συγκεκριμένη δραστηριότητα, έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον τριετή εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα. 2. Στις περιπτώσεις των στοιχείων α) και δ), η εν λόγω δραστηριότητα δεν πρέπει να έχει παύσει να ασκείται για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών πριν από την ημερομηνία κατάθεσης του πλήρους φακέλου του ενδιαφερομένου στην αρμόδια αρχή του άρθρου 54 του παρόντος διατάγματος. 3. Για δραστηριότητες της ομάδας ex 855 της ονοματολογίας ΔΤΤΒ, κομμωτήρια, η παράγραφος 1 στοιχείο ε) δεν εφαρμόζεται. Άρθρο 18 Δραστηριότητες του καταλόγου II του παραρτήματος IV (Άρθρο 18 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Στην περίπτωση των δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο ΙΙ του παραρτήματος IV, η προηγούμενη άσκηση της οικείας δραστηριότητας πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί: α) είτε επί πέντε συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης· β) είτε επί τρία συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει προηγουμένως λάβει τουλάχιστον τριετή εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα· γ) είτε επί τέσσερα συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι για την εν λόγω δραστηριότητα έχει προηγουμένως λάβει τουλάχιστον διετή εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα· δ) είτε επί τρία συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι έχει ασκήσει ως μισθωτός την συγκεκριμένη δραστηριότητα επί τουλάχιστον πέντε έτη· ε) είτε επί πέντε συναπτά έτη με την ιδιότητα του μισθωτού, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι, για την συγκεκριμένη δραστηριότητα, έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον τριετή εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος μέλος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα· στ) είτε επί έξι συναπτά έτη με την ιδιότητα του μισθωτού, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι, για την συγκεκριμένη δραστηριότητα, έχει λάβει προηγουμένως τουλάχιστον διετή εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος μέλος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα. 2. Στις περιπτώσεις των στοιχείων α) και δ), η εν λόγω δραστηριότητα δεν πρέπει να έχει παύσει να ασκείται για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών πριν από την ημερομηνία κατάθεσης του πλήρους φακέλου του ενδιαφερομένου στην αρμόδια αρχή του άρθρου 54 του παρόντος διατάγματος. Άρθρο 19 Δραστηριότητες του καταλόγου III του παραρτήματος IV (Άρθρο 19 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Στην περίπτωση δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο ΙΙΙ του παραρτήματος IV, η προηγούμενη άσκηση της οικείας δραστηριότητας πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί: α) είτε επί τρία συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης· β) είτε επί δύο συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι, για την συγκεκριμένη δραστηριότητα, έχει λάβει προηγουμένως εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος μέλος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα· γ) είτε επί δύο συναπτά έτη με την ιδιότητα του αυτοαπασχολούμενου ή του διευθυντή επιχείρησης, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι έχει ασκήσει ως μισθωτός την συγκεκριμένη δραστηριότητα επί τουλάχιστον τρία έτη· δ) είτε επί τρία συναπτά έτη ως μισθωτός, εφόσον ο δικαιούχος αποδείξει ότι, για την συγκεκριμένη δραστηριότητα, έχει λάβει προηγουμένως εκπαίδευση, η οποία βεβαιώνεται με πιστοποιητικό αναγνωρισμένο από το κράτος μέλος ή κρίνεται απολύτως έγκυρη από αρμόδιο επαγγελματικό φορέα. 2. Στις περιπτώσεις των στοιχείων α) και γ), η εν λόγω δραστηριότητα δεν πρέπει να έχει παύσει να ασκείται για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ετών πριν από την ημερομηνία κατάθεσης του πλήρους φακέλου του ενδιαφερομένου στην αρμόδια αρχή του άρθρου 54 του παρόντος διατάγματος. Άρθρο 20 1. Η πλήρωση των όρων που αναφέρονται στα άρθρα 17, 18 και 19 του παρόντος διατάγματος αποδεικνύεται με βεβαίωση, όσον αφορά τη φύση και τη διάρκεια της δραστηριότητας, χορηγούμενη από την αρμόδια αρχή ή τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους καταγωγής, την οποία ο δικαιούχος πρέπει να προσκομίσει για να στηρίξει την αίτησή του για άσκηση της ή των εν λόγω δραστηριοτήτων στην Ελλάδα. 2. Στην Ελλάδα, αρμόδια αρχή για την έκδοση και χορήγηση της ανωτέρω σχετικής βεβαίωσης ορίζεται ο Περιφερειάρχης της Περιφέρειας του τόπου κατοικίας ή ασκήσεως της επαγγελματικής δραστηριότητας του ενδιαφερομένου, ο οποίος καθορίζει και την υπηρεσία που μεριμνά για τη χορήγηση των βεβαιώσεων αυτών. 3. Για την έκδοση βεβαίωσης ασκήσεως δραστηριότητας υπό την ιδιότητα του παρόχου υπηρεσιών του άρθρου 5 του παρόντος διατάγματος απαιτείται ένα τουλάχιστον από τα κατωτέρω δικαιολογητικά: α. βεβαίωση ενάρξεως επαγγέλματος της οικείας οικονομικής εφορίας, β. πιστοποιητικό του οικείου επαγγελματικού επιμελητηρίου. Για την έκδοση της παραπάνω βεβαιώσεως εφόσον ο δικαιούχος επικαλείται και προηγούμενη σχετική εκπαίδευση, απαιτείται επιπλέον των ανωτέρω, πιστοποιητικό αναγνωρισμένης από την Ελλάδα ή το κράτος μέλος καταγωγής, σχολής. Εφόσον για την έκδοση της ανωτέρω βεβαιώσεως ο δικαιούχος επικαλείται επαγγελματική πείρα την οποία απέκτησε κατά την άσκηση μισθωτής δραστηριότητας (σχέση εξαρτημένης εργασίας), απαιτείται βεβαίωση του εργοδότη στον οποίο παρείχε υπηρεσίες και σχετική βεβαίωση ασφαλιστικού οργανισμού και/ή ένορκη βεβαίωση ενώπιον του αρμόδιου οργάνου του κράτους μέλους καταγωγής. Άρθρο 20Α Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου (άρθρα 16 έως 20) δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 του παρόντος διατάγματος. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ Αναγνώριση βάσει του συντονισμού των ελάχιστων προϋποθέσεων εκπαίδευσης Τμήμα 1 Γενικές διατάξεις Άρθρο 21 Αρχή της αυτόματης αναγνώρισης (Άρθρο 21 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Αναγνωρίζονται οι τίτλοι εκπαίδευσης ιατρού, που επιτρέπουν την ανάληψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, ειδικευμένου οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, φαρμακοποιού και αρχιτέκτονα, οι οποίοι εμφαίνονται στο παράρτημα V υπό τα σημεία, αντιστοίχως, 5.1.1, 5.1.2, 5.2.2, 5.3.2, 5.3.3, 5.4.2, 5.6.2 και 5.7.1, εφόσον πληρούν τους ελάχιστους όρους εκπαίδευσης για τους οποίους γίνεται αντιστοίχως λόγος στα άρθρα 24, 25, 31, 34, 35, 38, 44 και 46, και παρέχεται σε αυτούς η ίδια ισχύς, όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων με τους τίτλους εκπαίδευσης που χορηγούνται στην Ελλάδα. Οι εν λόγω τίτλοι εκπαίδευσης πρέπει να έχουν χορηγηθεί από τους αρμόδιους φορείς των κρατών μελών και να συνοδεύονται, ενδεχομένως, από τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο παράρτημα V, σημεία 5.1.1, 5.1.2, 5.2.2, 5.3.2, 5.3.3, 5.4.2, 5.6.2 και 5.7.1 αντίστοιχα. Οι διατάξεις του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των κεκτημένων δικαιωμάτων για τα οποία γίνεται λόγος στα άρθρα 23, 27, 33, 37, 39 και 49. 2. Η Ελλάδα αναγνωρίζει, για την άσκηση δραστηριοτήτων γενικής ιατρικής στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, τους τίτλους εκπαίδευσης που αναφέρονται στο παράρτημα V, σημείο 5.1.4 και χορηγούνται σε υπηκόους των κρατών μελών από άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με τις ελάχιστες προϋποθέσεις εκπαίδευσης του άρθρου 28. Η διάταξη του πρώτου εδαφίου ισχύει με την επιφύλαξη των κεκτημένων δικαιωμάτων για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 30. 3. Η Ελλάδα αναγνωρίζει τους τίτλους μαιευτικής εκπαίδευσης που χορηγούνται στους υπηκόους κρατών μελών από τα άλλα κράτη μέλη και οι οποίοι παρατίθενται στο παράρτημα V, σημείο 5.5.2, πληρούν τους ελάχιστους όρους εκπαίδευσης του άρθρου 40 και τους όρους εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 41, παρέχοντάς τους την ίδια ισχύ, όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, με τους τίτλους εκπαίδευσης που χορηγούνται στην χώρα. Η παρούσα διάταξη ισχύει με την επιφύλαξη των κεκτημένων δικαιωμάτων για τα οποία γίνεται λόγος στα άρθρα 23 και 43. 4. Οι αναφερόμενοι στο παράρτημα V, σημείο 5.7.1,τίτλοι εκπαίδευσης αρχιτέκτονα που αποτελούν αντικείμενο αυτόματης αναγνώρισης δυνάμει της παραγράφου1 πιστοποιούν εκπαίδευση η οποία ξεκίνησε το νωρίτερο κατά τη διάρκεια του κρίσιμου ακαδημαϊκού έτους που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα. 5. Η ανάληψη και η άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή και φαρμακοποιού εξαρτώνται από την κατοχή τίτλου εκπαίδευσης που αναφέρεται αντιστοίχως στο παράρτημα V, σημεία 5.1.1, 5.1.2, 5.1.4, 5.2.2, 5.3.2, 5.3.3, 5.4.2, 5.5.2 και 5.6.2. Ο ενδιαφερόμενος πρέπει να έχει αποκτήσει κατά τη συνολική διάρκεια της εκπαίδευσής του και, όταν ενδείκνυται, τις γνώσεις και τις δεξιότητες, που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 3, στο άρθρο 31 παράγραφος 6, στο άρθρο 34 παράγραφος 3, στο άρθρο 38 παράγραφος 3, στο άρθρο 40 παράγραφος 3 και στο άρθρο 44 παράγραφος 3, αντιστοίχως. Άρθρο 22 Κοινές διατάξεις σχετικά με την εκπαίδευση (Άρθρο 22 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Ως προς την εκπαίδευση, στην οποία αναφέρονται τα άρθρα 24, 25, 28, 31, 34, 35, 38, 40, 44 και 46, τίτλοι που πιστοποιούν εκπαίδευση μερικής παρακολούθησης αναγνωρίζονται, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που θεσπίζουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους καταγωγής ούτως ώστε η συνολική διάρκεια, το επίπεδο και η ποιότητα της εκπαίδευσης αυτής να μην είναι χαμηλότερου επιπέδου από ό,τι ισχύει για την εκπαίδευση με πλήρη παρακολούθηση. Άρθρο 23 Κεκτημένα δικαιώματα (Άρθρο 23 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και Παράρτημα V (α) της Οδηγίας 2006/100/ΕΚ) 1. Με την επιφύλαξη των κεκτημένων δικαιωμάτων που αφορούν ειδικά τα οικεία επαγγέλματα, εφόσον οι τίτλοι εκπαίδευσης ιατρού, που επιτρέπουν την ανάληψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, ειδικευμένου οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή και φαρμακοποιού, τους οποίους κατέχουν υπήκοοι των κρατών μελών, δεν πληρούν το σύνολο των απαιτήσεων εκπαίδευσης που αναφέρονται στα άρθρα 24, 25, 31, 34, 35, 38, 40 και 44, αναγνωρίζονται ως επαρκής απόδειξη οι τίτλοι εκπαίδευσης που χορηγούνται από αυτά τα κράτη μέλη, με την προϋπόθεση ότι οι τίτλοι αυτοί πιστοποιούν επιτυχώς ολοκληρωθείσα εκπαίδευση που ξεκίνησε πριν από τις κρίσιμες ημερομηνίες που αναφέρονται στο παράρτημα V, σημεία 5.1.1, 5.1.2, 5.2.2, 5.3.2, 5.3.3, 5.4.2, 5.5.2 και 5.6.2, και συνοδεύονται από πιστοποιητικό που να βεβαιώνει ότι οι κάτοχοί τους ανέλαβαν πράγματι και νομίμως τις συγκεκριμένες δραστηριότητες επί τουλάχιστον τρία συναπτά έτη κατά τη διάρκεια πέντε ετών πριν από τη χορήγηση του πιστοποιητικού. 2. Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται στους τίτλους εκπαίδευσης ιατρού, που επιτρέπουν την ανάληψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, ειδικευμένου οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή και φαρμακοποιού, οι οποίοι έχουν αποκτηθεί στην επικράτεια της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας και δεν πληρούν το σύνολο των ελάχιστων απαιτήσεων εκπαίδευσης που αναφέρονται στα άρθρα 24, 25, 31, 34, 35, 38, 40 και 44 εφόσον οι τίτλοι αυτοί πιστοποιούν επιτυχώς ολοκληρωθείσα εκπαίδευση που ξεκίνησε πριν από: α) τις 3 Οκτωβρίου 1990 για τους ιατρούς βασικής εκπαίδευσης, τους υπεύθυνους για γενική περίθαλψη νοσοκόμους, τους οδοντιάτρους βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένους οδοντιάτρους, τους κτηνιάτρους, τις μαίες/τους μαιευτές, τους φαρμακοποιούς και β) τις 3 Απριλίου 1992 για τους ειδικευμένους ιατρούς. Οι τίτλοι εκπαίδευσης του πρώτου εδαφίου παρέχουν το δικαίωμα άσκησης επαγγελματικών δραστηριοτήτων στην επικράτεια της Γερμανίας υπό τους ίδιους όρους με τους τίτλους εκπαίδευσης που χορηγούνται από τις γερμανικές αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο παράρτημα V, σημεία 5.1.1, 5.1.2, 5.2.2, 5.3.2, 5.3.3, 5.4.2, 5.5.2 και 5.6.2. 3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 37 παράγραφος 1, αναγνωρίζονται οι τίτλοι εκπαίδευσης ιατρού που επιτρέπουν την ανάληψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή, φαρμακοποιού και αρχιτέκτονα, τους οποίους κατέχουν υπήκοοι των κρατών μελών, και είτε είχαν χορηγηθεί από την πρώην Τσεχοσλοβακία είτε η εκπαίδευση των ενδιαφερομένων είχε αρχίσει, για την Τσεχική Δημοκρατία και την Σλοβακία, πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993, εφόσον οι αρμόδιες αρχές ενός εκ των δύο προαναφερομένων κρατών μελών βεβαιώνουν ότι οι τίτλοι αυτοί έχουν, στην επικράτειά τους, την ίδια νομική ισχύ με τους τίτλους που οι ίδιες χορηγούν και, όσον αφορά τους αρχιτέκτονες, με τους τίτλους που αναφέρονται για αυτά τα κράτη μέλη στο παράρτημα VI, όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή, φαρμακοποιού για τις δραστηριότητες περί των οποίων το άρθρο 45 παράγραφος 2, και όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων αρχιτέκτονα για τις δραστηριότητες περί των οποίων το άρθρο 48. Η βεβαίωση αυτή πρέπει να συνοδεύεται από πιστοποιητικό το οποίο εκδίδουν οι ίδιες αρχές, στο οποίο βεβαιώνεται ότι οι εν λόγω υπήκοοι κρατών μελών έχουν ασκήσει, πραγματικά και νομίμως, στην επικράτειά τους τις εν λόγω δραστηριότητες επί τρία συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την πενταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού. 4. Αναγνωρίζονται οι τίτλοι εκπαίδευσης ιατρού, που επιτρέπουν την ανάληψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, ειδικευμένου οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή, φαρμακοποιού και αρχιτέκτονα, τους οποίους κατέχουν υπήκοοι των κρατών μελών, και είτε είχαν χορηγηθεί από την πρώην Σοβιετική Ένωση είτε η εκπαίδευση των ενδιαφερομένων είχε αρχίσει, α) για την Εσθονία, πριν από τις 20 Αυγούστου 1991· β) για τη Λετονία, πριν από τις 21 Αυγούστου 1991· γ) για τη Λιθουανία, πριν από τις 11 Μαρτίου 1990, εφόσον οι αρμόδιες αρχές ενός εκ των τριών προαναφερομένων κρατών μελών βεβαιώνουν ότι οι τίτλοι αυτοί έχουν, στην επικράτειά τους, την ίδια νομική ισχύ με τους τίτλους που οι ίδιες χορηγούν και, όσον αφορά τους αρχιτέκτονες, με τους τίτλους που αναφέρονται για αυτά τα κράτη μέλη, στο παράρτημα VI σημείο 6,όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή, φαρμακοποιού για τις δραστηριότητες περί των οποίων το άρθρο 45 παράγραφος 2, και όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων αρχιτέκτονα για τις δραστηριότητες περί των οποίων το άρθρο 48. Η βεβαίωση αυτή πρέπει να συνοδεύεται από πιστοποιητικό το οποίο εκδίδουν οι ίδιες αρχές, στο οποίο βεβαιώνεται ότι οι εν λόγω υπήκοοι κρατών μελών έχουν ασκήσει, πραγματικά και νομίμως, στην επικράτειά τους τις εν λόγω δραστηριότητες επί τρία συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την πενταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού. Για τους τίτλους κτηνιατρικής εκπαίδευσης που είτε χορηγήθηκαν από την πρώην Σοβιετική Ένωση είτε η εκπαίδευση των ενδιαφερομένων είχε αρχίσει, για την Εσθονία, πριν από τις 20 Αυγούστου 1991, η βεβαίωση που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο πρέπει να συνοδεύεται από πιστοποιητικό το οποίο εκδίδουν οι εσθονικές αρχές, στο οποίο βεβαιώνεται ότι οι ενδιαφερόμενοι έχουν ασκήσει, πραγματικά και νομίμως, στην επικράτειά τους τις εν λόγω δραστηριότητες επί πέντε συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την επταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού. 5. Αναγνωρίζονται οι τίτλοι εκπαίδευσης ιατρού, που επιτρέπουν την ανάληψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, ειδικευμένου οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή, φαρμακοποιού και αρχιτέκτονα, τους οποίους κατέχουν υπήκοοι των κρατών μελών, και είτε είχαν χορηγηθεί από την πρώην Γιουγκοσλαβία είτε η εκπαίδευση των ενδιαφερομένων είχε αρχίσει, για την Σλοβενία, πριν από τις 25 Ιουνίου 1991, εφόσον οι αρμόδιες αρχές του προαναφερομένου κράτους-μέλους βεβαιώνουν ότι οι τίτλοι αυτοί έχουν, στην επικράτειά του, την ίδια νομική ισχύ με τους τίτλους που οι ίδιες χορηγούν και, όσον αφορά τους αρχιτέκτονες με τους τίτλους που αναφέρονται για αυτό το κράτος-μέλος στο παράρτημα VI, όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού βασικής εκπαίδευσης και ειδικευμένου ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή, φαρμακοποιού για τις δραστηριότητες περί των οποίων το άρθρο 44 παράγραφος 2, και όσον αφορά την ανάληψη και την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων αρχιτέκτονα για τις δραστηριότητες περί των οποίων το άρθρο 48. Η βεβαίωση αυτή πρέπει να συνοδεύεται από πιστοποιητικό το οποίο εκδίδουν οι ίδιες αρχές, στο οποίο βεβαιώνεται ότι οι εν λόγω υπήκοοι κρατών μελών έχουν ασκήσει, πραγματικά και νομίμως, στην επικράτειά τους τις εν λόγω δραστηριότητες επί τρία συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την πενταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού. 6. Αναγνωρίζονται ως επαρκής απόδειξη για τους υπηκόους των κρατών μελών των οποίων οι τίτλοι εκπαίδευσης ιατρού, νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, μαίας/μαιευτή και φαρμακοποιού δεν ανταποκρίνονται στις ονομασίες που αναφέρονται για το συγκεκριμένο κράτος μέλος στο παράρτημα V σημεία 5.1.1, 5.1.2, 5.1.3, 5.1.4, 5.2.2, 5.3.2, 5.3.3, 5.4.2, 5.5.2 και 5.6.2, οι τίτλοι εκπαίδευσης που χορηγούνται από τα εν λόγω κράτη μέλη συνοδευόμενοι από πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές ή τους αρμόδιους φορείς. Το πιστοποιητικό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο βεβαιώνει ότι οι εν λόγω τίτλοι εκπαίδευσης πιστοποιούν επιτυχώς ολοκληρωθείσα εκπαίδευση σύμφωνη προς τα άρθρα 24, 25, 28, 31, 34, 35, 38, 40 και 44 και εξομοιώνονται από το κράτος μέλος που τους χορήγησε προς αυτούς των οποίων οι ονομασίες εμφανίζονται στο παράρτημα V σημεία 5.1.1, 5.1.2, 5.1.3, 5.1.4, 5.2.2, 5.3.2, 5.3.3, 5.4.2, 5.5.2 και 5.6.2. 7. Κατά παρέκκλιση από το παρόν διάταγμα, η Βουλγαρία μπορεί να επιτρέπει στους κατόχους του τίτλου “фелдшер” (feldsher) που απονεμόταν στη Βουλγαρία πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1999, οι οποίοι ασκούσαν το επάγγελμα δυνάμει του βουλγαρικού εθνικού συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων την 1η Ιανουαρίου 2000, να εξακολουθούν να ασκούν το εν λόγω επάγγελμα, έστω και εάν μέρη της δραστηριότητάς τους εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος διατάγματος. Οι κάτοχοι του βουλγαρικού τίτλου του “фелдшер”(feldsher) που αναφέρεται ανωτέρω δεν αναγνωρίζονται ως ιατροί ή ως νοσοκόμοι υπεύθυνοι για γενικές φροντίδες δυνάμει των διατάξεων του παρόντος διατάγματος. Τμήμα 2 Ιατροί Άρθρο 24 Βασική ιατρική εκπαίδευση (Άρθρο 24 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η εισαγωγή στη βασική ιατρική εκπαίδευση προϋποθέτει την κατοχή διπλώματος ή πιστοποιητικού που παρέχει πρόσβαση στα πανεπιστημιακά ιδρύματα για τις συγκεκριμένες αυτές σπουδές. 2. Η βασική ιατρική εκπαίδευση περιλαμβάνει συνολικά τουλάχιστον έξι έτη σπουδών ή 5500 ώρες θεωρητικής και πρακτικής κατάρτισης που πραγματοποιείται εντός ή υπό την εποπτεία πανεπιστημίου. Όσον αφορά τα πρόσωπα που ξεκίνησαν τις σπουδές τους πριν από την 1η Ιανουαρίου 1972, η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο εκπαίδευση δύναται να περιλαμβάνει πρακτική εκπαίδευση πανεπιστημιακού επιπέδου διάρκειας έξι μηνών, πραγματοποιούμενη με πλήρη παρακολούθηση υπό την εποπτεία των αρμόδιων αρχών. 3. Η βασική ιατρική εκπαίδευση παρέχει την εγγύηση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει αποκτήσει τις ακόλουθες γνώσεις και δεξιότητες: α) προσήκουσες γνώσεις των επιστημών επί των οποίων βασίζεται η ιατρική καθώς και επαρκή κατανόηση των επιστημονικών μεθόδων, συμπεριλαμβανομένων των αρχών μετρήσεως των βιολογικών λειτουργιών, της αξιολόγησης των επιστημονικώς διαπιστωμένων γεγονότων και της ανάλυσης των δεδομένων· β) προσήκουσες γνώσεις της διάρθρωσης των λειτουργιών και της συμπεριφοράς του ανθρώπινου οργανισμού υγιούς ή ασθενούς, καθώς και των σχέσεων μεταξύ της κατάστασης της υγείας του ανθρώπου και του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντός του· γ) προσήκουσες γνώσεις των κλινικών θεμάτων και της κλινικής πρακτικής που να παρέχουν συνεκτική εικόνα των σωματικών και διανοητικών ασθενειών, της προληπτικής ιατρικής, της διαγνωστικής και της θεραπευτικής ιατρικής καθώς και της αναπαραγωγής του ανθρώπου· δ) προσήκουσα κλινική πείρα υπό κατάλληλη εποπτεία σε νοσοκομεία. Άρθρο 25 Εκπαίδευση ειδικευμένων ιατρών (Άρθρο 25 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η εισαγωγή στην εκπαίδευση ειδικευμένων ιατρών προϋποθέτει την ολοκλήρωση και την επικύρωση εξαετών σπουδών στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού κύκλου που αναφέρεται στο άρθρο 24, κατά τη διάρκεια των οποίων αποκτήθηκαν οι σχετικές γνώσεις βασικής ιατρικής. 2. Η εκπαίδευση ειδικευμένων ιατρών περιλαμβάνει θεωρητική και πρακτική κατάρτιση, η οποία πραγματοποιείται σε πανεπιστημιακό κέντρο, σε νοσοκομειακό και πανεπιστημιακό κέντρο ή, ενδεχομένως, σε ίδρυμα ιατρικής περίθαλψης εγκεκριμένο για το σκοπό αυτό από τις αρμόδιες αρχές ή τους αρμόδιους φορείς. Η ελάχιστη διάρκεια της εκπαίδευσης ειδικευμένων ιατρών του παραρτήματος V σημείο 5.1.3 δεν δύναται να υπολείπεται σε διάρκεια εκείνης που αναφέρεται στο εν λόγω σημείο. Η εκπαίδευση πραγματοποιείται υπό τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών ή φορέων και προϋποθέτει την προσωπική συμμετοχή του ειδικευόμενου ιατρού στη δραστηριότητα και στις ευθύνες που συνεπάγονται οι συγκεκριμένες υπηρεσίες. 3. Η εκπαίδευση πραγματοποιείται με πλήρη παρακολούθηση σε ειδικές θέσεις που έχουν αναγνωριστεί από τις αρμόδιες αρχές. Απαιτείται η συμμετοχή στο σύνολο των ιατρικών δραστηριοτήτων του τμήματος όπου πραγματοποιείται η εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων των εφημεριών, ώστε ο ειδικευόμενος ιατρός να αφιερώνει στην εν λόγω πρακτική και θεωρητική εκπαίδευση το σύνολο της επαγγελματικής δραστηριότητάς του καθ’ όλη τη διάρκεια της εργάσιμης εβδομάδας και καθ’ όλο το έτος, σύμφωνα με τους προβλεπόμενους από τις αρμόδιες αρχές τρόπους. Ως εκ τούτου, οι θέσεις αυτές αποτελούν αντικείμενο εύλογης αμοιβής. 