Η υγρασία ενός χώρου επηράζει την αίσθηση που νιώθουμε, επειδή επηρεάζει το ρυθμό εξάτμισης των υγρών από πάνω μας, πχ του ιδρώτα μας.
Ο ρυθμός εξάτμισης ενός υγρού εξαρτάται τη διαφορά της τάσης των ατμών της ατμόσφαιρας (η οποία είναι συνάρτηση της απόλυτης υγρασίας) και της τάσης κορεσμού των ατμών του υγρού που εξατμίζεται, πχ του ιδρώτα μας.
Το νερό από ένα δοχείο εξατμίζεται αδιαφορώντας για τη σχετική υγρασία του χώρου στον οποίο βρίσκεται. Το μόνο μέγεθος που επηρεάζει την εξάτμισή του, είναι η πίεση των ατμών στο χώρο, η οποία καθορίζει τη διάχυση των (κορεσμένων) ατμών πάνω από την επιφάνειά του προς τον χώρο. (σαφώς επηρεάζει και η κίνηση του αέρα, αλλά δεν έχει σχέση με τη συζήτηση).
Κάπως πιο παραστατικά, η εξήγηση είναι η εξής: Πάνω από την επιφάνεια ενός υγρού, οι ατμοί έχουν μια συγκεκριμένη συγκέντρωση που τείνει να γίνει όση καθορίζεται από την πίεση κορεσμού. Μακρυά από την επιφάνεια του υγρού, οι ατμοί εχουν μια άλλη συγκέντρωση που μετριέται με την απόλυτη υγρασία του αέρα (ή ισοδύναμα με την πίεση των ατμών του αέρα του χώρου). Όσο πιο μεγάλη είναι η διαφορά αυτών των συγκεντρώσεων, τόσο πιο έντονα διαχέονται (μεταφέρονται) οι ατμοί που βρίσκονται πάνω από την επιφάνεια του υγρού προς τον υπόλοιπο αέρα, άρα εντείνεται η εξάτμιση.