Αναζήτηση στην κοινότητα
Εμφάνιση αποτελεσμάτων για τις ετικέτες 'αεπ'.
Found 23 results
-
Εάν η ανθρωπότητα δεν μεριμνήσει εγκαίρως, η παγκόσμια κρίση του νερού θα προκαλέσει καταστροφές στις οικονομίες, καθώς θα τεθεί σε κίνδυνο περισσότερο από το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής, προειδοποιεί η Παγκόσμια Επιτροπή για τα Οικονομικά του Νερού, μια διεθνής ομάδα ηγετών και εμπειρογνωμόνων. Οι αδύναμες οικονομίες, η καταστροφική χρήση γης και η επίμονη κακοδιαχείριση των υδάτινων πόρων έχουν συνδυαστεί με την επιδεινούμενη κλιματική κρίση και έχουν θέσει τον παγκόσμιο κύκλο του νερού υπό πρωτοφανή πίεση, όπως αναφέρει η Επιτροπή. Σχεδόν τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι και πάνω από το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων βρίσκονται σε περιοχές που αντιμετωπίζουν ξηρασία ή αστάθεια στη συνολική διαθεσιμότητα νερού. Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση, υπολογίζεται ότι η απώλεια στο ΑΕΠ θα είναι 8% παγκοσμίως ως το 2050 και θα φτάσει έως και 15% στις χώρες με χαμηλότερο εισόδημα. «Σήμερα, ο μισός πληθυσμός του πλανήτη αντιμετωπίζει λειψυδρία. Καθώς αυτός ο ζωτικός πόρος γίνεται όλο και πιο σπάνιος, η επισιτιστική ασφάλεια και η ανθρώπινη ανάπτυξη κινδυνεύουν και εμείς επιτρέπουμε να συμβεί αυτό», σημειώνει ο Γιόχαν Ρόκστρομ, διευθυντής του Ινστιτούτου Έρευνας για τις Κλιματικές Επιπτώσεις του Πότσνταμ και ένας από τους τέσσερις συμπροέδρους της Επιτροπής. Η έκθεση ζητά μια θεμελιώδη αναπροσαρμογή της θέσης του νερού στις οικονομίες, με αλλαγή παραδείγματος, στην οποία θα συμμετέχουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, από το τοπικό ως το παγκόσμιο επίπεδο, και την ενθάρρυνση των καινοτομιών και των επενδύσεων με βάση όχι το βραχυπρόθεσμο κόστος και όφελος, αλλά με γνώμονα τα μακροπρόθεσμα οφέλη που μπορούν να επιφέρουν σε ολόκληρη την οικονομία. Μεταξύ άλλων προτείνονται μετασχηματισμός της γεωργίας με κλιμάκωση της μικροάρδευσης, μείωση της εξάρτησης από λιπάσματα με βάση το άζωτο, διάδοση της αναγεννητικής γεωργίας και σταδιακή στροφή από τη διατροφή με βάση τα ζώα στη διατροφή με βάση τα φυτά. Επίσης, προστασία και αποκατάσταση των περιοχών που μπορούν να συμβάλουν καλύτερα σε έναν σταθερό κύκλο του νερού, κατά προτεραιότητα, αλλά και διατήρηση του 30% των δασών και αποκατάσταση του 30% των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων ως το 2030. Η Επιτροπή προτρέπει, εξάλλου, για την πλήρη αξιοποίηση κάθε σταγόνας νερού με την επεξεργασία και επαναχρησιμοποίηση των λυμάτων, μείωση της αναποτελεσματικότητας της διανομής και ανάκτηση πολύτιμων πόρων. Μία από τις δράσεις που προτείνει είναι και η μετάβαση σε μια εποχή καθαρής ενέργειας και η χρήση τεχνητής νοημοσύνης για την κατά πολύ χαμηλότερη ένταση νερού. Τέλος, είναι σημαντικό να τεθεί ως στόχος ότι ως το 2030 κανένα παιδί δεν θα πεθάνει από μη ασφαλές νερό. Σήμερα, υπολογίζεται ότι πάνω από 1.000 παιδιά πεθαίνουν καθημερινά από μη ασφαλές νερό. View full είδηση
-
Η κρίση στο νερό τρώει το 8% του παγκόσμιου ΑΕΠ έως το 2050
Engineer posted μια είδηση in Περιβάλλον
Εάν η ανθρωπότητα δεν μεριμνήσει εγκαίρως, η παγκόσμια κρίση του νερού θα προκαλέσει καταστροφές στις οικονομίες, καθώς θα τεθεί σε κίνδυνο περισσότερο από το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής, προειδοποιεί η Παγκόσμια Επιτροπή για τα Οικονομικά του Νερού, μια διεθνής ομάδα ηγετών και εμπειρογνωμόνων. Οι αδύναμες οικονομίες, η καταστροφική χρήση γης και η επίμονη κακοδιαχείριση των υδάτινων πόρων έχουν συνδυαστεί με την επιδεινούμενη κλιματική κρίση και έχουν θέσει τον παγκόσμιο κύκλο του νερού υπό πρωτοφανή πίεση, όπως αναφέρει η Επιτροπή. Σχεδόν τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι και πάνω από το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων βρίσκονται σε περιοχές που αντιμετωπίζουν ξηρασία ή αστάθεια στη συνολική διαθεσιμότητα νερού. Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση, υπολογίζεται ότι η απώλεια στο ΑΕΠ θα είναι 8% παγκοσμίως ως το 2050 και θα φτάσει έως και 15% στις χώρες με χαμηλότερο εισόδημα. «Σήμερα, ο μισός πληθυσμός του πλανήτη αντιμετωπίζει λειψυδρία. Καθώς αυτός ο ζωτικός πόρος γίνεται όλο και πιο σπάνιος, η επισιτιστική ασφάλεια και η ανθρώπινη ανάπτυξη κινδυνεύουν και εμείς επιτρέπουμε να συμβεί αυτό», σημειώνει ο Γιόχαν Ρόκστρομ, διευθυντής του Ινστιτούτου Έρευνας για τις Κλιματικές Επιπτώσεις του Πότσνταμ και ένας από τους τέσσερις συμπροέδρους της Επιτροπής. Η έκθεση ζητά μια θεμελιώδη αναπροσαρμογή της θέσης του νερού στις οικονομίες, με αλλαγή παραδείγματος, στην οποία θα συμμετέχουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, από το τοπικό ως το παγκόσμιο επίπεδο, και την ενθάρρυνση των καινοτομιών και των επενδύσεων με βάση όχι το βραχυπρόθεσμο κόστος και όφελος, αλλά με γνώμονα τα μακροπρόθεσμα οφέλη που μπορούν να επιφέρουν σε ολόκληρη την οικονομία. Μεταξύ άλλων προτείνονται μετασχηματισμός της γεωργίας με κλιμάκωση της μικροάρδευσης, μείωση της εξάρτησης από λιπάσματα με βάση το άζωτο, διάδοση της αναγεννητικής γεωργίας και σταδιακή στροφή από τη διατροφή με βάση τα ζώα στη διατροφή με βάση τα φυτά. Επίσης, προστασία και αποκατάσταση των περιοχών που μπορούν να συμβάλουν καλύτερα σε έναν σταθερό κύκλο του νερού, κατά προτεραιότητα, αλλά και διατήρηση του 30% των δασών και αποκατάσταση του 30% των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων ως το 2030. Η Επιτροπή προτρέπει, εξάλλου, για την πλήρη αξιοποίηση κάθε σταγόνας νερού με την επεξεργασία και επαναχρησιμοποίηση των λυμάτων, μείωση της αναποτελεσματικότητας της διανομής και ανάκτηση πολύτιμων πόρων. Μία από τις δράσεις που προτείνει είναι και η μετάβαση σε μια εποχή καθαρής ενέργειας και η χρήση τεχνητής νοημοσύνης για την κατά πολύ χαμηλότερη ένταση νερού. Τέλος, είναι σημαντικό να τεθεί ως στόχος ότι ως το 2030 κανένα παιδί δεν θα πεθάνει από μη ασφαλές νερό. Σήμερα, υπολογίζεται ότι πάνω από 1.000 παιδιά πεθαίνουν καθημερινά από μη ασφαλές νερό. -
Με ετήσιες μειώσεις 2% του ελληνικού ΑΕΠ ως το 2050 και ποσοστιαία υποχώρηση κατά 3%-6% για την περίοδο έως και το 2100, «απειλεί» η κλιματική αλλαγή τη χώρα μας, ενώ σωρευτικά «η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης στην Ελλάδα, μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες ύψους 701 δισ. ευρώ μέχρι το 2100», επισήμανε μιλώντας στο ΑΜΠΕ ο καθηγητής Οικονομικών του Περιβάλλοντος Ευτύχιος Σαρτζετάκης, διευθυντής του Εργαστηρίου Οικονομικών και Διαχείρισης της Βιώσιμης Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Λέγοντας ότι εν έτει 2019 ελάχιστα έχουν γίνει από αυτά που απαιτούνται προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην χώρα μας, και παρά το γεγονός ότι από το 2011 έχει εκδοθεί η μελέτη με τίτλο «Οι περιβαλλοντικές, Οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα», ο κ. Σαρτζετάκης υπογράμμισε την ανάγκη εκπόνησης μελετών στρατηγικής προσαρμογής για την κλιματική αλλαγή σε επίπεδο περιφερειών. «Επιβάλλεται να επιδιώξουμε επενδύσεις προσαρμογής εν μέσω της κλιματικής αλλαγής», υπογράμμισε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Ο μικρός στρατηγικός σχεδιασμός που έγινε από εμάς τους επιστήμονες εθελοντικά, δεν αρκεί σε καμία περίπτωση». Η προαναφερόμενη μελέτη έγινε υπό την αιγίδα της Τραπέζης της Ελλάδος, η οποία συνέστησε τη διεπιστημονική Επιτροπή για τη Μελέτη των Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ). Στην ΕΜΕΚΑ, όπως εξήγησε ο κ. Σαρτζετάκης, οικονομολόγοι του περιβάλλοντος και της ενέργειας, σε συνεργασία με κλιματολόγους, φυσικούς, βιολόγους, μηχανικούς και κοινωνικούς επιστήμονες, εκπονούν μελέτες που αξιολογούν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ελληνική οικονομία, αναλύουν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα, και προτείνουν τρόπους προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας προς βιώσιμα μοντέλα ανάπτυξης. Κατά τον κ. Σαρτζερτάκη, στην Ελλάδα πρέπει άμεσα να «επιδιώξουμε επενδύσεις προσαρμογής για την κλιματική αλλαγή». Επισημαίνοντας δε ότι η οικονομική ανάπτυξη θα πρέπει να προσαρμοστεί στις ανάγκες μετριασμού και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, ο ίδιος τόνισε ότι «όπως κάθε μεγάλη αλλαγή εμπεριέχει κινδύνους, προσφέρει όμως και ευκαιρίες». Στο πλαίσιο αυτό, ο ίδιος επισήμανε ότι όσον αφορά τον μετριασμό, «ήδη γίνονται κάποια, όχι αρκετά, βήματα για την μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα. Τα βήματα αυτά είναι μονομερείς δράσεις σε εθνικό ή ακόμη και περιφερειακό επίπεδο. Απαιτούνται άμεσα ταχύτατες μειώσεις των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου», τόνισε. Όσον αφορά την προσαρμογή, κατά τον κ. Σαρτζετάκη, οι επενδύσεις σε αντιπλημμυρικά έργα, αλλαγή στις καλλιέργειες, μεταβολές σε κλάδους όπως ο τουρισμός, «προσφέρουν και οικονομικές ευκαιρίες, τα οφέλη των οποίων θα πρέπει με κατάλληλο σχεδιασμό να διευρυνθούν και να διαχυθούν στην κοινωνία». Στο πλαίσιο αυτό επισήμανε ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα «ώστε οι επενδύσεις στον μετριασμό και την προσαρμογή να λειτουργήσουν προς όφελος της ανάπτυξης (όχι της μεγέθυνσης μόνον), δημιουργώντας ευκαιρίες και οφέλη για το σύνολο της κοινωνίας και ιδιαίτερα των πλέον ευπαθών ομάδων». Για να επιτευχθούν τα προαναφερόμενα και να μειωθούν οι μειώσεις εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) με την απαιτούμενη ταχύτητα, σύμφωνα με τον κ. Σαρτζετάκη «θα πρέπει να αυξηθεί το κόστος των δραστηριοτήτων που εκπέμπουν CO2». Εξήγησε ότι ένα από τα βασικά θέματα των οικονομικών της κλιματικής αλλαγής «αφορά στον προσδιορισμό του πλήρους κόστους ενός τόνου άνθρακα (προφανώς μεγαλύτερο από το ιδιωτικό κόστος, όπως προσδιορίζεται από την ελεύθερη αγορά)». Κατά τον ίδιο, το πρόβλημα είναι πόσο είναι το επιπλέον αυτό κόστος, το οποίο θα μπορούσε να επιβληθεί μέσω πολιτικών, ώστε να «διορθώσει» τις αγορές. Το κόστος αυτό ονομάζεται κοινωνικό κόστος άνθρακα (social cost of carbon SCC) και για τον προσδιορισμό τους όπως εξήγησε, χρησιμοποιούνται εξαιρετικά περίπλοκα υποδείγματα (Integrated Assessment Models) που ενσωματώνουν κλιματικές και οικονομικές παραμέτρους. Μια πραγματική εκτίμηση του κόστους του άνθρακα μας προσφέρει η τιμή των αδειών εκπομπής CO2 που διαμορφώνεται στο πλαίσιο του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ –ΕΕ, EU-ETS). «Η τιμή των αδειών παρέμεινε γύρω στα 7 ευρώ/τόνο μέχρι το τέλος της δεύτερης φάσης, ενώ μετά το τέλος του 2017 αυξήθηκε απότομα, φτάνοντας τα 20 ευρώ/τόνο προς τα τέλη του 2018» σημείωσε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι «η ταχεία αυτή αύξηση οφείλεται εν μέρει στην αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά κυρίως στις προσαρμογές που γίνονται εν αναμονή της μείωσης του αριθμού των αδειών, που θα προκληθεί από το Market Stability Reserve κατά την περίοδο 2019-2023». Στο πλαίσιο αυτό, ο ίδιος επισήμανε ότι η «πλειοψηφία των αναλυτών εκτιμά ότι η αύξηση των τιμών θα συνεχιστεί, με σημαντικές επιπτώσεις στην τιμή της ενέργειας σε όλες τις χώρες της ΕΕ, αλλά κυρίως σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η παραγωγή ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας, που αντιπροσωπεύει σχεδόν το 60% των εκπομπών CO2 της χώρας, έχει πολύ υψηλή ένταση εκπομπών (σχεδόν τριπλάσια από τη μέση της ΕΕ των 28 κρατών-μελών). Η τιμή των αδειών προβλέπεται να φτάσει τα 40-60 ευρώ /τόνο μέχρι το 2023, ενώ υπάρχουν προβλέψεις για έως και 100 ευρώ/ τόνο». Υπογραμμίζεται ότι ο κ. Σαρτζετάκης θα είναι ομιλητής στο 2ο αγροτικό συνέδριο που διοργανώνει αύριο στη Θεσσαλονίκη ο Σύνδεσμος Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΑΣΟΕΕ) και στην τοποθέτησή του θα αναφερθεί και στην έκθεση της διακυβερνητικής επιτροπής για την αλλαγή κλίματος, που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο. Μεταξύ άλλων, στη διάρκεια της τοποθέτησής του, ο ίδιος θα θέσει επί τάπητος τους «τεράστιους κινδύνους» που ενέχει η κλιματική αλλαγή για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι οποίοι έχουν αναγνωριστεί τα τελευταία χρόνια. View full είδηση
-
Tο ελληνικό ΑΕΠ μπορεί να μειώνεται σε ετήσια βάση κατά 2% μέχρι το 2050 και ακόμη περισσότερο μέχρι το 2100 εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, ενώ το συνολικό κόστος για την ελληνική οικονομία, σωρευτικά μέχρι το 2100, είναι δυνατόν να φθάσει τα 701 δισ. ευρώ. Αυτό υπογράμμισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας το βράδυ της Δευτέρας σε συνέδριο του Economist για τη βιώσιμη ανάπτυξη, στην Αθήνα. Σύμφωνα με τη σχετική ανάλυση, συμπλήρωσε ο κ. Στουρνάρας, η οποία ποσοτικοποιεί και κατατάσσει τους αναμενόμενους κλιματικούς κινδύνους για την ελληνική επικράτεια, η γεωργία είναι ο τομέας που αναμένεται να πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα, ενώ οι επιπτώσεις στον τουρισμό και τα παράκτια συστήματα θα επηρεάσουν σημαντικά το εισόδημα των νοικοκυριών και την οικονομία συνολικά. Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης ο τομέας των υδάτινων αποθεμάτων, από τα οποία εξαρτάται τόσο η γεωργία όσο και η ύδρευση. Ο ίδιος υπενθύμισε ότι τελευταία δέκα χρόνια η Τράπεζα της Ελλάδος συμμετέχει ενεργά στην έρευνα, τον εμπεριστατωμένο διάλογο και την παροχή επιστημονικής τεκμηρίωσης μέσω των δράσεων της διεπιστημονικής Επιτροπής για τη Μελέτη των Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ). Στην ΕΜΕΚΑ, οικονομολόγοι του περιβάλλοντος και της ενέργειας, σε συνεργασία με κλιματολόγους, φυσικούς, βιολόγους, μηχανικούς και κοινωνικούς επιστήμονες, εκπονούν μελέτες που αξιολογούν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ελληνική οικονομία, αναλύουν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα, και προτείνουν τρόπους προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας προς βιώσιμα μοντέλα ανάπτυξης. Το μέχρι σήμερα έργο της ΕΜΕΚΑ έχει υπογραμμίσει τη σημασία ύπαρξης μιας συγκεκριμένης πολιτικής προσαρμογής, αναγκαίας ως μέτρου περιορισμού των ζημιών από την κλιματική αλλαγή. Για το λόγο αυτό, στο πλαίσιο Μνημονίου Συνεργασίας που υπογράφηκε με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την Ακαδημία Αθηνών, σχεδίασε την Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή, και τώρα σχεδιάζει την εξειδίκευση της εφαρμογής της. View full είδηση
-
Με συνολική συνεισφορά στο ΑΕΠ κατά 47,9% το 2016, η Αθήνα καταδεικνύει τον αποφασιστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι πρωτεύουσες στη συνολική οικονομία μιας χώρας. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) Regions & Cities at a Glance, διαπιστώνεται ότι οι πρωτεύουσες αντιπροσωπεύουν το 26% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στις χώρες μέλη του οργανισμού. Το γεγονός αυτό πιθανότατα δεν προκαλεί έκπληξη, δεδομένου ότι η πρωτεύουσα αποτελεί συνήθως την πολυπληθέστερη πόλη μιας χώρας, καθώς και κέντρο των πολιτικών και οικονομικών φιλοδοξιών ενός έθνους. [statista] Ορισμένες χώρες βασίζονται στην σημασία της πρωτεύουσάς τους για την οικονομική ανάπτυξη πολύ περισσότερο από κάποιες άλλες. Εντούτοις, παρατηρούνται και εξαιρέσεις. Ενδεικτικά, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ουάσινγκτον αποτελεί την 20η μεγαλύτερη πόλη όσον αφορά τον πληθυσμό. Δεδομένης αυτής της κατάταξης, αντιπροσωπεύει μόνο το 0,7% του ΑΕΠ. Ομοίως στην Αυστραλία, προηγείται η Καμπέρα ακολουθεί το Σίδνεϊ και η Μελβούρνη. Ωστόσο, το 2016 το Σίδνεϊ αντιπροσώπευε το 38,6% του ΑΕΠ, ενώ η συνεισφορά της Καμπέρα ήταν μόνο 2,2%. Τέλος και στην Ασία, η επίδραση της πρωτεύουσας γίνεται έντονα αισθητή. Για παράδειγμα, η Σεούλ αντιπροσωπεύει σχεδόν το ήμισυ του ΑΕΠ της Νότιας Κορέας, ενώ η συμβολή του Τόκιο στην Ιαπωνία ανέρχεται στο 32,3%. View full είδηση
-
O τουρισμός το 2018 συνέβαλε άμεσα στη δημιουργία του 11,7% του ΑΕΠ της χώρας με 21,6 δισ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία και εκτιμήσεις που περιλαμβάνονται στη μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), με τίτλο «Η συμβολή του Τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2018». Αναλυτικά, η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 13,3% ή κατά 2,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017. Συνολικά (άμεσα και έμμεσα) ο τουρισμός το 2018 συνέβαλε από 25,7% (47,4 δισ. ευρώ) έως 30,9% (57,1 δισ. ευρώ) στη δημιουργία του ΑΕΠ. Στην αιχμή της τουριστικής περιόδου, μόνο μέσω της εργασίας στα καταλύματα και στην εστίαση (411.000 εργαζόμενοι), συνέβαλλε στο 16,7% της απασχόλησης και συνολικά (άμεσα και έμμεσα) μεταξύ 36,7% και 44,2% , ενώ αποτέλεσε βασικό μοχλό μείωσης της ανεργίας, ιδιαίτερα των νέων και των γυναικών. Επίσης, ο τομέας του τουρισμού είχε σημαντική επενδυτική δραστηριότητα ύψους 5 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 1,9 δισ. ευρώ σε εγχώρια προστιθέμενη αξία. Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, ο τουρισμός είναι κατ’ εξοχήν εξωστρεφής δραστηριότητα, αφού πάνω από το 90% των τουριστικών εσόδων προέρχεται από το εξωτερικό. Τα έσοδα αυτά, περιλαμβανομένων των εισπράξεων από κρουαζιέρα, αερομεταφορές και θαλάσσιες μεταφορές, ανήλθαν σε 18,2 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση κατά 11,3% ή κατά 1,8 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017. Επιπροσθέτως, ο τουρισμός περιλαμβανομένης της κρουαζιέρας, κάλυψε με τις ταξιδιωτικές εισπράξεις και τις εισπράξεις από τις αερομεταφορές και τις θαλάσσιες μεταφορές το 81% του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών. Οι εισπράξεις αυτές, ισούνται με το 73% των εισπράξεων από τις εξαγωγές όλων των άλλων προϊόντων που εξάγει η χώρα, εξαιρουμένων των εισπράξεων από εξαγωγή πλοίων και καυσίμων. O εισερχόμενος τουρισμός παρουσίασε δυναμική και το 2018 με βελτίωση όλων των δεικτών, εκτός από τη Μέση Διάρκεια Παραμονής που ακολουθεί την παγκόσμια τάση μείωσης. Η εποχικότητα του εισερχόμενου τουρισμού παρέμεινε υψηλή, με το 68,4% των αφίξεων και το 72,5% των εσόδων να καταγράφεται την περίοδο αιχμής μεταξύ Ιουνίου και Σεπτεμβρίου. Με βάση τις εκτιμήσεις της μελέτης, από κάθε 1 ευρώ τουριστικής δραστηριότητας, δημιουργείται επιπλέον 1,2 έως 1,65 ευρώ πρόσθετης οικονομικής δραστηριότητας. Ουσιαστικά για κάθε 1 ευρώ τουριστικού εσόδου, το ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται κατά 2,2 έως 2,65 ευρώ, εξέλιξη που αποδεικνύει ότι ο τουρισμός είναι ένας τομέας με μεγάλη διάχυση ωφελειών στην οικονομία. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι, η οικονομία 3 νησιωτικών Περιφερειών, εξαρτάται σε εξαιρετικά σημαντικό βαθμό από τον τουρισμό, αφού η συνεισφορά του τομέα στο Περιφερειακό ΑΕΠ ανέρχεται σε 47,2% στην Κρήτη, σε 71,2% στα Ιόνια Νησιά και σε 97,1% στο Νότιο Αιγαίο. Οι εν λόγω Περιφέρειες έχουν από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα, τεκμηριώνοντας την άποψη ότι ο τουρισμός οδηγεί σε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων των προορισμών. Παράλληλα, με τη μελέτη που περιλαμβάνει τις εκτιμήσεις για τη συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία για το 2018, το ΙΝΣΕΤΕ ολοκλήρωσε τη μελέτη με τα τελικά στοιχεία για τη συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία για το 2017. Στη μελέτη αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ για το 2017, έφθασε σε 19,04 δισ. ευρώ έναντι 17,69 δισ. ευρώ το 2016. Ο τουρισμός το 2017 συνέβαλε άμεσα στη δημιουργία του 10,6% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ η άμεση και έμμεση συμβολή του εκτιμάται από 23,2% έως 28%.