4. Η χορήγηση τίτλου εκπαίδευσης ειδικευμένου ιατρού εξαρτάται από την κατοχή ενός εκ των τίτλων βασικής ιατρικής εκπαίδευσης που αναφέρονται στο παράρτημα V σημείο 5.1.1. Άρθρο 26 Ονομασίες εκπαιδεύσεων ειδικευμένων ιατρών (Άρθρο 26 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Οι τίτλοι εκπαίδευσης ειδικευμένων ιατρών που αναφέρονται στο άρθρο 21 είναι εκείνοι που χορηγούνται από τις αρμόδιες αρχές ή τους αρμόδιους φορείς του παραρτήματος V σημείο 5.1.2 και αντιστοιχούν, όσον αφορά την συγκεκριμένη εκπαίδευση, στις ισχύουσες στα διάφορα κράτη μέλη ονομασίες οι οποίες εμφανίζονται στο παράρτημα V σημείο 5.1.3. Άρθρο 27 Ιδιαίτερα κεκτημένα δικαιώματα των ειδικευμένων ιατρών (Άρθρο 27 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Για την αναγνώριση των τίτλων εκπαίδευσης των ειδικευμένων ιατρών, των οποίων η εκπαίδευση για την απόκτηση ειδικότητας με μερική παρακολούθηση διέπονταν από τις ισχύουσες κατά την 20ή Ιουνίου 1975 νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, και οι οποίοι άρχισαν την εν λόγω εκπαίδευσή τους το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 1983, απαιτείται να συνοδεύονται οι τίτλοι εκπαίδευσης από πιστοποιητικό που να βεβαιώνει ότι αφιερώθηκαν πράγματι και νομίμως στις συγκεκριμένες δραστηριότητες επί τουλάχιστον τρία συναπτά έτη κατά τη διάρκεια πέντε ετών πριν από τη χορήγηση του πιστοποιητικού. 2. Ο τίτλος ειδικευμένου ιατρού που χορηγείται στην Ισπανία στους ιατρούς που έχουν ολοκληρώσει εκπαίδευση για την απόκτηση ειδικότητας πριν από την 1ηΙανουαρίου 1995 χωρίς να πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 25 ελάχιστες απαιτήσεις εκπαίδευσης αναγνωρίζεται, εφόσον ο εν λόγω τίτλος συνοδεύεται από πιστοποιητικό εκδοθέν από τις αρμόδιες ισπανικές αρχές, το οποίο βεβαιώνει ότι ο ενδιαφερόμενος υποβλήθηκε επιτυχώς στη δοκιμασία ειδικής επαγγελματικής επάρκειας που διοργανώθηκε στο πλαίσιο εξαιρετικών μέτρων που αφορούν την αναγνώριση και αναφέρονται στο βασιλικό διάταγμα 1497/99, ώστε να εξακριβωθεί κατά πόσον ο ενδιαφερόμενος κατέχει συγκρίσιμο επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων με εκείνο των ιατρών που κατέχουν τίτλους ειδικευμένου ιατρού οι οποίοι καθορίζονται, όσον αφορά την Ισπανία, στο παράρτημα V σημεία 5.1.2 και 5.1.3. Άρθρο 28 Ειδική εκπαίδευση γενικής ιατρικής (Άρθρο 28 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η εισαγωγή στην ειδική εκπαίδευση γενικής ιατρικής προϋποθέτει την ολοκλήρωση και την επικύρωση εξαετών σπουδών στο πλαίσιο του κύκλου σπουδών που αναφέρεται στο άρθρο 24. 2. Η ειδική εκπαίδευση γενικής ιατρικής, που οδηγεί σε απόκτηση τίτλου έχει τριετή τουλάχιστον διάρκεια με πλήρη παρακολούθηση. Ειδική εκπαίδευση γενικής ιατρικής, η οποία οδήγησε στην απόκτηση τίτλων εκπαίδευσης, που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006, έπρεπε να έχει διάρκεια τουλάχιστον δύο έτη με πλήρη παρακολούθηση. 3. Η ειδική εκπαίδευση γενικής ιατρικής πραγματοποιείται με πλήρη παρακολούθηση υπό τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών ή φορέων, είναι δε περισσότερο πρακτικής παρά θεωρητικής φύσεως. Η πρακτική εκπαίδευση παρέχεται, αφενός, επί τουλάχιστον έξι μήνες σε εγκεκριμένο νοσοκομειακό περιβάλλον που διαθέτει τον κατάλληλο εξοπλισμό και τις απαραίτητες υπηρεσίες και, αφετέρου, επί τουλάχιστον έξι μήνες σε εγκεκριμένο ιατρείο γενικής ιατρικής ή σε εγκεκριμένο κέντρο στο οποίο οι ιατροί παρέχουν πρωτοβάθμια ιατρική περίθαλψη. Η εν λόγω εκπαίδευση πραγματοποιείται με τη σύμπραξη άλλων υγειονομικών ιδρυμάτων ή φορέων που ασχολούνται με τη γενική ιατρική. Mε την επιφύλαξη των ελάχιστων περιόδων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο, η πρακτική εκπαίδευση δύναται να παρέχεται επί έξι μήνες κατ’ ανώτατο όριο σε άλλα εγκεκριμένα υγειονομικά ιδρύματα ή σε άλλους εγκεκριμένους υγειονομικούς φορείς που ασχολούνται με τη γενική ιατρική. Η εκπαίδευση προϋποθέτει την προσωπική συμμετοχή του υποψηφίου στην επαγγελματική δραστηριότητα και στις ευθύνες των προσώπων με τα οποία εργάζεται. 4. Η χορήγηση τίτλου ειδικής εκπαίδευσης γενικής ιατρικής εξαρτάται από την κατοχή ενός εκ των τίτλων βασικής ιατρικής εκπαίδευσης που αναφέρονται στο παράρτημα V σημείο 5.1.1. Άρθρο 29 Άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων ιατρού γενικής ιατρικής (Άρθρο 29 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων σχετικά με τα κεκτημένα δικαιώματα, η άσκηση των δραστηριοτήτων ιατρού γενικής ιατρικής στο πλαίσιο του εθνικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης εξαρτάται από την κατοχή τίτλου εκπαίδευσης του παραρτήματος V σημείο 5.1.4. Άρθρο 30 Ειδικά κεκτημένα δικαιώματα των ιατρών γενικής ιατρικής (Άρθρο 30 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Αναγνωρίζεται ως κεκτημένο το δικαίωμα άσκησης των δραστηριοτήτων ιατρού γενικής ιατρικής χωρίς τον τίτλο εκπαίδευσης του παραρτήματος V σημείο 5.1.4, σε όλους τους ιατρούς, που έχουν πάρει άδεια άσκησης ιατρικού επαγγέλματος μέχρι τις 31.12.1994 δυνάμει διατάξεων που ισχύουν για την άσκηση του επαγγέλματος του ιατρού βασικής εκπαίδευσης, και οι οποίοι κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 21 ή του άρθρου 23. Η Περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου, όπου ο ιατρός έχει την επαγγελματική του εγκατάσταση χορηγεί, κατόπιν σχετικής αίτησης, πιστοποιητικό που βεβαιώνει το δικαίωμα άσκησης των δραστηριοτήτων του ιατρού γενικής ιατρικής χωρίς τον τίτλο εκπαίδευσης του παραρτήματος V σημείο 5.1.4, στους ιατρούς οι οποίοι έχουν κεκτημένα δικαιώματα δυνάμει του πρώτου εδαφίου. 2. Αναγνωρίζονται τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου και τα οποία χορηγούνται στους υπηκόους των κρατών μελών από τα άλλα κράτη μέλη, παρέχοντάς τους, στην επικράτειά της, την ίδια ισχύ με τους τίτλους εκπαίδευσης που χορηγούνται στην Ελλάδα και οι οποίοι επιτρέπουν την άσκηση δραστηριοτήτων ιατρού γενικής ιατρικής. Τμήμα 3 Νοσοκόμοι υπεύθυνοι για γενική περίθαλψη Άρθρο 31 Εκπαίδευση νοσοκόμων υπεύθυνων για γενική περίθαλψη (Άρθρο 31 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η εισαγωγή στην εκπαίδευση νοσοκόμων υπεύθυνων για γενική περίθαλψη προϋποθέτει γενική σχολική εκπαίδευση τουλάχιστον δέκα ετών, η οποία βεβαιώνεται από δίπλωμα, πιστοποιητικό ή άλλον τίτλο που έχει χορηγηθεί από τις αρμόδιες αρχές ή τους αρμόδιους φορείς ενός κράτους μέλους ή από πιστοποιητικό που βεβαιώνει την επιτυχία σε εισαγωγικές εξετάσεις, ισοδύναμου επιπέδου, στις επαγγελματικές σχολές νοσοκόμων. 2. Η εκπαίδευση νοσοκόμων υπεύθυνων για γενική περίθαλψη πραγματοποιείται με πλήρη παρακολούθηση και περιλαμβάνει τουλάχιστον το πρόγραμμα που παρατίθεται στο παράρτημα V σημείο 5.2.1. 3. Η εκπαίδευση του νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη περιλαμβάνει τουλάχιστον τριετείς σπουδές ή 4600 ώρες θεωρητικής και κλινικής κατάρτισης· η θεωρητική κατάρτιση καλύπτει τουλάχιστον το ένα τρίτο και η κλινική κατάρτιση τουλάχιστον τη μισή ελάχιστη διάρκεια της εκπαίδευσης. Είναι δυνατή μερική εξαίρεση σε πρόσωπα που έχουν λάβει τμήμα της υπό εξέταση εκπαίδευσης στο πλαίσιο άλλης εκπαίδευσης τουλάχιστον ισοδύναμου επιπέδου. Ο φορέας που είναι επιφορτισμένος με την εκπαίδευση νοσοκόμου είναι αρμόδιος για το συντονισμό μεταξύ της θεωρητικής και της κλινικής κατάρτισης για το σύνολο του προγράμματος σπουδών. 4. Η θεωρητική κατάρτιση ορίζεται ως η πτυχή της νοσηλευτικής εκπαίδευσης μέσω της οποίας οι υπό κατάρτιση νοσοκόμοι αποκτούν τις απαραίτητες επαγγελματικές γνώσεις, κατανόηση και δεξιότητες για το σχεδιασμό, την παροχή και την αξιολόγηση της συνολικής υγειονομικής περίθαλψης. Η εν λόγω εκπαίδευση παρέχεται από το διδακτικό προσωπικό σε θέματα νοσηλευτικής, καθώς και από άλλα αρμόδια πρόσωπα, στις νοσηλευτικές σχολές και σε άλλους χώρους κατάρτισης που επιλέγονται από το εκπαιδευτικό ίδρυμα. 5. Η κλινική κατάρτιση ορίζεται ως η πτυχή της νοσηλευτικής εκπαίδευσης μέσω της οποίας ο υπό κατάρτιση νοσοκόμος μαθαίνει, στο πλαίσιο ομάδας, σε άμεση επαφή με υγιές ή άρρωστο άτομο ή/και σύνολο ανθρώπων (κοινότητα), να σχεδιάζει, να παρέχει και να αξιολογεί την απαιτούμενη συνολική νοσηλευτική περίθαλψη βάσει των γνώσεων και των δεξιοτήτων που έχει αποκτήσει. Ο εκπαιδευόμενος νοσοκόμος μαθαίνει όχι μόνο να αποτελεί μέλος μιας ομάδας, αλλά και να είναι επικεφαλής ομάδας που οργανώνει τη συνολική νοσηλευτική περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένης της υγειονομικής εκπαίδευσης για τα μεμονωμένα άτομα και τις μικρές ομάδες, στο πλαίσιο του υγειονομικού φορέα ή εντός της κοινότητας. Η εν λόγω κατάρτιση πραγματοποιείται στα νοσοκομεία και σε άλλους υγειονομικούς φορείς, καθώς και στο πλαίσιο της κοινότητας, υπό την ευθύνη των διδασκόντων νοσοκόμων και με τη συνεργασία και την αρωγή άλλων ειδικευμένων νοσοκόμων. Άλλο ειδικευμένο προσωπικό μπορεί να ενσωματωθεί στη διδακτική διεργασία. Οι υπό κατάρτιση νοσοκόμοι συμμετέχουν στις δραστηριότητες των συγκεκριμένων υπηρεσιών στο βαθμό που οι εν λόγω δραστηριότητες συμβάλλουν στην εκπαίδευσή τους, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να αποκτήσουν γνώσεις σχετικά με την ανάληψη των ευθυνών που συνεπάγεται η νοσηλευτική περίθαλψη. 6. Η εκπαίδευση του νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη παρέχει την εγγύηση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει αποκτήσει τις ακόλουθες γνώσεις και δεξιότητες: α) προσήκουσες γνώσεις των επιστημών στις οποίες βασίζεται η γενική περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένης της ικανοποιητικής γνώσεως του οργανισμού, των φυσιολογικών λειτουργιών και της συμπεριφοράς των υγιών και των ασθενών προσώπων, καθώς και των σχέσεων που υφίστανται μεταξύ της κατάστασης της υγείας του ανθρώπου και του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντός του· β) ικανοποιητική γνώση της φύσης και της δεοντολογίας του επαγγέλματος και των γενικών αρχών που αφορούν την υγεία και την περίθαλψη· γ) προσήκουσα κλινική πείρα, η οποία πρέπει να επιλέγεται για τον εκπαιδευτικό της χαρακτήρα και να έχει αποκτηθεί υπό τον έλεγχο ειδικευμένων νοσοκόμων και σε χώρους όπου ο αριθμός του ειδικευμένου προσωπικού και ο εξοπλισμός είναι κατάλληλοι για την περίθαλψη των ασθενών από νοσοκόμους· δ) ικανότητα συμμετοχής στην εκπαίδευση του υγειονομικού προσωπικού και εμπειρία από τη συνεργασία με το προσωπικό αυτό· ε) εμπειρία από τη συνεργασία με άλλους επαγγελματίες του υγειονομικού τομέα. Άρθρο 32 Άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη (Άρθρο 32 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, οι επαγγελματικές δραστηριότητες νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη είναι οι δραστηριότητες που ασκούνται βάσει των επαγγελματικών τίτλων του παραρτήματος V σημείο 5.2.2. Άρθρο 33 Ιδιαίτερα επαγγελματικά δικαιώματα των νοσοκόμων υπεύθυνων για γενική περίθαλψη (Άρθρο 33 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και Παράρτημα V (β) της Οδηγίας 2006/100/ΕΚ) 1. Εφόσον οι γενικοί κανόνες των κεκτημένων δικαιωμάτων εφαρμόζονται στους νοσοκόμους υπεύθυνους για γενική περίθαλψη, οι δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 23 του παρόντος διατάγματος πρέπει να περιλαμβάνουν την πλήρη ευθύνη για τον προγραμματισμό, την οργάνωση και τη χορήγηση νοσηλευτικής περίθαλψης στον ασθενή. 