Η ΕΓΓΥΗΤΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ∆ΙΚΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΗΜΟΣΙΑ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Μιχάλης Ν. Πικραµένος
Πρόεδρος ΣτΕ
Η αρχή της ασφάλειας δικαίου δεν αποτελεί μόνο εκδήλωση της κατά το άρθρο 25 παρ.1 Σ. θεμελιώδους αρχής του Κράτους Δικαίου, αλλά καθιερώνεται με ειδικές συνταγματικές ρυθμίσεις επί συγκεκριμένων αντικειμένων, καταδεικνύοντας τη θεραπευτική της αξία σε μια σειρά ευαίσθητων ζητημάτων για τη ζωή και τη δραστηριότητα των πολιτών σε μια δημοκρατική πολιτεία.
Στις ειδικές ρυθμίσεις του Συντάγματος συγκαταλέγονται :
α) Η παρ.1 του άρθρου 7 κατά την οποία έγκλημα δεν υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της. Με τη διάταξη αυτή απαγορεύεται η αναδρομικότητα των ποινικών νόμων. Τούτο σημαίνει ότι απαγορεύεται ο αναδρομικός καθορισμός του αξιοποίνου όπως και η αναδρομική χειροτέρευση της θέσης του κατηγορούμενου.
β) Η παρ.2 του άρθρου 77 που ορίζει ότι νόμος που δεν είναι πράγματι ερμηνευτικός ισχύει μόνο από τη δημοσίευσή του. Η διάταξη αυτή αναφέρεται στη γνήσια αναδρομή η οποία συντρέχει όταν ο νόμος ρυθμίζει έννομες σχέσεις ή συνέπειες που γεννήθηκαν ή επήλθαν πριν από την έναρξη εφαρμογής του και δεν αφορά τη μη γνήσια αναδρομή, δηλαδή όταν ο νέος νόμος ρυθμίζει έννομες συνέπειες που γεννήθηκαν μετά την έναρξη εφαρμογής του, αλλά πηγάζουν από έννομες σχέσεις προϋφιστάμενες του νόμου.
γ) Η παρ.2 του άρθρου 78, σύμφωνα με την οποία φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που εκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε. Η περιορισμένη χρονικά αναδρομική ισχύ για το προηγούμενο της επιβολής οικονομικό έτος αποβλέπει στη σταθερότητα της προσωπικής και επαγγελματικής ζωής των πολιτών, διότι η επικράτηση αβεβαιότητας ως προς τη φορολογία θα αποτελούσε ανασχετικό παράγοντα στην οικονομική ζωή, στις συναλλαγές και θα κλόνιζε την εμπιστοσύνη στις σχέσεις κράτους και φορολογουμένων.
δ) Η παρ.4 του άρθρου 100, που ορίζει ότι διάταξη νόμου που κηρύσσεται αντισυνταγματική από το ΑΕΔ είναι ανίσχυρη από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης ή από τον χρόνο που ορίζεται στην απόφαση. Η ρύθμιση αυτή συνάδει προς το ισχύον σύστημα διάχυτου και παρεμπίπτοντος ελέγχου της συνταγματικότητας, το οποίο έχει ως εγγενές χαρακτηριστικό την επί μακρόν αβεβαιότητα ως προς την τελική δικαστική κρίση, αυτή δε η αβεβαιότητα δεν μπορεί να αποβαίνει σε βάρος των πολιτών.
Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι δεν υφίσταται γενική αρχή απαγόρευσης αναδρομικής ισχύος των νόμων, αλλά εισάγονται ειδικές απαγορεύσεις, ενώ γενική απαγόρευση δεν μπορεί να συναχθεί ούτε από την αρχή της ασφάλειας δικαίου ή ακόμα και από την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη. Σε κάθε περίπτωση, ο συνταγματικός νομοθέτης, αναγνωρίζοντας τις δυσμενείς συνέπειες του αναδρομικού αποτελέσματος των ρυθμίσεων για τους πολίτες, επέλεξε συγκεκριμένα πεδία για τα οποία προβλέπει απόλυτη ή μερική απαγόρευση της αναδρομικότητας, παρέχοντας έτσι την ευχέρεια στον νομοθέτη να θεσπίζει ρυθμίσεις με αναδρομικό χαρακτήρα στο ευρύτατο πεδίο για το οποίο δεν έχει εισαχθεί ειδική απαγόρευση.