-
Με ετήσιες μειώσεις 2% του ελληνικού ΑΕΠ ως το 2050 και ποσοστιαία υποχώρηση κατά 3%-6% για την περίοδο έως και το 2100, «απειλεί» η κλιματική αλλαγή τη χώρα μας, ενώ σωρευτικά «η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης στην Ελλάδα, μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες ύψους 701 δισ. ευρώ μέχρι το 2100», επισήμανε μιλώντας στο ΑΜΠΕ ο καθηγητής Οικονομικών του Περιβάλλοντος Ευτύχιος Σαρτζετάκης, διευθυντής του Εργαστηρίου Οικονομικών και Διαχείρισης της Βιώσιμης Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Λέγοντας ότι εν έτει 2019 ελάχιστα έχουν γίνει από αυτά που απαιτούνται προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην χώρα μας, και παρά το γεγονός ότι από το 2011 έχει εκδοθεί η μελέτη με τίτλο «Οι περιβαλλοντικές, Οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα», ο κ. Σαρτζετάκης υπογράμμισε την ανάγκη εκπόνησης μελετών στρατηγικής προσαρμογής για την κλιματική αλλαγή σε επίπεδο περιφερειών. «Επιβάλλεται να επιδιώξουμε επενδύσεις προσαρμογής εν μέσω της κλιματικής αλλαγής», υπογράμμισε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Ο μικρός στρατηγικός σχεδιασμός που έγινε από εμάς τους επιστήμονες εθελοντικά, δεν αρκεί σε καμία περίπτωση». Η προαναφερόμενη μελέτη έγινε υπό την αιγίδα της Τραπέζης της Ελλάδος, η οποία συνέστησε τη διεπιστημονική Επιτροπή για τη Μελέτη των Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ). Στην ΕΜΕΚΑ, όπως εξήγησε ο κ. Σαρτζετάκης, οικονομολόγοι του περιβάλλοντος και της ενέργειας, σε συνεργασία με κλιματολόγους, φυσικούς, βιολόγους, μηχανικούς και κοινωνικούς επιστήμονες, εκπονούν μελέτες που αξιολογούν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ελληνική οικονομία, αναλύουν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα, και προτείνουν τρόπους προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας προς βιώσιμα μοντέλα ανάπτυξης. Κατά τον κ. Σαρτζερτάκη, στην Ελλάδα πρέπει άμεσα να «επιδιώξουμε επενδύσεις προσαρμογής για την κλιματική αλλαγή». Επισημαίνοντας δε ότι η οικονομική ανάπτυξη θα πρέπει να προσαρμοστεί στις ανάγκες μετριασμού και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, ο ίδιος τόνισε ότι «όπως κάθε μεγάλη αλλαγή εμπεριέχει κινδύνους, προσφέρει όμως και ευκαιρίες». Στο πλαίσιο αυτό, ο ίδιος επισήμανε ότι όσον αφορά τον μετριασμό, «ήδη γίνονται κάποια, όχι αρκετά, βήματα για την μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα. Τα βήματα αυτά είναι μονομερείς δράσεις σε εθνικό ή ακόμη και περιφερειακό επίπεδο. Απαιτούνται άμεσα ταχύτατες μειώσεις των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου», τόνισε. Όσον αφορά την προσαρμογή, κατά τον κ. Σαρτζετάκη, οι επενδύσεις σε αντιπλημμυρικά έργα, αλλαγή στις καλλιέργειες, μεταβολές σε κλάδους όπως ο τουρισμός, «προσφέρουν και οικονομικές ευκαιρίες, τα οφέλη των οποίων θα πρέπει με κατάλληλο σχεδιασμό να διευρυνθούν και να διαχυθούν στην κοινωνία». Στο πλαίσιο αυτό επισήμανε ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα «ώστε οι επενδύσεις στον μετριασμό και την προσαρμογή να λειτουργήσουν προς όφελος της ανάπτυξης (όχι της μεγέθυνσης μόνον), δημιουργώντας ευκαιρίες και οφέλη για το σύνολο της κοινωνίας και ιδιαίτερα των πλέον ευπαθών ομάδων». Για να επιτευχθούν τα προαναφερόμενα και να μειωθούν οι μειώσεις εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) με την απαιτούμενη ταχύτητα, σύμφωνα με τον κ. Σαρτζετάκη «θα πρέπει να αυξηθεί το κόστος των δραστηριοτήτων που εκπέμπουν CO2». Εξήγησε ότι ένα από τα βασικά θέματα των οικονομικών της κλιματικής αλλαγής «αφορά στον προσδιορισμό του πλήρους κόστους ενός τόνου άνθρακα (προφανώς μεγαλύτερο από το ιδιωτικό κόστος, όπως προσδιορίζεται από την ελεύθερη αγορά)». Κατά τον ίδιο, το πρόβλημα είναι πόσο είναι το επιπλέον αυτό κόστος, το οποίο θα μπορούσε να επιβληθεί μέσω πολιτικών, ώστε να «διορθώσει» τις αγορές. Το κόστος αυτό ονομάζεται κοινωνικό κόστος άνθρακα (social cost of carbon SCC) και για τον προσδιορισμό τους όπως εξήγησε, χρησιμοποιούνται εξαιρετικά περίπλοκα υποδείγματα (Integrated Assessment Models) που ενσωματώνουν κλιματικές και οικονομικές παραμέτρους. Μια πραγματική εκτίμηση του κόστους του άνθρακα μας προσφέρει η τιμή των αδειών εκπομπής CO2 που διαμορφώνεται στο πλαίσιο του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ –ΕΕ, EU-ETS). «Η τιμή των αδειών παρέμεινε γύρω στα 7 ευρώ/τόνο μέχρι το τέλος της δεύτερης φάσης, ενώ μετά το τέλος του 2017 αυξήθηκε απότομα, φτάνοντας τα 20 ευρώ/τόνο προς τα τέλη του 2018» σημείωσε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι «η ταχεία αυτή αύξηση οφείλεται εν μέρει στην αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά κυρίως στις προσαρμογές που γίνονται εν αναμονή της μείωσης του αριθμού των αδειών, που θα προκληθεί από το Market Stability Reserve κατά την περίοδο 2019-2023». Στο πλαίσιο αυτό, ο ίδιος επισήμανε ότι η «πλειοψηφία των αναλυτών εκτιμά ότι η αύξηση των τιμών θα συνεχιστεί, με σημαντικές επιπτώσεις στην τιμή της ενέργειας σε όλες τις χώρες της ΕΕ, αλλά κυρίως σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η παραγωγή ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας, που αντιπροσωπεύει σχεδόν το 60% των εκπομπών CO2 της χώρας, έχει πολύ υψηλή ένταση εκπομπών (σχεδόν τριπλάσια από τη μέση της ΕΕ των 28 κρατών-μελών). Η τιμή των αδειών προβλέπεται να φτάσει τα 40-60 ευρώ /τόνο μέχρι το 2023, ενώ υπάρχουν προβλέψεις για έως και 100 ευρώ/ τόνο». Υπογραμμίζεται ότι ο κ. Σαρτζετάκης θα είναι ομιλητής στο 2ο αγροτικό συνέδριο που διοργανώνει αύριο στη Θεσσαλονίκη ο Σύνδεσμος Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΑΣΟΕΕ) και στην τοποθέτησή του θα αναφερθεί και στην έκθεση της διακυβερνητικής επιτροπής για την αλλαγή κλίματος, που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο. Μεταξύ άλλων, στη διάρκεια της τοποθέτησής του, ο ίδιος θα θέσει επί τάπητος τους «τεράστιους κινδύνους» που ενέχει η κλιματική αλλαγή για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι οποίοι έχουν αναγνωριστεί τα τελευταία χρόνια.
-
2,5% στο ελληνικό ΑΕΠ θα προσδώσει το Ελληνικό σύμφωνα με το Bloomberg
GTnews posted μια είδηση in Έργα-Υποδομές
Εκτενή αναφορά στη μεγαλύτερη αστική ανάπλαση στην Ευρώπη, στο Ελληνικό που είναι σε πλήρη εξέλιξη από τη Lamda Development, έχει το Bloomberg. Όταν ολοκληρωθεί η πρώτη φάση κατασκευής του έργου στο Ελληνικό το 2026, ο χώρος του πρώην αεροδρομίου Αθηνών θα είναι αγνώριστος, αναφέρει το Bloomberg. Ο Ανατολικός Τερματικός Σταθμός που σχεδιάστηκε από την Eero Saarinen θα παραμείνει στη θέση του, τα εγκαταλειμμένα υπόστεγα και οι διάδρομοι προσγείωσης θα αντικατασταθούν από μια ανάπτυξη πολλαπλών χρήσεων δύο φορές το μέγεθος του Central Park της Νέας Υόρκης. Μέσα σε τρία χρόνια, η έκταση 650 στρεμμάτων κατά μήκος της νοτιοανατολικής ακτής της Αθήνας θα διαθέτει περίπου 10.000 πολυτελή παραθαλάσσια σπίτια και διαμερίσματα, ένα ξενοδοχείο Mandarin Oriental, ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μια μαρίνα για mega-yachts, ένα καζίνο με την επωνυμία Hard Rock, ένα υπερσύγχρονο αθλητικό συγκρότημα, ένα ιδιωτικό σχολείο, πολιτιστικά και ψυχαγωγικά κέντρα, μια μεγάλη παραλία και ένα χώρο πρασίνου έκτασης δύο εκατ. τετραγωνικών μέτρων που θα είναι το μεγαλύτερο παράκτιο πάρκο της Ευρώπης, όλα με θέα στα γαλάζια νερά του Σαρωνικού, περιγράφει στο δημοσίευμα του το Bloomberg. Το ιδιωτικά χρηματοδοτούμενο έργο θα μεταμορφώσει την ελληνική πρωτεύουσα, αναφέρεται και επισημαίνεται ότι για να δημιουργήσει νωρίς ώθηση, ο κατασκευαστής, η Lamda Development άρχισε να πουλά οικιστικά ακίνητα στον πύργο Riviera 200 μέτρων που σύντομα θα είναι το ψηλότερο κτίριο της χώρας Μέχρι στιγμής έχουν πουληθεί και οι 170 μονάδες του πύργου, με την πλειοψηφία να αγοράζεται από Έλληνες κατοίκους και μέλη της ελληνικής Διασποράς. Οι πωλήσεις για μισθώσεις και ακίνητα στο Ελληνικό έφτασαν μέχρι σημερα τα 1,2 δισ. ευρώ, ενώ οι τιμές των οικιστικών ακινήτων στα γειτονικά προάστια έχουν αρχίσει επίσης να ανεβαίνουν. «Οι συντηρητικές μας εκτιμήσεις είναι ότι το Ελληνικό θα προσθέσει 2,5% στο ελληνικό ΑΕΠ με την ολοκλήρωσή του και θα προσελκύσει 1,5 εκατ. τουρίστες σε ετήσια βάση» ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της Lamda, Οδυσσέας Αθανασίου. Στην εναρκτήρια εκδήλωση τον περασμένο Οκτώβριο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε το έργο του Ελληνικού ως «τον πρόλογο μιας νέας εποχής για την ακτή», επισημαίνοντας ότι αναμένεται να αποφέρει πάνω από 14 δισ. ευρώ (15,2 δισ. δολάρια) σε φορολογικά έσοδα κατά τη διάρκεια του 25ετούς κύκλου ανάπτυξής του. Με τη χώρα να εξακολουθεί να στέκεται στα πόδια της μετά από μια δεκαετή κρίση χρέους, το Ελληνικό υψώνεται ως σύμβολο της αναγέννησης της Αθήνας, αναφέρει το δημοσίευμα. -
Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο που δημοσιεύτηκε στο Euractiv έδειξε πως το σενάριο για την Ενέργεια και το Κλίμα για το 2030 με μοναδικό στόχο τη μείωση των Αερίων του Θερμοκηπίου (Α.Φ.Θ.) και τον «Μη στόχο» 27% για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.), έχει αρνητικό αποτέλεσμα στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (Α.Ε.Π.) της Ευρώπης! Μέχρι πρόσφατα ως Ευρωπαϊκός κλάδος Αιολικής Ενέργειας, διαμαρτυρόμασταν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαινόταν να κρύβει τα στοιχεία για την επίδραση στο Α.Ε.Π. του σεναρίου του ενός μοναδικού στόχου μείωσης των ΑΦΘ κατά 40%. Πράγματι, η μόνη αναφορά στα κείμενα της Επιτροπής, αφορούσε στο θετικό αποτέλεσμα στο Α.Ε.Π. των σεναρίων που προβλέπουν συμμετοχή κατά 30% και 35% των Α.Π.Ε. για το 2030, τα οποία δημιουργούσαν αύξηση του Α.Ε.Π. κατά 0,46% and 0,53% αντίστοιχα. Αποκαλύφθηκε όμως, τώρα, πως στη σελίδα 83 της Μελέτης «Εκτίμησης των Επιπτώσεων για το 2030» της ίδιας της Επιτροπής, αναφέρεται απώλεια κατά 0,1% έως 0,45% του Α.Ε.Π. με την εφαρμογή του σεναρίου ενός και μοναδικού στόχου μείωσης των Α.Φ.Θ. κατά 40% για το 2030 (η διακύμανση 0,1% έως 0,45%, εξαρτάται από την τιμολόγηση του Διοξειδίου στους εκτός συστήματος ETS κλάδους και από τη χρήση δημοπρασιών). Αυτό φυσικά θέτει εύλογα ερωτήματα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η οποία είχε αιτιολογήσει την επιλογή του σεναρίου ενός στόχου μείωσης 40% Α.Φ.Θ., ως επιλογή του πλέον οικονομικά αποδοτικού σεναρίου. Είναι δυνατό το πλέον οικονομικά αποδοτικό σενάριο να είναι αυτό που έχει αρνητικό αποτέλεσμα στην ανάπτυξη της Ευρώπης; Δυστυχώς για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του κ. Μπαρόζο, προστέθηκε άλλο ένα ακλόνητο επιχείρημα για την υποστήριξη ενός δεσμευτικού στόχου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας όχι λιγότερο από 30 % για το 2030, ως του καλύτερου τρόπου για την προώθηση της ανάπτυξης της Ευρώπης, της αύξησης της απασχόλησης, της διατήρησης της βιομηχανικής ηγεσίας της Ευρώπης στις Α.Π.Ε και επιπλέον, της αύξησης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της Ευρώπης! Θυμίζουμε πως η μελέτη «Εκτίμησης των Επιπτώσεων για το 2030» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διαπίστωσε ότι ένας στόχος Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας 30 %, θα μπορούσε να δημιουργήσει 568.000 επιπλέον θέσεις εργασίας στην Ευρώπη έως το 2030, και να εξοικονομήσει € 260 δισεκατομμύρια από εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, σε σύγκριση με το στόχο του 27 % που πρότεινε η Επιτροπή. Επιπλέον, είναι ιδιαίτερα σημαντικό τις μέρες της δραματικής υπογράμμισης της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης εξ αιτίας των εξελίξεων στην Ουκρανία, να τονιστεί πως το σενάριο 30% Α.Π.Ε. για το 2030 περιορίζει τις εισαγωγές φυσικού αερίου κατά 26%, έναντι μόλις 9% με το σενάριο 27%. Πιστεύουμε πως τα επιχειρήματα υπέρ της επιλογής ενός φιλόδοξου και δεσμευτικού στόχου για τις ΑΠΕ για το 2030 είναι αδιάσειστα. Η Επιτροπή πρέπει απλά να κάνει αυτό για το οποίο εκλέχτηκε: να διαφυλάξει τα συμφέροντα των πολιτών της Ευρώπης και κυρίως το μέλλον τους, επιλέγοντας το μεγαλύτερο δυνατό στόχο για τις ΑΠΕ για το 2030 και ανοίγοντας το δρόμο για το στόχο του 2050. Ελπίζουμε η Ελληνική Προεδρία, που πρόσφατα μας εξέπληξε ευχάριστα στο εσωτερικό με τη δέσμευση του Υπουργού ΠΕΚΑ κ. Μανιάτη για στόχο της Ελλάδος, 30% Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας για το 2030, για το υπόλοιπο της θητείας της, να εκμεταλλευτεί το στοιχείο που αποκαλύπτουμε σήμερα και να προσπαθήσει κατ αρχήν, για θετική εξέλιξη στο Συμβούλιο Αρχηγών Κρατών τον Ιούνιο, και στη συνέχεια, ως απλό κράτος μέλος, να ενώσει τις δυνάμεις της με τις Γερμανία, Δανία και Πορτογαλία για την καλύτερη δυνατή απόφαση για τους στόχους του 2030, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Φθινοπώρου, όπως ορίστηκε στην απόφαση του Μαρτίου. Η ανάσταση για τον πλανήτη από την ενεργειακή, οικονομική, περιβαλλοντική και κλιματική κρίση, θα έρθει μόνο με βιώσιμες ενεργειακές επιλογές και η επιλογή Α.Π.Ε. είναι μονόδρομος. *Ο Δρ Ιωάννης Τσιπουρίδης είναι πρόεδρος της ΕΛΕΤΑΕΝ Πηγή: http://www.econews.gr/2014/04/22/stoxoi-ape-europi-114247/