2. Όσον αφορά τους πολωνικούς τίτλους εκπαίδευσης ως νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη, σχετικά με τα κεκτημένα δικαιώματα ισχύουν μόνον οι παρακάτω διατάξεις περί κεκτημένων δικαιωμάτων. Για τους υπηκόους των κρατών μελών των οποίων οι τίτλοι εκπαίδευσης νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη χορηγήθηκαν από την Πολωνία ή των οποίων η εκπαίδευση άρχισε σ’ αυτό το κράτος πριν από την1η Μαΐου 2004, οι δε τίτλοι δεν πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις εκπαίδευσης που προβλέπονται στο άρθρο 31 του παρόντος διατάγματος αναγνωρίζονται οι κάτωθι αναφερόμενοι τίτλοι εκπαίδευσης νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη ως επαρκής απόδειξη, εφόσον συνοδεύονται από πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι οι ενδιαφερόμενοι έχουν ασκήσει, πραγματικά και νομίμως, στην Πολωνία τις δραστηριότητες νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη κατά τις οριζόμενες περιόδους: α) τίτλος εκπαίδευσης νοσοκόμου βασικών σπουδών (dyplomlicencjatapielęgniarstwa): επί τρία συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την πενταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού· β) τίτλος εκπαίδευσης νοσοκόμου που πιστοποιεί ολοκλήρωση μεταδευτεροβάθμιων σπουδών, χορηγηθείς από ίδρυμα ιατρικής επαγγελματικής εκπαίδευσης(dyplompielęgniarkialbopielęgniarkidyplomowanej): επί πέντε συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την επταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού. Οι εν λόγω δραστηριότητες πρέπει να περιλαμβάνουν την πλήρη ευθύνη για τον προγραμματισμό, την οργάνωση και τη χορήγηση νοσηλευτικής περίθαλψης στον ασθενή. 3. Αναγνωρίζονται τίτλοι επαγγελματικής εκπαίδευσης νοσοκόμων που έχουν χορηγηθεί στην Πολωνία σε νοσοκόμους που έχουν ολοκληρώσει την εκπαίδευσή τους πριν από την 1η Μαΐου 2004, η οποία δεν συμμορφωνόταν προς τις ελάχιστες απαιτήσεις εκπαίδευσης του άρθρου 31, που βεβαιώνεται με πτυχίο “bachelor” το οποίο αποκτήθηκε με βάση ειδικό πρόγραμμα αναβάθμισης που περιέχεται στο άρθρο 11 της πράξης της 20ής Απριλίου 2004 σχετικά με την τροποποίηση της πράξης για τα επαγγέλματα του νοσοκόμου και της μαίας/μαιευτή και σε ορισμένα άλλα νομοθετήματα (Επίσημη Εφημερίδα της Πολωνικής Δημοκρατίας της 30ής Απριλίου 2004, αριθ. 92, pos. 885) και στον κανονισμό του Υπουργού Υγείας της 11ης Μαΐου 2004 σχετικά με τους λεπτομερείς όρους σπουδών νοσοκόμου και μαίας/μαιευτή, που είναι κάτοχοι πιστοποιητικού δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (τελική εξέταση-matura) και οι οποίοι είναι απόφοιτοι ιατρικού λυκείου και ιατρικών επαγγελματικών σχολών νοσοκόμων και μαιών/μαιευτών (Επίσημη Εφημερίδα της Πολωνικής Δημοκρατίας της 13ης Μαΐου 2004, αριθ. 110, pos. 1170) με στόχο να εξακριβωθεί ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει επίπεδο γνώσεων και ικανοτήτων ανάλογο με το επίπεδο νοσοκόμων που διαθέτουν τα προσόντα τα οποία, στην περίπτωση της Πολωνίας, καθορίζονται στο παράρτημα V, σημείο 5.2.2. 4. Όσον αφορά τους ρουμανικούς τίτλους νοσοκόμων υπεύθυνων για γενική περίθαλψη ισχύουν μόνον οι εξής διατάξεις περί κεκτημένων δικαιωμάτων: Στην περίπτωση υπηκόων κρατών μελών των οποίων οι επίσημοι τίτλοι σπουδών νοσοκόμων υπεύθυνων για γενικές φροντίδες χορηγήθηκαν από τη Ρουμανία, ή οι οποίοι άρχισαν την εκπαίδευσή τους στη χώρα αυτή πριν από την 1η Ιανουαρίου 2007 και δεν πληρούν τις στοιχειώδεις απαιτήσεις κατάρτισης που ορίζονται στο άρθρο 31 του παρόντος διατάγματος, αναγνωρίζονται οι επίσημοι τίτλοι σπουδών νοσοκόμων υπεύθυνων για γενική περίθαλψη (Certificatdecompetenţeprofesionaledeasistentmedicalgeneralist) με μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση σε şcoală postliceală, ως επαρκής απόδειξη, εφόσον συνοδεύονται από βεβαίωση ότι αυτοί οι υπήκοοι κρατών μελών έχουν πραγματικά και νόμιμα ασκήσει στη Ρουμανία τις δραστηριότητες νοσοκόμου τουλάχιστον επί πέντε συναπτά έτη κατά τη διάρκεια των επτά ετών προ της χορηγήσεως της βεβαιώσεως. Στις παραπάνω δραστηριότητες πρέπει να έχει περιληφθεί η ανάληψη πλήρους ευθύνης για το σχεδιασμό, την οργάνωση και την πραγματοποίηση της νοσοκομειακής περίθαλψης του ασθενούς. Τμήμα 4 Οδοντίατροι Άρθρο 34 Βασική οδοντιατρική εκπαίδευση (Άρθρο 34 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η εισαγωγή στη βασική οδοντιατρική εκπαίδευση προϋποθέτει την κατοχή διπλώματος ή πιστοποιητικού που παρέχει πρόσβαση, για τις συγκεκριμένες αυτές σπουδές, στα πανεπιστημιακά ιδρύματα ή στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης επιπέδου αναγνωρισμένου ως ισοδύναμου σε ένα κράτος μέλος. 2. Η βασική οδοντιατρική εκπαίδευση περιλαμβάνει συνολικά τουλάχιστον πέντε έτη θεωρητικών και πρακτικών σπουδών πλήρους παρακολούθησης που αφορούν τουλάχιστον το πρόγραμμα του παραρτήματος V, σημείο 5.3.1, και οι οποίες πραγματοποιούνται σε πανεπιστήμιο, σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης επιπέδου αναγνωρισμένου ως ισοδύναμου ή υπό την εποπτεία πανεπιστημίου. 3. Η βασική οδοντιατρική εκπαίδευση παρέχει την εγγύηση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει αποκτήσει τις ακόλουθες γνώσεις και δεξιότητες: α) Προσήκουσες γνώσεις των επιστημών επί των οποίων βασίζεται η οδοντιατρική τέχνη καθώς και επαρκή κατανόηση των επιστημονικών μεθόδων, συμπεριλαμβανομένων των αρχών μετρήσεως των βιολογικών λειτουργιών, της αξιολόγησης των επιστημονικώς διαπιστωμένων γεγονότων και της ανάλυσης των δεδομένων· β) προσήκουσες γνώσεις της διάρθρωσης, φυσιολογίας και συμπεριφοράς υγιών και ασθενών, καθώς και της επιρροής του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος στην υγεία του ανθρώπου, κατά το μέτρο που τα στοιχεία αυτά σχετίζονται με την οδοντιατρική· γ) προσήκουσες γνώσεις της διάρθρωσης και της λειτουργίας των οδόντων, του στόματος, των σιαγόνων και των γύρω ιστών, ασθενών και υγιών καθώς και της σχέσης αυτών με τη γενική υγεία και τη φυσική και κοινωνική καλή κατάσταση του ασθενούς· δ) προσήκουσες γνώσεις των κλινικών πρακτικών και μεθόδων που να παρέχουν συνεκτική εικόνα των ανωμαλιών, βλαβών και ασθενειών των οδόντων, του στόματος, των σιαγόνων και των γύρω ιστών, υπό το πρίσμα της προληπτικής, διαγνωστικής και θεραπευτικής οδοντολογίας· ε) προσήκουσα κλινική πείρα υπό κατάλληλη εποπτεία σε νοσοκομεία. Η εκπαίδευση του οδοντιάτρου παρέχει τα αναγκαία προσόντα για όλες τις προληπτικές, διαγνωστικές και θεραπευτικές δραστηριότητες των ανωμαλιών και ασθενειών των οδόντων, του στόματος, των σιαγόνων και των γύρω ιστών. Άρθρο 35 Εκπαίδευση ειδικευμένου οδοντιάτρου (Άρθρο 35 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η εισαγωγή στην εκπαίδευση ειδικευμένου οδοντιάτρου προϋποθέτει την επιτυχή ολοκλήρωση και επικύρωση πενταετών θεωρητικών και πρακτικών σπουδών στο πλαίσιο του κύκλου σπουδών που προβλέπεται στο άρθρο 34 ή την κατοχή των εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 23 και στο άρθρο 37. 2. Η εκπαίδευση ειδικευμένου οδοντιάτρου περιλαμβάνει θεωρητική και πρακτική διδασκαλία σε πανεπιστημιακό κέντρο, σε κέντρο περιθάλψεως, εκπαιδεύσεως και έρευνας ή, ενδεχομένως, σε ίδρυμα υγείας εγκεκριμένο για τον σκοπό αυτόν από τις αρμόδιες αρχές ή οργανισμούς. Πραγματοποιείται με ειδικά οδοντιατρικά μαθήματα κατά πλήρη απασχόληση τουλάχιστον τριών ετών υπό την εποπτεία των αρμόδιων αρχών ή οργανισμών. Συνεπάγεται προσωπική συμμετοχή του υποψηφίου ειδικευμένου οδοντιάτρου στην δραστηριότητα και στις ευθύνες του εκάστοτε ιδρύματος. 3. Η χορήγηση του τίτλου ειδικευμένου οδοντιάτρου εξαρτάται από την κατοχή ενός από τους τίτλους βασικής οδοντιατρικής εκπαίδευσης που αναφέρονται στο παράρτημα V σημείο 5.3.2. Άρθρο 36 Άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων οδοντιάτρου (Άρθρο 36 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, οι επαγγελματικές δραστηριότητες του οδοντιάτρου είναι οι δραστηριότητες που ορίζονται στην παράγραφο 3 και ασκούνται βάσει των επαγγελματικών τίτλων του παραρτήματος V σημείο 5.3.2. 2. Το επάγγελμα του οδοντιάτρου βασίζεται στην οδοντιατρική εκπαίδευση για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 34 και συνιστά επάγγελμα ειδικό και ξεχωριστό από του ιατρού, είτε ειδικευμένου είτε όχι. Η άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων οδοντιάτρου προϋποθέτει την κατοχή τίτλου εκπαίδευσης που αναφέρεται στο παράρτημα V σημείο 5.3.2. Οι κάτοχοι ενός τέτοιου τίτλου εκπαίδευσης εξομοιώνονται με τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 23 ή 37. 3. Οι οδοντίατροι έχουν γενικώς τη δυνατότητα ανάληψης και άσκησης των δραστηριοτήτων πρόληψης, διάγνωσης και θεραπείας όσον αφορά τις ανωμαλίες και ασθένειες των οδόντων, του στόματος, των γνάθων και των παρακείμενων ιστών, τηρουμένων των κανονιστικών διατάξεων και των κανόνων δεοντολογίας που διέπουν το επάγγελμα κατά τις κρίσιμες ημερομηνίες που αναφέρονται στο παράρτημα V σημείο 5.3.2. Άρθρο 37 Ιδιαίτερα κεκτημένα δικαιώματα των οδοντιάτρων (Άρθρο 37 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και Παράρτημα V (γ) της Οδηγίας 2006/100/ΕΚ) 1. Αναγνωρίζονται, για τους σκοπούς της άσκησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων οδοντιάτρου βάσει των τίτλων του παραρτήματος V σημείο 5.3.2, οι τίτλοι εκπαίδευσης ιατρού οι οποίοι χορηγούνται στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Αυστρία, στην Τσεχική Δημοκρατία, στη Σλοβακία και στη Ρουμανία σε άτομα που άρχισαν την ιατρική εκπαίδευσή τους το αργότερο κατά την κρίσιμη ημερομηνία που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα για το οικείο κράτος μέλος, και συνοδεύονται από πιστοποιητικό που χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές των ανωτέρω κρατών μελών. Το εν λόγω πιστοποιητικό βεβαιώνει την τήρηση των ακόλουθων δύο προϋποθέσεων : α) ότι τα άτομα αυτά άσκησαν, στο εν λόγω κράτος-μέλος, πράγματι, νομίμως και πρωτίστως, τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 36 του παρόντος διατάγματος επί τουλάχιστον τρία συναπτά έτη κατά τη διάρκεια πέντε ετών πριν από τη χορήγηση του πιστοποιητικού· β) ότι τα πρόσωπα αυτά επιτρέπεται να ασκούν τις εν λόγω δραστηριότητες υπό τους ίδιους όρους με τους κατόχους του τίτλου εκπαίδευσης που παρατίθεται για το συγκεκριμένο κράτος στο παράρτημα V σημείο 5.3.2. Εξαιρούνται από την τριετή άσκηση του επαγγέλματος που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α), τα άτομα που έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς τουλάχιστον τριετείς σπουδές οι οποίες βεβαιώνονται από τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους ως ισοδύναμες προς την εκπαίδευση που αναφέρεται στο άρθρο 34. Όσον αφορά την Τσεχική Δημοκρατία και την Σλοβακία, οι τίτλοι εκπαίδευσης που αποκτήθηκαν στην πρώην Τσεχοσλοβακία αναγνωρίζονται όπως και οι τσεχικοί και σλοβακικοί τίτλοι εκπαίδευσης και υπό τους ίδιους όρους που αναφέρονται στα προηγούμενα εδάφια. 2. Αναγνωρίζονται οι τίτλοι ιατρικής εκπαίδευσης που χορηγούνται στην Ιταλία σε άτομα που έχουν αρχίσει την πανεπιστημιακή ιατρική εκπαίδευσή τους μετά την 28η Ιανουαρίου 1980 και, το αργότερο, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1984, εφόσον συνοδεύονται από πιστοποιητικό που χορηγείται από τις ιταλικές αρμόδιες αρχές. Το εν λόγω πιστοποιητικό βεβαιώνει την τήρηση των ακόλουθων τριών προϋποθέσεων: α) ότι τα πρόσωπα αυτά έχουν υποβληθεί επιτυχώς στην ειδική δοκιμασία επάρκειας που διοργανώθηκε από τις αρμόδιες ιταλικές αρχές προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον κατέχουν επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων συγκρίσιμο προς εκείνο των ατόμων που διαθέτουν τον τίτλο εκπαίδευσης που εμφανίζεται, για την Ιταλία, στο παράρτημα V, σημείο 5.3.2· β) ότι, στην Ιταλία, άσκησαν πράγματι, νομίμως και πρωτίστως, τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 36 επί τουλάχιστον τρία συναπτά έτη κατά τη διάρκεια πέντε ετών πριν από τη χορήγηση του πιστοποιητικού· γ) ότι επιτρέπεται να ασκούν ή ασκούν πράγματι, νομίμως και πρωτίστως και υπό τους ίδιους όρους με τους κατόχους του τίτλου εκπαίδευσης που αναφέρεται για την Ιταλία στο παράρτημα V σημείο 5.3.2, τις δραστηριότητες του άρθρου 36. Απαλλάσσονται από τη δοκιμασία επάρκειας που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α), τα πρόσωπα που έχουν παρακολουθήσει επιτυχώς τουλάχιστον τριετείς σπουδές οι οποίες πιστοποιούνται από τις αρμόδιες αρχές ως ισοδύναμες προς την εκπαίδευση για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 34. Προς τα ανωτέρω αναφερόμενα πρόσωπα εξομοιώνονται τα πρόσωπα που άρχισαν την πανεπιστημιακή ιατρική τους εκπαίδευση μετά την 31η Δεκεμβρίου 1984, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω τριετείς σπουδές άρχισαν πριν από την 31η Δεκεμβρίου 1994. Τμήμα 5 Κτηνίατροι Άρθρο 38 Κτηνιατρική εκπαίδευση (Άρθρο 38 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η κτηνιατρική εκπαίδευση περιλαμβάνει συνολικά τουλάχιστον πενταετείς θεωρητικές και πρακτικές σπουδές πλήρους παρακολούθησης που πραγματοποιούνται σε πανεπιστήμιο, σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης επιπέδου αναγνωρισμένου ως ισοδύναμου ή υπό την εποπτεία πανεπιστημίου, και περιλαμβάνουν τουλάχιστον το πρόγραμμα που αναφέρεται στο παράρτημα V σημείο 5.4.1. 