Γεια σας,
Κατά τη μετάφραση γερμανικού κειμένου οδοποιίας συναντώ έναν συγκεκριμένο όρο, τον οποίο δεν γνωρίζω.
Ο όρος είναι "Verziehung" και αναφέρεται πολλές φορές στο κείμενο, όπως π.χ. στην παραμόρφωση/στρέβλωση που υπόκειται καμπύλη/ευθεία/χάραξη/όρια οδού, έτσι ώστε να συνδεθεί/συνδεθούν με άλλη που έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, όπως για παράδειγμα όταν διαμορφώνονται εσοχές έκτακτης στάσης σε οδό, η οριογραμμή "παραμορφώνεται" στην αρχή και το τέλος της εσοχής για να να γίνει η διαπλάτυνση και επαναφορά του οδοστρώματος στο κανονικό του πλάτος.
Παράδειγμα από το κείμενο:
Για τις τυπικές διατομές στην περιοχή γεφυρών ισχύουν ειδικές προδιαγραφές. Εδώ τα πλάτη των στοιχείων της διατομής κατά κανόνα θα πρέπει να συμπίπτουν με αυτά των γειτονικών οδικών τμημάτων.
Σε περίπτωση που διαφέρουν μεταξύ τους οι διαστάσεις των διατομών, οι απαιτούμενες [highlight=red:26afe6d4a7]Verziehungen[/highlight:26afe6d4a7] διαμορφώνονται σύμφωνα με την Παράγραφο 5.6.4.
Υπάρχει σγκεκριμένος ελληνικός όρος που να αποδίδει το "Verziehung";
Θα ήμουν ευγνώμων αν μπορούσε να βοηθήσει κάποιος Πολ. μηχανικός.
Χαιρειτισμούς,
Χρήστος