-
Το ΑΕΠ των ΗΠΑ φτάνει τα 16,7 τρισ. δολάρια. Ποιές 50 χώρες νομίζετε εσείς ότι παράγουν το συνολικό ΑΕΠ των ΗΠΑ; Μην βγάλετε τα κομπιουτεράκια. Την δουλειά την έκανε ο καθηγητής Οικονομικών Μαρκ Πέρυ του American Enterprise Institute. Και ιδού ο χάρτης. Και δεν βρήκε οποιεσδήποτε χώρες, αλλά εκείνες που το ΑΕΠ της κάθε μιας αντιστοιχεί με το παραγόμενο ΑΕΠ της κάθε μιας από τις αμερικανικές Πολιτείες. Ποια είναι η Ελλάδα; Η Πολιτεία με το ΑΕΠ της Ελλάδας (στοιχεία του 2013 αλλά ο ίδιος υπόσχεται να τον επικαιροποιήσει σύντομα) είναι το Κονέκτικατ. Βρίσκεται στην περιοχή της Νέας Αγγλίας και συνορεύει με το Ρόουντ Άιλαντ, τη Μασαχουσέτη και τη Νέα Υόρκη. Η έκτασή της είναι 14.357 τετραγωνικά χιλιόμετρα (131.957 της Ελλάδας) και ο πληθυσμός της είναι 3.580.700 άτομα (10.816.286 στην Ελλάδα). Το ΑΕΠ και των δύο είναι 266 δισ. ευρώ (στοιχεία 2013). Πηγή: http://www.huffingto...html?1432878486 Click here to view the είδηση
-
Σε περίοδο 15ετίας εκτιμάται ότι η εφαρμογή της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) μπορεί να συνδράμει στο ΑΕΠ της χώρας κατά περίπου 180 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με μελέτη της Accenture Greece από κοινού με την Microsoft στην Ελλάδα η οποία έχει επιδοθεί και στο Μέγαρο Μαξίμου. Σε παγκόσμιο επίπεδο οι μεγάλες επιχειρήσεις δίνουν ήδη σημαντική βαρύτητα στην έρευνα και ανάπτυξη για εφαρμογές Παραγωγικής Τεχνητής Νοημοσύνης (ΠΤΝ). Προβλέπεται ότι έως το 2030 η αγορά προϊόντων ΤΝ θα ανέρχεται σε 500 δισ. δολάρια. Στοιχείο, που ουσιαστικά υποδηλώνει δέσμευση για καινοτομία και τεχνολογική ανάπτυξη σε έναν κλάδο που είναι ταχέως εξελισσόμενος και ουδείς επιθυμεί να παραμείνει ουραγός. Τα οφέλη της ΤΝ Σύμφωνα με τους ειδικούς στο συγκεκριμένο θέμα, η ΠΤΝ μπορεί να ενισχύσει την ανίχνευση και την πρόληψη της απάτης, αναλύοντας τεράστιες ποσότητες δεδομένων συναλλαγών για τον εντοπισμό ύποπτων μοτίβων και πιθανών απειλών σε πραγματικό χρόνο. Επίσης μπορεί να βελτιστοποιήσει τις επενδυτικές στρατηγικές με την επεξεργασία δεδομένων της αγοράς, ειδήσεων και ιστορικών τάσεων για την παροχή πληροφοριών και προγνωστικών μοντέλων που βασίζονται σε δεδομένα, βοηθώντας τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τους επενδυτές να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις. Στην εξυπηρέτηση πελατών, τα chatbots και οι εικονικοί βοηθοί μπορούν να παρέχουν εξατομικευμένες οικονομικές συμβουλές, να απαντούν σε ερωτήματα και να βοηθούν στη διαχείριση λογαριασμών, βελτιώνοντας τη συνολική εμπειρία του πελάτη. Οι υπηρεσίες χρηματοοικονομικών συμβουλών με βάση την ΤΝ και ειδικότερα την ΠΤΝ, χρησιμοποιούν προηγμένους αλγορίθμους για την ανάλυση των οικονομικών δεδομένων και των ατομικών στόχων των χρηστών. Αυτό τους επιτρέπει να παρέχουν εξαιρετικά εξατομικευμένες συστάσεις και καθοδήγηση σχετικά με τον προϋπολογισμό, την αποταμίευση, τις επενδύσεις και τη διαχείριση του χρέους. Παράλληλα, τα εργαλεία φορολογικής διαχείρισης με TN φέρνουν επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διαχείριση της φορολογίας, αυτοματοποιώντας κουραστικές εργασίες, βελτιστοποιώντας τον φορολογικό σχεδιασμό και ελαχιστοποιώντας τα λάθη. Επιπλέον, η ΤΝ διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου, χρησιμοποιώντας την ανάλυση δεδομένων για την εκτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας και την αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου για περιπτώσεις δανεισμού και επενδύσεων σε πραγματικό χρόνο. Αυτό όχι μόνο ενισχύει την ακρίβεια των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, αλλά και μειώνει τα ποσοστά αθέτησης. Ενώ, η παρακολούθηση της κανονιστικής συμμόρφωσης με τη βοήθεια της ΠΤΝ, απλοποιεί τις διαδικασίες συμμόρφωσης με την αυτοματοποίησή τους και εντοπίζει πιθανές παραβιάσεις και απάτες, εξασφαλίζοντας ένα ασφαλές χρηματοπιστωτικό περιβάλλον. Μια άλλη μελέτη του Εθνικού Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (EKKE) και το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος» (ΕΚΕΦΕ «Δ»),η οποία πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη της Ειδικής Γραμματείας Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού, παρουσιάζει τέσσερεις πιθανές εναλλακτικές εικόνες του μέλλοντος της ΠΤΝ στην Ελλάδα του 2030. Συγκεκριμένα : 1. Τεχνοκοινωνική επιτάχυνση Σε αυτό το σενάριο, ο τεχνολογικά προηγμένος κόσμος περιγράφεται ως ανθεκτικός και απελευθερωμένος από τεχνοφοβικές αγκυλώσεις, ενώ η αειφορία και η αξία του οικοσυστήματος της ΠΤΝ βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο, μαζί με ένα υγιές και εύρωστο φιλελεύθερο πολιτικό σύστημα. Η ΠΤΝ υιοθετείται ευρέως και ενσωματώνεται σε διάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής. Αντιπροσωπεύει την αισιοδοξία που περιβάλλει τις δυνατότητες της ΤΝ εν γένει να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα της διοίκησης, την παραγωγικότητα της οικονομίας και την ευημερία των πολιτών, μέσα σε ένα υπεύθυνο, ηθικό και προορατικό πλαίσιο όπου τεχνολογία και κοινωνία συνυπάρχουν λειτουργικά και συγχρονίζονται με γρήγορους ρυθμούς. Σύμφωνα με το σενάριο της «τεχνοκοινωνικής επιτάχυνσης», η Ελλάδα το 2030 έχει ενισχύσει σημαντικά τις επενδύσεις σε κέντρα δεδομένων, προασπίζοντας την εθνική ψηφιακή κυριαρχία της, και καθιερώνεται ως περιφερειακό και παγκόσμιο hotspot τεχνολογικής καινοτομίας, συσσωρεύοντας γεωπολιτική ισχύ και δημιουργώντας εξαρτήσεις. Καθιερώνεται επίσης και ως υπερκόμβος παραγωγής, διάδοσης και ανταλλαγής γνώσης για την Ηθική της Τεχνητής Νοημοσύνης- με τη συμβολή επιστημόνων με υψηλή εξειδίκευση που εγκαταστάθηκαν στη χώρα από πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού (brain gain). Το συγκεκριμένο σενάριο διαθέτει τα περισσότερα οφέλη για την ελληνική κοινωνία με την υιοθέτηση της ΠΤΝ. 2. Τεχνονάνος Πρόκειται για έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η ανοιχτή οικονομία και μια δέσμη καλοπροαίρετων πολιτικών προθέσεων, ωστόσο το οικοσύστημα της ΠΤΝ χάνει τη βιωσιμότητα και τη δυναμική του και δεν αποτελεί προτεραιότητα. Αυτό το σενάριο απεικονίζει μια αρνητική κατάσταση στην οποία επιβάλλονται αυστηροί κανονισμοί στην ανάπτυξη της ΠΤΝ (με ισχυρές διαφωνίες στους κόλπους της ΕΕ), που ενδεχομένως να φτάσουν σε σημείο να καταπνίξουν ή να περιορίσουν τη διαφαινόμενη πρόοδο της. Έτσι, εγείρονται ανησυχίες σχετικά με την υπερβολική ρύθμιση και τις πιθανές επιπτώσεις της, αλλά και σχετικά με την διογκωμένη γραφειοκρατία, ενώ μεταξύ άλλων επισημαίνονται σημαντικά εμπόδια στην τεχνολογική εξέλιξη και καινοτομία. 3. Τεχνοκοινωνική βραδυπορία Αυτό αντιπροσωπεύει ένα καχεκτικό ή υπανάπτυκτο οικοσύστημα ΠΤΝ, με υποχώρηση της προόδου των μοντέλων ΠΤΝ και μείωση της τεχνοκοινωνικής δυναμικής, σε έναν κλειστό, κατακερματισμένο και τεχνοφοβικό κόσμο, παράλληλα με μυωπικές στρατηγικές και μια μεγάλη ένδεια ηθικών και ρυθμιστικών πλαισίων, δημοσίων πολιτικών και θεσμικών παρεμβάσεων. Εδώ, η ΠΤΝ αντιμετωπίζει την κοινωνική απόρριψη λόγω των αναδυόμενων χασμάτων και ανισοτήτων, της κακής χρήσης, της αναποτελεσματικότητας και της δυσπιστίας που απορρέει από ανεπαρκείς κανονισμούς και σημαντικές νομικές και δεοντολογικές ελλείψεις 4. Τεχνογίγαντας Ένας γίγαντας αντιπροσωπεύει ένα οικοσύστημα ΠΤΝ που αντανακλά την παγκόσμια τεχνολογική έκρηξη μέσα σε ένα κοινωνικοπολιτισμικό και πολιτικό περιβάλλον που αδυνατεί ναμετατρέψει την ταχύτητα σε προσαρμογή, να ενσωματώσει τις σύγχρονες τεχνοεξελίξεις και να αξιοποιήσει τις δυνατότητες και ευκαιρίες που αυτές προσφέρουν. Αυτό το σενάριο δείχνει ένα μάλλον μη βιώσιμο μέλλον όπου η ΠΤΝ δεν οριοθετείται από κανόνες και εξελίσσεται συνεχώς και ανεξέλεγκτα, τροφοδοτώντας τον τεχνολαϊκισμό και δημιουργώντας διάχυτη δυσπιστία και έντονες ανησυχίες σχετικά με πιθανές παραβιάσεις και καταχρήσεις. Συμπερασματικά, με βάση την έρευνα, με την ανάπτυξη και εκπαίδευση ελληνικών συστημάτων ΠΤΝ σε εγχώριες υποδομές, η Ελλάδα θα είναι σε θέση να λειτουργεί ανεξάρτητα, χωρίς την ανάγκη για εξωτερικούς πόρους ή εξωτερικά συστήματα, ενισχύοντας την εθνική τεχνολογική κυριαρχία της. Ως εκ τούτου, η επένδυση σε υποδομές εκπαίδευσης (HPC), διαχείρισης και αποθήκευσης μεγάλων δεδομένων (data spaces), καθώς και φιλοξενίας των εφαρμογών παραγωγικής ΤΝ (data centers), είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη του τομέα, αλλά και της ανεξαρτησίας της χώρας σε επίπεδο υποδομών και ασφάλειας δεδομένων. Η τελική έκθεση Τάσεις - Ευκαιρίες για την Ελλάδα - Ευαλωτότητες - Αβεβαιότητες - Σενάρια - Προτάσεις Πολιτικής - GenAI & Ελλάδα 2030 https://foresight.gov.gr/wp-content/uploads/2024/01/GenAI_Greece_2030.pdf View full είδηση
-
Τεκτονικές αλλάγες όσον αφορά την ψηφιοποίηση της οικονομικής, επιχειρηματικής και κοινωνικής ζωής φέρνει η πανδημία του COVID-19. Η στροφή προς μια ψηφιακή εποχή επιταχύνεται από την πανδημία, φέρνοντας τον ψηφιακό μετασχηματισμό ταχύτερα σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν τα 2/3 (65%) του παγκόσμιου ΑΕΠ θα παράγονται ψηφιακά έως το 2022, με τη συμβολή της ψηφιακής οικονομίας στη διεθνή οικονομική ανάπτυξη να γίνεται κάτι παραπάνω από καίρια. Όπως αναφέρει ο ΣΕΠΕ σε ανάρτηση στην ιστοσελίδα του, ο πλανήτης αναμένεται να επενδύσει περισσότερα από $6,8 τρισ. στον ψηφιακό μετασχηματισμό την περίοδο 2020-2023. Τα επενδυτικά προγράμματα για την ψηφιοποίηση θα αυξάνονται με ρυθμό της τάξης του 15,5% τουλάχιστον έως το 2023. Παρά την πανδημία του COVID-19 και ίσως εξαιτίας αυτής, οι αναλυτές (IDC, FutureScape: Worldwide Digital Transformation 2021 Predictions) κάνουν πλέον λόγο για κατεύθυνση της παγκόσμιας οικονομίας προς ένα …ψηφιακό πεπρωμένο. Επιχειρήσεις, δημόσιοι οργανισμοί, αλλά και οι ίδιες οι κοινωνίες βαδίζουν ήδη σε αυτό τον δρόμο. Στον δρόμο της ψηφιοποίησης βαδίζουν με επιταχυνόμενο ρυθμό -κατά κύριο λόγο οι ίδιες οι επιχειρήσεις: έως το 2023, το 75% των εταιρειών θα έχει εφαρμόζει έναν ολοκληρωμένο οδικό χάρτη ψηφιακού μετασχηματισμού. Το αντίστοιχο ποσοστό σήμερα είναι 27%. Ψηφιακές δεξιότητες Προφανώς η πορεία των επιχειρήσεων προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό θα παραμείνει γράμμα κενό περιεχομένου, αν δεν υπάρχει αντίστοιχη ψηφιακή πορεία για το ανθρώπινο δυναμικό. Οι αναλυτές προβλέπουν ότι ήδη από το 2021, το 60% των εταιρειών-ηγετών θα επενδύουν μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού τους στην ψηφιακή εμπειρία του προσωπικού, εγκαινιάζοντας νέα μοντέλα συνεργασίας μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Η επιτάχυνση της πορείας προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό θα σηματοδοτήσει μια ταχύτερη μετάβαση προς τη λεγόμενη «οικονομία της πλατφόρμας». Έως το 2025, καθοδηγούμενες από τις ασταθείς παγκόσμιες συνθήκες, το 75% οι διοικήσεις των επιχειρήσεων παγκοσμίως θα αξιοποιούν τις ψηφιακές πλατφόρμες και τις δυνατότητες του οικοσυστήματος, που αυτές δημιουργούν, για να προσαρμόσει τις αλυσίδες αξίας τους σε νέες αγορές. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός ήδη δημιουργεί -και θα συνεχίσει να το κάνει- νέα επιχειρηματικά μοντέλα. Με ορίζοντα το 2021, τουλάχιστον το 30% των εταιρείες θα επιταχύνουν την καινοτομία, για να υποστηρίξουν νέα επιχειρηματικά μοντέλα λειτουργίας, θέτοντας τις βάσεις για την ψηφιακή επιχείρηση του μέλλοντος.