2. Η εισαγωγή στην κτηνιατρική εκπαίδευση προϋποθέτει την κατοχή διπλώματος ή πιστοποιητικού που παρέχει πρόσβαση, για τις συγκεκριμένες σπουδές, στα πανεπιστημιακά ιδρύματα ή στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που ένα κράτος μέλος αναγνωρίζει ως ισοδύναμου επιπέδου για τις σπουδές αυτές. 3. Η εκπαίδευση του κτηνιάτρου παρέχει την εγγύηση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει αποκτήσει τις ακόλουθες γνώσεις και δεξιότητες: α) προσήκουσες γνώσεις των επιστημών στις οποίες βασίζονται οι δραστηριότητες του κτηνιάτρου· β) προσήκουσες γνώσεις του οργανισμού και των λειτουργιών των υγιών ζώων, της εκτροφής τους, της αναπαραγωγής τους, γενικώς της υγιεινής τους καθώς και της διατροφής τους, περιλαμβανομένης της τεχνολογίας που εφαρμόζεται κατά την παρασκευή και τη διατήρηση των τροφών που απαιτούνται για τις ανάγκες τους· γ) προσήκουσες γνώσεις στον τομέα της συμπεριφοράς και της προστασίας των ζώων· δ) προσήκουσες γνώσεις των αιτιών, της φύσης, της εξέλιξης, των αποτελεσμάτων, των διαγνωστικών μεθόδων και της θεραπείας των ασθενειών των ζώων, είτε μεμονωμένα είτε κατά ομάδες· μεταξύ αυτών, ιδιαίτερη γνώση των ασθενειών που μεταδίδονται στον άνθρωπο· ε) προσήκουσες γνώσεις της προληπτικής ιατρικής· στ) προσήκουσες γνώσεις της υγιεινής και της τεχνολογίας κατά την παραγωγή, βιομηχανική παραγωγή και θέση σε κυκλοφορία των ζωοτροφών ή ζωικής προελεύσεως τροφίμων που προορίζονται για την ανθρώπινη κατανάλωση· ζ) προσήκουσες γνώσεις όσον αφορά τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που σχετίζονται με τα ανωτέρω απαριθμηθέντα θέματα· η) προσήκουσα κλινική και άλλη πρακτική εμπειρία υπό κατάλληλη εποπτεία. Άρθρο 39 Ειδικά κεκτημένα δικαιώματα των κτηνίατρων (Άρθρο 39 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Με την επιφύλαξη του άρθρου 23 παράγραφος 4 όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών των οποίων οι τίτλοι κτηνιατρικής εκπαίδευσης έχουν χορηγηθεί από την Εσθονία ή των οποίων η εκπαίδευση άρχισε σ’ αυτό το κράτος πριν από την 1η Μαΐου 2004, οι τίτλοι αυτοί αναγνωρίζονται εφόσον συνοδεύονται από πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι οι ενδιαφερόμενοι έχουν ασκήσει, πραγματικά και νομίμως, στην Εσθονία τις οικείες δραστηριότητες επί πέντε συναπτά έτη τουλάχιστον κατά την επταετία που προηγείται της ημερομηνίας έκδοσης του πιστοποιητικού.
  25. ΠΔ 38/2010 Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, και άλλες διατάξεις. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΤΙΤΛΟΣ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 1 Σκοπός (Άρθρο 1 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Με το παρόν: 1. Εναρμονίζεται η εθνική νομοθεσία προς: α) την Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 «σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων», (Ε.Ε. αριθ. L 255/30-9-2005 σελ. 22) και θεσπίζονται οι κανόνες, σύμφωνα με τους οποίους αναγνωρίζονται, για την ανάληψη και την άσκηση νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος, τα επαγγελματικά προσόντα που έχουν αποκτηθεί σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη − μέλη (στο εξής αναφερόμενα ως «κράτη – μέλη καταγωγής») και δίνουν στον κάτοχό τους το δικαίωμα, να ασκεί αυτό το επάγγελμα. β) Την Οδηγία 2006/100/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ης Νοεμβρίου 2006 «για την προσαρμογή ορισμένων οδηγιών στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας», (Ε.Ε. αριθ. L 363/20-12-2006 σελ.141), κατά το μέρος που αυτή τροποποιεί την Οδηγία 2005/36/ΕΚ. γ) Την Οδηγία 2013/25/ΕΕ του Συμβουλίου της 13ης Μαΐου 2013 «για την προσαρμογή ορισμένων οδηγιών στον τομέα του δικαιώματος εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, λόγω της προσχώρησης της Δημοκρατίας της Κροατίας», (Ε.Ε. αριθ. L 158/10-06-2013 σελ. 368), κατά το μέρος που αυτή τροποποιεί την Οδηγία 2005/36/ΕΚ. 2. Ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία της αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης, όταν πρόκειται για πτυχίο πρώτου κύκλου σπουδών, μικρότερο τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης όταν πρόκειται για μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης και τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης όταν πρόκειται για διδακτορικό κύκλο σπουδών άλλων κρατών − μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων. Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής (Άρθρο 2 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Οι διατάξεις περί αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων βάσει της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ του παρόντος εφαρμόζονται σε κάθε υπήκοο κράτους-μέλους ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα στην Ελλάδα έχοντας αποκτήσει τα επαγγελματικά του προσόντα σε άλλο κράτος-μέλος είτε ως αυτοαπασχολούμενος είτε ως μισθωτός, συμπεριλαμβανομένων των ασκούντων ελευθέρια επαγγέλματα. 2. Όταν για ένα συγκεκριμένο νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα έχουν θεσπισθεί, με χωριστή κοινοτική νομοθετική πράξη, άλλες ειδικές ρυθμίσεις που σχετίζονται άμεσα με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, δεν εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις του παρόντος διατάγματος. 3. Οι διατάξεις περί αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του παρόντος διατάγματος εφαρμόζονται σε κάθε υπήκοο κράτους − μέλους ο οποίος, έχοντας αποκτήσει τίτλο τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης άλλου κράτους-μέλους, δεν πληροί τις προϋποθέσεις εφαρμογής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. 4. Εξαιρούνται της εφαρμογής των διατάξεων περί αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου τα επαγγέλματα του Κεφαλαίου ΙΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ για τα οποία, όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Κεφαλαίου ΙΙΙ του Τίτλου ΙΙΙ (αναγνώριση βάσει του συντονισμού των ελάχιστων προϋποθέσεων εκπαίδευσης), εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του Κεφαλαίου Ι του Τίτλου ΙΙΙ περί Γενικού συστήματος αναγνώρισης των τίτλων εκπαίδευσης. Άρθρο 3 Ορισμοί (Άρθρο 3 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος νοούνται ως: α) «νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα»: η επαγγελματική δραστηριότητα ή το σύνολο επαγγελματικών δραστηριοτήτων των οποίων η ανάληψη, η άσκηση ή ένας από τους όρους άσκησης εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα, δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, από την κατοχή καθορισμένων επαγγελματικών προσόντων· ειδικότερα, όρο άσκησης συνιστά η χρήση επαγγελματικού τίτλου που περιορίζεται, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μόνο σε όποιον κατέχει συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν. Όταν το ανωτέρω εδάφιο δεν έχει εφαρμογή, επάγγελμα αναφερόμενο στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου εξομοιώνεται προς νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα· β) «επαγγελματικά προσόντα»: τα προσόντα που πιστοποιούνται από τίτλο εκπαίδευσης, από βεβαίωση επάρκειας που αναφέρεται στο άρθρο 11, στοιχείο α), εδάφιο (i) ή/και από επαγγελματική πείρα· γ) «τίτλος εκπαίδευσης»: τα διπλώματα, πιστοποιητικά και άλλοι τίτλοι που χορηγούνται από αρχή κράτους-μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, και βεβαιώνουν επιτυχώς περατωθείσα επαγγελματική εκπαίδευση που έχει αποκτηθεί, κατά κύριο λόγο, στην Κοινότητα. Όταν δεν έχει εφαρμογή το ανωτέρω εδάφιο, τίτλος εκπαίδευσης αναφερόμενος στην παράγραφο 3 εξομοιώνεται προς τίτλο εκπαίδευσης· δ) «αρμόδια αρχή»: οποιαδήποτε αρχή ή οργανισμός που έχει εξουσιοδοτηθεί ειδικά από τα κράτη μέλη να χορηγεί ή να παραλαμβάνει τους τίτλους εκπαίδευσης και άλλα έγγραφα ή πληροφορίες, καθώς και να παραλαμβάνει τις αιτήσεις και να λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στο παρόν διάταγμα· ε) «νομοθετικά ρυθμιζόμενη εκπαίδευση»: κάθε εκπαίδευση η οποία είναι άμεσα προσανατολισμένη στην άσκηση συγκεκριμένου επαγγέλματος και συνίσταται σε κύκλο σπουδών που ενδεχομένως συμπληρώνεται από επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, πρακτική άσκηση ή άσκηση του επαγγέλματος. Η διάρθρωση και το επίπεδο της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, της πρακτικής άσκησης ή της άσκησης του επαγγέλματος ρυθμίζονται από νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του οικείου κράτους μέλους ή υπόκεινται σε έλεγχο ή έγκριση εκ μέρους της αρμόδιας προς τούτο αρχής· στ) «επαγγελματική πείρα»: η πραγματική και νόμιμη άσκηση του σχετικού επαγγέλματος σε ένα κράτος μέλος· ζ) «πρακτική άσκηση προσαρμογής»: η άσκηση νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος, η οποία πραγματοποιείται στην Ελλάδα υπό την ευθύνη αναγνωρισμένου επαγγελματία και συνοδεύεται, ενδεχομένως, από συμπληρωματική εκπαίδευση. Η πρακτική άσκηση προσαρμογής υπόκειται σε αξιολόγηση. Το καθεστώς του οποίου απολαύει εντός της ελληνικής επικράτειας ο ασκούμενος, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα παραμονής, τις υποχρεώσεις, τα δικαιώματα και τις κοινωνικές παροχές, τις αποζημιώσεις και τις αποδοχές, διέπεται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας σύμφωνα με το ισχύον κοινοτικό δίκαιο. η) «δοκιμασία επάρκειας»: ο έλεγχος που αφορά αποκλειστικά τις επαγγελματικές γνώσεις του αιτούντος και διενεργείται από την κατά περίπτωση αρμόδια αρχή για να αξιολογηθεί η ικανότητα του αιτούντος να εξασκήσει νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα στην Ελλάδα. Για τη διενέργεια του ελέγχου αυτού, η αρχή του άρθρου 54, μετά από σύγκριση της εκπαίδευσης του αιτούντος με αυτήν που απαιτείται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία καταρτίζει κατάλογο των τομέων γνώσεων, οι οποίοι δεν καλύπτονται από το δίπλωμα ή τον τίτλο ή τίτλους εκπαίδευσης που κατέχει ο αιτών. Στη δοκιμασία επάρκειας συνεκτιμάται το γεγονός, ότι ο αιτών είναι αναγνωρισμένος επαγγελματίας στο κράτος μέλος καταγωγής ή προέλευσης. Η δοκιμασία αυτή καλύπτει τομείς γνώσεων που επιλέγονται μεταξύ εκείνων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, και των οποίων η γνώση αποτελεί βασική προϋπόθεση για την άσκηση του επαγγέλματος στην Ελλάδα. Η εν λόγω δοκιμασία μπορεί επίσης να καλύπτει και τη γνώση της δεοντολογίας, η οποία ισχύει για τις οικείες δραστηριότητες στην Ελλάδα. Οι λεπτομερείς κανόνες της δοκιμασίας επάρκειας καθορίζονται από την αρχή του άρθρου 54 του παρόντος. Ως προς το νομικό καθεστώς στο οποίο υπάγεται ο αιτών που επιθυμεί να ετοιμαστεί για τη δοκιμασία επάρκειας εφαρμόζονται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. θ) «διευθυντής επιχείρησης»: κάθε πρόσωπο που έχει ασκήσει σε επιχείρηση του αντίστοιχου επαγγελματικού κλάδου: i) τα καθήκοντα διευθυντή επιχείρησης ή υποκαταστήματος επιχείρησης ή ii) τα καθήκοντα αναπληρωτή του επιχειρηματία ή του διευθυντή της επιχείρησης, εφόσον τα καθήκοντα αυτά συνεπάγονται ευθύνη ανάλογη με την ευθύνη του επιχειρηματία ή του διευθυντή της επιχείρησης ή iii) τα καθήκοντα διευθυντικού στελέχους επιφορτισμένου με καθήκοντα εμπορικής ή/και τεχνικής φύσεως και υπεύθυνου για ένα ή περισσότερα τμήματα της επιχείρησης. 2. Εξομοιώνεται προς νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα το επάγγελμα που ασκείται από τα μέλη ένωσης ή οργάνωσης του παραρτήματος Ι του παρόντος διατάγματος. Οι ενώσεις ή οργανώσεις που μνημονεύονται στο πρώτο εδάφιο έχουν ιδίως ως στόχο την προαγωγή και διατήρηση της στάθμης του οικείου επαγγέλματος σε υψηλά επίπεδα. Για την επίτευξη αυτού του στόχου τυγχάνουν αναγνωρίσεως υπό ειδική μορφή σε κράτος μέλος και χορηγούν στα μέλη τους τίτλο εκπαίδευσης, τα υποβάλλουν σε κανόνες επαγγελματικής συμπεριφοράς, τους οποίους θεσπίζουν οι ίδιες και παρέχουν σ’ αυτά το δικαίωμα να κάνουν χρήση τίτλου ή συντομογραφίας ή ιδιότητας που αντιστοιχεί προς αυτόν τον τίτλο εκπαίδευσης. 3. Εξομοιώνεται προς τίτλο εκπαίδευσης κάθε τίτλος εκπαίδευσης που χορηγείται από τρίτη χώρα, εφόσον ο κάτοχός του διαθέτει στο συγκεκριμένο επάγγελμα τριετή επαγγελματική πείρα στο έδαφος του κράτους μέλους, το οποίο αναγνώρισε τον εν λόγω τίτλο σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, και εφόσον η επαγγελματική αυτή πείρα πιστοποιείται από το εν λόγω κράτος μέλος. 4. Οι παράγραφοι 2 και 3 δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2. 5. Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 του άρθρου 2 νοείται ως «τίτλος τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης» ο αναγνωρισμένος τίτλος τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης, όταν πρόκειται για πτυχίο πρώτου κύκλου σπουδών, μικρότερο τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης όταν πρόκειται για μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης και τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης όταν πρόκειται για διδακτορικό κύκλο σπουδών, που απονέμεται από ίδρυμα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 4 Αποτελέσματα της αναγνώρισης (Άρθρο 4 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση στο ίδιο επάγγελμα, για το οποίο διαθέτει τα προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής, και να το ασκεί στην Ελλάδα υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με τους Έλληνες υπηκόους. 2. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, το επάγγελμα που επιθυμεί να ασκήσει ο αιτών στην Ελλάδα είναι το ίδιο με εκείνο, για το οποίο διαθέτει τα προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής, εφόσον οι καλυπτόμενες δραστηριότητες είναι συγκρίσιμες. 3. Η αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αυτόν που απονέμεται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του παρόντος, παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση και να ασκήσει συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ως μισθωτός ή αυτοαπασχολούμενος με τις ίδιες προϋποθέσεις και όρους με τους κατόχους συγκρίσιμων τίτλων του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, εκτός των περιπτώσεων που απαιτούνται αυξημένα ακαδημαϊκά προσόντα και ιδίως για θέσεις καθηγητών Α.Ε.Ι., ερευνητών και ειδικού επιστημονικού προσωπικού. ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Άρθρο 5 Αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (Άρθρο 5 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του κοινοτικού δικαίου, καθώς και των άρθρων 6 και 7 του παρόντος διατάγματος, η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στην Ελλάδα από υπηκόους κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων και των Ελλήνων υπηκόων, δεν περιορίζεται για λόγους που αφορούν τα επαγγελματικά προσόντα: α) εάν ο πάροχος είναι νομίμως εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, με σκοπό να ασκεί εκεί αυτό το επάγγελμα (στο εξής αναφερόμενο ως το “κράτος μέλος εγκατάστασης”) και β) σε περίπτωση μετακίνησης προς την Ελλάδα, εάν έχει ασκήσει στο κράτος μέλος εγκατάστασης το συγκεκριμένο επάγγελμα επί δύο τουλάχιστον έτη στο διάστημα των δέκα ετών που προηγούνται της παροχής υπηρεσιών στο κράτος μέλος εγκατάστασης, εφόσον το επάγγελμα δεν είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο στο εν λόγω κράτος μέλος. Στην περίπτωση που το επάγγελμα ή η εκπαίδευση για το εν λόγω επάγγελμα είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενη το ανωτέρω εδάφιο δεν εφαρμόζεται. 2. Οι διατάξεις του παρόντος τίτλου εφαρμόζονται μόνο στην περίπτωση που ο πάροχος μετακινείται προς την ελληνική επικράτεια, προκειμένου να ασκήσει, προσωρινά ή περιστασιακά, το επάγγελμα στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1. Ο προσωρινός και περιστασιακός χαρακτήρας της παροχής εκτιμάται κατά περίπτωση από την αρχή του άρθρου 7 παράγραφος 3 του παρόντος διατάγματος και ιδίως σε συνάρτηση με τη διάρκεια, τη συχνότητα, την περιοδικότητα και το συνεχή χαρακτήρα της συγκεκριμένης παροχής. 3. Σε περίπτωση μετακίνησής του προς την Ελλάδα, ο πάροχος υπηρεσιών υπόκειται στους επαγγελματικούς κανόνες που συνδέονται άμεσα με τα επαγγελματικά προσόντα, όπως ο ορισμός του επαγγέλματος, η χρήση τίτλων και η βαριά επαγγελματική αμέλεια που συνδέονται άμεσα και συγκεκριμένα με την προστασία και την ασφάλεια του αποδέκτη των υπηρεσιών, καθώς και στις πειθαρχικές διατάξεις οι οποίες ισχύουν για τους επαγγελματίες που ασκούν το ίδιο επάγγελμα στη χώρα. Άρθρο 6 Απαλλαγές του παρόχου υπηρεσιών (Άρθρο 6 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Ο πάροχος υπηρεσιών του άρθρου 5 παράγραφος 1 απαλλάσσεται ιδίως από τις απαιτήσεις που επιβάλλονται στους επαγγελματίες που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα και οι οποίες αφορούν: α) την αδειοδότηση, την καταχώρηση ή την προσχώρηση σε επαγγελματική οργάνωση ή σε επαγγελματικό φορέα. Για την αποτελεσματική εφαρμογή των πειθαρχικών διατάξεων του άρθρου 5 παράγραφος 3, ο πάροχος των υπηρεσιών εγγράφεται προσωρινά στην οικεία επαγγελματική οργάνωση ή επαγγελματικό φορέα. Η εγγραφή συντελείται αυτόματα με την αποστολή από την αρμόδια αρχή του άρθρου 7 στην οικεία επαγγελματική οργάνωση ή επαγγελματικό φορέα του αντιγράφου της δήλωσης της παρ. 1 του άρθρου 7, ή προκειμένου για τις περιπτώσεις, τις οποίες αφορά η παράγραφος 5 του ίδιου άρθρου, της βεβαίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή. β) την εγγραφή σε φορέα κοινωνικής ασφάλισης δημοσίου δικαίου, ώστε να ρυθμίζονται με ασφαλιστικό φορέα οι λογαριασμοί που σχετίζονται με τις δραστηριότητες που ασκούνται προς όφελος των ασφαλισμένων. Ο πάροχος υποχρεούται να ενημερώνει τον εν λόγω φορέα, σχετικά με την παροχή υπηρεσιών πριν ή, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, μετά την εν λόγω παροχή. Άρθρο 7 Προηγούμενη δήλωση σε περίπτωση μετακίνησης του παρόχου (Άρθρο 7 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Κατά την πρώτη μετακίνηση από ένα κράτος μέλος προς την Ελλάδα για να παράσχει υπηρεσίες και πριν από την παροχή υπηρεσιών ο πάροχος υποβάλλει με οποιοδήποτε μέσο γραπτή δήλωση στην αρμόδια για το οικείο επάγγελμα αρχή, η οποία ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Με την ως άνω δήλωση ο πάροχος γνωστοποιεί στοιχεία, μεταξύ άλλων, σχετικά με τυχόν υπάρχουσα ασφαλιστική εγγύηση ή ανάλογα μέσα προσωπικής ή συλλογικής προστασίας που καλύπτουν την επαγγελματική του ευθύνη. Η ανωτέρω δήλωση ανανεώνεται μία φορά ετησίως, εάν ο πάροχος προτίθεται να παράσχει υπηρεσίες στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια αυτού του έτους. 2. Κατά την πρώτη παροχή υπηρεσιών ή σε περίπτωση ουσιαστικής αλλαγής της κατάστασης την οποία πιστοποιούν τα έγγραφα, η δήλωση της παρ. 1 συνοδεύεται από τα ακόλουθα δικαιολογητικά: α) διαβατήριο ή ταυτότητα του παρόχου· β) βεβαίωση ότι ο πάροχος είναι νόμιμα εγκατεστημένος σε κράτος μέλος για την άσκηση των οικείων δραστηριοτήτων και ότι δεν του έχει απαγορευθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων κατά τον χρόνο της χορήγησης της βεβαίωσης· γ) αποδεικτικά των επαγγελματικών του προσόντων· δ) για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β), την με κάθε μέσον απόδειξη, ότι ο πάροχος έχει ασκήσει τις εν λόγω δραστηριότητες επί δύο τουλάχιστον έτη στο διάστημα των δέκα προηγούμενων ετών· ε) για επαγγέλματα του τομέα της ασφάλειας, εφόσον απαιτείται και για τους Έλληνες πολίτες, πιστοποιητικό ποινικού μητρώου. 3. Η αρμόδια για κάθε επάγγελμα αρχή, όπως ορίζεται με την απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, εξετάζει τη δήλωση και τα δικαιολογητικά και χορηγεί, εντός επτά εργάσιμων ημερών από την παραλαβή όλων των δικαιολογητικών, βεβαίωση στον πάροχο υπηρεσιών, στην οποία πιστοποιεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παροχή υπηρεσιών και προσδιορίζει σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου τον τίτλο που χρησιμοποιεί ο πάροχος. Σε περίπτωση που υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες για τη γνησιότητα των υποβληθέντων δικαιολογητικών, η αρμόδια αρχή το γνωστοποιεί εγγράφως στον πάροχο και ορίζει περαιτέρω εύλογη προθεσμία για την χορήγηση της βεβαίωσης. Η εν λόγω βεβαίωση δεν συνιστά προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, το οποίο κτάται με μόνη την υποβολή της γραπτής δήλωσης της παραγράφου 1 συνοδευόμενης, στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, και από τα προβλεπόμενα σε αυτή δικαιολογητικά. 4. Η υπηρεσία παρέχεται βάσει του επαγγελματικού τίτλου του κράτους μέλους εγκατάστασης, εφόσον σε αυτό υφίσταται νομοθετικά ρυθμιζόμενος τίτλος για την οικεία επαγγελματική δραστηριότητα. Ο εν λόγω τίτλος αναγράφεται στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εγκατάστασης, ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε σύγχυση με τον επαγγελματικό τίτλο στη χώρα. Σε περίπτωση που ο εν λόγω επαγγελματικός τίτλος δεν υφίσταται στο κράτος μέλος εγκατάστασης, ο πάροχος αναφέρει τον τίτλο εκπαίδευσής του, στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες αυτού του κράτους μέλους. Κατ’ εξαίρεση, η υπηρεσία παρέχεται βάσει του ελληνικού επαγγελματικού τίτλου στις περιπτώσεις που αναφέρονται στον τίτλο ΙΙΙ κεφάλαιο ΙΙΙ. 5. Κατά την πρώτη παροχή υπηρεσιών, στην περίπτωση των νομοθετικά ρυθμιζόμενων επαγγελμάτων που έχουν επιπτώσεις στη δημόσια υγεία ή ασφάλεια και δεν τυγχάνουν αυτόματης αναγνώρισης δυνάμει του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο ΙΙΙ, τα οποία περιλαμβάνονται στο παράρτημα VIII του παρόντος διατάγματος, η αρμόδια αρχή της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, εφόσον κρίνει ότι είναι αναγκαίο για την αποφυγή σοβαρής βλάβης της υγείας ή της ασφάλειας του αποδέκτη της υπηρεσίας λόγω έλλειψης επαγγελματικών προσόντων του παρόχου, διενεργεί, πριν από την πρώτη παροχή υπηρεσιών, έλεγχο των επαγγελματικών προσόντων του παρόχου για το οικείο επάγγελμα. Ο έλεγχος δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτού του στόχου μέτρα. Εντός μηνός από την παραλαβή της δήλωσης και των συνοδευτικών εγγράφων η ως άνω αρχή χορηγεί στον πάροχο τη βεβαίωση για τη σύννομη παροχή υπηρεσιών ή τον ενημερώνει σχετικά με το αποτέλεσμα του ελέγχου που διενήργησε. Εάν υπάρχει δυσκολία, η οποία συνεπάγεται καθυστέρηση, η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στον πάροχο εντός του πρώτου μηνός τον λόγο της καθυστέρησης και την προθεσμία για την λήψη απόφασης, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους δύο μήνες από την παραλαβή όλων των εγγράφων. Σε περίπτωση που η ως άνω αρχή κατά τον έλεγχο διαπιστώνει ότι υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στα επαγγελματικά προσόντα του παρόχου και την απαιτούμενη εκπαίδευση στην Ελλάδα και κρίνει ότι αυτό μπορεί να αποβεί επιβλαβές για τη δημόσια υγεία ή ασφάλεια, ζητεί από τον πάροχο να αποδείξει ότι κατέχει τις απαιτούμενες γνώσεις και ικανότητες, ιδίως μέσω δοκιμασίας επάρκειας. Για την εφαρμογή του προηγουμένου εδαφίου η αρχή δύναται να ζητήσει την γνώμη του Συμβουλίου Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων του άρθρου 54. Σε κάθε περίπτωση, ο πάροχος δύναται να παρέχει υπηρεσίες από τον επόμενο μήνα από την ημερομηνία κατά την οποία λαμβάνεται η απόφαση κατ’ εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Αν η αρμόδια αρχή δεν αντιδράσει εντός των προβλεπομένων στην παρούσα παράγραφο προθεσμιών, οι υπηρεσίες είναι δυνατόν να παρασχεθούν. Στις περιπτώσεις, στις οποίες έχουν επαληθευτεί τα επαγγελματικά προσόντα σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η παροχή υπηρεσιών πραγματοποιείται βάσει του ελληνικού επαγγελματικού τίτλου. 6. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού ορίζονται οι αρμόδιες αρχές για την υποβολή και για την εξέταση των δηλώσεων και των δικαιολογητικών παροχής υπηρεσιών, το περιεχόμενο της δήλωσης του παρόχου και της χορηγούμενης σε αυτόν βεβαίωσης, καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου. 7. Όπου στην κείμενη νομοθεσία προβλέπεται παράβολο συμμετοχής σε εξετάσεις για την έκδοση από τους αρμόδιους φορείς άδειας άσκησης επαγγέλματος ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων εν γένει, το ίδιο παράβολο καταβάλλεται και από τους αιτούντες την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων τους προκειμένου να παρέχουν υπηρεσίες, εφόσον αυτοί υποχρεούνται να αποδείξουν ότι κατέχουν τις απαιτούμενες γνώσεις και ικανότητες, ιδίως μέσω της δοκιμασίας επάρκειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου. Άρθρο 8 Διοικητική συνεργασία (Άρθρο 8 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 7 παρ. 6 δύνανται για κάθε παροχή υπηρεσιών να ζητήσουν από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης οποιαδήποτε σημαντική πληροφορία έχει σχέση με τη νομιμότητα της εγκατάστασης και την ορθή συμπεριφορά του παρόχου καθώς και με την απουσία πειθαρχικών ή ποινικών κυρώσεων επαγγελματικού χαρακτήρα. 2. Οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν την ανταλλαγή όλων των απαιτούμενων πληροφοριών ώστε να διεκπεραιώνονται καταλλήλως όλες οι καταγγελίες αποδέκτη υπηρεσίας κατά παρόχου υπηρεσίας. Οι αποδέκτες υπηρεσίας ενημερώνονται σχετικά με την έκβαση της καταγγελίας. Άρθρο 9 Πληροφορίες προς τους αποδέκτες της υπηρεσίας (Άρθρο 9 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Στις περιπτώσεις που η παροχή πραγματοποιείται βάσει του επαγγελματικού τίτλου του κράτους μέλους εγκατάστασης ή βάσει του τίτλου εκπαίδευσης του παρόχου, πέραν των άλλων απαιτήσεων ενημέρωσης που προβλέπονται στο κοινοτικό δίκαιο, οι αρχές του άρθρου 7 παράγραφος 6 ορίζουν στη βεβαίωση για την παροχή υπηρεσιών ότι ο πάροχος υποχρεούται να παράσχει στον αποδέκτη των υπηρεσιών κατά περίπτωση τις ακόλουθες πληροφορίες: α) εάν ο πάροχος είναι εγγεγραμμένος σε εμπορικό μητρώο ή σε άλλο ανάλογο δημόσιο μητρώο, το μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και τον αριθμό μητρώου του, ή ισοδύναμα μέσα εξακρίβωσης της ταυτότητας που περιέχονται στο εν λόγω μητρώο· β) εάν η δραστηριότητα υπόκειται σε καθεστώς αδειοδότησης στο κράτος μέλος εγκατάστασης, τα στοιχεία της αρμόδιας εποπτικής αρχής· γ) κάθε επαγγελματική ένωση ή ανάλογο φορέα στον οποίο είναι εγγεγραμμένος ο πάροχος· δ) τον επαγγελματικό τίτλο ή, εφόσον δεν υπάρχει τέτοιος τίτλος, τον τίτλο εκπαίδευσης του παρόχου και το κράτος μέλος στο οποίο χορηγήθηκε· ε) εάν ο πάροχος ασκεί δραστηριότητα που υπόκειται στην καταβολή ΦΠΑ, τον αριθμό φορολογικού μητρώου που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών-κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (άρθρα 36 και 38 του ν. 2859/2000, ΦΕΚ 248 Α΄)· στ) λεπτομέρειες σχετικά με τυχόν ασφαλιστική κάλυψη ή άλλα μέσα προσωπικής ή συλλογικής προστασίας όσον αφορά την επαγγελματική ευθύνη. 2. Η αρχή δύναται να καταχωρίζει τα ανωτέρω στοιχεία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και στη βεβαίωση σύννομης παροχής υπηρεσιών. 3. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού δύνανται να καθορίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου. Άρθρο 9Α Οι διατάξεις του παρόντος Τίτλου (άρθρα 5 έως 9) δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 του παρόντος διατάγματος. ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι Γενικό σύστημα αναγνώρισης των τίτλων εκπαίδευσης Άρθρο 10 Πεδίο εφαρμογής (Άρθρο 10 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται σε όλα τα επαγγέλματα που δεν καλύπτονται από τα κεφάλαια II και III του παρόντος τίτλου, καθώς και στις ακόλουθες περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών, για συγκεκριμένους και εξαιρετικούς λόγους, δεν πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα ανωτέρω κεφάλαια: α) για τις δραστηριότητες του παραρτήματος IV, όταν ο επαγγελματίας δεν πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 17, 18 και 19· β) για ιατρούς βασικής εκπαίδευσης, ειδικευμένους ιατρούς, νοσοκόμους υπεύθυνους για γενική περίθαλψη, οδοντιάτρους, ειδικευμένους οδοντιάτρους, κτηνιάτρους, μαίες/μαιευτές, φαρμακοποιούς και αρχιτέκτονες, όταν ο επαγγελματίας δεν πληροί τις απαιτήσεις ουσιαστικής και νόμιμης επαγγελματικής άσκησης που αναφέρονται στα άρθρα 23, 27, 33, 37, 39, 43 και 49· γ) για αρχιτέκτονες, όταν ο επαγγελματίας είναι κάτοχος τίτλου εκπαίδευσης που δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα V, σημείο 5.7· δ) υπό την επιφύλαξη των άρθρων 21 παράγραφος 1, 23 και 27, για ιατρούς, νοσοκόμους, οδοντιάτρους κτηνιάτρους, μαίες/μαιευτές, φαρμακοποιούς και αρχιτέκτονες, οι οποίοι είναι κάτοχοι τίτλου εκπαίδευσης ειδικότητας και οι οποίοι πρέπει να έχουν λάβει μέρος στην εκπαίδευση για την απόκτηση τίτλου εκ των περιλαμβανομένων στο παράρτημα V, σημεία 5.1.1, 5.2.2, 5.3.2, 5.4.2, 5.5.2, 5.6.2 και 5.7.1, αποκλειστικά και μόνο για την αναγνώριση της συγκεκριμένης ειδικότητας· ε) για νοσοκόμους υπεύθυνους για γενική περίθαλψη και ειδικευμένους νοσοκόμους οι οποίοι είναι κάτοχοι τίτλου εκπαίδευσης ειδικότητας και οι οποίοι έχουν λάβει μέρος στην εκπαίδευση για την απόκτηση τίτλου εκ των περιλαμβανομένων στο παράρτημα V, σημείο 5.2.2, όταν ο επαγγελματίας ζητεί αναγνώριση σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο οι σχετικές επαγγελματικές δραστηριότητες ασκούνται από ειδικευμένους νοσοκόμους που δεν έχουν εκπαιδευθεί ως νοσοκόμοι υπεύθυνοι για γενική περίθαλψη· στ) για ειδικευμένους νοσοκόμους που δεν έχουν εκπαιδευθεί ως νοσοκόμοι υπεύθυνοι για γενική περίθαλψη, όταν ο μετανάστης ζητεί αναγνώριση σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο οι σχετικές επαγγελματικές δραστηριότητες ασκούνται από νοσοκόμους υπεύθυνους για γενική περίθαλψη, ειδικευμένους νοσοκόμους που δεν έχουν εκπαιδευθεί ως νοσοκόμοι υπεύθυνοι για γενική περίθαλψη ή ειδικευμένους νοσοκόμους οι οποίοι είναι κάτοχοι τίτλου εκπαίδευσης ειδικότητας και οι οποίοι έχουν λάβει μέρος στην εκπαίδευση για την απόκτηση τίτλου εκ των περιλαμβανομένων στο παράρτημα V, σημείο 5.2.2· ζ) για τους επαγγελματίες που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 3, παράγραφος 3. 2. Η παράγραφος 1 δεν έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2. Άρθρο 11 Επίπεδα προσόντων (Άρθρο 11 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) Για την εφαρμογή του άρθρου 13, ορίζονται τα ακόλουθα επίπεδα επαγγελματικών προσόντων: α) βεβαίωση επάρκειας που χορηγείται από αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, βάσει: i) είτε εκπαίδευσης που δεν αποτελεί μέρος πιστοποιητικού ή διπλώματος κατά την έννοια των στοιχείων β), γ), δ) ή ε) ή ειδικής εξέτασης χωρίς προηγούμενη εκπαίδευση, ή της άσκησης του επαγγέλματος σε ένα κράτος μέλος με πλήρη απασχόληση επί τρία συναπτά έτη ή επί ισοδύναμο χρονικό διάστημα με μειωμένο ωράριο, κατά την τελευταία δεκαετία, ii) είτε γενικής πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που πιστοποιεί ότι ο κάτοχός της έχει αποκτήσει γενικές γνώσεις· β) πιστοποιητικό που βεβαιώνει επιτυχή ολοκλήρωση κύκλου σπουδών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης: i) είτε γενικής εκπαίδευσης, συμπληρωμένου με κύκλο σπουδών ή επαγγελματικής εκπαίδευσης άλλον από εκείνους περί των οποίων το στοιχείο γ) ή/και με την επιπλέον αυτού του κύκλου σπουδών απαιτούμενη πρακτική άσκηση ή άσκηση του επαγγέλματος, ii) είτε τεχνικής ή επαγγελματικής εκπαίδευσης, συμπληρωμένου ενδεχομένως με κύκλο σπουδών ή επαγγελματικής εκπαίδευσης από εκείνους περί των οποίων το στοιχείο i) ή/και με την επιπλέον αυτού του κύκλου σπουδών απαιτούμενη πρακτική άσκηση ή άσκηση του επαγγέλματος· γ) δίπλωμα που πιστοποιεί ότι ολοκληρώθηκε επιτυχώς: i) είτε εκπαίδευση μεταδευτεροβάθμιου επιπέδου, εκτός από την αναφερόμενη στα στοιχεία δ) και ε), διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους ή ισοδύναμης διάρκειας υπό καθεστώς μερικής παρακολούθησης, προϋπόθεση πρόσβασης στην οποία αποτελεί κατά κανόνα, μεταξύ άλλων, η ολοκλήρωση του κύκλου δευτεροβάθμιων σπουδών που απαιτείται για την πρόσβαση στην ανώτατη ή ανώτερη πανεπιστημιακή εκπαίδευση ή την ολοκλήρωση ισοδύναμης σχολικής εκπαίδευσης στο δεύτερο δευτεροβάθμιο επίπεδο, καθώς και την ενδεχομένως απαιτούμενη επιπλέον αυτού του κύκλου μεταδευτεροβάθμιων σπουδών επαγγελματική κατάρτιση, ii) είτε, στην περίπτωση νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος, κύκλος εκπαίδευσης με ειδική διάρθρωση που περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ, ισότιμος με το επίπεδο εκπαίδευσης που αναφέρεται στο ανωτέρω στοιχείο i), ο οποίος παρέχει συγκρίσιμο επαγγελματικό επίπεδο και προετοιμάζει για την ανάληψη ανάλογου επιπέδου ευθυνών και καθηκόντων. δ) δίπλωμα που βεβαιώνει επιτυχή ολοκλήρωση της εκπαίδευσης μεταδευτεροβάθμιου επιπέδου, διάρκειας τουλάχιστον τριών και όχι άνω των τεσσάρων ετών ή ισοδύναμης διάρκειας υπό καθεστώς μερικής παρακολούθησης, σε πανεπιστήμιο ή ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης ή άλλο ίδρυμα του αυτού εκπαιδευτικού επιπέδου, καθώς και την ενδεχομένως απαιτούμενη επιπλέον αυτού του κύκλου μεταδευτεροβάθμιων σπουδών επαγγελματική κατάρτιση· ε) δίπλωμα που πιστοποιεί ότι ο κάτοχος ολοκλήρωσε επιτυχώς κύκλο μεταδευτεροβάθμιων σπουδών ελάχιστης διάρκειας τεσσάρων ετών ή αντίστοιχης διάρκειας υπό καθεστώς μερικής παρακολούθησης, σε πανεπιστήμιο ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα ή σε άλλο ίδρυμα ανάλογου επιπέδου, καθώς και, ενδεχομένως, την επαγγελματική κατάρτιση που μπορεί να απαιτείται συμπληρωματικά προς τον εν λόγω κύκλο μεταδευτεροβάθμιων σπουδών. Άρθρο 12 Εξομοιούμενη εκπαίδευση (Άρθρο 12 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Εξομοιώνεται προς τίτλο εκπαίδευσης που πιστοποιεί εκπαίδευση του άρθρου 11, ακόμη και ως προς το οικείο επίπεδο, κάθε τίτλος εκπαίδευσης ή σύνολο τίτλων εκπαίδευσης που χορηγήθηκε από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, εφόσον πιστοποιεί επιτυχή ολοκλήρωση εκπαίδευσης εντός της Κοινότητας, έχει αναγνωριστεί από το εν λόγω κράτος μέλος ως ισοδύναμου επιπέδου και παρέχει τα ίδια δικαιώματα ανάληψης ή άσκησης επαγγέλματος, ή προετοιμάζει για την άσκηση του επαγγέλματος. 