-
Το ΑΕΠ των ΗΠΑ φτάνει τα 16,7 τρισ. δολάρια. Ποιές 50 χώρες νομίζετε εσείς ότι παράγουν το συνολικό ΑΕΠ των ΗΠΑ; Μην βγάλετε τα κομπιουτεράκια. Την δουλειά την έκανε ο καθηγητής Οικονομικών Μαρκ Πέρυ του American Enterprise Institute. Και ιδού ο χάρτης. Και δεν βρήκε οποιεσδήποτε χώρες, αλλά εκείνες που το ΑΕΠ της κάθε μιας αντιστοιχεί με το παραγόμενο ΑΕΠ της κάθε μιας από τις αμερικανικές Πολιτείες. Ποια είναι η Ελλάδα; Η Πολιτεία με το ΑΕΠ της Ελλάδας (στοιχεία του 2013 αλλά ο ίδιος υπόσχεται να τον επικαιροποιήσει σύντομα) είναι το Κονέκτικατ. Βρίσκεται στην περιοχή της Νέας Αγγλίας και συνορεύει με το Ρόουντ Άιλαντ, τη Μασαχουσέτη και τη Νέα Υόρκη. Η έκτασή της είναι 14.357 τετραγωνικά χιλιόμετρα (131.957 της Ελλάδας) και ο πληθυσμός της είναι 3.580.700 άτομα (10.816.286 στην Ελλάδα). Το ΑΕΠ και των δύο είναι 266 δισ. ευρώ (στοιχεία 2013). Πηγή: http://www.huffingtonpost.gr/2015/05/29/diethnes-xartis-ipa_n_7466228.html?1432878486
-
Ανεβαίνει διαρκώς η συμμετοχή της παγκόσμιας βιομηχανίας του mobile στο τελικό οικονομικό προϊόν που παράγει ο πλανήτης. Το 2015 ο κλάδος συμμετείχε με 3,1 τρισ. δολάρια στο παγκόσμιο ΑΕΠ, με τη συνδρομή να μεταφράζεται ποσοστιαία σε 4,2%, ενώ ως το 2020 η οικονομική συνδρομή της κινητής τηλεφωνίας αναμένεται να ανέλθει σε 3,7 τρισ. δολάρια. Σύμφωνα με νέα μελέτη της διεθνούς Ενωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (Groupe Speciale Mobile Association-GSMA), σχεδόν τα τρία τέταρτα του παγκόσμιου πληθυσμού θα είναι συνδεδεμένα σε κάποιο δίκτυο κινητής ως το 2020. Εντός της προσεχούς τετραετίας εκτιμάται ότι θα προστεθούν ένα δισεκατομμύριο νέοι συνδρομητές κινητής, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό τους σε 5,6 δισ., που ισοδυναμεί με το 72% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 2016 το οικοσύστημα του mobile αναμένεται να διευρύνει περαιτέρω τη συμμετοχή του στο παγκόσμιο οικονομικό προϊόν, με το 4G/LTE να είναι η τεχνολογία, η οποία καθοδηγεί αυτή την ανοδική πορεία. Σύμφωνα με την έρευνα, ήδη η παγκόσμια αγορά του 4G κατάφερε να διπλασιαστεί σε μέγεθος το 2015, με τις σχετικές συνδέσεις να υπερβαίνουν το ορόσημο του 1 δισεκατομμυρίου. Με τη διείσδυση της κινητής ευρυζωνικότητας να ενισχύεται τόσο στις αναδυόμενες όσο και στις αναπτυγμένες αγορές του πλανήτη, οι εκτιμήσεις για τις συνδέσεις επόμενης γενιάς παραμένουν κάτι παραπάνω από θετικές. Συγκεκριμένα, αναμένεται ότι εντός της προσεχούς τετραετίας οι συνδέσεις 4G/LTE θα αντιστοιχούν στο ένα τρίτο όλων των συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας παγκοσμίως, οι οποίες υπολογίζονται σε 9 δισ. ως το 2020. «Η επιταχυνόμενη στροφή σε τεχνολογίες 3G και κυρίως 4G τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες αγορές τροφοδοτεί την ψηφιακή καινοτομία, επιταχύνει την υιοθέτηση των smartphones και την αύξηση των δεδομένων κινητής τηλεφωνίας» αναφέρει σχετικά η μελέτη. Συνδέσεις 4G Η έρευνα παραθέτει μια σειρά από στοιχεία, τα οποία συνηγορούν υπέρ του δυναμισμού της παγκόσμιας αγοράς κινητών ευρυζωνικών υπηρεσιών. Σύμφωνα με αυτά, οι συνδέσεις 4G/LTE το 2015 ανήλθαν σε 1 δισ. από τα 7,3 δισ. των συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας. Στα τέλη του 2015 υπήρχαν διαθέσιμα 451 δίκτυα 4G/LTE σε 151 χώρες παγκοσμίως, με σχεδόν το ήμισυ αυτών να φιλοξενείται στις αναπτυσσόμενες αγορές του πλανήτη. Οι συνδέσεις 3G και 4G αντιστοιχούσαν το 2015 στο 50% των συνολικών συνδέσεων, ποσοστό που αναμένεται να διαμορφωθεί σε 70% ως το 2020. Η αυξανόμενη διείσδυση της κινητής ευρυζωνικότητας σε συνδυασμό με την ανοδική πορεία υιοθέτησης των smartphones ευθύνεται άλλωστε για τη διεύρυνση της χρήσης mobile data παγκοσμίως. Τα smartphones ευθύνονταν για το 45% των παγκόσμιων συνδέσεων mobile το 2015 (από μόλις 8% το 2010), ενώ άλλες 2,6 δισ. συνδέσεις smartphone αναμένεται να προστεθούν ως το 2020. Συνολικά, ως το 2020 αναμένεται να υπάρχουν στην παγκόσμια αγορά 5,8 δισ. smartphones από 2,6 δισ. στα τέλη του 2015. Πηγή: http://www.tovima.gr/finance/article/?aid=779800
-
Με συνολική συνεισφορά στο ΑΕΠ κατά 47,9% το 2016, η Αθήνα καταδεικνύει τον αποφασιστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι πρωτεύουσες στη συνολική οικονομία μιας χώρας. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) Regions & Cities at a Glance, διαπιστώνεται ότι οι πρωτεύουσες αντιπροσωπεύουν το 26% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στις χώρες μέλη του οργανισμού. Το γεγονός αυτό πιθανότατα δεν προκαλεί έκπληξη, δεδομένου ότι η πρωτεύουσα αποτελεί συνήθως την πολυπληθέστερη πόλη μιας χώρας, καθώς και κέντρο των πολιτικών και οικονομικών φιλοδοξιών ενός έθνους. [statista] Ορισμένες χώρες βασίζονται στην σημασία της πρωτεύουσάς τους για την οικονομική ανάπτυξη πολύ περισσότερο από κάποιες άλλες. Εντούτοις, παρατηρούνται και εξαιρέσεις. Ενδεικτικά, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ουάσινγκτον αποτελεί την 20η μεγαλύτερη πόλη όσον αφορά τον πληθυσμό. Δεδομένης αυτής της κατάταξης, αντιπροσωπεύει μόνο το 0,7% του ΑΕΠ. Ομοίως στην Αυστραλία, προηγείται η Καμπέρα ακολουθεί το Σίδνεϊ και η Μελβούρνη. Ωστόσο, το 2016 το Σίδνεϊ αντιπροσώπευε το 38,6% του ΑΕΠ, ενώ η συνεισφορά της Καμπέρα ήταν μόνο 2,2%. Τέλος και στην Ασία, η επίδραση της πρωτεύουσας γίνεται έντονα αισθητή. Για παράδειγμα, η Σεούλ αντιπροσωπεύει σχεδόν το ήμισυ του ΑΕΠ της Νότιας Κορέας, ενώ η συμβολή του Τόκιο στην Ιαπωνία ανέρχεται στο 32,3%.
-
Η κλιματική αλλαγή θα μειώνει το ελληνικό ΑΕΠ κατά 2% κάθε χρόνο
Engineer posted μια είδηση in Περιβάλλον
Tο ελληνικό ΑΕΠ μπορεί να μειώνεται σε ετήσια βάση κατά 2% μέχρι το 2050 και ακόμη περισσότερο μέχρι το 2100 εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, ενώ το συνολικό κόστος για την ελληνική οικονομία, σωρευτικά μέχρι το 2100, είναι δυνατόν να φθάσει τα 701 δισ. ευρώ. Αυτό υπογράμμισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας το βράδυ της Δευτέρας σε συνέδριο του Economist για τη βιώσιμη ανάπτυξη, στην Αθήνα. Σύμφωνα με τη σχετική ανάλυση, συμπλήρωσε ο κ. Στουρνάρας, η οποία ποσοτικοποιεί και κατατάσσει τους αναμενόμενους κλιματικούς κινδύνους για την ελληνική επικράτεια, η γεωργία είναι ο τομέας που αναμένεται να πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα, ενώ οι επιπτώσεις στον τουρισμό και τα παράκτια συστήματα θα επηρεάσουν σημαντικά το εισόδημα των νοικοκυριών και την οικονομία συνολικά. Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης ο τομέας των υδάτινων αποθεμάτων, από τα οποία εξαρτάται τόσο η γεωργία όσο και η ύδρευση. Ο ίδιος υπενθύμισε ότι τελευταία δέκα χρόνια η Τράπεζα της Ελλάδος συμμετέχει ενεργά στην έρευνα, τον εμπεριστατωμένο διάλογο και την παροχή επιστημονικής τεκμηρίωσης μέσω των δράσεων της διεπιστημονικής Επιτροπής για τη Μελέτη των Επιπτώσεων της Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ). Στην ΕΜΕΚΑ, οικονομολόγοι του περιβάλλοντος και της ενέργειας, σε συνεργασία με κλιματολόγους, φυσικούς, βιολόγους, μηχανικούς και κοινωνικούς επιστήμονες, εκπονούν μελέτες που αξιολογούν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ελληνική οικονομία, αναλύουν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα, και προτείνουν τρόπους προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας προς βιώσιμα μοντέλα ανάπτυξης. Το μέχρι σήμερα έργο της ΕΜΕΚΑ έχει υπογραμμίσει τη σημασία ύπαρξης μιας συγκεκριμένης πολιτικής προσαρμογής, αναγκαίας ως μέτρου περιορισμού των ζημιών από την κλιματική αλλαγή. Για το λόγο αυτό, στο πλαίσιο Μνημονίου Συνεργασίας που υπογράφηκε με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την Ακαδημία Αθηνών, σχεδίασε την Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή, και τώρα σχεδιάζει την εξειδίκευση της εφαρμογής της. -
Η ορθολογική οργάνωση του χώρου ήταν πάντα ένας παράγοντας συνδεδεμένος με την οικονομική ανάπτυξη. Οι επιχειρήσεις δημιουργούν αξία και βελτιώνουν τη θέση τους στον ανταγωνισμό όταν, μεταξύ άλλων, εκμεταλλεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον χώρο στον οποίο εδρεύουν και λειτουργούν. Τις τελευταίες δεκαετίες, ο ορθολογικός χωροταξικός σχεδιασμός, συνδέεται άμεσα και με την προστασία του περιβάλλοντος. Επιβάλλει κανόνες χωρητικότητας και λειτουργίας στις επιχειρήσεις και στις υποδομές τους και, επομένως, αποτρέπει περιβαλλοντικές αυθαιρεσίες. Αντίθετα, σε περιοχές εκτός σχεδίου αλλά και στον ευρύτερο αστικό και περιαστικό χώρο οι επιβλαβείς για το περιβάλλον δραστηριότητες είναι πολύ πιο συχνές. Η ιδέα των Επιχειρηματικών Πάρκων βασίζεται ακριβώς στα παραπάνω δεδομένα: προκαθορισμένοι και πολεοδομημένοι χώροι με συγκεκριμένες συμβατές χρήσεις που ορίζονται από χωρικά σχέδια, λαμβάνουν ειδική έγκριση ανάπτυξης για αυτό το σκοπό και πληρούν πολλές από τις προϋποθέσεις αδειοδότησης. Οι χώροι αυτοί διατίθενται να στεγάσουν βιομηχανίες, βιοτεχνίες, logistics και άλλες χρήσεις του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα. Με αυτό τον τρόπο οι επιχειρήσεις λειτουργούν σε ένα ρυθμισμένο πλαίσιο που σέβεται το περιβάλλον, αλλά είναι επίσης απαλλαγμένες από τον “πονοκέφαλο” της συμμόρφωσης με κανόνες που πληρούνται ήδη συνολικά στο Επιχειρηματικό Πάρκο που τις φιλοξενεί. Έτσι, μπορούν να αφιερωθούν απρόσκοπτα, άρα πιο παραγωγικά, στη δραστηριότητά τους και με εύλογο "εξωτερικό" διοικητικό κόστος λειτουργίας. Είναι μια συμφέρουσα λύση για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη -κράτος, κοινωνία και επιχειρήσεις- η οποία εφαρμόζεται σε μεγάλη κλίμακα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα, όμως, τα Επιχειρηματικά Πάρκα συχνά υπολειτουργούν και συνολικά στεγάζουν συγκριτικά πολύ λίγες επιχειρήσεις. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη (PDF) Η νέα έρευνα που δημοσιεύει η διαΝΕΟσις και πραγματοποιήθηκε από ερευνητική ομάδα της συμβουλευτικής εταιρείας Re.De-Plan AE Consultants με την επιστημονική υποστήριξη και επιμέλεια της Αθηνάς Γιαννακού, καθηγήτριας στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ έχει ως στόχο να αναδείξει την αξία των Επιχειρηματικών Πάρκων “ως εργαλεία ανταγωνιστικότητας και περιβαλλοντικής προστασίας”. Η έρευνα, την οποία μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη εδώ, ανατρέχει στο ιστορικό των ρυθμίσεων για τις χρήσεις γης στην Ελλάδα, αλλά και σχολιάζει εκτενώς απόπειρες του παρελθόντος να αναπτυχθούν Επιχειρηματικά Πάρκα, ή, όπως ευρύτερα ονομάζονται, “οργανωμένοι υποδοχείς”, υπογραμμίζοντας με αυτόν τον τρόπο τους παράγοντες που συνδέονται με τη σημερινή κατάσταση. Τέλος, αναδεικνύει τη χρησιμότητα ενός "Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την ανάπτυξη οργανωμένων υποδοχέων επιχειρηματικότητας" και μάλιστα, οι συγγραφείς καταθέτουν συγκεκριμένη πρόταση ενός τέτοιου Σχεδίου καθώς και επιχειρούν να εκτιμήσουν ποσοτικά τον αντίκτυπο που αυτό θα είχε στην οικονομία. Η κατάσταση σήμερα Διαβάστε την επιτελική σύνοψη της μελέτης (PDF) Τη δεκαετία 2010-2020, μια περίοδο σημαντικής αποεπένδυσης για την Ελλάδα, η συμβολή της μεταποίησης παρέμεινε εν πολλοίς σταθερή, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επομένως, υπάρχει η ανάγκη να δοθούν κίνητρα για περαιτέρω ανάπτυξη του τομέα. Όπως αναφέραμε παραπάνω, η λειτουργία Επιχειρηματικών Πάρκων ενθαρρύνει τις επενδύσεις καθώς αφαιρούν κόστος από τις επιχειρήσεις ενώ παράλληλα με κατάλληλο σχεδιασμό και εφαρμογή, ωφελούν την κοινωνία και το περιβάλλον. Ωστόσο, τα Επιχειρηματικά Πάρκα (οργανωμένοι υποδοχείς) που λειτουργούν πλήρως σήμερα στην Ελλάδα είναι λίγα, μόλις 26 σύμφωνα με υπολογισμούς της συγγραφικής ομάδας. Εκτός από τον περιορισμένο αριθμό τους είναι επιπλέον άνισα κατανεμημένα, συγκριτικά με τις ανάγκες της μεταποίησης στη χώρα. Για παράδειγμα, περίπου το 44% της μεταποιητικής δραστηριότητας της χώρας αφορά στην Αττική και στη Βοιωτία (λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης βιομηχανιών στην περιοχή των Οινοφύτων). Ωστόσο, μόνο 4 Επιχειρηματικά Πάρκα, δηλαδή μόλις 2,86% του συνόλου, λειτουργούν στην επικράτεια αυτών των δύο νομών. Μάλιστα, η λειτουργία αυτών των τεσσάρων υποδοχέων είναι κι αυτή ανομοιογενής: ο ένας (Θίσβη) ανήκει εξολοκλήρου σε μια επιχείρηση, ο δεύτερος (Σχιστό) παρουσιάζει υψηλά ποσοστά πληρότητας, ο τρίτος (Άνω Λιόσια) "αντιμετωπίζει σημαντικά λειτουργικά ζητήματα" και ο τέταρτος (Κερατέα) βρίσκεται στην Ανατολική Αττική, που, όπως γράφουν οι ερευνητές ,"δεν αποτελεί περιοχή προτίμησης των επιχειρήσεων". Οι συγγραφείς παρατηρούν επίσης ότι αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ Επιχειρηματικών Πάρκων και αναγκών της βιομηχανίας δεν περιορίζεται στην Αττική και στη Βοιωτία, αλλά είναι γενικευμένη. Τα Επιχειρηματικά Πάρκα που λειτουργούν πλήρως σήμερα στην Ελλάδα είναι λίγα, μόλις 26 σύμφωνα με υπολογισμούς της συγγραφικής ομάδας. Εκτός από τον περιορισμένο αριθμό τους είναι επιπλέον άνισα κατανεμημένα, συγκριτικά με τις ανάγκες της μεταποίησης στη χώρα. Όμως, εφόσον οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν λειτουργούν μέσα σε Επιχειρηματικά Πάρκα, πού λειτουργούν τελικά; Ο όρος που περιγράφει τις περιοχές με μεγάλη συγκέντρωση βιομηχανιών, αλλά χωρίς κεντρικό σχεδιασμό, είναι "Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις". Πρόκειται για "βιομηχανικές περιοχές" που δεν σχεδιάστηκαν ποτέ ως τέτοιες, αλλά για πολλούς, διαφορετικούς λόγους προσέλκυσαν επιχειρήσεις να εγκατασταθούν εκεί και μετατράπηκαν "από τα κάτω" σε χώρους φιλοξενίας επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά προβλήματα με αυτές τις περιοχές, τόσα που ο όρος Άτυπη Βιομηχανική Συγκέντρωση συχνά καταλήγει να είναι ευφημισμός. "Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις σε περιοχές χωρίς δίκτυα και υποδομές πρόσβασης και περιβαλλοντικής διαχείρισης", παρατηρούν οι συγγραφείς, "αναπτύχθηκαν κατά εκατοντάδες και συνεχίζουν να φιλοξενούν τη βιομηχανία, τα logistics, τις μικρές και μεσαίες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις σε διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, καθιστώντας το μοντέλο της παρόδιας δόμησης στις επαρχιακές και τις εθνικές οδούς τη δεσπόζουσα κατεύθυνση χωρικής οργάνωσης των επαγγελματικών εγκαταστάσεων". Σε ένα άλλο σημείο σημειώνουν: "Όταν οι αναπτυξιακές προοπτικές μιας περιοχής σχεδιάζονται χωρίς να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις ιδιαιτερότητες του χώρου (...), αλλά αντίθετα εστιάζουν μόνο στους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί η ανάπτυξη διάφορων οικονομικών μεγεθών, αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να παραγκωνίζεται ο βασικός (και μακροπρόθεσμος) στόχος της ανάπτυξης, που δεν είναι άλλος από τη συνεχή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων μιας συγκεκριμένης περιοχής και γενικότερα της χώρας". Χωροταξία και χρήσεις γης Πέρα, όμως, από τις ευρύτερες κοινωνικές ή περιβαλλοντικές συνέπειες, το άναρχο τοπίο το οποίο περιγράφουν οι συγγραφείς έχει συνέπειες και για την ίδια την ανάπτυξη της μεταποίησης και τελικά για το σύνολο της οικονομίας. Ο ελλιπής σχεδιασμός των Επιχειρηματικών Πάρκων, όπου υπάρχουν, και η έλλειψή τους εκεί που θα έπρεπε να υπάρχουν, αφήνουν χώρο για τη ρύθμιση των θεμάτων (περιβάλλοντος, χωροταξίας, οικονομικών, κλπ.) που αναπόφευκτα θα προκύψουν με ευκαιριακές ρυθμίσεις. Τέτοιες ρυθμίσεις, ειδικά όσον αφορά στη δόμηση σε περιοχές χωρίς καθορισμένες χρήσεις, με τη σειρά τους, δημιουργούν ένα πλαίσιο αβεβαιότητας (μπορεί, πχ. να καταπέσουν οποιαδήποτε στιγμή στο Συμβούλιο της Επικρατείας), το οποίο τελικά βλάπτει τις ίδιες τις επενδύσεις, τις οποίες υποτίθεται διευκολύνουν. "Σε διάστημα 35 ετών που η χώρα προσπαθεί να οργανωθεί χωροταξικά", παρατηρούν οι συγγραφείς, "μόνο το 20% περίπου των εκτάσεων των δημοτικών ενοτήτων της επικράτειας διαθέτουν θεσμοθετημένες χρήσεις γης, γεγονός που εκτός των άλλων αποτελεί τον κύριο παράγοντα αβεβαιότητας, με σοβαρές επιπτώσεις στον σχεδιασμό των επενδύσεων". Η μελέτη παραθέτει ένα ενδιαφέρον χρονικό των χωροταξικών νόμων στην Ελλάδα. Οι συγγραφείς αναφέρονται στους νόμους που έθεσαν τις βάσεις του χωροταξικού σχεδιασμού στη χώρα: από το άρθρο 24 του Συντάγματος του 1975 που έδωσε στο κράτος επισήμως την αρμοδιότητα της προστασίας του περιβάλλοντος μέχρι τον Ν.947/1979 που εισήγαγε τον όρο "χρήσεις γης" αλλά έμεινε ανεφάρμοστος και τον Ν.1337/1983 που αποτελεί τη βάση της χωροταξικής και πολεοδομικής νομοθεσίας μέχρι σήμερα και εισάγει τις Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου. Οι πρόσφατοι Ν.4685/2020 και 4759/2020, καθώς και το ΠΔ 59/2018 κλείνουν αυτή τη σειρά νομοθεσίας, διευρύνοντας τις γενικές και ειδικές κατηγορίες χρήσεων γης και εισάγοντας νέες που σχετίζονται με την οικονομική δραστηριότητα. Το θεσμικό πλαίσιο των Επιχειρηματικών Πάρκων Παρότι τα Επιχειρηματικά Πάρκα ποτέ δεν έγιναν ο κανόνας για την εγκατάσταση των επιχειρήσεων, τα τελευταία 50-60 χρόνια λειτουργούν κάποια από αυτά στη χώρα. Πώς, αλήθεια, θεσμοθετήθηκαν; Πώς εξελίχθηκαν στον χρόνο και ποιοι κανόνες ισχύουν γι’ αυτά; Η πρώτη αναφορά ελληνικού νόμου σε Βιομηχανικές Περιοχές, στις γνωστές σήμερα ΒΙΠΕ, είναι στον Ν.4458 του 1965. Ένα χρόνο αργότερα, η τότε τράπεζα ΕΤΒΑ ίδρυσε ανώνυμη εταιρεία για την εκμετάλλευση των ΒΙΠΕ. Περισσότερο από μια δεκαετία αργότερα, ο Ν.742/1977 θεσπίζει τις 25 πρώτες ΒΙΠΕ της χώρας με κριτήρια γεωγραφικού προσδιορισμού. Ωστόσο, η θεσμοθέτηση αυτή έγινε, όπως γράφουν οι ερευνητές, "με προτεραιότητες που όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων δεν μπόρεσαν να ταυτιστούν και να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της βιομηχανίας και της ευρύτερης επιχειρηματικότητας επαρκώς, τόσο χωρικά όσο και από πλευράς βιωσιμότητας". Στο μεταξύ και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η Ελλάδα αστικοποιήθηκε ραγδαία. Επομένως, το κράτος επέσπευσε τη διαδικασία θεσμοθέτησης χρήσεων γης και αποφάσισε να παραχωρήσει το δικαίωμα ανάπτυξης οργανωμένων υποδοχέων και σε φορείς της ιδιωτικής οικονομίας, με ή χωρίς τη συμμετοχή του δημοσίου με τον Ν.2545/1997. Με τον νόμο αυτό ιδρύονται οι Βιομηχανικές και Επιχειρηματικές Περιοχές (ΒΕΠΕ), μια "ομπρέλα" που περιλαμβάνει ΒΙΠΕ, ΒΙΠΑ (Βιομηχανικό Πάρκο), ΒΙΟΠΑ (Βιοτεχνικό Πάρκο) και Τεχνόπολη. Συνδυαστικά με αυτούς τους δύο νόμους, του 1965 και του 1997 θεσμοθετήθηκαν 50 οργανωμένοι υποδοχείς, ενώ ακόμη 5 θεσμοθετήθηκαν με τον νεότερο νόμο 3982 του 2011 (που καθιερώνει και τον όρο "Επιχειρηματικά Πάρκα") και βρίσκονται μέχρι σήμερα σε διάφορα στάδια υλοποίησης. Ο νέος νόμος Πέρυσι ψηφίστηκε ο Ν.4982/2022 που αποτελεί πλέον το νέο θεσμικό πλαίσιο για την ίδρυση, ανάπτυξη και διαχείριση Επιχειρηματικών Πάρκων. Τον Ιανουάριο του 2022, όσο ο νόμος βρισκόταν ακόμα σε δημόσια διαβούλευση, ο πολιτικός μηχανικός, διευθύνων σύμβουλος της Re.De-Plan και μέλος της ομάδας της μελέτης, Μανώλης Μπαλτάς είχε δημοσιεύσει μέσα από την ιστοσελίδα της διαΝΕΟσις "12 προτάσεις για τα νέα Επιχειρηματικά Πάρκα". Συνολικά εκείνο το πιο παλιό κείμενο, που περιλαμβάνεται και στη μελέτη, παραμένει επίκαιρο καθώς περιλαμβάνει ευρύτερες κατευθύνσεις και ιδέες που είναι χρήσιμες για τη συνεχή βελτίωση του σχετικού πλαισίου. Προτείνει την κατάρτιση μιας Εθνικής Στρατηγικής για τη Χωροθεσία, ώστε τα Επιχειρηματικά Πάρκα να είναι ένα μόνο μέρος της. Συστήνει στοχευμένες παρεμβάσεις για τις διάφορες πιθανές περιπτώσεις φορέων υλοποίησης ενός Επιχειρηματικού Πάρκου (πχ. δημόσιο-δήμοι, ένας ιδιώτης-ιδιοκτήτης, πολλοί ιδιώτες-ιδιοκτήτες, κλπ). Προτείνει επίσης μια σειρά από σχετικά μη οικονομικά κίνητρα, όπως είναι πχ. η εξυπηρέτηση αναγκών στάθμευσης εντός του πάρκου, όπου αυτό είναι εφικτό ή απαλλαγές από τον φόρο μεταβίβασης. Στο πεδίο της αδειοδότησης, το κείμενο προτείνει τη σύσταση ειδικής υπηρεσίας (ΕΥΔ) για τις αδειοδοτήσεις, με οικονομικά κίνητρα, εντός της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, με εκχώρηση μέρους των διαδικασιών ελέγχου της αδειοδότησης σε πιστοποιημένους φορείς της ιδιωτικής οικονομίας, πιο σαφείς προθεσμίες ανταπόκρισης και αντικειμενικές διαδικασίες αξιολόγησης περισσότερων πτυχών μιας επένδυσης που αφορά σε Επιχειρηματικό Πάρκο. Υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη για μια καλύτερη οργάνωση, αλλά και διεύρυνση των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων εντός των Επιχειρηματικών Πάρκων (ειδικά όσων λειτουργούν βάσει ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ). Στο ίδιο κείμενο υπάρχουν αρκετές τεχνικές προτάσεις για την απλοποίηση της περιβαλλοντικής και της δασικής νομοθεσίας που αφορά στα Επιχειρηματικά Πάρκα, προκειμένου να μειωθεί περαιτέρω ο χρόνος αδειοδότησης τους. Το κείμενο ασχολείται επίσης με τους όρους γύρω από την ιδιωτική χρηματοδότηση Επιχειρηματικών Πάρκων και ο συγγραφέας εισηγείται "σημαντικές αναδιαρθρώσεις" για την πιστοποίηση ενός υποδοχέα ως πάρκου - πχ. απλοποίηση διαδικασιών εφαρμογής ρυμοτομικού σχεδίου, επίσπευση της πραγματοποίησης έργων υποδομής, πιο αποτελεσματική εποπτεία των φορέων από τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας κ.ά. Επιπλέον, προτείνονται συγκεκριμένες αλλαγές στους κανόνες εγκατάστασης και λειτουργίας επιχειρήσεων μέσα στα Επιχειρηματικά Πάρκα και επισημαίνεται ο εκσυγχρονισμός των όρων με τους οποίους λειτουργούν οι φορείς διαχείρισης των πάρκων ώστε να διασφαλίζεται μια πιο ομαλή σχέση με τις επιχειρήσεις. Ακόμα, παρατίθενται προτάσεις για την καλύτερη κατάρτιση χρηματοδοτικών προγραμμάτων γύρω από τα Επιχειρηματικά Πάρκα και προτείνονται αλλαγές στις δομές διακυβέρνησης - στην αδειοδότηση των πάρκων, στους φορείς που αδειοδοτούν, καθώς και στη γνωμοδότηση ή την επίλυση διαφορών. Τέλος, ο συγγραφέας προτείνει τη θεσμοθέτηση μιας Συντονιστικής Επιτροπής Παρακολούθησης της εφαρμογής του νόμου για τα Επιχειρηματικά Πάρκα, υπό την εποπτεία της Κυβερνητικής Επιτροπής Βιομηχανίας, αποτελούμενη από εκπροσώπους 9 σχετικών φορέων (από Γενικές Γραμματείες Υπουργείων έως την ΚΕΔΕ, την ΚΕΕ και τον ΣΕΒ ). Ένα σημαντικό μέρος αυτών των τεχνικών προτάσεων για αλλαγές πράγματι υιοθετήθηκαν στο τελικό κείμενο του νόμου. Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος αίρει κάποια από τα εμπόδια προκειμένου οι Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις της Αττικής να μετεξελιχθούν σε Επιχειρηματικά Πάρκα. Ακόμα, δίνει τη δυνατότητα σε Επιχειρηματικά Πάρκα να εγκατασταθούν σε δύο ή περισσότερους χώρους, κάτι που διευκολύνει τις δραστηριότητες της εφοδιαστικής αλυσίδας στα εμπορευματικά λιμάνια. Επίσης, εκσυγχρονίζει τη νομοθεσία για την αδειοδότηση των ρεμάτων, απλοποιεί το σύστημα απόδοσης των εισφορών σε χρήμα απευθείας στους φορείς υλοποίησης και, τέλος, δίνει νέα κίνητρα για την ανάπτυξη επιχειρηματικών πάρκων (πχ. ένταξη των εισφορών σε χρήμα στις δαπάνες που εκπίπτουν φορολογικά). Ο ελλιπής σχεδιασμός των Επιχειρηματικών Πάρκων, όπου υπάρχουν, και η έλλειψή τους εκεί που θα έπρεπε να υπάρχουν, αφήνουν χώρο για τη ρύθμιση των θεμάτων (περιβάλλοντος, χωροταξίας, οικονομικών, κλπ.) που αναπόφευκτα θα προκύψουν με ευκαιριακές ρυθμίσεις. Ωστόσο, η μελέτη αναδεικνύει και σημεία που μένουν να ρυθμιστούν ακόμη, κάνοντας τις σχετικές προτάσεις. Ως το μεγαλύτερο πρόβλημα που ανακύπτει από την εφαρμογή του νέου νόμου οι συγγραφείς ξεχωρίζουν την απαίτηση του νόμου να υπάρχει πλήρης κυριότητα (ή εναλλακτικά 80% + 20% με δικαίωμα συμφωνιών ή απαλλοτρίωσης) της έκτασης για την έγκριση ανάπτυξης ενός νέου Επιχειρηματικού Πάρκου ή για την επέκταση κάποιου οργανωμένου υποδοχέα που υπάρχει ήδη. Γιατί είναι όμως τόσο δύσκολο να συμβεί αυτό; Τα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια θεσπίστηκαν σχετικά πρόσφατα και αποτελούν πλέον το νέο εργαλείο πολεοδομικού σχεδιασμού 1ου επιπέδου, στη θέση των παλιών ΓΠΣ. Κατά την επόνηση των ΤΠΣ λαμβάνονται πράγματι υπόψη οι παράμετροι του νέου νόμου για τα Πάρκα σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς – πράγμα που, σε κάθε περίπτωση, είναι σχετικώς αδύνατο λόγω της δομής της ελληνικής ιδιοκτησίας (μικροί κλήροι). Όμως, σήμερα υπάρχουν πάρα πολλές περιοχές, 467 συγκεκριμένα που διαθέτουν εγκεκριμένες-θεσμοθετημένες χρήσεις γης βιομηχανίας, με βάση τα έως σήμερα ισχύοντα ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ (Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο / Σχέδιο Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων). Οι περιοχές αυτές (με χρήσεις γης βιομηχανίας-βιοτεχνίας βάσει εγκεκριμένων ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ σε ισχύ) έχουν καθεστώς πολυϊδιοκτησίας. "Το γεγονός αυτό", γράφουν οι ερευνητές, "καθιστά ανέφικτη την οργάνωση-πολεοδόμηση αυτών των περιοχών, κατά κανόνα Άτυπων Βιομηχανικών Συγκεντρώσεων, και ως εκ τούτου αδρανοποιεί πλήρως το θεσμικά ρυθμισμένο χωροταξικό περιβάλλον της χώρας για τις επαγγελματικές εγκαταστάσεις βιομηχανίας-βιοτεχνίας". Επιπλέον, οι συγγραφείς παρατηρούν ότι "το νέο καθεστώς διοίκησης-διαχείρισης [σσ. που προβλέπει ο νέος νόμος] δεν φαίνεται να αποτρέπει συγκρουσιακές καταστάσεις μεταξύ φορέων διαχείρισης και εγκατεστημένων επιχειρήσεων, ενώ υπάρχει ενδεχόμενο περαιτέρω όξυνσής τους, κατάσταση η οποία θα έπρεπε να έχει αποφευχθεί μέσα από διάλογο για την επίτευξη των μέγιστων δυνατών συγκλίσεων και συναινέσεων". Η ανάγκη για ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης Τι μπορεί να γίνει όμως σήμερα; Ίσως η πιο σημαντική συνεισφορά της μελέτης είναι η προσπάθεια των συγγραφέων να αναδείξουν την ανάγκη για ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης γύρω από τα Επιχειρηματικά Πάρκα. Προτού παραθέσουν τη δική τους θέση, παρουσιάζουν δύο πρόσφατες άλλες μελέτες γύρω από τα Επιχειρηματικά Πάρκα και την καλύτερη δυνατή ανάπτυξή τους. Η πρώτη μελέτη ανατέθηκε από τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας και παραδόθηκε το 2018, ενώ αναθεωρήθηκε το 2021. Η μελέτη αυτή καταγράφει τις Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις ανά την ελληνική επικράτεια και επιπλέον υπογραμμίζει τις ανάγκες ανάπτυξης Επιχειρηματικών Πάρκων ανά τύπο - άλλωστε με βάση αυτή τη μελέτη διαμορφώνεται και η σχετική νομοθεσία για τα Επιχειρηματικά Πάρκα. Η δεύτερη σχετική μελέτη ανατέθηκε από την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων το 2018 και αποτελεί και αυτή μια απόπειρα κατάρτισης ενός Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα Επιχειρηματικά Πάρκα. Τα κατά τόπoυς επιμελητήρια-μέλη της Ένωσης υπέδειξαν τόσο της Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις στην επικράτειά τους, όσο και τις πιο κατάλληλες τοποθεσίες για την ανάπτυξη νέων Επιχειρηματικών Πάρκων. Η συγγραφική ομάδα "πάτησε" επάνω στα αποτελέσματα της μελέτης της ΚΕΕ προκειμένου να καταρτίσει τη δική της πρόταση για ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Τον Μάιο του 2020 και τον Ιούνιο του 2021, οι ερευνητές απευθύνθηκαν, με στοχευμένα ερωτηματολόγια, στους Δήμους εκείνους εντός των ορίων των οποίων η μελέτη της ΚΕΕ πρότεινε να αναπτυχθούν νέα Επιχειρηματικά Πάρκα. Με αυτή την μεθοδολογία, οι συγγραφείς συνέλεξαν και επεξεργάστηκαν τα δεδομένα και επιχείρησαν να καταθέσουν μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση που εκτείνεται σε βάθος 20ετίας. Η πρότασή τους αυτή αφορά στην ανάπτυξη Επιχειρηματικών Πάρκων σε 73 περιοχές, συνολικής επιφάνειας περίπου 100.000 στρεμμάτων σε ολόκληρη την Ελλάδα, με συνολικό προϋπολογισμό Є1,14 δισ. (με δημόσια συμμετοχή στο 40%, δηλαδή περίπου Є23 εκατ. κάθε χρόνο για 20 χρόνια). Πέρα από την πρόταση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης, οι ερευνητές επιχειρήσαν ακόμη να υπολογίσουν τα οφέλη που θα είχε μια υποθετική πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου για την ελληνική οικονομία - φυσικά τέτοιου είδους εκτιμήσεις πάντοτε συνοδεύονται από σημαντικούς περιορισμούς. Με την παραδοχή επομένως, ότι θα δημιουργηθούν 73 Επιχειρηματικά Πάρκα συνολικής έκτασης 100.000 στρεμμάτων και με 25.300 περίπου στρέμματα επαγγελματικών κτιρίων, οι συγγραφείς υπολόγισαν ότι μπορεί να αποδώσουν συνολικά οικονομική ανάπτυξη περίπου Є13,8 δισ. ή 7,7% του ΑΕΠ (σε όρους 2018). Επιχείρησαν επίσης, να υπολογίσουν τις θέσεις εργασίας, τις οποίες μπορεί να δημιουργήσει τόσο η ανάπτυξη αυτών των 73 Πάρκων, όσο και, τελικά, η δραστηριότητα μέσα σε αυτά. Το όφελος από την ανάπτυξη των έργων υποδομής υπολογίστηκε σε 13.414 θέσεις απασχόλησης ενώ για την ανάπτυξη των νέων κτηριακών εγκαταστάσεων σε 152.840 θέσεις απασχόλησης. Τέλος, υπολόγισαν επίσης ότι οι μόνιμες θέσεις εργασίας για τη λειτουργία των επιχειρήσεων θα είναι από 46.475, αν το σύνολο των επιχειρήσεων που θα εγκατασταθούν στα επιχειρηματικά πάρκα του Εθνικού Σχεδίου είναι εντάσεως κεφαλαίου (που είναι συνήθως οι πιο παραγωγικές), έως 139.425 θέσεις, αν οι επιχειρήσεις που θα εγκατασταθούν είναι μόνο εντάσεως εργασίας.. Συνοπτικά, η ανάπτυξη Επιχειρηματικών Πάρκων είναι μια διεθνώς καθιερωμένη πρακτική, η οποία, αν γίνεται σωστά, προσφέρει σημαντικά οφέλη για όλους τους εμπλεκόμενους: επιχειρήσεις, κράτος και, ευρύτερα, το κοινωνικό σύνολο. Η Ελλάδα, παρά τα βήματα που έχουν γίνει, δεν έχει καταφέρει να εκμεταλλευτεί τη συγκεκριμένη αναπτυξιακή ευκαιρία. Οι οργανωμένοι υποδοχείς στη χώρα συχνά δεν αντιστοιχούν στις περιοχές με σημαντική βιομηχανική παραγωγή. Αντίθετα, οι επιχειρήσεις συγκεντρώνονται σε Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις, πχ. σε περιοχές γύρω από τις εθνικές οδούς, και λειτουργούν συχνά σε ένα πλαίσιο αβεβαιότητας πολλών, μικρών "ρυθμίσεων ευκαιρίας", το οποίο είναι πιθανό να εμποδίζει σημαντικές επενδύσεις. Η νέα μελέτη που δημοσιεύει η διαΝΕΟσις αποτυπώνει με λεπτομέρεια την κατάσταση και επιπλέον παραθέτει τις θεσμικές παρεμβάσεις που οι συγγραφείς θεωρούν κατάλληλες προκειμένου να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια. ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΑΡΚΑ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ (PDF) ΕΠΙΤΕΛΙΚΗ ΣΥΝΟΨΗ ΜΕΛΕΤΗΣ (PDF) View full είδηση