2. Εξομοιώνεται επίσης προς αυτόν τον τίτλο εκπαίδευσης, υπό τους ίδιους όρους με τους προβλεπόμενους στο πρώτο εδάφιο, κάθε επαγγελματικό προσόν που, χωρίς να πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του κράτους μέλους καταγωγής σχετικά με την ανάληψη ή την άσκηση ενός επαγγέλματος, παρέχει στον κάτοχό του κεκτημένα δικαιώματα δυνάμει των εν λόγω διατάξεων. Τούτο ισχύει ιδίως εάν το κράτος μέλος καταγωγής αυξήσει το επίπεδο εκπαίδευσης που απαιτείται για την εισδοχή σε επάγγελμα και την άσκησή του και εάν κάποιος που έχει παλαιότερα εκπαιδευθεί κατά τρόπο που δεν ικανοποιεί τις νέες απαιτήσεις, απολαμβάνει κεκτημένα δικαιώματα λόγω εθνικών νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων· στην περίπτωση αυτή η παλαιότερη εκπαίδευση θεωρείται για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 13, αντίστοιχη με το επίπεδο της νέας εκπαίδευσης. 3. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2. Άρθρο 13 Προϋποθέσεις αναγνώρισης (Άρθρο 13 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Εάν για την ανάληψη ή την άσκηση νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος απαιτείται στην Ελλάδα η κατοχή συγκεκριμένων επαγγελματικών προσόντων, η αρμόδια αρχή του άρθρου 54 παρέχει την δυνατότητα ανάληψης του οικείου επαγγέλματος και της άσκησής του, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για Έλληνες πολίτες, στους αιτούντες που είναι κάτοχοι της βεβαίωσης επάρκειας ή του τίτλου εκπαίδευσης που απαιτείται από άλλο κράτος μέλος για την ανάληψη ή την άσκηση του ίδιου επαγγέλματος στην επικράτειά του. Οι βεβαιώσεις επάρκειας ή οι τίτλοι εκπαίδευσης πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) να έχουν χορηγηθεί από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους· β) να βεβαιώνουν επίπεδο επαγγελματικών προσόντων τουλάχιστον ισοδύναμο με το αμέσως προηγούμενο επίπεδο εκείνου που απαιτείται στην Ελλάδα, όπως ορίζεται στο άρθρο 11. 2. Η δυνατότητα ανάληψης του επαγγέλματος και η άσκησή του, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, παρέχονται επίσης στους αιτούντες που έχουν ασκήσει το επάγγελμα που εξετάζεται στην εν λόγω παράγραφο με πλήρη απασχόληση επί δύο έτη κατά την τελευταία δεκαετία, σε άλλο κράτος μέλος που δεν ρυθμίζει νομοθετικά το εν λόγω επάγγελμα, και οι οποίοι διαθέτουν μία ή περισσότερες βεβαιώσεις επάρκειας ή έναν ή περισσότερους τίτλους εκπαίδευσης. Οι βεβαιώσεις επάρκειας ή οι τίτλοι εκπαίδευσης πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) έχουν χορηγηθεί από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους· β) βεβαιώνουν επίπεδο επαγγελματικών προσόντων τουλάχιστον ισοδύναμο προς το αμέσως προηγούμενο επίπεδο εκείνου που απαιτείται στην Ελλάδα, όπως ορίζεται στο άρθρο 11· γ) πιστοποιούν την προετοιμασία του αιτούντος για την άσκηση του οικείου επαγγέλματος. Η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο διετής επαγγελματική πείρα δεν απαιτείται, όταν ο τίτλος ή οι τίτλοι εκπαίδευσης που κατέχει ο αιτών πιστοποιούν εκπαίδευση και κατάρτιση νομοθετικά ρυθμιζόμενη κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε) στα επίπεδα προσόντων που περιγράφονται στο άρθρο 11 στοιχεία β), γ), δ) ή ε). Ως νομοθετικά ρυθμιζόμενος κύκλος εκπαίδευσης και κατάρτισης στο επίπεδο που περιγράφεται στο άρθρο 11 στοιχείο γ) θεωρείται ιδίως ο αναφερόμενος στο παράρτημα ΙΙΙ. 3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχείο β) και την παράγραφο 2 στοιχείο β), επιτρέπεται η ανάληψη και η άσκηση νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος, όταν η ανάληψη του εν λόγω επαγγέλματος προϋποθέτει την κατοχή τίτλου εκπαίδευσης που βεβαιώνει την επιτυχή ολοκλήρωση κύκλου πανεπιστημιακής ή ανώτατης εκπαίδευσης διάρκειας τεσσάρων ετών και ο αιτών διαθέτει τίτλο εκπαίδευσης που αναφέρεται στο άρθρο 11 στοιχείο γ). 4. Οι παράγραφοι 1 έως 3 δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2. Άρθρο 14 Αντισταθμιστικά μέτρα (Άρθρο 14 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Το άρθρο 13 δεν κωλύει την αρμόδια αρχή του άρθρου 54 να απαιτεί από τον αιτούντα την πραγματοποίηση πρακτικής άσκησης προσαρμογής επί τρία έτη, κατ’ ανώτατο όριο, ή την υποβολή σε δοκιμασία επάρκειας σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) εφόσον η διάρκεια της εκπαίδευσης που επικαλείται δυνάμει του άρθρου 13, παράγραφοι 1 ή 2, είναι μικρότερη κατά τουλάχιστον ένα έτος από εκείνη που απαιτείται στην Ελλάδα· β) εφόσον η εκπαίδευση που έχει λάβει αφορά τομείς γνώσεων ουσιωδώς διαφορετικούς από εκείνους που καλύπτονται από τον απαιτούμενο στην Ελλάδα τίτλο εκπαίδευσης· γ) εφόσον το νομοθετικώς ρυθμιζόμενο επάγγελμα στην Ελλάδα περιλαμβάνει μία ή περισσότερες νομοθετικώς ρυθμιζόμενες επαγγελματικές δραστηριότητες, οι οποίες δεν υπάρχουν στο αντίστοιχο επάγγελμα στο κράτος μέλος προέλευσης του αιτούντος, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2, και εφόσον η εν λόγω διαφορά συνίσταται στη συγκεκριμένη εκπαίδευση που απαιτείται στην Ελλάδα και η οποία αφορά τομείς γνώσεων ουσιωδώς διαφορετικούς από εκείνους που καλύπτονται από τη βεβαίωση επάρκειας ή τον τίτλο εκπαίδευσης που διαθέτει ο αιτών. 2. Όταν η αρμόδια αρχή κάνει χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στην παράγραφο 1, οφείλει να παρέχει στον αιτούντα την ευχέρεια επιλογής μεταξύ της πρακτικής άσκησης προσαρμογής και της δοκιμασίας επάρκειας. Εφόσον η αρμόδια αρχή φρονεί ότι, για ένα συγκεκριμένο επάγγελμα, είναι απαραίτητη η παρέκκλιση από την επιλογή που παρέχεται στον αιτούντα μεταξύ της πρακτικής άσκησης προσαρμογής και της δοκιμασίας επάρκειας δυνάμει του πρώτου εδαφίου, ενημερώνει σχετικώς εκ των προτέρων τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προσκομίζοντας κατάλληλη αιτιολόγηση για την εν λόγω παρέκκλιση. Εάν η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αφού λάβει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, θεωρεί ότι η εξεταζόμενη στο δεύτερο εδάφιο του παρόντος παρέκκλιση δεν ενδείκνυται ή δεν συνάδει προς την κοινοτική νομοθεσία, ζητεί από την Ελλάδα, εντός τριών μηνών, να αρνηθεί να λάβει το εξεταζόμενο μέτρο. Ελλείψει αντίδρασης εκ μέρους της Επιτροπής κατά το πέρας της εν λόγω προθεσμίας, η παρέκκλιση δύναται να εφαρμοστεί. 3. Κατά παρέκκλιση της αρχής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, σύμφωνα με την οποία ο αιτών έχει το δικαίωμα επιλογής, όσον αφορά τα επαγγέλματα για την άσκηση των οποίων απαιτείται συγκεκριμένη γνώση του εθνικού δικαίου και των οποίων ουσιαστικό και σταθερό στοιχείο της επαγγελματικής δραστηριότητας είναι η παροχή συμβουλών ή/και βοήθειας σχετικά με το εθνικό δίκαιο, η αρμόδια αρχή του άρθρου 54 μπορεί να ορίζει είτε περίοδο προσαρμογής είτε δοκιμασία επάρκειας. Αυτό ισχύει επίσης στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 στοιχεία β) και γ), δ) σχετικά με τους ιατρούς και τους οδοντιάτρους, στ) εάν ο μετανάστης ζητεί αναγνώριση σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο οι οικείες επαγγελματικές δραστηριότητες ασκούνται από νοσοκόμους υπεύθυνους για την παροχή γενικής περίθαλψης ή ειδικευμένους νοσοκόμους οι οποίοι είναι κάτοχοι τίτλου εκπαίδευσης ειδικότητας και οι οποίοι έχουν λάβει μέρος στην εκπαίδευση για την απόκτηση των τίτλων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα V, σημείο 5.2.2 και στο άρθρο 10 στοιχείο ζ). Στις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 10 α), η αρμόδια αρχή του άρθρου 54 δύναται να απαιτήσει περίοδο προσαρμογής ή δοκιμασία επάρκειας όταν ο μετανάστης προτίθεται να ασκήσει, ως αυτοαπασχολούμενος ή ως διευθυντής επιχειρήσεως, επαγγελματικές δραστηριότητες οι οποίες απαιτούν τη γνώση και εφαρμογή ισχυόντων ειδικών εθνικών κανόνων, στο μέτρο που η γνώση και εφαρμογή των εθνικών αυτών κανόνων απαιτούνται από τις αρμόδιες αρχές της Ελλάδας για την πρόσβαση των Ελλήνων υπηκόων στη σχετική δραστηριότητα. 4. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 στοιχεία β) και γ), νοούνται ως «τομείς γνώσεων ουσιωδώς διαφορετικοί» οι τομείς των οποίων η γνώση είναι απαραίτητη για την άσκηση του επαγγέλματος και ως προς τους οποίους η εκπαίδευση που έχει λάβει ο μετανάστης παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις όσον αφορά τη διάρκεια ή το περιεχόμενο σε σχέση με την εκπαίδευση που απαιτείται στη χώρα. 5. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται τηρούμενης της αρχής της αναλογικότητας. Ειδικότερα, εάν η αρμόδια αρχή του άρθρου 54 προτίθεται να απαιτήσει από τον αιτούντα την πραγματοποίηση πρακτικής άσκησης προσαρμογής ή την υποβολή του σε δοκιμασία επάρκειας, πρέπει κατ’ αρχάς να εξακριβώσει κατά πόσον οι γνώσεις που έχει αποκτήσει ο αιτών κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής πείρας του σε κράτος μέλος ή σε Τρίτη χώρα είναι ικανές να καλύψουν, πλήρως ή μερικώς, την ουσιώδη διαφορά για την οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 4. 6. Η δοκιμασία επάρκειας ή η πρακτική άσκηση προσαρμογής του παρόντος άρθρου διενεργείται από την οικεία επαγγελματική οργάνωση, εφ’ όσον αυτή είναι οργανωμένη ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, άλλως από τη δημόσια αρχή που είναι αρμόδια για την έκδοση της σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλματος, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων, η οποία προσδιορίζει το περιεχόμενό τους. Από τις ίδιες αρχές γίνεται και η αξιολόγηση της πρακτικής άσκησης και τα αποτελέσματά της γνωστοποιούνται στο Συμβούλιο για την έκδοση της τελικής απόφασής του. 7. Με αποφάσεις του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού καθορίζεται η αρμόδια επαγγελματική οργάνωση ή δημόσια αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, οι όροι και οι διαδικασίες για τη διενέργεια της δοκιμασίας επάρκειας και της πρακτικής άσκησης προσαρμογής, ο τρόπος επίβλεψης και αξιολόγησης αυτών και κάθε άλλο κριτήριο, το οποίο θεωρείται απαραίτητο, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. 8. Οι παράγραφοι 1 έως 7 δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2. Άρθρο 15 Απαλλαγή από αντισταθμιστικά μέτρα λόγω κοινών βάσεων (Άρθρο 15 της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ) 1. Εάν τα επαγγελματικά προσόντα του αιτούντος πληρούν τα κριτήρια που προβλέπονται σε μέτρο το οποίο θα θεσπιστεί κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 15 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, οι αρμόδιες αρχές δεν εφαρμόζουν τα αντισταθμιστικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 14. 2. Μέτρα θεσπιζόμενα κατά το άρθρο 15 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ δεν παρεμποδίζουν τον καθορισμό επαγγελματικών προσόντων που απαιτούνται για την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος και το περιεχόμενο και την οργάνωση των συστημάτων της γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης.
×
×
  • Create New...

Σημαντικό

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώνουμε το περιεχόμενο του website μας. Μπορείτε να τροποποιήσετε τις ρυθμίσεις των cookie, ή να δώσετε τη συγκατάθεσή σας για την χρήση τους.