-
Εκτενή αναφορά στη μεγαλύτερη αστική ανάπλαση στην Ευρώπη, στο Ελληνικό που είναι σε πλήρη εξέλιξη από τη Lamda Development, έχει το Bloomberg. Όταν ολοκληρωθεί η πρώτη φάση κατασκευής του έργου στο Ελληνικό το 2026, ο χώρος του πρώην αεροδρομίου Αθηνών θα είναι αγνώριστος, αναφέρει το Bloomberg. Ο Ανατολικός Τερματικός Σταθμός που σχεδιάστηκε από την Eero Saarinen θα παραμείνει στη θέση του, τα εγκαταλειμμένα υπόστεγα και οι διάδρομοι προσγείωσης θα αντικατασταθούν από μια ανάπτυξη πολλαπλών χρήσεων δύο φορές το μέγεθος του Central Park της Νέας Υόρκης. Μέσα σε τρία χρόνια, η έκταση 650 στρεμμάτων κατά μήκος της νοτιοανατολικής ακτής της Αθήνας θα διαθέτει περίπου 10.000 πολυτελή παραθαλάσσια σπίτια και διαμερίσματα, ένα ξενοδοχείο Mandarin Oriental, ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μια μαρίνα για mega-yachts, ένα καζίνο με την επωνυμία Hard Rock, ένα υπερσύγχρονο αθλητικό συγκρότημα, ένα ιδιωτικό σχολείο, πολιτιστικά και ψυχαγωγικά κέντρα, μια μεγάλη παραλία και ένα χώρο πρασίνου έκτασης δύο εκατ. τετραγωνικών μέτρων που θα είναι το μεγαλύτερο παράκτιο πάρκο της Ευρώπης, όλα με θέα στα γαλάζια νερά του Σαρωνικού, περιγράφει στο δημοσίευμα του το Bloomberg. Το ιδιωτικά χρηματοδοτούμενο έργο θα μεταμορφώσει την ελληνική πρωτεύουσα, αναφέρεται και επισημαίνεται ότι για να δημιουργήσει νωρίς ώθηση, ο κατασκευαστής, η Lamda Development άρχισε να πουλά οικιστικά ακίνητα στον πύργο Riviera 200 μέτρων που σύντομα θα είναι το ψηλότερο κτίριο της χώρας Μέχρι στιγμής έχουν πουληθεί και οι 170 μονάδες του πύργου, με την πλειοψηφία να αγοράζεται από Έλληνες κατοίκους και μέλη της ελληνικής Διασποράς. Οι πωλήσεις για μισθώσεις και ακίνητα στο Ελληνικό έφτασαν μέχρι σημερα τα 1,2 δισ. ευρώ, ενώ οι τιμές των οικιστικών ακινήτων στα γειτονικά προάστια έχουν αρχίσει επίσης να ανεβαίνουν. «Οι συντηρητικές μας εκτιμήσεις είναι ότι το Ελληνικό θα προσθέσει 2,5% στο ελληνικό ΑΕΠ με την ολοκλήρωσή του και θα προσελκύσει 1,5 εκατ. τουρίστες σε ετήσια βάση» ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της Lamda, Οδυσσέας Αθανασίου. Στην εναρκτήρια εκδήλωση τον περασμένο Οκτώβριο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτήρισε το έργο του Ελληνικού ως «τον πρόλογο μιας νέας εποχής για την ακτή», επισημαίνοντας ότι αναμένεται να αποφέρει πάνω από 14 δισ. ευρώ (15,2 δισ. δολάρια) σε φορολογικά έσοδα κατά τη διάρκεια του 25ετούς κύκλου ανάπτυξής του. Με τη χώρα να εξακολουθεί να στέκεται στα πόδια της μετά από μια δεκαετή κρίση χρέους, το Ελληνικό υψώνεται ως σύμβολο της αναγέννησης της Αθήνας, αναφέρει το δημοσίευμα. View full είδηση
-
Η ορθολογική οργάνωση του χώρου ήταν πάντα ένας παράγοντας συνδεδεμένος με την οικονομική ανάπτυξη. Οι επιχειρήσεις δημιουργούν αξία και βελτιώνουν τη θέση τους στον ανταγωνισμό όταν, μεταξύ άλλων, εκμεταλλεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον χώρο στον οποίο εδρεύουν και λειτουργούν. Τις τελευταίες δεκαετίες, ο ορθολογικός χωροταξικός σχεδιασμός, συνδέεται άμεσα και με την προστασία του περιβάλλοντος. Επιβάλλει κανόνες χωρητικότητας και λειτουργίας στις επιχειρήσεις και στις υποδομές τους και, επομένως, αποτρέπει περιβαλλοντικές αυθαιρεσίες. Αντίθετα, σε περιοχές εκτός σχεδίου αλλά και στον ευρύτερο αστικό και περιαστικό χώρο οι επιβλαβείς για το περιβάλλον δραστηριότητες είναι πολύ πιο συχνές. Η ιδέα των Επιχειρηματικών Πάρκων βασίζεται ακριβώς στα παραπάνω δεδομένα: προκαθορισμένοι και πολεοδομημένοι χώροι με συγκεκριμένες συμβατές χρήσεις που ορίζονται από χωρικά σχέδια, λαμβάνουν ειδική έγκριση ανάπτυξης για αυτό το σκοπό και πληρούν πολλές από τις προϋποθέσεις αδειοδότησης. Οι χώροι αυτοί διατίθενται να στεγάσουν βιομηχανίες, βιοτεχνίες, logistics και άλλες χρήσεις του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα. Με αυτό τον τρόπο οι επιχειρήσεις λειτουργούν σε ένα ρυθμισμένο πλαίσιο που σέβεται το περιβάλλον, αλλά είναι επίσης απαλλαγμένες από τον “πονοκέφαλο” της συμμόρφωσης με κανόνες που πληρούνται ήδη συνολικά στο Επιχειρηματικό Πάρκο που τις φιλοξενεί. Έτσι, μπορούν να αφιερωθούν απρόσκοπτα, άρα πιο παραγωγικά, στη δραστηριότητά τους και με εύλογο "εξωτερικό" διοικητικό κόστος λειτουργίας. Είναι μια συμφέρουσα λύση για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη -κράτος, κοινωνία και επιχειρήσεις- η οποία εφαρμόζεται σε μεγάλη κλίμακα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα, όμως, τα Επιχειρηματικά Πάρκα συχνά υπολειτουργούν και συνολικά στεγάζουν συγκριτικά πολύ λίγες επιχειρήσεις. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη (PDF) Η νέα έρευνα που δημοσιεύει η διαΝΕΟσις και πραγματοποιήθηκε από ερευνητική ομάδα της συμβουλευτικής εταιρείας Re.De-Plan AE Consultants με την επιστημονική υποστήριξη και επιμέλεια της Αθηνάς Γιαννακού, καθηγήτριας στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ έχει ως στόχο να αναδείξει την αξία των Επιχειρηματικών Πάρκων “ως εργαλεία ανταγωνιστικότητας και περιβαλλοντικής προστασίας”. Η έρευνα, την οποία μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη εδώ, ανατρέχει στο ιστορικό των ρυθμίσεων για τις χρήσεις γης στην Ελλάδα, αλλά και σχολιάζει εκτενώς απόπειρες του παρελθόντος να αναπτυχθούν Επιχειρηματικά Πάρκα, ή, όπως ευρύτερα ονομάζονται, “οργανωμένοι υποδοχείς”, υπογραμμίζοντας με αυτόν τον τρόπο τους παράγοντες που συνδέονται με τη σημερινή κατάσταση. Τέλος, αναδεικνύει τη χρησιμότητα ενός "Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την ανάπτυξη οργανωμένων υποδοχέων επιχειρηματικότητας" και μάλιστα, οι συγγραφείς καταθέτουν συγκεκριμένη πρόταση ενός τέτοιου Σχεδίου καθώς και επιχειρούν να εκτιμήσουν ποσοτικά τον αντίκτυπο που αυτό θα είχε στην οικονομία. Η κατάσταση σήμερα Διαβάστε την επιτελική σύνοψη της μελέτης (PDF) Τη δεκαετία 2010-2020, μια περίοδο σημαντικής αποεπένδυσης για την Ελλάδα, η συμβολή της μεταποίησης παρέμεινε εν πολλοίς σταθερή, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επομένως, υπάρχει η ανάγκη να δοθούν κίνητρα για περαιτέρω ανάπτυξη του τομέα. Όπως αναφέραμε παραπάνω, η λειτουργία Επιχειρηματικών Πάρκων ενθαρρύνει τις επενδύσεις καθώς αφαιρούν κόστος από τις επιχειρήσεις ενώ παράλληλα με κατάλληλο σχεδιασμό και εφαρμογή, ωφελούν την κοινωνία και το περιβάλλον. Ωστόσο, τα Επιχειρηματικά Πάρκα (οργανωμένοι υποδοχείς) που λειτουργούν πλήρως σήμερα στην Ελλάδα είναι λίγα, μόλις 26 σύμφωνα με υπολογισμούς της συγγραφικής ομάδας. Εκτός από τον περιορισμένο αριθμό τους είναι επιπλέον άνισα κατανεμημένα, συγκριτικά με τις ανάγκες της μεταποίησης στη χώρα. Για παράδειγμα, περίπου το 44% της μεταποιητικής δραστηριότητας της χώρας αφορά στην Αττική και στη Βοιωτία (λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης βιομηχανιών στην περιοχή των Οινοφύτων). Ωστόσο, μόνο 4 Επιχειρηματικά Πάρκα, δηλαδή μόλις 2,86% του συνόλου, λειτουργούν στην επικράτεια αυτών των δύο νομών. Μάλιστα, η λειτουργία αυτών των τεσσάρων υποδοχέων είναι κι αυτή ανομοιογενής: ο ένας (Θίσβη) ανήκει εξολοκλήρου σε μια επιχείρηση, ο δεύτερος (Σχιστό) παρουσιάζει υψηλά ποσοστά πληρότητας, ο τρίτος (Άνω Λιόσια) "αντιμετωπίζει σημαντικά λειτουργικά ζητήματα" και ο τέταρτος (Κερατέα) βρίσκεται στην Ανατολική Αττική, που, όπως γράφουν οι ερευνητές ,"δεν αποτελεί περιοχή προτίμησης των επιχειρήσεων". Οι συγγραφείς παρατηρούν επίσης ότι αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ Επιχειρηματικών Πάρκων και αναγκών της βιομηχανίας δεν περιορίζεται στην Αττική και στη Βοιωτία, αλλά είναι γενικευμένη. Τα Επιχειρηματικά Πάρκα που λειτουργούν πλήρως σήμερα στην Ελλάδα είναι λίγα, μόλις 26 σύμφωνα με υπολογισμούς της συγγραφικής ομάδας. Εκτός από τον περιορισμένο αριθμό τους είναι επιπλέον άνισα κατανεμημένα, συγκριτικά με τις ανάγκες της μεταποίησης στη χώρα. Όμως, εφόσον οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν λειτουργούν μέσα σε Επιχειρηματικά Πάρκα, πού λειτουργούν τελικά; Ο όρος που περιγράφει τις περιοχές με μεγάλη συγκέντρωση βιομηχανιών, αλλά χωρίς κεντρικό σχεδιασμό, είναι "Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις". Πρόκειται για "βιομηχανικές περιοχές" που δεν σχεδιάστηκαν ποτέ ως τέτοιες, αλλά για πολλούς, διαφορετικούς λόγους προσέλκυσαν επιχειρήσεις να εγκατασταθούν εκεί και μετατράπηκαν "από τα κάτω" σε χώρους φιλοξενίας επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά προβλήματα με αυτές τις περιοχές, τόσα που ο όρος Άτυπη Βιομηχανική Συγκέντρωση συχνά καταλήγει να είναι ευφημισμός. "Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις σε περιοχές χωρίς δίκτυα και υποδομές πρόσβασης και περιβαλλοντικής διαχείρισης", παρατηρούν οι συγγραφείς, "αναπτύχθηκαν κατά εκατοντάδες και συνεχίζουν να φιλοξενούν τη βιομηχανία, τα logistics, τις μικρές και μεσαίες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις σε διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, καθιστώντας το μοντέλο της παρόδιας δόμησης στις επαρχιακές και τις εθνικές οδούς τη δεσπόζουσα κατεύθυνση χωρικής οργάνωσης των επαγγελματικών εγκαταστάσεων". Σε ένα άλλο σημείο σημειώνουν: "Όταν οι αναπτυξιακές προοπτικές μιας περιοχής σχεδιάζονται χωρίς να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις ιδιαιτερότητες του χώρου (...), αλλά αντίθετα εστιάζουν μόνο στους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί η ανάπτυξη διάφορων οικονομικών μεγεθών, αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να παραγκωνίζεται ο βασικός (και μακροπρόθεσμος) στόχος της ανάπτυξης, που δεν είναι άλλος από τη συνεχή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων μιας συγκεκριμένης περιοχής και γενικότερα της χώρας". Χωροταξία και χρήσεις γης Πέρα, όμως, από τις ευρύτερες κοινωνικές ή περιβαλλοντικές συνέπειες, το άναρχο τοπίο το οποίο περιγράφουν οι συγγραφείς έχει συνέπειες και για την ίδια την ανάπτυξη της μεταποίησης και τελικά για το σύνολο της οικονομίας. Ο ελλιπής σχεδιασμός των Επιχειρηματικών Πάρκων, όπου υπάρχουν, και η έλλειψή τους εκεί που θα έπρεπε να υπάρχουν, αφήνουν χώρο για τη ρύθμιση των θεμάτων (περιβάλλοντος, χωροταξίας, οικονομικών, κλπ.) που αναπόφευκτα θα προκύψουν με ευκαιριακές ρυθμίσεις. Τέτοιες ρυθμίσεις, ειδικά όσον αφορά στη δόμηση σε περιοχές χωρίς καθορισμένες χρήσεις, με τη σειρά τους, δημιουργούν ένα πλαίσιο αβεβαιότητας (μπορεί, πχ. να καταπέσουν οποιαδήποτε στιγμή στο Συμβούλιο της Επικρατείας), το οποίο τελικά βλάπτει τις ίδιες τις επενδύσεις, τις οποίες υποτίθεται διευκολύνουν. "Σε διάστημα 35 ετών που η χώρα προσπαθεί να οργανωθεί χωροταξικά", παρατηρούν οι συγγραφείς, "μόνο το 20% περίπου των εκτάσεων των δημοτικών ενοτήτων της επικράτειας διαθέτουν θεσμοθετημένες χρήσεις γης, γεγονός που εκτός των άλλων αποτελεί τον κύριο παράγοντα αβεβαιότητας, με σοβαρές επιπτώσεις στον σχεδιασμό των επενδύσεων". Η μελέτη παραθέτει ένα ενδιαφέρον χρονικό των χωροταξικών νόμων στην Ελλάδα. Οι συγγραφείς αναφέρονται στους νόμους που έθεσαν τις βάσεις του χωροταξικού σχεδιασμού στη χώρα: από το άρθρο 24 του Συντάγματος του 1975 που έδωσε στο κράτος επισήμως την αρμοδιότητα της προστασίας του περιβάλλοντος μέχρι τον Ν.947/1979 που εισήγαγε τον όρο "χρήσεις γης" αλλά έμεινε ανεφάρμοστος και τον Ν.1337/1983 που αποτελεί τη βάση της χωροταξικής και πολεοδομικής νομοθεσίας μέχρι σήμερα και εισάγει τις Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου. Οι πρόσφατοι Ν.4685/2020 και 4759/2020, καθώς και το ΠΔ 59/2018 κλείνουν αυτή τη σειρά νομοθεσίας, διευρύνοντας τις γενικές και ειδικές κατηγορίες χρήσεων γης και εισάγοντας νέες που σχετίζονται με την οικονομική δραστηριότητα. Το θεσμικό πλαίσιο των Επιχειρηματικών Πάρκων Παρότι τα Επιχειρηματικά Πάρκα ποτέ δεν έγιναν ο κανόνας για την εγκατάσταση των επιχειρήσεων, τα τελευταία 50-60 χρόνια λειτουργούν κάποια από αυτά στη χώρα. Πώς, αλήθεια, θεσμοθετήθηκαν; Πώς εξελίχθηκαν στον χρόνο και ποιοι κανόνες ισχύουν γι’ αυτά; Η πρώτη αναφορά ελληνικού νόμου σε Βιομηχανικές Περιοχές, στις γνωστές σήμερα ΒΙΠΕ, είναι στον Ν.4458 του 1965. Ένα χρόνο αργότερα, η τότε τράπεζα ΕΤΒΑ ίδρυσε ανώνυμη εταιρεία για την εκμετάλλευση των ΒΙΠΕ. Περισσότερο από μια δεκαετία αργότερα, ο Ν.742/1977 θεσπίζει τις 25 πρώτες ΒΙΠΕ της χώρας με κριτήρια γεωγραφικού προσδιορισμού. Ωστόσο, η θεσμοθέτηση αυτή έγινε, όπως γράφουν οι ερευνητές, "με προτεραιότητες που όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων δεν μπόρεσαν να ταυτιστούν και να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της βιομηχανίας και της ευρύτερης επιχειρηματικότητας επαρκώς, τόσο χωρικά όσο και από πλευράς βιωσιμότητας". Στο μεταξύ και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η Ελλάδα αστικοποιήθηκε ραγδαία. Επομένως, το κράτος επέσπευσε τη διαδικασία θεσμοθέτησης χρήσεων γης και αποφάσισε να παραχωρήσει το δικαίωμα ανάπτυξης οργανωμένων υποδοχέων και σε φορείς της ιδιωτικής οικονομίας, με ή χωρίς τη συμμετοχή του δημοσίου με τον Ν.2545/1997. Με τον νόμο αυτό ιδρύονται οι Βιομηχανικές και Επιχειρηματικές Περιοχές (ΒΕΠΕ), μια "ομπρέλα" που περιλαμβάνει ΒΙΠΕ, ΒΙΠΑ (Βιομηχανικό Πάρκο), ΒΙΟΠΑ (Βιοτεχνικό Πάρκο) και Τεχνόπολη. Συνδυαστικά με αυτούς τους δύο νόμους, του 1965 και του 1997 θεσμοθετήθηκαν 50 οργανωμένοι υποδοχείς, ενώ ακόμη 5 θεσμοθετήθηκαν με τον νεότερο νόμο 3982 του 2011 (που καθιερώνει και τον όρο "Επιχειρηματικά Πάρκα") και βρίσκονται μέχρι σήμερα σε διάφορα στάδια υλοποίησης. Ο νέος νόμος Πέρυσι ψηφίστηκε ο Ν.4982/2022 που αποτελεί πλέον το νέο θεσμικό πλαίσιο για την ίδρυση, ανάπτυξη και διαχείριση Επιχειρηματικών Πάρκων. Τον Ιανουάριο του 2022, όσο ο νόμος βρισκόταν ακόμα σε δημόσια διαβούλευση, ο πολιτικός μηχανικός, διευθύνων σύμβουλος της Re.De-Plan και μέλος της ομάδας της μελέτης, Μανώλης Μπαλτάς είχε δημοσιεύσει μέσα από την ιστοσελίδα της διαΝΕΟσις "12 προτάσεις για τα νέα Επιχειρηματικά Πάρκα". Συνολικά εκείνο το πιο παλιό κείμενο, που περιλαμβάνεται και στη μελέτη, παραμένει επίκαιρο καθώς περιλαμβάνει ευρύτερες κατευθύνσεις και ιδέες που είναι χρήσιμες για τη συνεχή βελτίωση του σχετικού πλαισίου. Προτείνει την κατάρτιση μιας Εθνικής Στρατηγικής για τη Χωροθεσία, ώστε τα Επιχειρηματικά Πάρκα να είναι ένα μόνο μέρος της. Συστήνει στοχευμένες παρεμβάσεις για τις διάφορες πιθανές περιπτώσεις φορέων υλοποίησης ενός Επιχειρηματικού Πάρκου (πχ. δημόσιο-δήμοι, ένας ιδιώτης-ιδιοκτήτης, πολλοί ιδιώτες-ιδιοκτήτες, κλπ). Προτείνει επίσης μια σειρά από σχετικά μη οικονομικά κίνητρα, όπως είναι πχ. η εξυπηρέτηση αναγκών στάθμευσης εντός του πάρκου, όπου αυτό είναι εφικτό ή απαλλαγές από τον φόρο μεταβίβασης. Στο πεδίο της αδειοδότησης, το κείμενο προτείνει τη σύσταση ειδικής υπηρεσίας (ΕΥΔ) για τις αδειοδοτήσεις, με οικονομικά κίνητρα, εντός της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, με εκχώρηση μέρους των διαδικασιών ελέγχου της αδειοδότησης σε πιστοποιημένους φορείς της ιδιωτικής οικονομίας, πιο σαφείς προθεσμίες ανταπόκρισης και αντικειμενικές διαδικασίες αξιολόγησης περισσότερων πτυχών μιας επένδυσης που αφορά σε Επιχειρηματικό Πάρκο. Υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη για μια καλύτερη οργάνωση, αλλά και διεύρυνση των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων εντός των Επιχειρηματικών Πάρκων (ειδικά όσων λειτουργούν βάσει ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ). Στο ίδιο κείμενο υπάρχουν αρκετές τεχνικές προτάσεις για την απλοποίηση της περιβαλλοντικής και της δασικής νομοθεσίας που αφορά στα Επιχειρηματικά Πάρκα, προκειμένου να μειωθεί περαιτέρω ο χρόνος αδειοδότησης τους. Το κείμενο ασχολείται επίσης με τους όρους γύρω από την ιδιωτική χρηματοδότηση Επιχειρηματικών Πάρκων και ο συγγραφέας εισηγείται "σημαντικές αναδιαρθρώσεις" για την πιστοποίηση ενός υποδοχέα ως πάρκου - πχ. απλοποίηση διαδικασιών εφαρμογής ρυμοτομικού σχεδίου, επίσπευση της πραγματοποίησης έργων υποδομής, πιο αποτελεσματική εποπτεία των φορέων από τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας κ.ά. Επιπλέον, προτείνονται συγκεκριμένες αλλαγές στους κανόνες εγκατάστασης και λειτουργίας επιχειρήσεων μέσα στα Επιχειρηματικά Πάρκα και επισημαίνεται ο εκσυγχρονισμός των όρων με τους οποίους λειτουργούν οι φορείς διαχείρισης των πάρκων ώστε να διασφαλίζεται μια πιο ομαλή σχέση με τις επιχειρήσεις. Ακόμα, παρατίθενται προτάσεις για την καλύτερη κατάρτιση χρηματοδοτικών προγραμμάτων γύρω από τα Επιχειρηματικά Πάρκα και προτείνονται αλλαγές στις δομές διακυβέρνησης - στην αδειοδότηση των πάρκων, στους φορείς που αδειοδοτούν, καθώς και στη γνωμοδότηση ή την επίλυση διαφορών. Τέλος, ο συγγραφέας προτείνει τη θεσμοθέτηση μιας Συντονιστικής Επιτροπής Παρακολούθησης της εφαρμογής του νόμου για τα Επιχειρηματικά Πάρκα, υπό την εποπτεία της Κυβερνητικής Επιτροπής Βιομηχανίας, αποτελούμενη από εκπροσώπους 9 σχετικών φορέων (από Γενικές Γραμματείες Υπουργείων έως την ΚΕΔΕ, την ΚΕΕ και τον ΣΕΒ ). Ένα σημαντικό μέρος αυτών των τεχνικών προτάσεων για αλλαγές πράγματι υιοθετήθηκαν στο τελικό κείμενο του νόμου. Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος αίρει κάποια από τα εμπόδια προκειμένου οι Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις της Αττικής να μετεξελιχθούν σε Επιχειρηματικά Πάρκα. Ακόμα, δίνει τη δυνατότητα σε Επιχειρηματικά Πάρκα να εγκατασταθούν σε δύο ή περισσότερους χώρους, κάτι που διευκολύνει τις δραστηριότητες της εφοδιαστικής αλυσίδας στα εμπορευματικά λιμάνια. Επίσης, εκσυγχρονίζει τη νομοθεσία για την αδειοδότηση των ρεμάτων, απλοποιεί το σύστημα απόδοσης των εισφορών σε χρήμα απευθείας στους φορείς υλοποίησης και, τέλος, δίνει νέα κίνητρα για την ανάπτυξη επιχειρηματικών πάρκων (πχ. ένταξη των εισφορών σε χρήμα στις δαπάνες που εκπίπτουν φορολογικά). Ο ελλιπής σχεδιασμός των Επιχειρηματικών Πάρκων, όπου υπάρχουν, και η έλλειψή τους εκεί που θα έπρεπε να υπάρχουν, αφήνουν χώρο για τη ρύθμιση των θεμάτων (περιβάλλοντος, χωροταξίας, οικονομικών, κλπ.) που αναπόφευκτα θα προκύψουν με ευκαιριακές ρυθμίσεις. Ωστόσο, η μελέτη αναδεικνύει και σημεία που μένουν να ρυθμιστούν ακόμη, κάνοντας τις σχετικές προτάσεις. Ως το μεγαλύτερο πρόβλημα που ανακύπτει από την εφαρμογή του νέου νόμου οι συγγραφείς ξεχωρίζουν την απαίτηση του νόμου να υπάρχει πλήρης κυριότητα (ή εναλλακτικά 80% + 20% με δικαίωμα συμφωνιών ή απαλλοτρίωσης) της έκτασης για την έγκριση ανάπτυξης ενός νέου Επιχειρηματικού Πάρκου ή για την επέκταση κάποιου οργανωμένου υποδοχέα που υπάρχει ήδη. Γιατί είναι όμως τόσο δύσκολο να συμβεί αυτό; Τα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια θεσπίστηκαν σχετικά πρόσφατα και αποτελούν πλέον το νέο εργαλείο πολεοδομικού σχεδιασμού 1ου επιπέδου, στη θέση των παλιών ΓΠΣ. Κατά την επόνηση των ΤΠΣ λαμβάνονται πράγματι υπόψη οι παράμετροι του νέου νόμου για τα Πάρκα σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς – πράγμα που, σε κάθε περίπτωση, είναι σχετικώς αδύνατο λόγω της δομής της ελληνικής ιδιοκτησίας (μικροί κλήροι). Όμως, σήμερα υπάρχουν πάρα πολλές περιοχές, 467 συγκεκριμένα που διαθέτουν εγκεκριμένες-θεσμοθετημένες χρήσεις γης βιομηχανίας, με βάση τα έως σήμερα ισχύοντα ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ (Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο / Σχέδιο Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτών Πόλεων). Οι περιοχές αυτές (με χρήσεις γης βιομηχανίας-βιοτεχνίας βάσει εγκεκριμένων ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ σε ισχύ) έχουν καθεστώς πολυϊδιοκτησίας. "Το γεγονός αυτό", γράφουν οι ερευνητές, "καθιστά ανέφικτη την οργάνωση-πολεοδόμηση αυτών των περιοχών, κατά κανόνα Άτυπων Βιομηχανικών Συγκεντρώσεων, και ως εκ τούτου αδρανοποιεί πλήρως το θεσμικά ρυθμισμένο χωροταξικό περιβάλλον της χώρας για τις επαγγελματικές εγκαταστάσεις βιομηχανίας-βιοτεχνίας". Επιπλέον, οι συγγραφείς παρατηρούν ότι "το νέο καθεστώς διοίκησης-διαχείρισης [σσ. που προβλέπει ο νέος νόμος] δεν φαίνεται να αποτρέπει συγκρουσιακές καταστάσεις μεταξύ φορέων διαχείρισης και εγκατεστημένων επιχειρήσεων, ενώ υπάρχει ενδεχόμενο περαιτέρω όξυνσής τους, κατάσταση η οποία θα έπρεπε να έχει αποφευχθεί μέσα από διάλογο για την επίτευξη των μέγιστων δυνατών συγκλίσεων και συναινέσεων". Η ανάγκη για ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης Τι μπορεί να γίνει όμως σήμερα; Ίσως η πιο σημαντική συνεισφορά της μελέτης είναι η προσπάθεια των συγγραφέων να αναδείξουν την ανάγκη για ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης γύρω από τα Επιχειρηματικά Πάρκα. Προτού παραθέσουν τη δική τους θέση, παρουσιάζουν δύο πρόσφατες άλλες μελέτες γύρω από τα Επιχειρηματικά Πάρκα και την καλύτερη δυνατή ανάπτυξή τους. Η πρώτη μελέτη ανατέθηκε από τη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας και παραδόθηκε το 2018, ενώ αναθεωρήθηκε το 2021. Η μελέτη αυτή καταγράφει τις Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις ανά την ελληνική επικράτεια και επιπλέον υπογραμμίζει τις ανάγκες ανάπτυξης Επιχειρηματικών Πάρκων ανά τύπο - άλλωστε με βάση αυτή τη μελέτη διαμορφώνεται και η σχετική νομοθεσία για τα Επιχειρηματικά Πάρκα. Η δεύτερη σχετική μελέτη ανατέθηκε από την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων το 2018 και αποτελεί και αυτή μια απόπειρα κατάρτισης ενός Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα Επιχειρηματικά Πάρκα. Τα κατά τόπoυς επιμελητήρια-μέλη της Ένωσης υπέδειξαν τόσο της Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις στην επικράτειά τους, όσο και τις πιο κατάλληλες τοποθεσίες για την ανάπτυξη νέων Επιχειρηματικών Πάρκων. Η συγγραφική ομάδα "πάτησε" επάνω στα αποτελέσματα της μελέτης της ΚΕΕ προκειμένου να καταρτίσει τη δική της πρόταση για ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Τον Μάιο του 2020 και τον Ιούνιο του 2021, οι ερευνητές απευθύνθηκαν, με στοχευμένα ερωτηματολόγια, στους Δήμους εκείνους εντός των ορίων των οποίων η μελέτη της ΚΕΕ πρότεινε να αναπτυχθούν νέα Επιχειρηματικά Πάρκα. Με αυτή την μεθοδολογία, οι συγγραφείς συνέλεξαν και επεξεργάστηκαν τα δεδομένα και επιχείρησαν να καταθέσουν μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση που εκτείνεται σε βάθος 20ετίας. Η πρότασή τους αυτή αφορά στην ανάπτυξη Επιχειρηματικών Πάρκων σε 73 περιοχές, συνολικής επιφάνειας περίπου 100.000 στρεμμάτων σε ολόκληρη την Ελλάδα, με συνολικό προϋπολογισμό Є1,14 δισ. (με δημόσια συμμετοχή στο 40%, δηλαδή περίπου Є23 εκατ. κάθε χρόνο για 20 χρόνια). Πέρα από την πρόταση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης, οι ερευνητές επιχειρήσαν ακόμη να υπολογίσουν τα οφέλη που θα είχε μια υποθετική πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου για την ελληνική οικονομία - φυσικά τέτοιου είδους εκτιμήσεις πάντοτε συνοδεύονται από σημαντικούς περιορισμούς. Με την παραδοχή επομένως, ότι θα δημιουργηθούν 73 Επιχειρηματικά Πάρκα συνολικής έκτασης 100.000 στρεμμάτων και με 25.300 περίπου στρέμματα επαγγελματικών κτιρίων, οι συγγραφείς υπολόγισαν ότι μπορεί να αποδώσουν συνολικά οικονομική ανάπτυξη περίπου Є13,8 δισ. ή 7,7% του ΑΕΠ (σε όρους 2018). Επιχείρησαν επίσης, να υπολογίσουν τις θέσεις εργασίας, τις οποίες μπορεί να δημιουργήσει τόσο η ανάπτυξη αυτών των 73 Πάρκων, όσο και, τελικά, η δραστηριότητα μέσα σε αυτά. Το όφελος από την ανάπτυξη των έργων υποδομής υπολογίστηκε σε 13.414 θέσεις απασχόλησης ενώ για την ανάπτυξη των νέων κτηριακών εγκαταστάσεων σε 152.840 θέσεις απασχόλησης. Τέλος, υπολόγισαν επίσης ότι οι μόνιμες θέσεις εργασίας για τη λειτουργία των επιχειρήσεων θα είναι από 46.475, αν το σύνολο των επιχειρήσεων που θα εγκατασταθούν στα επιχειρηματικά πάρκα του Εθνικού Σχεδίου είναι εντάσεως κεφαλαίου (που είναι συνήθως οι πιο παραγωγικές), έως 139.425 θέσεις, αν οι επιχειρήσεις που θα εγκατασταθούν είναι μόνο εντάσεως εργασίας.. Συνοπτικά, η ανάπτυξη Επιχειρηματικών Πάρκων είναι μια διεθνώς καθιερωμένη πρακτική, η οποία, αν γίνεται σωστά, προσφέρει σημαντικά οφέλη για όλους τους εμπλεκόμενους: επιχειρήσεις, κράτος και, ευρύτερα, το κοινωνικό σύνολο. Η Ελλάδα, παρά τα βήματα που έχουν γίνει, δεν έχει καταφέρει να εκμεταλλευτεί τη συγκεκριμένη αναπτυξιακή ευκαιρία. Οι οργανωμένοι υποδοχείς στη χώρα συχνά δεν αντιστοιχούν στις περιοχές με σημαντική βιομηχανική παραγωγή. Αντίθετα, οι επιχειρήσεις συγκεντρώνονται σε Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις, πχ. σε περιοχές γύρω από τις εθνικές οδούς, και λειτουργούν συχνά σε ένα πλαίσιο αβεβαιότητας πολλών, μικρών "ρυθμίσεων ευκαιρίας", το οποίο είναι πιθανό να εμποδίζει σημαντικές επενδύσεις. Η νέα μελέτη που δημοσιεύει η διαΝΕΟσις αποτυπώνει με λεπτομέρεια την κατάσταση και επιπλέον παραθέτει τις θεσμικές παρεμβάσεις που οι συγγραφείς θεωρούν κατάλληλες προκειμένου να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια. ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΑΡΚΑ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ (PDF) ΕΠΙΤΕΛΙΚΗ ΣΥΝΟΨΗ ΜΕΛΕΤΗΣ (PDF)
-
O τουρισμός το 2018 συνέβαλε άμεσα στη δημιουργία του 11,7% του ΑΕΠ της χώρας με 21,6 δισ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία και εκτιμήσεις που περιλαμβάνονται στη μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), με τίτλο «Η συμβολή του Τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2018». Αναλυτικά, η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 13,3% ή κατά 2,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017. Συνολικά (άμεσα και έμμεσα) ο τουρισμός το 2018 συνέβαλε από 25,7% (47,4 δισ. ευρώ) έως 30,9% (57,1 δισ. ευρώ) στη δημιουργία του ΑΕΠ. Στην αιχμή της τουριστικής περιόδου, μόνο μέσω της εργασίας στα καταλύματα και στην εστίαση (411.000 εργαζόμενοι), συνέβαλλε στο 16,7% της απασχόλησης και συνολικά (άμεσα και έμμεσα) μεταξύ 36,7% και 44,2% , ενώ αποτέλεσε βασικό μοχλό μείωσης της ανεργίας, ιδιαίτερα των νέων και των γυναικών. Επίσης, ο τομέας του τουρισμού είχε σημαντική επενδυτική δραστηριότητα ύψους 5 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 1,9 δισ. ευρώ σε εγχώρια προστιθέμενη αξία. Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, ο τουρισμός είναι κατ’ εξοχήν εξωστρεφής δραστηριότητα, αφού πάνω από το 90% των τουριστικών εσόδων προέρχεται από το εξωτερικό. Τα έσοδα αυτά, περιλαμβανομένων των εισπράξεων από κρουαζιέρα, αερομεταφορές και θαλάσσιες μεταφορές, ανήλθαν σε 18,2 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση κατά 11,3% ή κατά 1,8 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017. Επιπροσθέτως, ο τουρισμός περιλαμβανομένης της κρουαζιέρας, κάλυψε με τις ταξιδιωτικές εισπράξεις και τις εισπράξεις από τις αερομεταφορές και τις θαλάσσιες μεταφορές το 81% του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών. Οι εισπράξεις αυτές, ισούνται με το 73% των εισπράξεων από τις εξαγωγές όλων των άλλων προϊόντων που εξάγει η χώρα, εξαιρουμένων των εισπράξεων από εξαγωγή πλοίων και καυσίμων. O εισερχόμενος τουρισμός παρουσίασε δυναμική και το 2018 με βελτίωση όλων των δεικτών, εκτός από τη Μέση Διάρκεια Παραμονής που ακολουθεί την παγκόσμια τάση μείωσης. Η εποχικότητα του εισερχόμενου τουρισμού παρέμεινε υψηλή, με το 68,4% των αφίξεων και το 72,5% των εσόδων να καταγράφεται την περίοδο αιχμής μεταξύ Ιουνίου και Σεπτεμβρίου. Με βάση τις εκτιμήσεις της μελέτης, από κάθε 1 ευρώ τουριστικής δραστηριότητας, δημιουργείται επιπλέον 1,2 έως 1,65 ευρώ πρόσθετης οικονομικής δραστηριότητας. Ουσιαστικά για κάθε 1 ευρώ τουριστικού εσόδου, το ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται κατά 2,2 έως 2,65 ευρώ, εξέλιξη που αποδεικνύει ότι ο τουρισμός είναι ένας τομέας με μεγάλη διάχυση ωφελειών στην οικονομία. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι, η οικονομία 3 νησιωτικών Περιφερειών, εξαρτάται σε εξαιρετικά σημαντικό βαθμό από τον τουρισμό, αφού η συνεισφορά του τομέα στο Περιφερειακό ΑΕΠ ανέρχεται σε 47,2% στην Κρήτη, σε 71,2% στα Ιόνια Νησιά και σε 97,1% στο Νότιο Αιγαίο. Οι εν λόγω Περιφέρειες έχουν από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα, τεκμηριώνοντας την άποψη ότι ο τουρισμός οδηγεί σε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων των προορισμών. Παράλληλα, με τη μελέτη που περιλαμβάνει τις εκτιμήσεις για τη συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία για το 2018, το ΙΝΣΕΤΕ ολοκλήρωσε τη μελέτη με τα τελικά στοιχεία για τη συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία για το 2017. Στη μελέτη αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ για το 2017, έφθασε σε 19,04 δισ. ευρώ έναντι 17,69 δισ. ευρώ το 2016. Ο τουρισμός το 2017 συνέβαλε άμεσα στη δημιουργία του 10,6% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ η άμεση και έμμεση συμβολή του εκτιμάται από 23,2% έως 28%. View full είδηση
-
Τεκτονικές αλλάγες όσον αφορά την ψηφιοποίηση της οικονομικής, επιχειρηματικής και κοινωνικής ζωής φέρνει η πανδημία του COVID-19. Η στροφή προς μια ψηφιακή εποχή επιταχύνεται από την πανδημία, φέρνοντας τον ψηφιακό μετασχηματισμό ταχύτερα σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν τα 2/3 (65%) του παγκόσμιου ΑΕΠ θα παράγονται ψηφιακά έως το 2022, με τη συμβολή της ψηφιακής οικονομίας στη διεθνή οικονομική ανάπτυξη να γίνεται κάτι παραπάνω από καίρια. Όπως αναφέρει ο ΣΕΠΕ σε ανάρτηση στην ιστοσελίδα του, ο πλανήτης αναμένεται να επενδύσει περισσότερα από $6,8 τρισ. στον ψηφιακό μετασχηματισμό την περίοδο 2020-2023. Τα επενδυτικά προγράμματα για την ψηφιοποίηση θα αυξάνονται με ρυθμό της τάξης του 15,5% τουλάχιστον έως το 2023. Παρά την πανδημία του COVID-19 και ίσως εξαιτίας αυτής, οι αναλυτές (IDC, FutureScape: Worldwide Digital Transformation 2021 Predictions) κάνουν πλέον λόγο για κατεύθυνση της παγκόσμιας οικονομίας προς ένα …ψηφιακό πεπρωμένο. Επιχειρήσεις, δημόσιοι οργανισμοί, αλλά και οι ίδιες οι κοινωνίες βαδίζουν ήδη σε αυτό τον δρόμο. Στον δρόμο της ψηφιοποίησης βαδίζουν με επιταχυνόμενο ρυθμό -κατά κύριο λόγο οι ίδιες οι επιχειρήσεις: έως το 2023, το 75% των εταιρειών θα έχει εφαρμόζει έναν ολοκληρωμένο οδικό χάρτη ψηφιακού μετασχηματισμού. Το αντίστοιχο ποσοστό σήμερα είναι 27%. Ψηφιακές δεξιότητες Προφανώς η πορεία των επιχειρήσεων προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό θα παραμείνει γράμμα κενό περιεχομένου, αν δεν υπάρχει αντίστοιχη ψηφιακή πορεία για το ανθρώπινο δυναμικό. Οι αναλυτές προβλέπουν ότι ήδη από το 2021, το 60% των εταιρειών-ηγετών θα επενδύουν μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού τους στην ψηφιακή εμπειρία του προσωπικού, εγκαινιάζοντας νέα μοντέλα συνεργασίας μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Η επιτάχυνση της πορείας προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό θα σηματοδοτήσει μια ταχύτερη μετάβαση προς τη λεγόμενη «οικονομία της πλατφόρμας». Έως το 2025, καθοδηγούμενες από τις ασταθείς παγκόσμιες συνθήκες, το 75% οι διοικήσεις των επιχειρήσεων παγκοσμίως θα αξιοποιούν τις ψηφιακές πλατφόρμες και τις δυνατότητες του οικοσυστήματος, που αυτές δημιουργούν, για να προσαρμόσει τις αλυσίδες αξίας τους σε νέες αγορές. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός ήδη δημιουργεί -και θα συνεχίσει να το κάνει- νέα επιχειρηματικά μοντέλα. Με ορίζοντα το 2021, τουλάχιστον το 30% των εταιρείες θα επιταχύνουν την καινοτομία, για να υποστηρίξουν νέα επιχειρηματικά μοντέλα λειτουργίας, θέτοντας τις βάσεις για την ψηφιακή επιχείρηση του μέλλοντος. View full είδηση
-
Ανεβαίνει διαρκώς η συμμετοχή της παγκόσμιας βιομηχανίας του mobile στο τελικό οικονομικό προϊόν που παράγει ο πλανήτης. Το 2015 ο κλάδος συμμετείχε με 3,1 τρισ. δολάρια στο παγκόσμιο ΑΕΠ, με τη συνδρομή να μεταφράζεται ποσοστιαία σε 4,2%, ενώ ως το 2020 η οικονομική συνδρομή της κινητής τηλεφωνίας αναμένεται να ανέλθει σε 3,7 τρισ. δολάρια. Σύμφωνα με νέα μελέτη της διεθνούς Ενωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (Groupe Speciale Mobile Association-GSMA), σχεδόν τα τρία τέταρτα του παγκόσμιου πληθυσμού θα είναι συνδεδεμένα σε κάποιο δίκτυο κινητής ως το 2020. Εντός της προσεχούς τετραετίας εκτιμάται ότι θα προστεθούν ένα δισεκατομμύριο νέοι συνδρομητές κινητής, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό τους σε 5,6 δισ., που ισοδυναμεί με το 72% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 2016 το οικοσύστημα του mobile αναμένεται να διευρύνει περαιτέρω τη συμμετοχή του στο παγκόσμιο οικονομικό προϊόν, με το 4G/LTE να είναι η τεχνολογία, η οποία καθοδηγεί αυτή την ανοδική πορεία. Σύμφωνα με την έρευνα, ήδη η παγκόσμια αγορά του 4G κατάφερε να διπλασιαστεί σε μέγεθος το 2015, με τις σχετικές συνδέσεις να υπερβαίνουν το ορόσημο του 1 δισεκατομμυρίου. Με τη διείσδυση της κινητής ευρυζωνικότητας να ενισχύεται τόσο στις αναδυόμενες όσο και στις αναπτυγμένες αγορές του πλανήτη, οι εκτιμήσεις για τις συνδέσεις επόμενης γενιάς παραμένουν κάτι παραπάνω από θετικές. Συγκεκριμένα, αναμένεται ότι εντός της προσεχούς τετραετίας οι συνδέσεις 4G/LTE θα αντιστοιχούν στο ένα τρίτο όλων των συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας παγκοσμίως, οι οποίες υπολογίζονται σε 9 δισ. ως το 2020. «Η επιταχυνόμενη στροφή σε τεχνολογίες 3G και κυρίως 4G τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες αγορές τροφοδοτεί την ψηφιακή καινοτομία, επιταχύνει την υιοθέτηση των smartphones και την αύξηση των δεδομένων κινητής τηλεφωνίας» αναφέρει σχετικά η μελέτη. Συνδέσεις 4G Η έρευνα παραθέτει μια σειρά από στοιχεία, τα οποία συνηγορούν υπέρ του δυναμισμού της παγκόσμιας αγοράς κινητών ευρυζωνικών υπηρεσιών. Σύμφωνα με αυτά, οι συνδέσεις 4G/LTE το 2015 ανήλθαν σε 1 δισ. από τα 7,3 δισ. των συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας. Στα τέλη του 2015 υπήρχαν διαθέσιμα 451 δίκτυα 4G/LTE σε 151 χώρες παγκοσμίως, με σχεδόν το ήμισυ αυτών να φιλοξενείται στις αναπτυσσόμενες αγορές του πλανήτη. Οι συνδέσεις 3G και 4G αντιστοιχούσαν το 2015 στο 50% των συνολικών συνδέσεων, ποσοστό που αναμένεται να διαμορφωθεί σε 70% ως το 2020. Η αυξανόμενη διείσδυση της κινητής ευρυζωνικότητας σε συνδυασμό με την ανοδική πορεία υιοθέτησης των smartphones ευθύνεται άλλωστε για τη διεύρυνση της χρήσης mobile data παγκοσμίως. Τα smartphones ευθύνονταν για το 45% των παγκόσμιων συνδέσεων mobile το 2015 (από μόλις 8% το 2010), ενώ άλλες 2,6 δισ. συνδέσεις smartphone αναμένεται να προστεθούν ως το 2020. Συνολικά, ως το 2020 αναμένεται να υπάρχουν στην παγκόσμια αγορά 5,8 δισ. smartphones από 2,6 δισ. στα τέλη του 2015. Πηγή: http://www.tovima.gr...cle/?aid=779800 Click here to view the είδηση
-
Έως 180 δισ. ευρώ μπορεί να φέρει η Τεχνητή Νοημοσύνη στο ΑΕΠ της χώρας
Engineer posted μια είδηση in Τεχνολογία
Σε περίοδο 15ετίας εκτιμάται ότι η εφαρμογή της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΤΝ) μπορεί να συνδράμει στο ΑΕΠ της χώρας κατά περίπου 180 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με μελέτη της Accenture Greece από κοινού με την Microsoft στην Ελλάδα η οποία έχει επιδοθεί και στο Μέγαρο Μαξίμου. Σε παγκόσμιο επίπεδο οι μεγάλες επιχειρήσεις δίνουν ήδη σημαντική βαρύτητα στην έρευνα και ανάπτυξη για εφαρμογές Παραγωγικής Τεχνητής Νοημοσύνης (ΠΤΝ). Προβλέπεται ότι έως το 2030 η αγορά προϊόντων ΤΝ θα ανέρχεται σε 500 δισ. δολάρια. Στοιχείο, που ουσιαστικά υποδηλώνει δέσμευση για καινοτομία και τεχνολογική ανάπτυξη σε έναν κλάδο που είναι ταχέως εξελισσόμενος και ουδείς επιθυμεί να παραμείνει ουραγός. Τα οφέλη της ΤΝ Σύμφωνα με τους ειδικούς στο συγκεκριμένο θέμα, η ΠΤΝ μπορεί να ενισχύσει την ανίχνευση και την πρόληψη της απάτης, αναλύοντας τεράστιες ποσότητες δεδομένων συναλλαγών για τον εντοπισμό ύποπτων μοτίβων και πιθανών απειλών σε πραγματικό χρόνο. Επίσης μπορεί να βελτιστοποιήσει τις επενδυτικές στρατηγικές με την επεξεργασία δεδομένων της αγοράς, ειδήσεων και ιστορικών τάσεων για την παροχή πληροφοριών και προγνωστικών μοντέλων που βασίζονται σε δεδομένα, βοηθώντας τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τους επενδυτές να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις. Στην εξυπηρέτηση πελατών, τα chatbots και οι εικονικοί βοηθοί μπορούν να παρέχουν εξατομικευμένες οικονομικές συμβουλές, να απαντούν σε ερωτήματα και να βοηθούν στη διαχείριση λογαριασμών, βελτιώνοντας τη συνολική εμπειρία του πελάτη. Οι υπηρεσίες χρηματοοικονομικών συμβουλών με βάση την ΤΝ και ειδικότερα την ΠΤΝ, χρησιμοποιούν προηγμένους αλγορίθμους για την ανάλυση των οικονομικών δεδομένων και των ατομικών στόχων των χρηστών. Αυτό τους επιτρέπει να παρέχουν εξαιρετικά εξατομικευμένες συστάσεις και καθοδήγηση σχετικά με τον προϋπολογισμό, την αποταμίευση, τις επενδύσεις και τη διαχείριση του χρέους. Παράλληλα, τα εργαλεία φορολογικής διαχείρισης με TN φέρνουν επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διαχείριση της φορολογίας, αυτοματοποιώντας κουραστικές εργασίες, βελτιστοποιώντας τον φορολογικό σχεδιασμό και ελαχιστοποιώντας τα λάθη. Επιπλέον, η ΤΝ διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου, χρησιμοποιώντας την ανάλυση δεδομένων για την εκτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας και την αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου για περιπτώσεις δανεισμού και επενδύσεων σε πραγματικό χρόνο. Αυτό όχι μόνο ενισχύει την ακρίβεια των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας, αλλά και μειώνει τα ποσοστά αθέτησης. Ενώ, η παρακολούθηση της κανονιστικής συμμόρφωσης με τη βοήθεια της ΠΤΝ, απλοποιεί τις διαδικασίες συμμόρφωσης με την αυτοματοποίησή τους και εντοπίζει πιθανές παραβιάσεις και απάτες, εξασφαλίζοντας ένα ασφαλές χρηματοπιστωτικό περιβάλλον. Μια άλλη μελέτη του Εθνικού Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (EKKE) και το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος» (ΕΚΕΦΕ «Δ»),η οποία πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη της Ειδικής Γραμματείας Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού, παρουσιάζει τέσσερεις πιθανές εναλλακτικές εικόνες του μέλλοντος της ΠΤΝ στην Ελλάδα του 2030. Συγκεκριμένα : 1. Τεχνοκοινωνική επιτάχυνση Σε αυτό το σενάριο, ο τεχνολογικά προηγμένος κόσμος περιγράφεται ως ανθεκτικός και απελευθερωμένος από τεχνοφοβικές αγκυλώσεις, ενώ η αειφορία και η αξία του οικοσυστήματος της ΠΤΝ βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο, μαζί με ένα υγιές και εύρωστο φιλελεύθερο πολιτικό σύστημα. Η ΠΤΝ υιοθετείται ευρέως και ενσωματώνεται σε διάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής. Αντιπροσωπεύει την αισιοδοξία που περιβάλλει τις δυνατότητες της ΤΝ εν γένει να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα της διοίκησης, την παραγωγικότητα της οικονομίας και την ευημερία των πολιτών, μέσα σε ένα υπεύθυνο, ηθικό και προορατικό πλαίσιο όπου τεχνολογία και κοινωνία συνυπάρχουν λειτουργικά και συγχρονίζονται με γρήγορους ρυθμούς. Σύμφωνα με το σενάριο της «τεχνοκοινωνικής επιτάχυνσης», η Ελλάδα το 2030 έχει ενισχύσει σημαντικά τις επενδύσεις σε κέντρα δεδομένων, προασπίζοντας την εθνική ψηφιακή κυριαρχία της, και καθιερώνεται ως περιφερειακό και παγκόσμιο hotspot τεχνολογικής καινοτομίας, συσσωρεύοντας γεωπολιτική ισχύ και δημιουργώντας εξαρτήσεις. Καθιερώνεται επίσης και ως υπερκόμβος παραγωγής, διάδοσης και ανταλλαγής γνώσης για την Ηθική της Τεχνητής Νοημοσύνης- με τη συμβολή επιστημόνων με υψηλή εξειδίκευση που εγκαταστάθηκαν στη χώρα από πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού (brain gain). Το συγκεκριμένο σενάριο διαθέτει τα περισσότερα οφέλη για την ελληνική κοινωνία με την υιοθέτηση της ΠΤΝ. 2. Τεχνονάνος Πρόκειται για έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η ανοιχτή οικονομία και μια δέσμη καλοπροαίρετων πολιτικών προθέσεων, ωστόσο το οικοσύστημα της ΠΤΝ χάνει τη βιωσιμότητα και τη δυναμική του και δεν αποτελεί προτεραιότητα. Αυτό το σενάριο απεικονίζει μια αρνητική κατάσταση στην οποία επιβάλλονται αυστηροί κανονισμοί στην ανάπτυξη της ΠΤΝ (με ισχυρές διαφωνίες στους κόλπους της ΕΕ), που ενδεχομένως να φτάσουν σε σημείο να καταπνίξουν ή να περιορίσουν τη διαφαινόμενη πρόοδο της. Έτσι, εγείρονται ανησυχίες σχετικά με την υπερβολική ρύθμιση και τις πιθανές επιπτώσεις της, αλλά και σχετικά με την διογκωμένη γραφειοκρατία, ενώ μεταξύ άλλων επισημαίνονται σημαντικά εμπόδια στην τεχνολογική εξέλιξη και καινοτομία. 3. Τεχνοκοινωνική βραδυπορία Αυτό αντιπροσωπεύει ένα καχεκτικό ή υπανάπτυκτο οικοσύστημα ΠΤΝ, με υποχώρηση της προόδου των μοντέλων ΠΤΝ και μείωση της τεχνοκοινωνικής δυναμικής, σε έναν κλειστό, κατακερματισμένο και τεχνοφοβικό κόσμο, παράλληλα με μυωπικές στρατηγικές και μια μεγάλη ένδεια ηθικών και ρυθμιστικών πλαισίων, δημοσίων πολιτικών και θεσμικών παρεμβάσεων. Εδώ, η ΠΤΝ αντιμετωπίζει την κοινωνική απόρριψη λόγω των αναδυόμενων χασμάτων και ανισοτήτων, της κακής χρήσης, της αναποτελεσματικότητας και της δυσπιστίας που απορρέει από ανεπαρκείς κανονισμούς και σημαντικές νομικές και δεοντολογικές ελλείψεις 4. Τεχνογίγαντας Ένας γίγαντας αντιπροσωπεύει ένα οικοσύστημα ΠΤΝ που αντανακλά την παγκόσμια τεχνολογική έκρηξη μέσα σε ένα κοινωνικοπολιτισμικό και πολιτικό περιβάλλον που αδυνατεί ναμετατρέψει την ταχύτητα σε προσαρμογή, να ενσωματώσει τις σύγχρονες τεχνοεξελίξεις και να αξιοποιήσει τις δυνατότητες και ευκαιρίες που αυτές προσφέρουν. Αυτό το σενάριο δείχνει ένα μάλλον μη βιώσιμο μέλλον όπου η ΠΤΝ δεν οριοθετείται από κανόνες και εξελίσσεται συνεχώς και ανεξέλεγκτα, τροφοδοτώντας τον τεχνολαϊκισμό και δημιουργώντας διάχυτη δυσπιστία και έντονες ανησυχίες σχετικά με πιθανές παραβιάσεις και καταχρήσεις. Συμπερασματικά, με βάση την έρευνα, με την ανάπτυξη και εκπαίδευση ελληνικών συστημάτων ΠΤΝ σε εγχώριες υποδομές, η Ελλάδα θα είναι σε θέση να λειτουργεί ανεξάρτητα, χωρίς την ανάγκη για εξωτερικούς πόρους ή εξωτερικά συστήματα, ενισχύοντας την εθνική τεχνολογική κυριαρχία της. Ως εκ τούτου, η επένδυση σε υποδομές εκπαίδευσης (HPC), διαχείρισης και αποθήκευσης μεγάλων δεδομένων (data spaces), καθώς και φιλοξενίας των εφαρμογών παραγωγικής ΤΝ (data centers), είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη του τομέα, αλλά και της ανεξαρτησίας της χώρας σε επίπεδο υποδομών και ασφάλειας δεδομένων. Η τελική έκθεση Τάσεις - Ευκαιρίες για την Ελλάδα - Ευαλωτότητες - Αβεβαιότητες - Σενάρια - Προτάσεις Πολιτικής - GenAI & Ελλάδα 2030 https://foresight.gov.gr/wp-content/uploads/2024/01/GenAI_Greece_2030.pdf